Βιβλία, Σύγχρονη διαχείριση

«Εμφύλια Πάθη»: Μια (όχι τόσο) νέα αφήγηση για τη δεκαετία του 1940 

Πολυμέρης Βόγλης, στα «Ενθέματα» της ΑΥΓΗΣ, για το βιβλίο των Καλύβα – Μαραντζίδη.

O Ελληνικός Εμφύλιος Πόλεμος, που για δεκαετίες αποτελούσε θέμα-ταμπού, βρίσκεται, εδώ και αρκετά χρόνια στο επίκεντρο της επιστημονικής αλλά και της ευρύτερης δημόσιας συζήτησης. Καμπή σε αυτήν τη στροφή στη μελέτη του Εμφυλίου αποτέλεσε το 1999, όταν διοργανώθηκαν μια σειρά συνέδρια με αφορμή τα πενήντα χρόνια από τη λήξη του Εμφυλίου. Αυτή η στροφή συνδυάστηκε με μια ιστοριογραφική διαμάχη που διεξήχθη και στη δημόσια σφαίρα με αποτέλεσμα την ανανέωση του γενικότερου ενδιαφέροντος για την επίμαχη δεκαετία. Όλα αυτά τα χρόνια εκδόθηκαν μια σειρά νέες μελέτες, έγινε ένα πλήθος συνεδρίων, ανοίχθηκαν νέα πεδία έρευνας και συζήτησης και πολλοί νέοι ερευνητές στράφηκαν στη μελέτη του Εμφυλίου. Όλα αυτά είναι αναμφίβολα καταρχήν θετικά, καθώς, εξαιτίας τους, σήμερα, τόσο ο Εμφύλιος όσο και γενικότερα η δεκαετία του 1940 αποτελούν μια από τις περισσότερο μελετημένες περιόδους της ελληνικής ιστορίας. Ένα ερώτημα, ωστόσο, που τίθεται είναι κατά πόσον ανανεώθηκε η οπτική μέσα από την οποία μελετάται η νέα περίοδος ή –για να το θέσω διαφορετικά– εάν τέθηκαν νέα και διαφορετικά ερωτήματα.

Θα σταθώ, στο άρθρο αυτό, σε ένα βιβλίο που κυκλοφόρησε τους τελευταίους μήνες, και όχι μόνο έχει σημειώσει μεγάλη εκδοτική επιτυχία, αλλά και συμπυκνώνει μια οπτική που βρέθηκε στο επίκεντρο της διαμάχης: τα Εμφύλια Πάθη. 23 ερωτήσεις και απαντήσεις για τον Εμφύλιο των Στάθη Καλύβα και Νίκου Μαραντζίδη (εκδ. Μεταίχμιο).

Καταρχάς, για τους ιστορικούς και για όσους γενικότερα ασχολούνται με τη δεκαετία του 1940, το βιβλίο δεν έρχεται να προσθέσει νέες γνώσεις και στοιχεία. Πολλά από αυτά τα οποία παρουσιάζονται σε αυτό, μπορεί κανείς να τα διαβάσει στο βιβλίο του Ν. ΜαραντζίδηΔημοκρατικός Στρατός Ελλάδας, 1946-1949 (εκδ. Αλεξάνδρεια, 2010), στο συλλογικό πόνημα Εμείς οι Έλληνες. Πολεμική Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας (εκδ. Σκάι, 2008), καθώς και σε επιφυλλίδες που κατά καιρούς οι δύο πολιτικοί επιστήμονες έχουν δημοσιεύσει. Αυτό δεν αποτελεί, βέβαια, πρόβλημα. Οι ίδιοι οι συγγραφείς διευκρινίζουν ότι το βιβλίο δεν αποτελεί μια ακαδημαϊκή μονογραφία, αλλά απευθύνεται στο ευρύτερο κοινό. Το πρόβλημα είναι ότι το βιβλίο των Σ. Καλύβα και Ν. Μαραντζίδη δείχνει πως, παρά τον πλούτο της έρευνας των τελευταίων ετών, αναπαράγει παλαιά ερωτήματα και προσεγγίσεις.

Μια νέα οπτική;

Το ερώτημα που διατρέχει βιβλίο των Σ. Καλύβα και Ν. Μαραντζίδη, αλλά δεν τίθεται, είναι: Ποιος και γιατί προκάλεσε τον Εμφύλιο. Η απάντηση, ωστόσο, υπάρχει: η Αριστερά, η οποία ήθελε να πάρει την εξουσία με τη βία. Γι’ αυτό το λόγο το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και το ΚΚΕ αποτυπώνονται στο βιβλίο με τα πιο μελανά χρώματα και ο ρόλος τους στις πολιτικές εξελίξεις παρουσιάζεται καταστροφικός. Ήθελαν, σε πρώτη φάση, να κυριαρχήσουν στην κατεχόμενη Ελλάδα με την πειθώ και συχνότερα με τη βία, ώστε στη συνέχεια να καταλάβουν την εξουσία με νόμιμο τρόπο ή, εάν αυτό δεν ήταν δυνατόν, με τη βία. Η μαζικότητα της συμμετοχής στο ΕΑΜ οφείλεται στο ότι επέβαλε το «μονοπώλιο της ισχύος του» και «πολλοί έγιναν μέλη του είτε προσδοκώντας οφέλη ή από φόβο» (σ. 162) Τα «οφέλη» δεν διευκρινίζεται ποια θα ήταν: Μήπως οι χιλιάδες άνδρες και γυναίκες προσχώρησαν στο ΕΑΜ επειδή ήθελαν περισσότερη κοινωνική δικαιοσύνη και να ξεφύγουν από την ενδημική φτώχεια που μάστιζε την πλειονότητα του πληθυσμού στην ύπαιθρο και τις πόλεις εκείνη την εποχή; Αλλά, κατά τους συγγραφείς, το βασικό όπλο κυριαρχίας του ΕΑΜ ήταν η βία και ο φόβος γι’ αυτό και μας προειδοποιούν ότι «όποιος υπερασπίζεται το εαμικό κράτος, ακόμα κι αν έχει καλές προθέσεις (sic), στην ουσία υπερασπίζεται τον ολοκληρωτισμό εν τη γενέσει του» (σ. 274).

Η βία του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ κατά των Ελλήνων αντιπάλων του πρωταγωνιστεί στις σελίδες του βιβλίου. Κανένας, νομίζω, δεν αμφισβητεί ότι υπήρξαν πολλές και αιματηρές εμφύλιες συγκρούσεις στη διάρκεια της Κατοχής. Διαβάζοντας όμως τα Εμφύλια Πάθη ο αναγνώστης αποκομίζει την εντύπωση ότι δεν επρόκειτο περί εμφυλίων συγκρούσεων, που διαδραματίζονταν στο πλαίσιο της Κατοχής, αλλά περί ενός μονόπλευρου εμφυλίου πολέμου του ΕΛΑΣ κατά των αντιπάλων του. Έτσι διαβάζει μια αναλυτική καταγραφή, που υπερβαίνει τις τρεις σελίδες (σ. 200-203) για τις επιθέσεις του ΕΛΑΣ κατά των αντιπάλων του στη Μακεδονία, αλλά τίποτα για τις επιθέσεις που δέχτηκε ο ΕΛΑΣ. Όσο εντυπωσιακό και εάν φαίνεται, οι συγγραφείς αποσιωπούν τη δράση των Ταγμάτων Ασφαλείας, της Ειδικής Ασφάλειας, του Εθνικού Αγροτικού Συνδέσμου Αντικομμουνιστικής Δράσεως ή των ομάδων του Σούμπερτ, του Δάγκουλα, του Κυλινδρέα, του Βήχου, του Πούλου κ.ά. Δεν θα διαβάσει για τη συμμετοχή τους όχι μόνο σε κοινές επιχειρήσεις όλων αυτών με τους Ναζί κατά του ΕΛΑΣ αλλά ούτε για τη συμμετοχή τους στα γερμανικά αντίποινα κατά αμάχων (Πύργοι, Μεσόβουνο, Βλάστη, Γιαννιτσά, Χορτιάτης, κ.ά.) και στα διαβόητα μπλόκα που αιματοκύλισαν την Αθήνα το καλοκαίρι του 1944. Η αναφορά τους είναι απαραίτητη, όχι βέβαια για λόγους «ισορροπίας» αλλά για να γίνει αντιληπτή τόσο η αλληλεξάρτηση της βίας των Γερμανών και των Ελλήνων συνεργατών, και κατά συνέπεια η σχέση εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα και εμφύλιας σύγκρουσης όσο και η κλιμάκωση της εμφύλιας βίας μετά την απελευθέρωση της χώρας.

Καλά, θα διερωτηθεί ο αναγνώστης, μόνο κατά των Ελλήνων πολεμούσε το ΕΑΜ; Και η Αντίσταση, ο αγώνας κατά των κατακτητών; Η Αντίσταση απασχολεί τους συγγραφείς μόνο σε μία από τις 23 ερωτήσεις που απαρτίζουν το βιβλίο. Άλλωστε, κατά τους συγγραφείς, η συνεισφορά της Αντίστασης ήταν αξιόλογη μόνο σε συμβολικό επίπεδο, ενώ ο ένοπλος αγώνας για την απελευθέρωση της χώρας αποτιμάται αρνητικά αφού «πολλές ζημιές στις υποδομές προκλήθηκαν από την ίδια την Αντίσταση […] ενίσχυσε τη συνεργασία με τους κατακτητές […] υπονόμευσε την πολιτική και οικονομική ανόρθωση της χώρας και δηλητηρίασε την πολιτική ζωή για δεκαετίες» (σ. 130-131). Χρειάζεται, άραγε, εδώ, να υπενθυμίσουμε ότι πολλά σαμποτάζ έγιναν μετά από εντολή των Βρετανών συμμάχων; Ή τις πυρπολήσεις και τη λεηλασία χωριών, τα αντίποινα από τους Ναζί αλλά και τις εκτεταμένες καταστροφές σε λιμάνια, γέφυρες, σιδηροδρομικές γραμμές, κλπ. που τα γερμανικά στρατεύματα προκάλεσαν κατά την αποχώρησή τους; Ή, το πιο σημαντικό, η Αντίσταση με την κινητοποίηση χιλιάδων απλών ανθρώπων στις πόλεις και την ύπαιθρο, με την καλλιέργεια του πατριωτισμού, της αλληλεγγύης και του οράματος της κοινωνικής δικαιοσύνης, υπερασπίστηκε την ελληνική κοινωνία απέναντι στη βία της κατοχικής εξουσίας. Αλλά αυτά για τους συγγραφείς δεν είναι αξιομνημόνευτα, καθώς δεν εμπίπτουν στο πλαίσιο της εμφύλιας βίας. Εκ των υστέρων, λοιπόν, φαίνεται ότι η Αντίσταση μάλλον έβλαψε παρά ωφέλησε τη χώρα· με άλλα λόγια, θα ήταν προτιμότερο η ελληνική κοινωνία να μην είχε πάρει τα όπλα ενάντια στους κατακτητές και να είχε υποκύψει στην κατοχική εξουσία.

Οι «καλοί»

Για την άλλη πλευρά, τους πάσης φύσεως αντιπάλους του ΕΜΑ-ΕΛΑΣ, οι συγγραφείς επιφυλάσσουν μια σαφέστατα ευνοϊκότερη αντιμετώπιση καθώς έσωσαν την Ελλάδα από τον ολοκληρωτισμό. Μέσα από ευφάνταστες διατυπώσεις και ευφημισμούς επιδιώκεται να αμβλυνθεί η αρνητική επίδραση που άσκησαν στις εξελίξεις της δεκαετίας του 1940 και τον εμφύλιο πόλεμο. Αυτό περιλαμβάνει και έναν από τους πιο αρνητικούς πρωταγωνιστές της δεκαετίας, το Στέμμα. Πληροφορούμαστε ότι ο Γεώργιος «δεν ήταν αμέτοχος» στην επιβολή της μεταξικής δικτατορίας, ενώ αργότερα «συνέχισε εξόριστος τον αγώνα εναντίον του Άξονα» και έκανε «κινήσεις εθνικής ενότητας», οι οποίες δυστυχώς προσέκρουσαν στη δυσπιστία προς το πρόσωπό του (σ. 77). Οι Βρετανοί πιστώνονται δύο πράγματα. Πρώτον, τον ένοπλο εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα. Οι συγγραφείς, αβάσιμα ισχυρίζονται, ότι χωρίς βρετανική βοήθεια «είναι αμφίβολο αν ο ένοπλος αντιστασιακός αγώνας θα είχε πάρει τις διαστάσεις που πήρε» (σ. 131), ενώ είναι γνωστό από πολλές μελέτες ότι η στρατιωτική βοήθεια προς τους αντάρτες ήταν περιορισμένη και ότι, τουλάχιστον για τον ΕΛΑΣ, πολύ πιο σημαντική για την ανάπτυξή του ήταν η παράδοση του ιταλικού οπλισμού. Δεύτερον, τη διάσωση του καθεστώτος. Η στρατιωτική επέμβαση των Βρετανών στα Δεκεμβριανά βαφτίζεται «ενεργή εμπλοκή των Βρετανών στο ελληνικό έδαφος» (σ. 364) και ο κυρίαρχος ρόλος τους στην ελληνική πολιτική ζωή μετονομάζεται σε «έντονη δραστηριότητα για το σχηματισμό κεντρο-αριστερής κυβέρνησης». Με ανάλογο τρόπο η αμερικανική επέμβαση στις εσωτερικές υποθέσεις της Ελλάδας και η επιβολή καθεστώτος περιορισμένης εθνικής κυριαρχίας ονομάζεται «συστηματική πίεση» και «στενή επιτήρηση» (σ. 380, 383). Γενικότερα, οι συγγραφείς πιστεύουν ότι οι ΗΠΑ μεταπολεμικά δεν ήθελαν να γίνουν παγκόσμια ηγεμονική δύναμη αλλά απλά να βοηθήσουν κράτη, όπως η Ελλάδα, «προκειμένου να μπορέσουν να αντισταθούν στον σοβιετικό επεκτατισμό» (σ. 382)

Οι συγγραφείς δικαιολογούν και τις παραστρατιωτικές ομάδες που είχαν εξαπολύσει τη «λευκή τρομοκρατία» κατά της Αριστεράς ισχυριζόμενοι ότι «απόκτησαν ημιεπίσημη αναγνώριση προκειμένου να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικότερα οι οπλισμένοι κομμουνιστές στην ύπαιθρο» — ασχέτως εάν το 1945 δεν υπήρχαν ένοπλες αριστερές ομάδες. Ακόμα και η ευνοϊκή μεταχείριση των ταγματασφαλιτών μετά την Απελευθέρωση δικαιολογείται, γιατί το κράτος, διαβάζουμε, δεν είχε «ούτε την πολυτέλεια αλλά ούτε και την επιθυμία να σπαταλήσει ανθρώπινους πόρους που του ήταν απαραίτητοι» (σ. 183). Το ερώτημα, βέβαια, τι κράτος οικοδομήθηκε μεταπολεμικά με τους ένοπλους συνεργάτες των Γερμανών ώστε να του είναι «απαραίτητοι» δεν τίθεται. Για τους συγγραφείς, τα πάντα μπορούν να δικαιολογηθούν στη λογική της αντιμετώπισης της διαρκούς κομμουνιστικής απειλής, που αναγορεύεται, εν τέλει, σε βασικό άξονα της ιστορικής και πολιτικής τους προσέγγισης τους. Άλλωστε, το βασικό επιχείρημά τους είναι ότι το ΚΚΕ σε καμιά στιγμή μετά την Απελευθέρωση δεν εγκατέλειψε τον στόχο της βίαιης κατάληψης της εξουσίας: αναζητούσε απλώς μια δικαιολογία για να περάσει στην στρατιωτική σύγκρουση και όταν εξασφάλισε τη βοήθεια από τους «ξένους συντρόφους» (για να υιοθετήσω την ορολογία των συγγραφέων), «έγινε δυνατή η κήρυξη του Εμφυλίου από την πλευρά του ΚΚΕ» (σ. 439). Αυτό το ερμηνευτικό σχήμα είναι αρκετά παλαιό και πολύ φτωχό, ιδιαίτερα εάν λάβει κανείς υπόψη την άνθηση της ιστορικής έρευνας των τελευταίων ετών, για την κατανόηση ενός τόσο σύνθετου ιστορικού φαινομένου, όπως οι εμφύλιοι πόλεμοι γενικά και ο ελληνικός Εμφύλιος συγκριμένα.

Η συμβολή των «Εμφυλίων Παθών» 

Εάν τα Εμφύλια Πάθη προσθέτουν στην ιστοριογραφία κάτι καινούργιο, αυτό είναι η διαιρετική τομή που εισάγουν ανάμεσα στους «αριστερούς ιστορικούς» και … τους «ιστορικούς». Τόσο στο κείμενο όσο και στα βιβλιογραφικά σημειώματα, που κλείνουν τα επιμέρους κεφάλαια, οι μελετητές της δεκαετίας του 1940 χωρίζονται ανάμεσα σε «ιστορικούς» (που προσδιορίζονται ως «οξυδερκείς», με «σημαντικό έργο», «βιβλία αναφοράς», «εξαιρετικές μελέτες» κλπ.) και σε «αριστερούς ιστορικούς» ή σε ιστορικούς με «αριστερή οπτική». Με βάση αυτή τη διαιρετική τομή οι «αριστεροί ιστορικοί» είναι κακοί ιστορικοί, οι οποίοι δεν κάνουν επιστημονική έρευνα, δεν τεκμηριώνουν την επιχειρηματολογία τους και είναι μεροληπτικοί. Ως γνωστόν, μόνον οι αριστερές πολιτικές ιδέες έχουν την ικανότητα να επηρεάζουν τη σκέψη και την κρίση των ιστορικών. Έτσι, εμμέσως αλλά σαφέστατα, οι ίδιοι οι συγγραφείς αναβιβάζουν εαυτόν –και όσους συμμερίζονται τις απόψεις τους—σε (ουδέτερους, κανονικούς, πραγματικούς κ.ο.κ.) επιστήμονες, σε αντίθεση με τους (αριστερούς) ψευδοεπιστήμονες.

Η διάκριση μεταξύ «ιστορικών» και «αριστερών ιστορικών» μπορεί να αναδίδει άρωμα περασμένων εποχών αλλά είναι δηλωτική της οπτικής μέσα από την οποία οι Στ. Καλύβας και Ν. Μαραντζίδης προσεγγίζουν τη επίμαχη δεκαετία αλλά και της συμβολής του βιβλίου τους στη δημόσια ιστορία. Αυτή η συμβολή δεν είναι αμελητέα: η δεξιά παράταξη έχει μια (όχι τόσο) νέα αφήγηση για τη δεκαετία του 1940.

Ο Πολυμέρης Βόγλης διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας και καταφέρνει να συνδυάζει αμφότερες ιδιότητες: είναι και «αριστερός ιστορικός» (σ. 64) και «ιστορικός» (σ. 478)

Για τα «Εμφύλια Πάθη» του Στ. Καλύβα και του Μαραντζίδη στις «Αναγνώσεις» της Αυγήςέχει δημοσιευθεί, λίγο παλιότερα, η κριτική του Πέτρου-Ιωσήφ Στανγκανέλη «Η σύγχρονη ιστοριολογία του ακραίου κέντρου».

Πηγή: «Εμφύλια Πάθη»: Μια (όχι τόσο) νέα αφήγηση για τη δεκαετία του 1940 | ΕΝΘΕΜΑΤΑ

84 σκέψεις σχετικά με το “«Εμφύλια Πάθη»: Μια (όχι τόσο) νέα αφήγηση για τη δεκαετία του 1940 ”

  1. Το σοκ της Ιστορίας
    Το νέο βιβλίο των Στάθη Καλύβα και Νίκου Μαραντζίδη δεν είναι μόνο μια εντυπωσιακή αποκάλυψη των πραγματικών γεγονότων που σημάδεψαν τη δεκαετία του 1940. Πρωτίστως, είναι ένα έργο που προσφέρει το «κλειδί» για την αποκρυπτογράφηση όλων των μυστηρίων της Μεταπολίτευσης

    Παύλος Παπαδόπουλος
    7 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2016, 12:48

    Στις 28 Οκτωβρίου 2015, αργά το απόγευμα, σε έναν μεγάλο ιδιωτικό ραδιοφωνικό σταθμό που υποστηρίζει θερμά την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, ακούμε διηγήσεις για την Κατοχή και την Αντίσταση. Λόγω της εθνικής επετείου, ένας εκφωνητής έχει πάρει το ύφος «βαρύτονου» της ασπρόμαυρης ΥΕΝΕΔ και προσπαθεί να φτιάξει «αριστερή ατμόσφαιρα» μέσα από τη διήγηση της Αντίστασης κατά των Γερμανών που θα οδηγούσε στο… «όραμα για τη Λαοκρατία». Θα μπορούσε να ήταν μια «κόκκινη ΥΕΝΕΔ» του 1945 αν δεν ήταν ένα ιδιωτικό ραδιόφωνο του 2015 εμπλεκόμενο σε πολλά πολιτικά «deals». Οι υπαινιγμοί τού εκφωνητή ήταν σαφέστατοι για ένα λαϊκό κίνημα που προδόθηκε. Για τον ΕΛΑΣ που έχασε επειδή οι «συνεργάτες των Γερμανών», οι ταγματασφαλίτες δηλαδή και οι δωσίλογοι, σε συνεργασία με τους Άγγλους, κατέπνιξαν τη λαϊκή θέληση για ελευθερία και δικαιοσύνη (δεν διευκρίνιζε φυσικά η εκπομπή ότι αν έχαναν οι Άγγλοι και οι δωσίλογοι η «ελευθερία» και η «δικαιοσύνη» θα ήταν «ανατολικού τύπου»). Και όμως, αυτή η εκδοχή της Ιστορίας έχει ποτίσει τόσο βαθιά την Μεταπολίτευση, από την πολιτική ώς τον πολιτισμό, ώστε να είναι αδύνατον σήμερα να βρεις άνθρωπο που να τολμά, όχι να ισχυριστεί, αλλά ακόμα και να φανταστεί ότι τα γεγονότα της Αντίστασης του Εμφυλίου μπορεί να ήταν εντελώς διαφορετικά. Εκτός αν έχει διαβάσει τα Εμφύλια Πάθη του καθηγητή πολιτικών επιστημών στο Πανεπιστήμιο του Γιέιλ Στάθη Καλύβα και του αναπληρωτή καθηγητή πολιτικών επιστημών στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας Νίκου Μαραντζίδη.

    Πρόκειται για ένα βιβλίο, ήδη best seller, δομημένο σε «23 ερωτήσεις και απαντήσεις για τον Εμφύλιο», με υποδειγματικό editing από την Ελένη Μπούρα, που κάνει τον αναγνώστη να συνειδητοποιήσει πως όσα έχει μάθει, έχει πιστέψει κι έχει σκεφτεί για την πολιτική –ιδίως αν πήγε πρώτη φορά στο δημοτικό επί ΠΑΣΟΚ… – οφείλονται στην επικράτηση μιας παράλληλης πραγματικότητας και μιας εναλλακτικής Ιστορίας. Γι’ αυτό η ραδιοφωνική εκπομπή ακουγόταν εκείνο το βράδυ τόσο παράταιρη και τόσο «κατασκευασμένη».

    Εκατομμύρια Ελληνες, ανυποψίαστοι καταναλωτές των πολιτικών και πολιτιστικών προϊόντων της μεταπολίτευσης, συχνά βυθιζόμαστε σε άλυτους προβληματισμούς με θέμα το ερώτημα: «γιατί φτάσαμε ώς εδώ». Τα Εμφύλια Πάθη ίσως ήρθαν για να μας δείξουν ότι το κλειδί για τη σύγχρονη ελληνική περιπέτεια βρίσκεται καλά κρυμμένο στη δεκαετία του 1940. Είναι χωρίς υπερβολή ένα «βιβλίο – σοκ» που ξυπνάει συνειδήσεις, γιατί μέσα από την παράθεση των πραγματικών γεγονότων (παράθεση που δεν αμφισβητήθηκε από κανέναν «αντίπαλο ιστορικό» για την επιστημονική της ορθότητα) προκαλεί σχάση στη σκέψη, μια αλυσιδωτή αντίδραση από νέες σκέψεις αιρετικές, γόνιμες και προ παντός χρήσιμες. Ταυτόχρονα σκέψεις άβολες, αλλά και λυτρωτικές, αφού φωτίζουν νέα μονοπάτια και οδηγούν για πρώτη φορά στις πιο ρεαλιστικές εξηγήσεις για πολλά από τα αινίγματα της σύγχρονης Ελλάδας:

    «Γιατί είμαστε όπως είμαστε ως οργανωμένη κοινωνία; Γιατί δεν στεριώνει ο εκσυγχρονισμός και παραμένει σχεδόν πάντα μετέωρος, μειοψηφικός και ασθενικός; Γιατί δεν μπορούμε να υπερβούμε την οικονομική κρίση; Γιατί η μεταπολιτευτική Δεξιά είναι τόσο ενοχική απέναντι στην Αριστερά εάν δεν ήταν πράγματι “προδοτική” απέναντι στον τόπο τη δεκαετία του 1940; Τι είναι και τι θέλει η Αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ; Τι είναι αυτό που τη συνδέει με την εθνικιστική Δεξιά; Γιατί ισοπεδώθηκε το ΠΑΣΟΚ (ενώ σε άλλες χώρες της κρίσης τα σοσιαλιστικά κόμματα παρέμειναν όρθια); Γιατί δεν μπορούμε να συνεννοηθούμε ούτε στα πιο βασικά την ίδια ώρα που όλοι ομονοούμε ότι δεν υπάρχει διέξοδος;»

    Σπεύδουμε να εξηγήσουμε: Το βιβλίο δεν αγγίζει ευθέως κανένα από τα παραπάνω ζητήματα αφού είναι απολύτως προσανατολισμένο στα γεγονότα της δεκαετίας του 1940 έτσι όπως δεν τα μάθαμε ποτέ ότι συνέβησαν – πλην ορισμένων χρήσιμων αναφορών στον Εθνικό Διχασμό και στον Μεσοπόλεμο. Ωστόσο, η δύναμη των καλών βιβλίων Ιστορίας είναι ότι διεγείρουν τη σκέψη, φωτίζουν το σήμερα και ο αναγνώστης δεν μπορεί να γυρίσει τις σελίδες (κάτι που γίνεται γρήγορα, αφού πρόκειται για απίστευτο page turner) χωρίς να αποφύγει τους συνειρμούς και τις αναλογίες με το σήμερα. Η δύναμη του βιβλίου είναι ότι αντιλαμβάνεσαι πολύ σύντομα και με πολύ μεγάλη έκπληξη ότι όλα τα σημερινά «μυστήρια» εξηγούνται σχεδόν αυτόματα μόλις κοιτάξεις κατάματα τη δεκαετία του 1940 και συνειδητοποιήσεις ότι η ιστορία και η δράση της Αριστεράς δεν δικαιολογεί σε καμία περίπτωση την εδραιωμένη και διαδεδομένη πεποίθηση περί «ηθικού πλεονεκτήματος». Γιατί λοιπόν επικράτησε μια «Ιστορία» τόσο διαφορετική από την πραγματική;

    Η Ελλάδα ανήκει στους Ελληνες

    Προτού περάσουμε στους μύθους που αμφισβητεί και καταλύει το βιβλίο αυτό (αλλά και στα μεγάλα «γιατί» των μύθων αυτών) ας δούμε ένα κλασικό παράδειγμα που δείχνει πόσο διαποτισμένα είναι τα πάντα από την «αριστερή αφήγηση» της Ιστορίας: Είμαστε τόσο σίγουροι ότι οι ηττημένοι του Εμφυλίου ήταν αγνοί ιδεολόγοι που αγωνίστηκαν για την «εθνική ανεξαρτησία» ώστε μια ενοχή αμέσως ξυπνάει μέσα μας μόλις σκεφτόμαστε ότι η Ελλάδα «ανήκει στη Δύση». Σαν κάτι να πήγε στραβά και το ανεχτήκαμε, ενώ μάλλον δεν θα έπρεπε. Είναι χαρακτηριστικό ότι επάνω στο μνημείο του Ανδρέα Παπανδρέου στο Α’ Νεκροταφείο υπάρχει το επίγραμμα «Η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες», σαφής υπόμνηση της πολιτικής πορείας ενός ιστορικού ηγέτη, αλλά και ευθύ υπονοούμενο ότι η Ελλάδα δεν θα έπρεπε να ανήκει ούτε στους Άγγλους ούτε στους Αμερικάνους (δηλαδή «στη Δύση»), που από το 1944 και μετά υποτίθεται ότι της επέβαλλαν μια άλλη πορεία από αυτή που ο λαός της ήθελε να ακολουθήσει μετά την «παλλαϊκή Αντίσταση» χάρη στην οποία κατέκτησε την Απελευθέρωση.

    Προτού αναλογιστούμε πόσους ρομαντικούς μύθους κρύβει μόνο η τελευταία πρόταση, αξίζει να ανοίξουμε άλλη μια παρένθεση εδώ για να πούμε ότι το σύνθημα «Η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες» δεν γεννήθηκε το 1981, αλλά… το 1961, στον πρώτο Ανένδοτο, λίγο παραπάνω από μια δεκαετία μετά τη λήξη του Εμφυλίου, και ήταν έμπνευση του ίδιου του Ανδρέα που τη δοκίμασε με επιτυχία σε μια ομιλία του σε καφενείο χωριού σε ένα από τα πρώτα ταξίδια του στην Αχαΐα. Μέσα σε δυο τρεις μέρες και από χωριό σε χωριό, ο οξυδερκής πρύτανης (και ιδρυτής) της οικονομικής σχολής του Μπέρκλεϋ, ένας από τους μεγαλύτερους καθηγητές οικονομικών στον κόσμο εκείνη την εποχή, αισθάνθηκε τη μαγεία και αντιλήφθηκε την ισχύ της ρητορικής τέχνης. Παρατήρησε ότι κάθε φορά που έλεγε αυτό το σύνθημα άλλαζαν αμέσως τα πρόσωπα των ανθρώπων. Όπως θυμόταν αργότερα, μιλώντας στους συνεργάτες του, κανείς από τους παρευρισκόμενους χωρικούς δεν νοιαζόταν για όσα εξηγούσε για την παιδεία και την υγεία, για την οικονομία και την αγροτική ανάπτυξη. Όλα άλλαζαν όμως μόλις τους έλεγε ότι «Η Ελλάδα ανήκει στους Ελληνες».

    Σαραντάρης και διστακτικός ακόμα με την πολιτική, μάλλον έμοιαζε με ανθρωπολόγο που επισκέφτηκε μια μακρινή χώρα για να μελετήσει έναν περίεργο λαό. Και ένα από τα πρώτα του συμπεράσματα ήταν πως το σύνθημα αυτό συντονιζόταν με απροσδόκητη δύναμη με το αίσθημα αδικίας που κουβαλούσαν μέσα τους οι «μη προνομιούχοι» για όλα όσα τους συμβαίνουν. Ο Ανδρέας ανακάλυψε «ρητορικό ουράνιο» σε ένα χωριό της Αχαΐας, αξιοποίησε λοιπόν αυτό το εύρημα στο έπακρο, ένα εύρημα τόσο «ραδιενενεργό» που σφράγισε την πολιτική σταδιοδρομία του και τον συνοδεύει στο διηνεκές ακόμα και σήμερα, σχεδόν είκοσι χρόνια μετά το φυσικό τέλος του (άλλωστε μέχρι σήμερα το έχουν αντιγράψει όλοι, από τον Χριστόδουλο και τον Καρατζαφέρη ώς τον Αλέξη Τσίπρα). Είναι απολύτως βέβαιο όμως ότι ο ίδιος, ως προσωπικότητα με υψηλή ευφυΐα και διεθνή σταδιοδρομία, ήξερε ότι το σύνθημα αυτό δεν ήταν μια αλήθεια, αλλά απλώς μια ρητορική μορφή αναπλαισίωσης (reframing) μιας ρεαλιστικά ευνοϊκής πραγματικότητας.

    Η Δύση είχε βοηθήσει καταλυτικά την Ελλάδα για να γλιτώσει από τον κομμουνισμό και να ανασυνταχθεί οικονομικά και κοινωνικά μετά την καταστροφή του πολέμου και του Εμφυλίου. Και ακριβώς γι’ αυτό η Ελλάδα ανήκε στους Έλληνες που αγωνίστηκαν για να παραμείνει η χώρα τους στον δυτικό κόσμο – όχι στους Έλληνες που πολέμησαν με όλα τα μέσα για να καταστήσουν την Ελλάδα κομμάτι του ανατολικού μπλοκ. Αυτή όμως ήταν η ρητορική της Δεξιάς και ο Ανδρέας δεν είχε κάτι να κερδίσει αν την αποδεχόταν άθικτη. Εφηύρε λοιπόν αυτή την αναπλαισίωση για να δημιουργήσει μια συγκινητική αιτία και να παρουσιάσει έναν «εξωτερικό εχθρό» για όλες τις δυσκολίες των απλών ανθρώπων. Να δώσει μια προνομιακή για τον ίδιο ερμηνεία στο πρόβλημα των κοινωνικών ανισοτήτων που αναπόφευκτα δημιουργούνται σε κάθε οικονομική και κοινωνική οργάνωση. Να προσδώσει στη Δεξιά αποχρώσεις και χαρακτηριστικά «μη ελληνικότητας» (!) και να την παγιδεύσει σε μειονεκτική θέση στον δημόσιο διάλογο. Ασφαλώς, το εύφλεκτο υλικό ήταν πάντοτε εκεί. Και αναφερόμαστε στη διαχρονική αντιδυτική καχυποψία που, κατά παράδοση, υποδαυλίζει η (κατά τα άλλα δεξιά) ελληνική ορθόδοξη Εκκλησία. Ο χωρικός (αλλά και ο εργάτης και ο υπάλληλος) που κάνει το σταυρό του και βιώνει οικονομικές δυσκολίες ήταν έτοιμος να πιστέψει ότι αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η Δεξιά, το κατεστημένο, το καθεστώς συνωμότησε με ντόπια και ξένα συμφέροντα, έτσι ώστε η Ελλάδα να μην ανήκει στους Έλληνες. Τέθηκαν έτσι οι νέες βάσεις του μεταπολεμικού λαϊκισμού και της ξενοφοβίας, ταυτόχρονα με τη σταδιακή δικαίωση και την αναβίωση της Αριστεράς του 1940 ως τρόπου πολιτικής σκέψης και ως πρότασης διακυβέρνησης. Το κορυφαίο αυτό σύνθημα ήταν τελικά πολύ αποτελεσματικό εργαλείο διαχείρισης ενός λαού με (ακόμα και σήμερα) προβληματική μόρφωση, όπου την έλλειψη αυτογνωσίας αναπληρώνει μια σχεδόν δαρβινική ξενοφοβία, ένα από τα πιο ανθεκτικά εθνικά χαρακτηριστικά (ίσως γιατί είναι δομικό στοιχείο της θρησκείας) που κληρονομείται από γενιά σε γενιά.

    Ο Ανδρέας, από τα 19 του, από το 1938 στις ΗΠΑ, και συνειδητά αποφασισμένος να ζήσει απομονωμένος από τις ελληνικές πολιτικές εξελίξεις, δεν είχε την εμπειρία της Αριστεράς της δεκαετίας του 1940 που είχε ο πατέρας του, πολλοί άλλοι πολιτικοί καθώς και η πλειονότητα της ελληνικής κοινωνίας. Δεν έζησε την περιπέτεια της δεκαετίας του 1940 και έτσι, ως φρέσκος αριστερός liberal διανοούμενος με ανοιχτούς δυτικούς ορίζοντες, επέστρεψε στην Ελλάδα τη δεκαετία του 1960 ως γιος πρωθυπουργού, πανέτοιμος να δοκιμάσει νέα πολιτικά και ρητορικά πειράματα που είχε παρατηρήσει και μελετήσει στην Αμερική του Ρούσβελτ, του Αϊζενχάουερ («Ήρθε η ώρα της Αλλαγής» ήταν το κεντρικό σύνθημα του Αϊζενχάουερ το 1952) και του Κέννεντυ. Αντιλήφθηκε πως το έδαφος ήταν πρόσφορο για να πλήξει το «κατεστημένο» της εποχής, κάτι που ενοχλούσε (όσο κι αν βόλευε, λόγω του Ανένδοτου κατά της Δεξιάς) τον Γέρο της Δημοκρατίας. Και τον ενοχλούσε γιατί ήταν αυτός που, σε συνεργασία με όλες τις δυνάμεις, με τους έλληνες στρατιώτες και αξιωματικούς, με τους πρώην ταγματασφαλίτες, με χιλιάδες ανώνυμους άγγλους στρατιώτες και με τον ίδιο τον Τσώρτσιλ είχε αποτρέψει την επιβολή κομμουνιστικού καθεστώτος στην Ελλάδα, ως πρωθυπουργός, μόλις 17 χρόνια πριν, το 1944, την περίοδο των Δεκεμβριανών…

    (συνεχίζεται στο επόμενο σχόλιο)

    Μου αρέσει!

  2. Ολα όσα γνωρίζετε είναι λάθος

    Έπειτα από αυτή τη μάλλον μακρά (αλλά απαραίτητη) εισαγωγή, οφείλουμε να αναφέρουμε, όσο γίνεται πιο συνοπτικά, ποια είναι τα σημεία του βιβλίου που ανατρέπουν θεαματικά την αίσθηση για το παρελθόν και την παγιωμένη, πανίσχυρη άποψη για τη δεκαετία του 1940. Οι συγγραφείς αποδεικνύουν ότι ο Εμφύλιος δεν άρχισε μετά την Απελευθέρωση, αλλά μαινόταν ήδη από το 1942, σχεδόν δύο χρόνια πριν από την Απελευθέρωση. Αυτό είναι ένα πολύ κρίσιμο σημείο-κλειδί γιατί, αμέσως, αποκαλύπτει ότι κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής εκδηλώθηκε και βρισκόταν σε εξέλιξη ένας πόλεμος κατάκτησης της χώρας από τους ίδιους τους Έλληνες. Δηλαδή, μέσα στην Κατοχή οι Έλληνες διχάστηκαν και πολέμησαν μεταξύ τους, διέπραξαν μαζικές δολοφονίες και κάθε είδους εγκλήματα για το ποιος θα κληρονομήσει την Ελλάδα μετά το τέλος της κατοχής. Από τη μια μεριά ήταν ο ΕΛΑΣ υπό κομμουνιστική ηγεσία και με τις αναγκαστικές στρατολογήσεις νέων και νεανίδων χωρικών μέσα σε κλίμα βίας και ιδεολογικής επιβολής που συνειδητά και οργανωμένα ασκούσε σε μεγάλο κομμάτι της υπαίθρου. Από την άλλη μεριά ήταν πρώην βενιζελικοί που, για πρώτη φορά μετά τον Εθνικό Διχασμό του 1915, ενώθηκαν με τους βασιλικούς υποστηρίζοντας τα Τάγματα Ασφαλείας. Η Αντίσταση δεν ήταν μια παλλαϊκή Αντίσταση με όλη την Ελλάδα να έχει μετακομίσει στο βουνό, η οποία στο τέλος προδόθηκε από μια χούφτα ταγματασφαλίτες συνεργάτες των Γερμανών που συμμάχησαν με τους Άγγλους για να καταπνίξουν τη «λαοκρατία». Ο αναγνώστης μαθαίνει ότι η Αντίσταση είχε πολλά πρόσωπα, πολλές οργανώσεις και πολλές εκδηλώσεις και δεν ήταν μόνο μια «αποκλειστικότητα» του ΚΚΕ που ίδρυσε το ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ. Τονίζεται επιπλέον με έμφαση ότι στο ΕΑΜ συμμετείχαν πολλοί Έλληνες και πολλές Ελληνίδες που πριν από τον πόλεμο ήταν τόσο βενιζελικοί, όσο και βασιλικοί. Δεν ήταν δηλαδή όλοι κομμουνιστές, θα έλεγε κανείς ότι οι κομμουνιστές ήταν μάλλον η μειοψηφία του έμψυχου δυναμικού του ΕΑΜ σε όλα τα κλιμάκια πλην των ηγετικών, τα οποία αυστηρά ελέγχονταν από το ΚΚΕ και στα οποία αυστηρά τοποθετούνταν κομμουνιστές – μάλιστα κατά 90%. Άλλωστε (ας θυμηθούμε ότι) ποτέ στον Μεσοπόλεμο το ΚΚΕ δεν ξεπέρασε τις 100.000 ψήφους (και το 9,3% στις εκλογές του 1935). Κατά συνέπεια, το ΕΑΜ ιδρύθηκε από το ΚΚΕ έτσι ώστε να είναι σε πρώτη φάση πολυσυλλεκτικό, να εκφράζει μια εθνική υπόθεση, να υπηρετεί ένα σχέδιο συνασπισμού Ελλήνων απ’ όλες τις παρατάξεις στο όνομα της Απελευθέρωσης. Το ΕΑΜ πιστώνεται στο ΚΚΕ ως μια οργάνωση που ένωσε τον λαό σε ένα όραμα Αντίστασης. Αγνοί αγωνιστές, κομμουνιστές, παλιοί βενιζελικοί και βασιλικοί δυνάμωσαν το ΕΑΜ. Ωστόσο, η αξιοποίηση του ΕΑΜ, της μαζικότητας και της απήχησής του για την προώθηση των στενών πολιτικών στόχων του ΚΚΕ που ήταν η επιβολή κομμουνισμού μετά την αποχώρηση των Γερμανών ήταν το «παράλληλο σχέδιο» της ηγεσίας του ΚΚΕ.

    Η Αντίσταση, το ΚΚΕ και οι Ρώσοι

    Η οργάνωση αντιστασιακού μετώπου δεν ήταν στα σχέδια της ηγεσίας του ΚΚΕ ακόμα και ένα μήνα μετά την εισβολή των Γερμανών στην Ελλάδα. Το ΚΚΕ, όπως κάθε ευρωπαϊκό κομμουνιστικό κόμμα, ήταν απολύτως ελεγχόμενο και καθοδηγούμενο από τη Μόσχα – και ως γνωστόν, ο Στάλιν, για όσο καιρό ίσχυε το σύμφωνο Ρίμπεντροπ-Μολότοφ (σύμφωνο μη επίθεσης μεταξύ Βερολίνου και Μόσχας), επέβαλλε στα κομμουνιστικά κόμματα (μεταξύ των οποίων και στο ελληνικό) να τηρούν ουδέτερη στάση μεταξύ Γερμανών και Συμμάχων και να υποστηρίζουν ότι η επίθεση της Γερμανίας στην Ευρώπη (και στις ίδιες τις χώρες τους!) είναι ένας «ιμπεριαλιστικός πόλεμος» που δεν τα αφορούσε! Οι κομμουνιστές της Ευρώπης (και της Ελλάδας) έπρεπε να υποστηρίξουν με κάθε κόστος το σύμφωνο μη επίθεσης του Βερολίνου με τη Μόσχα. Διαβάζουμε στη σελίδα 101 των Εμφύλιων Παθών:

    «Στις 3 Μαΐου 1941 κι ενώ ήδη η σβάστικα ανέμιζε στην Ακρόπολη και η κυβέρνηση Τσολάκογλου είχε εγκατασταθεί από μέρες, η ΚΕ του ΚΚΕ, πιστή στην απόφαση της Κομιντέρν περί δεύτερου ιμπεριαλιστικού πολέμου, ζητούσε κυβέρνηση που “θ’ ασφαλίσει την ουδετερότητα, την ειρήνη και την ανεξαρτησία της χώρας”»

    Αν θέλουμε να αναλύσουμε τη φράση, το ΚΚΕ, ούτε λίγο ούτε πολύ, συνιστούσε μη πόλεμο, μη Αντίσταση, ουδετερότητα και ίσες αποστάσεις – και όλα αυτά με μια «κορώνα» ανεξαρτησίας. Τα πράγματα άλλαξαν δυο μήνες μετά, μόλις ο Χίτλερ επιτέθηκε στη Ρωσία. Τότε η Μόσχα διέταξε όλα τα κομμουνιστικά κόμματα να οργανώσουν «εθνικά μέτωπα» έτσι ώστε σε κάθε χώρα να εκδηλωθεί Αντίσταση κατά των Γερμανών, προκειμένου να εμπλακούν και να απασχολούνται γερμανικές δυνάμεις που υπό άλλες συνθήκες θα ρίχνονταν στο ανατολικό μέτωπο για την κατάκτηση της Ρωσίας. Όλα αυτά σημαίνουν ότι αν οι Ρώσοι συνέχιζαν να τα έχουν καλά με τους Γερμανούς (κι αυτό θα συνέβαινε αν ο Χίτλερ δεν πρόδιδε τον Στάλιν που τον εμπιστευόταν μέχρι την τελευταία στιγμή) πολύ δύσκολα το ΚΚΕ θα αποφάσιζε να εκφράσει το ήδη υπαρκτό λαϊκό αίτημα για Αντίσταση. Εξάλλου, το ΚΚΕ είχε ιστορία υποστήριξης θέσεων που έρχονταν σε κραυγαλέα αντίθεση με το λαϊκό αίσθημα. Το ΚΚΕ, απόλυτα ευθυγραμμισμένο με τους όρους συμμετοχής του στην Κομιντέρν, που επέβαλλαν πλήρη εφαρμογή των θέσεων της Μόσχας, υποστήριξε την ανεξαρτησία της Μακεδονίας το 1924 και αυτή η απόφαση άλλαξε μόνο 10 χρόνια μετά, το 1936, αφού είχε οδηγήσει στην περιθωριοποίηση του κόμματος, στη θεσμοθέτηση των διώξεων κατά των κομμουνιστών ως επικίνδυνων για το έθνος (με το «Ιδιώνυμο» που ψήφιζε ο Ελευθέριος Βενιζέλος), διώξεις οι οποίες έφτασαν σε ακραίο βαθμό από τη δικτατορία του Μεταξά, όταν οδηγήθηκε σε φυλακές σχεδόν το σύνολο των 4-5.000 ενεργών μελών του ΚΚΕ.

    Το ΕΑΜ ιδρύθηκε σχεδόν τρεις μήνες μετά την επίθεση των Γερμανών στη Ρωσία, στις 27 Σεπτεμβρίου 1941, λίγες εβδομάδες μετά την ίδρυση του ΕΔΕΣ. Τον Φεβρουάριο του 1942 ιδρύθηκε ο ΕΛΑΣ, ο στρατός του ΕΑΜ. Η Μόσχα μπορεί να έδωσε τις εντολές στο ΚΚΕ για την ίδρυση του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ, αλλά δεν μπορούσε να βοηθήσει ουσιαστικά. Η ανάπτυξη και η ενδυνάμωση του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ οφείλονταν στην αγγλική στήριξη η οποία ξεκίνησε στα τέλη του 1942 με την πρώτη αποστολή των μυστικών πρακτόρων και των στρατιωτικών του Special Operation Executive (SOE), οι οποίοι οργάνωσαν την ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοπόταμου, κάτι που απλώς δεν θα γινόταν χωρίς τους Άγγλους. Τα Εμφύλια Πάθη μας θυμίζουν ότι ο Γοργοπόταμος ανατινάχτηκε στο πλαίσιο της επιχείρησης Χάρλινγκ για την παρεμπόδιση του ανεφοδιασμού του Ρόμελ. Μαθαίνουμε πως για τη μυστική αυτή επιχείρηση είχε πέσει με αλεξίπτωτο στην Ελλάδα ο στρατηγός Μάγιερς στις 30 Σεπτεμβρίου 1942. Ακολούθησαν πολλές αποστολές με χρήματα και οπλισμό. Χάρη σε αυτές τις αποστολές ενισχύθηκε εντυπωσιακά το αντάρτικο το 1942 και το 1943, ενώ ταυτόχρονα, ήδη από το 1943, ξεκίνησε η σύγκρουση ΕΔΕΣ-ΕΛΑΣ στην Ήπειρο. Η αγγλική βοήθεια ήταν εκείνη που δυνάμωσε το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και του επέτρεψε να απλωθεί σε μεγάλη γεωγραφική έκταση, με αποτέλεσμα το «μονοπώλιο της ισχύος» σε αυτές τις περιοχές να προσελκύσει τους τοπικούς πληθυσμούς. Η επιβολή του ΕΛΑΣ στους Έλληνες της υπαίθρου ήταν «παρενέργεια» της αγγλικής στήριξης, κι αυτό είχε προβληματίσει τους Άγγλους σχεδόν από την αρχή. Προείχε όμως η ήττα της Γερμανίας. Παράλληλα, από το τέλος του 1942, το ΚΚΕ ενεπλάκη στη διαχείριση της ξένης βοήθειας για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης (η οποία τότε ήταν πραγματική, γιατί χιλιάδες άνθρωποι πέθαιναν στο δρόμο…) μέσα από τα Εργατικά Κέντρα τα οποία ήλεγχε.

    Σύμφωνα με τον Στάθη Καλύβα και τον Νίκο Μαραντζίδη, το ΕΑΜ πιστώνεται στο ΚΚΕ ως μια οργάνωση που ένωσε τον λαό σε ένα όραμα Αντίστασης. Αγνοί αγωνιστές, κομμουνιστές, παλιοί βενιζελικοί και βασιλικοί δυνάμωσαν το ΕΑΜ. Ωστόσο, η αξιοποίηση του ΕΑΜ, της μαζικότητας και της απήχησής του για την προώθηση των στενών πολιτικών στόχων του ΚΚΕ που ήταν η επιβολή κομμουνισμού μετά την αποχώρηση των Γερμανών ήταν το «παράλληλο σχέδιο» της ηγεσίας του ΚΚΕ.
    Παρ’ όλα αυτά, οι Γερμανοί δεν νικήθηκαν από τον ΕΛΑΣ ούτε από την υπόλοιπη Αντίσταση. Οι Γερμανοί δεν είχαν αβάστακτες απώλειες (υπολογίζονται σε μόνο 4-5 χιλιάδες μέσα στον πόλεμο). Ούτε στο βουνό ήταν πάνω από 20.000 έλληνες μαχητές. Τα υπόλοιπα 7,5 εκατομμύρια Έλληνες προσπαθούσαν να επιβιώσουν, άλλοτε υιοθετώντας διπλούς ρόλους (φιλικοί με τους Γερμανούς και βοηθώντας κρυφά την Αντίσταση) κι άλλοτε απλώς τηρώντας μια ευέλικτη στάση που θα τους επέτρεπε να μη συλληφθούν, να μην εκτελεστούν και να μην πεθάνουν από την πείνα. Οι Γερμανοί αποχώρησαν το φθινόπωρο του 1944, όχι γιατί εκδιώχθηκαν από τον ΕΛΑΣ, αλλά γιατί κατάλαβαν ότι θα απομονώνονταν στην Ελλάδα από τους προελαύνοντες Σοβιετικούς. Ας θυμηθούμε και ότι η Κρήτη απελευθερώθηκε τελευταία, παρά το γεγονός ότι η Αντίσταση εκεί ήταν περισσότερο ενεργή απ’ όσο στην υπόλοιπη Ελλάδα.

    Εσωσαν την Ελλάδα τα Τάγματα Ασφαλείας;

    Μια άλλη κρίσιμη και απροσδόκητη πληροφορία που αντλούμε από ένα από τα 23 κεφάλαια των Εμφυλίων Παθών είναι ότι οι Ελληνες δεν αποστρέφονταν από την αρχή τις κατοχικές κυβερνήσεις, οι οποίες στελεχώνονταν αποκλειστικά από Ελληνες με κοινά αποδεκτό στόχο τη διαχείριση των συνθηκών για να μην «εκραγεί» το κράτος. Εκείνο όμως που έκανε μισητή την κυβέρνηση Τσολάκογλου ήταν ότι ο στόχος της, που ήταν ακριβώς να περιοριστούν οι συνέπειες στον πληθυσμό από την Κατοχή, δεν πραγματοποιήθηκε με κανένα τρόπο, αφού οι Γερμανοί λεηλάτησαν τη χώρα προκαλώντας πραγματική ανθρωπιστική και επισιτιστική κρίση. Κατάπληξη επίσης προκαλεί στο αναγνώστη η «κρίσιμη λεπτομέρεια» ότι τα Τάγματα Ασφαλείας δεν ιδρύθηκαν στην αρχή της Κατοχής αλλά στο τέλος της. Δεν ιδρύθηκαν όταν οι Γερμανοί ήταν ισχυροί, αλλά όταν ήταν φανερό ότι θα έχαναν τον πόλεμο. Αμφισβητείται λοιπόν, στα Εμφύλια Πάθη, άλλος ένας αριστερός μύθος του Εμφυλίου, ότι οι ταγματασφαλίτες ήταν οι πρόθυμοι συνεργάτες των Γερμανών που πέρναγαν καλά, τρομοκρατούσαν τους πολίτες και σκότωναν τους καλούς κομμουνιστές αντάρτες. Μάλιστα, οι Γερμανοί ήταν πολύ επιφυλακτικοί απέναντι στην ιδέα της ίδρυσης των Ταγμάτων, αφού δεν ήθελαν να υπάρχουν ένοπλα τάγματα Ελλήνων. Γι’ αυτό τους έδωσαν οπλισμό σταδιακά και με μεγάλη προσοχή. Είχαν τα Τάγματα αποβράσματα και απατεώνες; Προφανώς, ναι. Ποια ένοπλη ομάδα όμως που εμπλέκεται σε πόλεμο δεν έχει; Τα όπλα και οι πόλεμοι δεν είναι αποκλειστική ενασχόληση των Αγγέλων. Ωστόσο, όσο φαινόταν ότι οι Γερμανοί θα έχαναν τον πόλεμο, τόσο περισσότεροι Έλληνες εντάσσονταν στα Τάγματα Ασφαλείας. Αυτό το φαινόμενο εξηγείται από το γεγονός ότι όση μεγαλύτερη βεβαιότητα επικρατούσε για την επερχόμενη ήττα των Γερμανών, τόσο αυξανόταν η επιθετικότητα του ΕΛΑΣ για την επιβολή κομμουνιστικού καθεστώτος. Εκείνο που φοβούνταν πολλοί Έλληνες οι οποίοι εντάχθηκαν στα Τάγματα ήταν η κατάληψη της εξουσίας από τους κομμουνιστές μετά την αποχώρηση των Γερμανών. Πολλοί ταγματασφαλίτες ήταν παλιά μέλη του ΕΑΜ που συγκρούστηκαν και αποχώρησαν ή που είδαν κομμουνιστές να εκτελούν τις οικογένειές τους. Τα τάγματα, που ιδρύθηκαν με νόμο του κατοχικού πρωθυπουργού Δημητρίου Ράλλη στις 18 Ιουνίου 1943, οργανώθηκαν τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους και έδρασαν κυρίως μέσα στο 1944 – δηλαδή τους τελευταίους 9 μήνες μιας γερμανικής κατοχής που ήταν βέβαιο ότι τελείωνε. Μάλιστα, υποστηρίζεται ότι η δράση τους ώς ένα βαθμό καθυστέρησε τη συγκρότηση των κομμουνιστικών δυνάμεων και ματαίωσε την άμεση κατάληψη της Αθήνας από τον ΕΛΑΣ μετά την απελευθέρωση της 12ης Οκτωβρίου. Πέρασαν έξι μέρες από την Απελευθέρωση ώς τις 18 Οκτωβρίου, όταν ο Γεώργιος Παπανδρέου ύψωσε την ελληνική σημαία στην Ακρόπολη και προσπάθησε να χαράξει μια πορεία προς την ειρήνευση και την εθνική συμφιλίωση.

    Στην κυβέρνηση Παπανδρέου συμμετείχαν υπουργοί του ΕΑΜ. Αλλά μετά το αμετακίνητο αίτημα αφοπλισμού του ΕΛΑΣ που έθεσε η κυβέρνηση και ο άγγλος στρατηγός Σκόμπι, το ΚΚΕ αποφάσισε να προκαλέσει πολιτική κρίση με την παραίτηση των εαμικών υπουργών ενώ, ταυτόχρονα, κάλεσε το λαό να συμμετάσχει στο συλλαλητήριο της 3ης Δεκεμβρίου 1944. Το συλλαλητήριο όπου η αστυνομία άνοιξε πυρ και σκότωσε αδιευκρίνιστο αριθμό αθώων, έγινε μέσα σε έκρυθμο κλίμα, με την ύπαρξη ενός στρατού (του ΕΛΑΣ) που αρνούνταν να αφοπλιστεί. Ήταν η θρυαλλίδα για να κινητοποιηθεί μέσα σε ώρες ολόκληρος ο ΕΛΑΣ Πελοποννήσου και Ρούμελης και να επιτεθεί στην Αθήνα, βάσει επιχειρησιακού σχεδίου που ήταν έτοιμο πριν από την Απελευθέρωση. Η Αριστερά εφάρμοζε «διπλή στρατηγική»: ήθελε να καταλάβει την εξουσία με βάση τον πολιτικό συσχετισμό δυνάμεων, βήμα προς βήμα, αλλά παράλληλα δεν απέκλειε την ένοπλη επέμβαση αν τα πράγματα δυσκόλευαν (κάτι που έγινε με τη ρητή απαίτηση του Σκόμπι για αφοπλισμό του ΕΛΑΣ την 1η Δεκεμβρίου 1944). Πολλοί μπερδεύονται ανάμεσα στον διεθνισμό και στον εθνικισμό των Αριστερών. Είναι όμως κι αυτό κομμάτι της «διπλής στρατηγικής». Το ΚΚΕ «στα χαρτιά» (αλλά και στην πράξη) ήταν ένα διεθνιστικό κόμμα, επιδίωκε δηλαδή, όπως όλα τα κομμουνιστικά κόμματα, την επιβολή δικτατορίας του προλεταριάτου σε διεθνές επίπεδο. Δεν ήταν «πατριωτικό», με την έννοια του εθνικιστικού κόμματος. Έγινε όμως «πατριωτικό» επειδή αυτό ζήτησαν οι Ρώσοι, επειδή οι Ρώσοι διέταξαν όλα τα κομμουνιστικά κόμματα της Ευρώπης να κινητοποιήσουν τα μέλη τους και να συγκροτήσουν εθνικά μέτωπα κατά του Χίτλερ. Το διεθνές κέντρο του κομμουνισμού, η Μόσχα, αντιλήφθηκε φυσικά τη μεγάλη απήχηση της «πατριωτικής επιλογής» στους ευρωπαϊκούς λαούς, μια απήχηση που υπερέβαινε την εμβέλεια της κομμουνιστικής ιδεολογίας, και καθοδήγησε τα κομμουνιστικά κόμματα να την αξιοποιήσουν στο έπακρο, πολιτικά και στρατιωτικά, για να επιβληθούν στις χώρες τους μετά την ήττα των Γερμανών. Κατά συνέπεια, το ΚΚΕ, όχι μόνο έγινε «πατριωτικό κίνημα» για να εξυπηρετήσει τον απώτερο σκοπό της διεθνιστικής επανάστασης και να επιβάλει κομμουνιστικό καθεστώς στην Ελλάδα, αλλά αξιοποίησε στο έπακρο και τη βοήθεια των Άγγλων για να αναπτυχθεί πέρα και πάνω από οποιαδήποτε προπολεμική πρόβλεψη.
    (συνεχίζεται)

    Μου αρέσει!

  3. Η μάχη για μια κομμουνιστική Ελλάδα

    Ακριβώς για όλους αυτούς τους λόγους οι πρώτοι μήνες της απελευθέρωσης «απελευθέρωσαν» τεράστιες ποσότητες εμφύλιας βίας. Ο ΕΛΑΣ είχε ήδη συγκρουστεί με όλες τις μη εαμικές αντιστασιακές οργανώσεις (για να κατοχυρώσει την εξουσία του στην ύπαιθρο και στις πόλεις) και βεβαίως και με τα Τάγματα Ασφαλείας. Οι στόχοι της Αριστεράς ήταν σαφείς. Ήδη από τα τέλη Οκτωβρίου 1944, ο Μάρκος Βαφειάδης, παραβαίνοντας τα συμφωνηθέντα στη Διάσκεψη της Καζέρτας, κατέλαβε τη Θεσσαλονίκη. Ξεχνάμε ότι η Θεσσαλονίκη έχει ζήσει ως πόλη ανατολικού μπλοκ για κάποιο διάστημα! Η λεγόμενη «ΕΑΜοκρατία» (ένα καθεστώς που θύμιζε αυτό που επιβλήθηκε σε όλη την ανατολική Ευρώπη και το οποίο δοκίμασε η Βόρειος Ελλάδα) ήταν κάτι που δεν ξεχάστηκε σε όλη τη Μακεδονία για πολλά χρόνια. Κι αυτό εξηγεί γιατί, ενώ η Μακεδονία ήταν βενιζελική πριν από τον πόλεμο, μετά τον πόλεμο έγινε δεξιά και βασιλική. Ήταν η δράση του ΕΛΑΣ, σκληρή, αυταρχική και σε πολλές περιπτώσεις αποτρόπαια, εκείνη που οδήγησε μια ολόκληρη ελληνική περιοχή σε ιστορική αλλαγή πολιτικού προσανατολισμού. Μέχρι σήμερα, το ΚΚΕ είναι ανύπαρκτο μετά τη Λάρισα. Οι συγγραφείς φροντίζουν να μας θυμίσουν όχι μόνο ότι σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες οι κομμουνιστές αξιοποίησαν την Αντίσταση για να κατακτήσουν την εξουσία, αλλά και ότι παντού αντέδρασαν στον αφοπλισμό τους. Ωστόσο, π.χ. στη Γαλλία, στην Ιταλία ή στο Βέλγιο δεν ξέσπασαν εμφύλιοι, γιατί οι κομμουνιστές συνειδητοποίησαν ότι ο συσχετισμός δυνάμεων ήταν πολύ πιο δυσμενής απ’ όσο ήταν στην Ελλάδα λόγω της ισχυρής παρουσίας αγγλικών και αμερικανικών στρατευμάτων. Πολύ απλά, θεμέλιο της ισχύος του ΚΚΕ ήταν ο στρατός του. Η απώλεια του ΕΛΑΣ ισοδυναμούσε με απώλεια της ισχύος του ΚΚΕ την οποία ασκούσε επάνω σε πληθυσμούς, χάρη στην ενίσχυση της ιδεολογικούς πειθούς που εξασφαλίζει η βία. Γι’ αυτό και το ΚΚΕ αντέδρασε στην προοπτική της απώλειας του στρατού του με τον «Δεκέμβρη». Με μια επίθεση για την κατάληψη της εξουσίας. Όλα εξελίσσονταν στη βάση της «διπλής στρατηγικής»: η Αριστερά ήθελε να κατακτήσει την εξουσία, νόμιμα, αν ήταν δυνατόν, αλλά και με τη βία αν αυτό χρειαζόταν.

    Ο ΕΛΑΣ και η ΟΠΛΑ συναγωνίζονταν τα Τάγματα Ασφαλείας σε εγκλήματα κατά τη διάρκεια της κατοχής. Τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, οι συλλήψεις, οι εκτελέσεις του ΚΚΕ ήταν μαζικές, τόσο κατά την Κατοχή και τα Δεκεμβριανά, όσο και μετά. Και σόκαραν την κοινή γνώμη. Η κομμουνιστική βία ήταν εκτεταμένη, γι’ αυτό, πολλοί από τους πρωτεργάτες της, δηλαδή 5-6.000 από τα πιο εκτεθειμένα στελέχη στις τοπικές κοινωνίες, μετακινήθηκαν στην Αλβανία και στο Μπούλκες της Γιουγκοσλαβίας για να εκπαιδευτούν ακόμα περισσότερο στο αντάρτικο και να επιστρέψουν για να συμβάλουν στη νίκη. Η δυτική βοήθεια για την αποτροπή του κομμουνισμού ήταν καταλυτική. Για να εξασφαλίσει ότι η Ελλάδα δεν θα «πέσει», ο Τσώρτσιλ έφτασε ο ίδιος στην εμπόλεμη Αθήνα τα Χριστούγεννα του 1944. Άγγλοι στρατιώτες ρίχτηκαν με πάθος στη μάχη της Αθήνας. Αργότερα διαδέχθηκαν τους Άγγλους οι Αμερικανοί. Στις 12 Μαρτίου 1947, ο Τρούμαν δήλωσε στο Κογκρέσο ότι θα βοηθήσει την Ελλάδα να μην ενταχθεί στη σοβιετική σφαίρα επιρροής («δόγμα Τρούμαν») που κατέληξε στο σχέδιο Μάρσαλ το 1950.

    Είχε προηγηθεί το μποϊκοτάζ των εκλογών του 1946 από τον ηγέτη του ΚΚΕ, τον χαρισματικό, ευφυή, σκληρό κι επίμονο σταλινικό Νίκο Ζαχαριάδη. Είχε προηγηθεί ταξίδι αποστολής του ΚΚΕ υπό τον Μήτσο Παρτσαλίδη στη Μόσχα, στις αρχές του 1946, όπου ζητήθηκε βοήθεια για τη συνέχιση του κομμουνιστικού αγώνα. Οι Σοβιετικοί πρότειναν και πάλι τη «διπλή στρατηγική» – δηλαδή ένοπλη αυτοάμυνα δίπλα στην πολιτική κινητοποίηση. Κι αυτό ακριβώς εφάρμοσε ο Ζαχαριάδης. Δεν «πάτησε τη σκανδάλη», αλλά ούτε και επέτρεψε να συμμετάσχει το ΚΚΕ στις εκλογές. Επέλεξε τη σταδιακή κλιμάκωση της έντασης και συνέχισε τα αιτήματα βοήθειας προς τον Στάλιν, τα οποία από τα τέλη του 1946 – αρχές 1947 βρήκαν θετικές απαντήσεις. Τον Μάιο του 1947, η Μόσχα εγγυήθηκε υλική βοήθεια και πολιτική στήριξη. Τον Αύγουστο του 1947, Γιουγκοσλαβία, Αλβανία και Βουλγαρία κατέληξαν σε κοινή στάση για βοήθεια στον Δημοκρατικό Στρατό. Το αντάλλαγμα που ήθελαν οι Γιουγκοσλάβοι και οι Βούλγαροι για να υποστηρίξουν τον ΔΣΕ ήταν ο διαμελισμός της Ελλάδας και η δημιουργία δικού τους προτεκτοράτου στη νότια Βαλκανική. Και φαίνεται ότι το ΚΚΕ ήταν διατεθειμένο να το επιτρέψει, με αντάλλαγμα την κυριαρχία στην υπόλοιπη χώρα. Τον Ιανουάριο του 1949, η 5η ολομέλεια του ΚΚΕ αποφασίζει ότι «ο Μακεδονικός λαός θα βρει την πλήρη εθνική αποκατάστασή του έτσι όπως τη θέλει». Ήταν μια ύστατη προσπάθεια να διατηρηθεί αυτή η… διεθνιστική βαλκανική συμμαχία, διότι και εδώ υπήρχε «διπλή στρατηγική» και «διπλή γλώσσα», μεταξύ διεθνισμού και εθνικισμού. Ωστόσο, η ήττα του Δημοκρατικού Στρατού στη Φλώρινα, τον Φεβρουάριο του 1949, εξόργισε τον Στάλιν, ο οποίος άρχισε να ανησυχεί ότι η κατάρρευση των ελλήνων κομμουνιστών μπορούσε ίσως να συμπαρασύρει κομμουνιστικά καθεστώτα που με κόπο είχαν σταθεροποιηθεί στην υπόλοιπη Βαλκανική.

    Ο Στάλιν επικροτούσε την προσεκτική υποστήριξη έτσι ώστε να υπάρξει όφελος για τη Μόσχα αν επικρατούσαν οι κομμουνιστές στην Ελλάδα, αλλά δεν ήθελε η εμπλοκή της Σοβιετικής Ένωσης να είναι τόσο κραυγαλέα ώστε να αποσταθεροποιηθούν τα ευρύτερα ρωσικά συμφέροντα αν οι έλληνες κομμουνιστές αποτύγχαναν να κατακτήσουν την εξουσία. Κάπως έτσι, τον Απρίλιο του 1949, οι Σοβιετικοί κάλεσαν τον Ζαχαριάδη στη Μόσχα για να του ανακοινώσουν ότι το αντάρτικο στην Ελλάδα πρέπει να σταματήσει. Λίγο αργότερα, τον Αυγουστο του 1949, ήρθε η ήττα του ΔΣΕ στον Γράμμο. Πολλοί κομμουνιστές έφυγαν στο εξωτερικό ως πολιτικοί πρόσφυγες, εφαρμόζοντας τις εντολές του κόμματος για μια πολιτική του «όπλου παρά πόδα». Υποτίθεται πως προετοιμάζονταν να επιστρέψουν στην Ελλάδα προκειμένου να συνεχίσουν τον αγώνα για την επιβολή του κομμουνισμού, όποτε το κόμμα θα αποφάσιζε πως θα ωρίμαζαν και πάλι οι συνθήκες. Η πίστη ότι ο ένοπλος αγώνας μπορούσε να συνεχιστεί καλλιεργούνταν σταθερά από το ΚΚΕ και διατηρήθηκε ώς το 1953 και το θάνατο του Στάλιν. Αυτό ήταν η αφορμή για να γεμίσουν με κομμουνιστές τα ξερονήσια (πολλοί από τους οποίους, αθώοι και αγνοί ιδεολόγοι πολίτες) και να γιγαντωθεί το απεχθές αστυνομικό κράτος της Δεξιάς. Αυτή ήταν η Ελλάδα του τότε, μια καθυστερημένη εθνικόφρων Ελλάδα, γεμάτη μίσος και βυθισμένο διχασμό, όπου οι κομμουνιστικές θέσεις «συμπληρώνονταν» σε ένα πλαίσιο βίας, νωπού αίματος και αμοιβαίας καχυποψίας από τις σκληρές πολιτικές διώξεις του μετεμφυλιακού «κράτους της Δεξιάς». Μιας Δεξιάς που διατυμπάνιζε ότι θριάμβευσε εναντίον του «σλαβοκομμουνισμού», που σταθεροποίησε τη χώρα, κι έφερε την οικονομική ανάπτυξη, αλλά επέβαλλε τις διακρίσεις και τον αυταρχισμό και εξέθρεψε στη συνέχεια το παρακράτος των «Κοτζαμάνηδων».

    Πώς η Χούντα δικαίωσε την Αριστερά

    Το ελληνικό κράτος στηρίχτηκε στον αντικομμουνισμό που απλωνόταν από τη Δεξιά ώς την Κεντροαριστερά – γιατί ας μην ξεχνάμε ότι ένας από τους σημαντικότερους αντικομμουνιστές ήταν ο Γεώργιος Παπανδρέου. Θα έλεγε κανείς ότι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ήταν ίσως πιο «φιλικός» προς τους κομμουνιστές, αφού ήταν ο Πρωθυπουργός που σταμάτησε τις νέες φυλακίσεις στα ξερονήσια το 1955 και νομιμοποίησε το ΚΚΕ το 1974. Ο αντικομμουνισμός όμως ήταν η κυρίαρχη αφήγηση, αλλά και η αιτία του στρατιωτικού πραξικοπήματος του 1967, αφού στρατιωτικοί σε συνεργασία με τουςΑμερικανούς αποφάσισαν να αποτρέψουν οποιαδήποτε σκέψη για την επιβολή στην Ελλάδα ενός αριστερού καθεστώτος μέσα από την ενδεχόμενη μετατροπή της Ένωσης Κέντρου σε ένα αριστερό «ανδρεοπαπανδρεϊκό» κόμμα. Κι αυτό το έχει εμμέσως παραδεχθεί ο ίδιος ο Ανδρέας Παπανδρέου σε ομιλία του, ως αρχηγός του ΠΑΚ, σε καναδούς φοιτητές. Η χούντα στηρίχτηκε σε ένα αφήγημα αντικομμουνιστικό και υπερπατριωτικό ταυτόχρονα, αλλά όταν έπεσε εξ αιτίας της τραγωδίας της Κύπρου και της απώλειας εθνικού εδάφους, η «πατριωτική αφήγηση» κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος, συμπαρασύροντας ένα μεγάλο κομμάτι και της δεξιάς αφήγησης. Αν η χούντα ήταν ξενοκίνητη, τότε τι ήταν η Δεξιά που επί δεκαετίες στηρίχτηκε στον «ξένο παράγοντα» και στη «Δύση»; Ήταν η Δεξιά κάτι πέρα από μια «χούντα light» που επίσης πρόδωσε το έθνος αφού, συνεργαζόμενη πρώτα με τους Γερμανούς και μετά με τους Άγγλους, τους Αμερικανούς και το Παλάτι κατέπνιξε τη θέληση του λαού για κοινωνική δικαιοσύνη, ελευθερία και Δημοκρατία και έστειλε τους αγωνιστές της Αντίστασης στα ξερονήσια;

    Αυτή τη μεγάλη ευκαιρία αξιοποίησε στο έπακρο ο Ανδρέας Παπανδρέου, ιδρύοντας στις 3 Σεπτεμβρίου 1974 ένα αυθεντικό «Σοσιαλιστικό Κίνημα» με οργανώσεις σε όλη την Ελλάδα, στους τοίχους των οποίων υπήρχε κρεμασμένο το πορτρέτο του Άρη Βελουχιώτη δίπλα στα πορτρέτα του Μαρξ και του ίδιου του Ανδρέα. Η νομιμοποίηση του ΚΚΕ από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, ασφαλώς, ήταν απαίτηση των καιρών, προϋπόθεση για τον εξευρωπαϊσμό και έπρεπε να γίνει, αλλά παράλληλα σηματοδότησε το τέλος της νοηματοδότησης που αντλούσε η Δεξιάς απ’ τον αγώνα κατά του κομμουνισμού. Ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός, τον οποίο ο Καραμανλής επιχείρησε να προτάξει, ποτέ δεν μπόρεσε να αναπληρώσει τον αντικομμουνισμό και την εθνικοφροσύνη ως στοιχείο συνοχής και ταυτότητας της δεξιάς παράταξης. Η εποχή, λοιπόν, τα γεγονότα καθώς και οι αποφάσεις των πρωταγωνιστών της οδηγούσαν αναπόφευκτα στη χρεοκοπία της δεξιάς αντικομμουνιστικής αφήγησης και στην απαρχή μιας αναδρομικής δικαίωσης της Αριστεράς. Κι επειδή η πολιτική δεν έχει μέλλον και πνοή χωρίς ιστορική βάση και ζωτικούς μύθους, είχε έρθει ο καιρός να ξαναγραφτεί η Ιστορία, να επικρατήσουν νέες εξωραϊσμένες αφηγήσεις για τη δεκαετία του 1940, καθώς και να προσφερθεί στην Αριστερά σχεδόν το μονοπώλιο της Αντίστασης. Θα επικρατήσει σταδιακά στη συλλογική μνήμη της Μεταπολίτευσης η λανθασμένη εικόνα ότι η Αντίσταση ήταν μια «αριστερή υπόθεση» με ανώτερα ηθικά και πατριωτικά κίνητρα, ότι οι δεξιοί ήταν συνεργάτες των Γερμανών, ότι ο Εμφύλιος άρχισε το 1945 και ότι ο «Δεκέμβρης» ήταν σύγκρουση Ελλήνων με τους Έλληνες συνεργάτες των Γερμανών και με τους Άγγλους.

    Μέσα από την ανάγνωση των Εμφύλιων Παθών δεν μπορείς να αποφύγεις συνειρμούς και να συνειδητοποιήσεις ότι στην εξιδανίκευση της Αριστεράς συνέπραξε η Δεξιά, όχι μόνο λόγω της νομιμοποίησης του ΚΚΕ το 1974, αλλά και εξ αιτίας της συγκυβέρνησης ΝΔ-ΚΚΕ το 1989. Η συμβολική δύναμη της συμμαχίας αυτής υπερβαίνει κατά πολύ τους συγκυριακούς λόγους συγκρότησης αυτής της κυβέρνησης. Εάν η Δεξιά, για οποιονδήποτε λόγο, συγκυβερνά με την Αριστερά, τότε στα μάτια των νεότερων γενεών, που δεν έζησαν τον Πόλεμο και τον Εμφύλιο, σηματοδοτεί την οριστική επιβεβαίωση, επαλήθευση και επισφράγιση της αναδρομικά εξιδανικευμένης εικόνας της. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης προσπάθησε να κυβερνήσει εφαρμόζοντας μια σύγχρονη φιλελεύθερη οικονομική πολιτική μόλις λίγο καιρό μετά την επιλογή της συγκυβέρνησης με το ΚΚΕ, με την οποία πρόσφερε απλόχερα στον αριστερό λόγο και στην αριστερή πολιτική σκέψη τη μεγαλύτερη ώθηση, δυναμική και εγκυρότητα που μπορούσε ποτέ να λάβει. Και ίσως γι’ αυτό η πολιτική του αυτή συνάντησε τόσο μεγάλη… αντίσταση! Γιατί είχε ο ίδιος νομιμοποιήσει και ενισχύσει το πολιτικό υπόβαθρο αυτής της αντίστασης. Το τίμημα της ολοκλήρωσης της εθνικής συμφιλίωσης ήταν το ξεθώριασμα της Ιστορίας και η αντικατάσταση της μνήμης από έναν αριστερό ρομαντισμό που διεκδικούσε εφαρμογή στο παρόν. Η Αριστερά, που ο πόλεμος «κληροδότησε» στη μισή Ευρώπη ως ένα ολοκληρωτικό καθεστώς, κατέρρευσε παντού το 1989. Στην Ελλάδα μάλλον αναβίωσε. Σφυροδρέπανα, που μετά το 1989 έγιναν σύμβολα καταπίεσης και ολοκληρωτισμού παντού στην ανατολική Ευρώπη, στην Ελλάδα υψώνονται μέχρι σήμερα με συγκίνηση και υπερηφάνεια. Τα Εμφύλια Πάθη μάς βοηθούν να κατανοήσουμε το «γιατί» πιο πολύ από οποιοδήποτε άλλο βιβλίο.

    Πώς οι δεξιοί έγιναν «αριστεροί»

    Σχεδόν όλα τα μεγάλα «γιατί» της μεταπολίτευσης εξηγούνται από τα Εμφύλια Πάθη. Εξοπλισμένος με τη γνώση της πραγματικής ιστορίας συνειδητοποιεί κανείς ότι η κοινή προσπάθεια της Δεξιάς και της Αριστεράς, το 1989, για τη συρρίκνωση και τη διάλυση του ΠΑΣΟΚ ενίσχυσε τις πολιτικές αιτίες ύπαρξης του ίδιου του ΠΑΣΟΚ. Ενίσχυσε στη συλλογική συνείδηση τη σκοπιμότητα και τη χρησιμότητα της «αριστερής πολιτικής» και την ανάγκη για την εφαρμογή της στην πράξη ως μιας πολιτικής καλύτερης από τη «δεξιά» και τη «φιλελεύθερη» πολιτική. Αν η Δεξιά προσυπογράφει και επικυρώνει το «ηθικό πλεονέκτημα» της Αριστεράς (εφ’ όσον συνεργάζεται μαζί της για να πετύχει την «κάθαρση»), τότε γιατί να κυβερνά η Δεξιά και όχι ένα κόμμα που έχει αποδείξει για οκτώ ολόκληρα χρόνια (1981-1989) ότι μπορεί να εφαρμόζει μια εφικτή αριστερή πολιτική; Αν η Αριστερά αναβιβάζεται στο «μέτρο» με το οποίο πρέπει όλοι και όλα να συγκρίνονται, τότε, μέχρι και τη χρεοκοπία του 2010, ο κερδισμένος μακράν ήταν το ΠΑΣΟΚ και όχι η ΝΔ. Ακόμα και σήμερα, το κατά πόσο μια πολιτική είναι «καλή» εξαρτάται από το πόσο «αριστερή» είναι. Είμαστε τόσο εθισμένοι σε αυτό τον τρόπο σκέψης που, όταν ένας αριστερός πολιτικός αρχίζει να μη μας αρέσει, λέμε στις συζητήσεις μας ότι είναι «δεξιός» (και ήδη αυτή η κριτική εξαπολύεται κατά του ΣΥΡΙΖΑ από όσους αριστερούς υποτίθεται ότι θέλουν να διασώσουν την έννοια «Αριστερά» από το εν εξελίξει κυβερνητικό φιάσκο), ενώ όταν δεν μας αρέσει ένας δεξιός πολιτικός λέμε ότι είναι «πολύ δεξιός». Η Αριστερά, σαν ανέγγιχτη και απλησίαστη θρησκεία, σαν Βίβλος της ελληνικής πολιτικής ζωής γύρω από την οποία ερίζουν οι διαφορετικές φυλές των πιστών για την αρτιότερη ερμηνεία της.

    Δεν είναι τυχαίο πως όλοι οι υπουργοί του ΠΑΣΟΚ, από το 1981 έως ακόμα και… πέρυσι (ως μέλη της κυβέρνησης συνεργασίας ΝΔ-ΠαΣοΚ), επέμεναν μονότονα ότι εξαντλούν τα όρια της φιλολαϊκής πολιτικής. Δηλαδή της αριστερής πολιτικής, αφού η «δεξιά πολιτική» δεν μπορεί να είναι ποτέ «φιλολαϊκή», εφ’ όσον εκπορεύεται από μια παράταξη στηριγμένη στη συμπαιγνία μεταξύ του «ντόπιου και του ξένου παράγοντα», πάντοτε εις βάρος των λαϊκών συμφερόντων. Δεν είναι επίσης τυχαίο ότι, μετά τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, όλοι οι αρχηγοί της ΝΔ (ακόμα και ο Αντώνης Σαμαράς στην προ-μνημονιακή εποχή του) πολιτεύονταν περίπου σαν ΠΑΣΟΚ. Ο Μιλτιάδης Έβερτ και ο Κώστας Καραμανλής διαφήμιζαν διαρκώς τις σχέσεις τους με την Αριστερά, ενώ ο δεύτερος έφτασε στην εξουσία με έναν λόγο σχεδόν αριστερό, που δεν διέφερε σχεδόν καθόλου από το λόγο του «ανδρεϊκού ΠαΣοΚ». Ο Κώστας Καραμανλής, από το 1997 ώς το 2004, αντιπολιτεύτηκε ως «αριστερός» τον «δεξιό» Σημίτη που υποτίθεται ότι δεν ήταν «αρκετά λαϊκός» ούτε «αρκετά ΠαΣοΚ» γιατί ήταν «εκσυγχρονιστής» και πίστευε ότι «η Ελλάδα ανήκει στην Ευρώπη» (και όχι «στους Έλληνες»)!

    Κανένας ηγέτης της Δεξιάς, από το 1955 και μετά, δεν επιχείρησε να διαμορφώσει μια σύγχρονη «δεξιά ιδεολογία». Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ηγέτης των έργων και της πράξης, δεν ενδιαφερόταν ιδιαίτερα για ιδεολογίες και διχοτομήσεις. Κοιτούσε πάνω από τις κλασικές αντιπαλότητες. Ήθελε να υπερβεί τις διχοτομήσεις που ταλάνιζαν το έθνος μέσα από την ένταξη της Ελλάδας στην Ευρώπη. Πίστευε πως η ένταξη θα αποδεικνυόταν ισχυρότερη κάθε ελληνικής πολιτικής αντιπαλότητας –και ίσως είχε δίκιο–, και σ’ αυτό μοιάζει με τον Κώστα Σημίτη ο οποίος, μάλλον, επίσης πίστευε και πιστεύει πως η ένταξη στην ευρωζώνη δεν επιτρέπει παρεκκλίσεις και περιπέτειες και είναι μια πανίσχυρη άγκυρα, μια «ασφάλεια ζωής» για μια Ελλάδα η οποία παραμένει αυτοκαταστροφική. Ίσως μόνο ο Αντώνης Σαμαράς επιχείρησε (τα τελευταία δύο χρόνια, κατά την πρωθυπουργική του περίοδο) να ανασυστήσει ένα αντιαριστερό μέτωπο και να προειδοποιήσει για τους κινδύνους της Αριστεράς, αλλά δεν έπεισε παρά ελάχιστους, γιατί προ πολλού ο λαός έχει ξεχάσει τόσο πολύ τι σημαίνει Αριστερά ώστε π.χ. τα Εμφύλια Πάθη, που είναι ένα βιβλίο ισορροπημένο και επιστημονικό, να μοιάζει αιρετικό, εκρηκτικό και αποκαλυπτικό και να θυμώνει πολλούς Αριστερούς.

    Τα Εμφύλια Πάθη σε καθοδηγούν να προχωρήσεις σε κρίσιμα συμπεράσματα πέραν των όσων πραγματεύονται. Σου προσφέρουν την ευκαιρία να κατανοήσεις γιατί η μεταπολιτευτική εξιδανίκευση της Αριστεράς κατέστησε αδύνατη την οργάνωση ενός πολιτικού λόγου που θα επέτρεπε τον ευρωπαϊκό εκσυγχρονισμό της οικονομίας και της κοινωνίας με όρους σταθερότητας και προοπτικής. Αντιλαμβάνεσαι γιατί οι μεγάλες κοινωνικές τομές του ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του 1980, το ΕΣΥ, οι συντάξεις στους φτωχούς και τους μη προνομιούχους, τα άπειρα νέα σχολεία, τα πανεπιστήμια και οι κοινωνικές δομές, τα πάμπολλα δημόσια έργα δεν υποστηρίχθηκαν σε ανάλογο βαθμό από μια νέα δυναμική και παραγωγική οικονομία. Ο εκσυγχρονισμός της οικονομίας υστερούσε αισθητά από τον εκσυγχρονισμό της κοινωνίας. Η κοινωνία αποδέχθηκε τη βελτίωση της ζωής που εξασφάλιζαν οι αριστερές και προοδευτικές τομές του ΠΑΣΟΚ, μέσα όμως από τη διατήρηση μονολιθικών δομών κρατισμού και την αλόγιστη επέκταση των πελατειακών δικτύων. Εξ άλλου η μεγέθυνση του κράτους θεωρήθηκε και θεωρείται ακόμα «αριστερή πολιτική». Και δεν είναι λίγοι οι οικονομολόγοι (ακόμα και νομπελίστες) που την υποστηρίζουν, επικαλούμενοι πάντοτε τον Κέυνς. Η αριστερή κοινωνική πολιτική δεν μπορούσε να γίνει αποδεκτή, δεν ήταν συμβατή με μια οικονομική πολιτική που θα θεωρούνταν «δεξιά» – με μειωμένα δηλαδή ελλείμματα και χαμηλό πληθωρισμό. Λεφτά έπρεπε να υπάρχουν. Είναι «υποχρεωτικό» να υπάρχουν. Γιατί αν δεν υπάρχουν, τότε αυτό θα πρέπει να οφείλεται σε κάποια συνωμοσία που εξυφαίνει η κυβέρνηση με το κεφάλαιο κατά του λαού. Οι μεταρρυθμίσεις, που μόνο ο Κώστας Σημίτης επιχείρησε και σε μεγάλο βαθμό πέτυχε να υλοποιήσει για τα δεδομένα της εποχής, τη διετία 1985-1987, ως υπουργός Οικονομικών, και την οκταετία 1996-2004 ως πρωθυπουργός, ήταν για πολλούς και παραμένουν συνώνυμες μιας «αντιλαϊκής» και «μη αριστερής» πολιτικής, γι’ αυτό και πολεμήθηκαν σκληρά εξ ίσου από τη Δεξιά, την Αριστερά αλλά και από το ίδιο το «ανδρεϊκό» ΠΑΣΟΚ. Οσο κι αν ο Σημίτης επεσήμανε δημοσίως (το 2001) τον παραλογισμό ότι δεν μπορεί να θεωρείται «μη κεϋνσιανή» μια πολιτική με ιστορικά πρωτοφανή μεγέθη δημοσίων επενδύσεων, η «κόκκινη πτέρυγα» του ΠΑΣΟΚ (υπό τον Άκη Τσοχατζόπουλο) πρωτοστατούσε στην αμφισβήτηση του αριστερού χαρακτήρα του κινήματος και απαιτούσε «διόρθωση πορείας». Στην πραγματικότητα, η «πορεία Σημίτη», αν δεν είχε εγκαταλειφθεί, θα ήταν ο μοναδικός ασφαλής δρόμος και για τη χώρα, αλλά και για την ίδια την μακροημέρευση του ΠΑΣΟΚ ως ισχυρού, ανθεκτικού και ευρωπαϊκού σοσιαλδημοκρατικού κόμματος.

    Πώς η Αριστερά ισοπέδωσε το ΠΑΣΟΚ

    Παρά τις αναλαμπές μεταρρυθμίσεων και εκσυγχρονισμού, η χώρα διαρκώς υστερούσε στην εκτέλεση των «προαπαιτούμενων» για να μπορεί να θεωρείται λειτουργική ευρωπαϊκή οικονομία. Έτσι μια κλειστή οικονομία που υστερεί διαρκώς σε μεταρρυθμιστικό βηματισμό δεν μπορούσε να υποστηρίξει τις διευρυμένες «ευρωπαϊκές» απαιτήσεις των πολιτών της για αριστερή «κοινωνική δικαιοσύνη». Σταδιακά, συσσωρεύτηκε το έλλειμμα εκσυγχρονισμού διαδοχικών κυβερνήσεων (ας θυμηθούμε την αναβλητικότητα και την αταραξία της εποχής Κώστα Καραμανλή), το οποίο αντανακλά σχεδόν πλήρως τη διεύρυνση του εξωτερικού δανεισμού. Η έκρηξη του δημοσίου χρέους, πέρα από τις διεθνείς δομικές αιτίες της, είναι παράλληλα ο καθρέφτης των μεταρρυθμίσεων που δεν έγιναν. Μεταρρυθμίσεις απαραίτητες αφ’ ενός για να ελεγχθεί το κόστος (με δεδομένη την έκρηξη της σπατάλης και της κακοδιαχείρισης των πόρων) του κοινωνικού κράτους, αφ’ ετέρου για να εξασφαλιστούν τα κεφάλαια που θα έκαναν βιώσιμη τη συμμετοχή της χώρας στο λεγόμενο «ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο».

    Η εξιδανίκευση της Αριστεράς και η διάχυση της αριστερής νοοτροπίας σε όλες τις παρατάξεις, η οποία εκφράστηκε και μέσα από την επικράτηση της «ιερότητας» των συντεχνιακών αιτημάτων και της αντίστοιχης νοοτροπίας, συνέβαλε αποφασιστικά στην πρώτη χρεοκοπία χωρίς να έχει προηγηθεί πόλεμος ή εθνική καταστροφή, και είναι η κυρίαρχη αιτία γιατί ακόμα και σήμερα δεν μπορούμε να υπερβούμε την οικονομική κρίση. Η εξιδανίκευση της Αριστεράς, στην οποία συνέπραξαν το Κέντρο και η Δεξιά, και η εγκαθίδρυση ενός αριστερόστροφου «λειτουργικού συστήματος» στη συλλογική συνείδηση της ελληνικής κοινωνίας ήταν η κυριότερη αιτία γιατί, π.χ., ο έλεγχος και η μείωση των δημοσίων δαπανών ήταν και παραμένει μια πολιτική αδιανόητη. Όταν ο Κώστας Καραμανλής, έπειτα από 12 χρόνια καλλιέργειας ενός φιλολαϊκού ηγετικού προφίλ (επτά ως πρόεδρος της αξιωματικής αντιπολίτευσης και πέντε ως πρωθυπουργός), τόλμησε να κατεβεί στις εκλογές του 2009 εξηγώντας στους πολίτες πόσο απαραίτητο είναι το πάγωμα μισθών και συντάξεων στον δημόσιο τομέα, προκάλεσε πανεθνικό αρνητικό δέος και η ΝΔ έλαβε το μικρότερο ποσοστό στην έως τότε ιστορία της! Αυτό και μόνο δείχνει το βαθμό που η «αριστερή νοοτροπία» έχει ενταχθεί στον τρόπο σκέψης της Δεξιάς. Ασφαλώς, πολλοί γνήσιοι και αυθεντικοί αριστεροί θα σημειώσουν ότι η Αριστερά δεν μπορεί να ευθύνεται για τη διαχείριση της έννοιας «Αριστερά» από την Κεντροαριστερά και την Κεντροδεξιά, ως χρήσιμο εργαλείο ή ως αναπόσπαστο συστατικό της μεταπολιτευτικής αφήγησης εξουσίας. Και θα είχαν δίκιο, εάν δεν είχαμε ήδη διαπιστώσει τον τρόπο διαχείρισης της Αριστεράς από τους ανθρώπους της… πρώτης κυβέρνησης της Αριστεράς (χειρότερα από κάθε άλλη κυβέρνηση, όχι γιατί δεν είναι αριστεροί, αλλά ίσως ακριβώς επειδή είναι…).

    Σημασία έχει ότι, ανεξάρτητα από τις επιδιώξεις του Ανδρέα και των άλλων «διαχειριστών» των εννοιών και των αξιών της Αριστεράς, η εξιδανίκευση της Αριστεράς ήταν η κυριότερη αιτία, όχι μόνο της κυριαρχίας, αλλά και της εξαφάνισης του ΠΑΣΟΚ. Οι αρχιτέκτονες του ΠΑΣΟΚ, με πρώτο τον Ανδρέα, θεμελίωσαν το Κίνημα επάνω σε μια αφήγηση που ήταν ισχυρή και περιοριστική ταυτόχρονα. Η οικειοποίηση των σκήπτρων και των συμβόλων της Αριστεράς παγίδευσε το ΠΑΣΟΚ σε μια θέση από την οποία δεν μπορούσε να ακολουθήσει τις διεθνείς εξελίξεις και να προβεί σε πραγματικές μεταρρυθμίσεις χωρίς να χάσει την «αριστερή ψυχή» του χάρη στην οποία ηγεμόνευε και κυβερνούσε. Η αριστερή αφήγηση που ενσωμάτωσε ήταν εκείνη που το ανέδειξε ως κόμμα-φαινόμενο και, ταυτόχρονα, το περιόρισε στην άσκηση της πολιτικής του, του προσέδωσε μέγεθος και δυσκινησία δεινοσαύρου, έτσι ώστε να μην μπορεί να υπάρχει χωρίς να διατηρεί ως κόρη οφθαλμού την ταυτότητα και τη φυσιογνωμία ενός κόμματος παροχών. Το ΠΑΣΟΚ μπορούσε να είναι, και ήταν, πολλά πράγματα, πολλά και αντιφατικά: μπορούσε να είναι όσο τολμηρό, δημιουργικό και προοδευτικό, ή όσο συντηρητικό, οπισθοδρομικό και παραδοσιακό αποφάσιζαν οι ηγεσίες και τα κορυφαία στελέχη του να είναι – αλλά ένα ΠΑΣΟΚ χωρίς παροχές, πολύ περισσότερο ένα ΠΑΣΟΚ που επιβάλλει περικοπές, δεν μπορούσε να παραμένει ΠΑΣΟΚ. Μόλις όμως το ΠΑΣΟΚ, το 2010, δεν μπορούσε παρά να υπογράψει, να ψηφίσει και να εφαρμόσει (υπό την «ατιμωτική» στα μάτια όλων των Ελλήνων πίεση των ξένων!) μια πολιτική «αναδίπλωσης των λαϊκών κατακτήσεων» (για να θυμηθούμε τη σοσιαλιστική φρασεολογία), μια πολιτική που πάντοτε αρνούνταν και στην οποία σθεναρά αντιστεκόταν (ας θυμηθούμε και την εξέγερση του ΠΑΣΟΚ κατά του Ασφαλιστικού του Τάσου Γιαννίτση, που οργάνωσε ως λαϊκός ήρωας ο τότε επικεφαλής της ΓΣΕΕ Χρήστος Πολυζωγόπουλος), τότε το ισχυρότερο κόμμα εξουσίας της Μεταπολίτευσης εγκαταλείφθηκε με θεαματικό τρόπο από μεγάλες ομάδες πληθυσμού. Το Μνημόνιο είχε πάνω στο ΠΑΣΟΚ την επίδραση που είχε ο αστεροειδής στους δεινόσαυρους. Στις εκλογές του 2009 το ΠΑΣΟΚ κέρδισε 43,92% και τον Μάιο του 2012 έλαβε μόλις 13,18%. Η πλατιά λαϊκή βάση του ΠΑΣΟΚ, εθισμένη σε έναν αριστερό τρόπο σκέψης, δεν μπορούσε να φανταστεί ότι, ανεξάρτητα από τις έκτακτες ανάγκες και τον «συναγερμό» οποιασδήποτε κατάστασης χρεοκοπίας, θα μπορούσε ποτέ το ΠΑΣΟΚ να επιβάλει μειώσεις αποδοχών ή απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων! Η στάση του ΠΑΣΟΚ ερμηνεύτηκε ως προδοσία των αριστερών αξιών του και έτσι εξηγείται η τιμωρία του, σε συνδυασμό με την εκτίναξη των ποσοστών της Αριστεράς (δηλαδή του «νέου ΠΑΣΟΚ») του «ανδρεϊκού» Αλέξη Τσίπρα.

    Θα τολμούσαμε να πούμε επίσης ότι η λυσσαλέα αντίδραση της Αριστεράς κατά του νεοπαπανδρεϊκού ΠΑΣΟΚ, με αγανακτισμένους στο Σύνταγμα, με ακραίες διαδηλώσεις και έκρυθμη ατμόσφαιρα, με πυρπολήσεις κτιρίων και φωτιές παντού, έχει στοιχεία οργάνωσης και πολιτικού σχεδιασμού και δεν μπορεί σήμερα παρά να ερμηνευτεί ως «ιστορική μεταφορά», σχεδόν ως αντήχηση, του μίσους της Αριστεράς κατά του Γέρου της Δημοκρατίας που «συνεργάστηκε με τους Άγγλους» και συνέβαλε στην ήττα του ΕΛΑΣ στα Δεκεμβριανά. Ίσως γι’ αυτό, τα πνεύματα ηρέμησαν αισθητά στη χώρα μόλις έπεσε ο Παπανδρέου παρά το γεγονός ότι ακολούθησαν μέχρι σήμερα πολύ σκληρότερα μέτρα από εκείνα της περιόδου 2010-2011. Σαν να έφταιγε ο Παπανδρέου πολύ και για όλα. Είναι γεγονός ότι για πολλούς από τους αρχιερείς της Αριστεράς, η οικογένεια Παπανδρέου θεωρείται το κυριότερο ανάχωμα στη δική τους επικράτηση (στρατιωτική το 1944, ή πολιτική τις επόμενες δεκαετίες). Είναι μια ειρωνεία της Ιστορίας ότι η ημέρα που η Αριστερά κέρδισε τις εκλογές, στις 25 Ιανουαρίου 2015, είναι η πρώτη μέρα μετά από 100 χρόνια που δεν υπάρχει στη Βουλή μέλος της οικογένειας Παπανδρέου. Και δεν μπορεί παρά να προκαλεί δέος μία ακόμα ιστορική αναλογία, ότι όπως το ΚΚΕ επιχείρησε να αξιοποιήσει την Κατοχή, την Αντίσταση και την υπαρκτή ανθρωπιστική κρίση της Κατοχής για να κατακτήσει την εξουσία και να επιβάλει κομουνιστικό καθεστώς, έτσι και η σημερινή Αριστερά, επικαλέστηκε την ύπαρξη ανθρωπιστικής κρίσης και επιχειρηματολόγησε ενάντια σε μια «νέα Κατοχή» για να κερδίσει την εξουσία. Η διαφορά είναι ότι τώρα το κατάφερε. Κέρδισε την εξουσία. Ωστόσο, παρά τις προσπάθειες της «ηρωικής διαπραγμάτευσης» δεν μπόρεσε να απεμπλακεί από την ευρωπαϊκή… «σφαίρα επιρροής» στην οποία «εγκλώβισαν» την Ελλάδα ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και ο Κώστας Σημίτης.

    Ο Αλέξης Τσίπρας απέτυχε να υλοποιήσει την ελκυστική ουτοπία μιας αριστερής πολιτικής, ανεξάρτητης από τις οριοθετήσεις του ευρωπαϊκού πλαισίου. Ξεκίνησε με ένα προσκύνημα στο μνημείο της Καισαριανής, έκανε δύο ταξίδια στη Μόσχα γεμάτα θριαμβευτικά χαμόγελα και υπονοούμενα για μια Ελλάδα «έτοιμη να ανοιχτεί σε νέες θάλασσες»(!), υλοποίησε μια εντυπωσιακή προσαρμογή στο σήμερα της παλιάς κομμουνιστικής «διπλής στρατηγικής» («ναι στο ευρώ, αλλά όχι πάση θυσία») και οργάνωσε ένα εθνικιστικό δημοψήφισμα οδηγώντας το αντιδυτικό πολιτικό τόξο που εκτείνεται από την άκρα Αριστερά στην άκρα Δεξιά στο 61%. Ωστόσο, αμέσως συνθηκολόγησε και υπέγραψε τρίτο μνημόνιο «για να μην εκραγεί το κράτος», αφού «δεν υπήρχαν συναλλαγματικά διαθέσιμα για μια άλλη λύση» (όπως δήλωσε στην ΕΡΤ). Και παρ’ όλα αυτά, επανεξελέγη στις 20 Σεπτεμβρίου, γιατί «αντιστάθηκε». Η εμφυλιακή ουτοπία της Αριστεράς (και η απήχηση, η αληθοφάνεια, η εγκυρότητα που απέκτησε σε όλη την κοινωνία) συμπυκνώνεται μέσα στους 10 μήνες και τις τρεις εκλογικές νίκες της «κυβέρνησης της Αριστεράς». Ζούμε ένα τραγικό replay της Ιστορίας, ως επώδυνη φάρσα. Κι αν κάποιοι αναρωτιούνται ακόμα τι συνδέει τον ΣΥΡΙΖΑ με τους ΑΝΕΛ, η απάντηση είναι ο αντιευρωπαϊσμός και οι καλές σχέσεις με τους ίδιους ανθρώπους στη Μόσχα, οι οποίοι βοηθούν και ενθαρρύνουν όλα τα αντιευρωπαϊκά κόμματα της Ευρώπης – από το Εργατικό Κόμμα του Τζέρεμι Κόρμπιν στην Αγγλία μέχρι το Εθνικό Μέτωπο της Μαρίν Λεπέν στη Γαλλία. Αυτό ήταν άλλωστε το κρίσιμο στοιχείο που κατέστησε τόσο αυτονόητη τη συνεργασία του ΣΥΡΙΖΑ με τους ΑΝΕΛ. Ασφαλώς, η Μόσχα δεν είναι πια κομμουνιστική, αλλά εφαρμόζει στις ευρωπαϊκές χώρες ένα μοντέλο επιρροής που έχει αντιγράψει από το σοβιετικό παρελθόν.

    Η εθνική απάθεια και το πένθος

    Μετά την αποδοκιμασία του ΠΑΣΟΚ, αναδείξαμε τον ΣΥΡΙΖΑ ως τη νέα «εφικτή Αριστερά» γιατί αρνούμαστε πεισματικά να πιστέψουμε ότι μπορεί η Αριστερά να μην είναι «εφικτή». Δεν υποστηρίζουμε σχεδόν τίποτα «δεξιό» και «φιλελεύθερο», γιατί δεν θέλουμε με τις πράξεις μας αυτές να υποκύψουμε και να παραδεχτούμε ότι δεν υπάρχει «άλλος δρόμος» και πρέπει να σηκώσουμε τα μανίκια προς μια φιλελεύθερη κατεύθυνση. Και τώρα που, μέσα στον «σκληρό Ιούλη» του 2015, αποδείχθηκε βαθύτερα από ποτέ πως δεν υπάρχει εκδοχή της Αριστεράς που να είναι «εφικτή», σήμερα, μετά τη διάλυση μιας ολόκληρης οικονομίας στο όνομα μιας πρόχειρης και ξεπερασμένης ουτοπίας, μετά τη μεγαλύτερη οικονομική και κοινωνική συντριβή σε καιρό ειρήνης, επικρατεί η απάθεια – για πρώτη φορά μια τόσο βαθιά κι απόλυτη απάθεια. Και όλοι ρωτάμε: «γιατί;». Επειδή στη στιγμή της χειρότερης διάψευσης βυθιστήκαμε στη μεγαλύτερη αταραξία; Μοιάζει σαν να χάθηκε η ικανότητα κριτικής και έκφρασης, σαν η Ελλάδα των capital controls να υπέστη ένα μαζικό εγκεφαλικό επεισόδιο. Σαν να μην υπάρχει κοινή γνώμη, σαν να μην υπάρχει δημόσια σφαίρα, σαν να μην υπάρχει κοινωνία. Τα Εμφύλια Πάθη μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως ερμηνευτικό εργαλείο ακόμα και γι’ αυτή τη μακάβρια απάθεια. Η αιτία της εθνικής απάθειας μοιάζει να είναι η καταστροφή του μεγάλου «αριστερού χάρτη» πάνω στον οποίο κινούνταν όλες οι παρατάξεις, το σύνολο της κοινής γνώμης και ολόκληρος ο δημόσιος διάλογος επί σαράντα χρόνια. Για πρώτη φορά, μετά τον ψυχολογικό σεισμό του «Όχι που έγινε Ναι», έπεσε, έσπασε και διαλύθηκε η κοινή αριστερή πυξίδα. Δεν έχουμε πια την αριστερή πυξίδα μας και δεν θέλουμε να αποκτήσουμε μια άλλη. Πενθούμε. Για πρώτη φορά μετά τον πόλεμο, η κοινή γνώμη προχωρά σε μια αχαρτογράφητη περιοχή και δεν αντιδρά σε κανένα ερέθισμα, γιατί δεν μπορεί να αντιδράσει, γιατί αχρηστεύτηκε το βασικό ερμηνευτικό σχήμα των γεγονότων. Τίποτα πια δεν μετράει. Τίποτα δεν μπορεί να μας συγκινήσει. Τίποτα δεν μπορεί να μας κινητοποιήσει.

    Παρά το πένθος για την Αριστερά, παραμένει ακατάβλητη η αντίστασή μας στη μεταρρύθμιση και τον εκσυγχρονισμό της κοινωνίας, ίσως γιατί η κοινωνία μας, βγαλμένη μέσα από τόση πολιτική βία, χαρακτηρίζεται ίσως από τον χαμηλότερο δείκτη εμπιστοσύνης μεταξύ των πολιτών. Οι μεταρρυθμίσεις και οι θυσίες για την προσαρμογή σε έναν δύσκολο κόσμο προϋποθέτουν εμπιστοσύνη σε κοινούς στόχους – και στην Ελλάδα κανένας από εμάς δεν εμπιστεύεται οποιονδήποτε άλλον. Γιατί να αποδεχτείς θυσίες όταν υποψιάζεσαι (πολλές φορές βάσιμα) ότι κάποιος άλλος θα τις υφαρπάξει; Κάπως έτσι η διαμαρτυρία και η άρνηση κάθε μεταρρύθμισης έγινε και παραμένει ένα αυτόματο αντανακλαστικό για την πλειονότητα των πολιτών. Ακόμα και οι πιο θερμοί εκσυγχρονιστές αντιδρούν πολύ έντονα όταν θίγονται κατεστημένα συμφέροντα που τους αφορούν. Όλοι θέλουμε τον εκσυγχρονισμό, αλλά όχι για τον εαυτό μας… Κάπως έτσι η ελληνική κοινωνία μπόρεσε να κατακτήσει μια επίφαση ενότητας και συμφιλίωσης, μόνο χάρη στην εισροή κολοσσιαίων κεφαλαίων μετά τον Πόλεμο (από το ναυτιλιακό και το τουριστικό συνάλλαγμα ώς τις αγροτικές επιδοτήσεις, και από τα κοινοτικά πακέτα και τον μνημειώδη δημόσιο δανεισμόώς τον ιστορικών διαστάσεων τραπεζικό δανεισμό της περασμένης δεκαετίας). Η πολιτική σταθερότητα και η οικονομική ανάπτυξη της μεταπολίτευσης, η ίδια η ύπαρξη της χώρας τα τελευταία 40 χρόνια στοίχισε πάνω από ένα τρισεκατομμύριο ευρώ – τα περισσότερα από αυτά εκφράζουν τον πακτωλό δημοσίου και ιδιωτικού δανεισμού. Μόλις μειώθηκε η ροή κεφαλαίων, αναδείχθηκε για μια ακόμα φορά η αλήθεια μιας κοινωνίας με ασθενική εμπιστοσύνη ως συγκολλητική ουσία, διαρκώς έτοιμη να εκραγεί εναντίον μεταρρυθμιστικών σχεδίων που μόνο μετά από χρόνια αρχίζουν να φαίνονται «λογικά» ακόμα και στους πιο εχέφρονες (για παράδειγμα το πρώτο μνημόνιο του 2010 που διαπραγματεύτηκε ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου και ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων μοιάζει σήμερα με προνομιακή συμφωνία ευρωπαϊκής στήριξης).

    Τα Εμφύλια Πάθη των Καλύβα – Μαραντζίδη, απόσταγμα των ερευνών των δύο ακαδημαϊκών των τελευταίων 15 ετών, υπερβαίνει τις προθέσεις των συγγραφέων του. Κατορθώνει να γίνει ένας καταλύτης για την πολιτική σκέψη και μετατρέπεται σε «κλειδί» για την αποκρυπτογράφηση της Μεταπολίτευσης. Αποκαλύπτει την πραγματικότητα της δεκαετίας του 1940 που, από τη δεκαετία του 1960 και μετά, σχεδόν όλοι οι πρωταγωνιστές της πολιτικής ζωής βρήκαν συμφέρον να συγκαλύψουν, να διαστρεβλώσουν και να εξιδανικεύσουν. Παντού στον κόσμο, η εξιδανίκευση της Ιστορίας γίνεται μέσα από την επιλεκτική εστίαση σε κρίσιμες πτυχές της. Είναι μια μάλλον… κινηματογραφική τεχνική. Αυτή η εστίαση (το «ζουμ») και το «έξυπνο μοντάζ» δημιουργεί μια νέα πραγματικότητα για το παρελθόν, μια νέα εικόνα για τα ιστορικά γεγονότα η οποία λειτουργεί στη συνέχεια ως ηθικό θεμέλιο, νομιμοποιητική βάση και ζωτική δύναμη για τις πολιτικές αφηγήσεις του μέλλοντος που «παράγουν» πλειοψηφίες, επιβάλλουν «αλήθειες» και κατακτούν την εξουσία. Τα Εμφύλια Πάθη αποδεικνύουν ότι η «ψυχή της Μεταπολίτευσης» βρίσκεται σε μια εικόνα, σε μια εκδοχή, σε μια ερμηνεία για τον Εμφύλιο και την Κατοχή που αδικεί τη Δεξιά και εξιδανικεύει την Αριστερά. Και δείχνει ακόμα ότι η αποτυχία της Μεταπολίτευσης, η δραματική σύγκρουσή της με τη διεθνή πραγματικότητα και η «επίμονη χρεοκοπία» την οποία ζούμε και αδυνατούμε να υπερβούμε ίσως ήταν σχεδόν προδιαγεγραμμένη από την αρχή, αφού η Μεταπολίτευση στηρίχτηκε σε ένα ζωτικό ψεύδος, στην υπερβολική διαστρέβλωση της Ιστορίας και στην πέρα από κάθε όριο εξιδανίκευση της Αριστεράς με την οποία μάλιστα πάντοτε διαφωνούσαν πολλοί από τους πιο σοβαρούς, ρεαλιστές και μετριοπαθείς Αριστερούς αυτής της χώρας.

    * Στάθης Ν. Καλύβας – Νίκος Μαραντζίδης, Εμφύλια πάθη. 23 Ερωτήσεις και απαντήσεις για τον Εμφύλιο, Μεταίχμιο, Αθήνα 2015, 528 σελ.
    http://www.protagon.gr/epikairotita/44341017853-44341017853

    Μου αρέσει!

  4. ΣΑΘ (στην καλύβα)

    Κατά την ταπεινή μου γνώμη, τα «Εμφύλια Πάθη» είναι το από δεκαετιών αναμενόμενο βιβλίο-σοκ και βιβλίο-σταθμός που απευθύνεται στο ευρύ κοινό για να ξυπνήσει αποκοιμισμένες επιμελέστατα συνειδήσεις μιας τουλάχιστο γενεάς νεοελλήνων, ανατρέπει κατεστημένες αντιλήψεις και δίνει (επιτέλους!!) ηχηρότατο τέλος στην «παράλληλη [διαστρεβλωμένη] ιστορική πραγματικότητα» που επιβλήθηκε στην Ελλάδα μετά το 1981.

    Δεν έχει καθόλου άδικο ο Π. Παπαδόπουλος όταν λέει ότι «το κλειδί για τη σύγχρονη ελληνική περιπέτεια βρίσκεται καλά κρυμμένο στη δεκαετία του 1940».
    Όταν λέει ότι «Τα Εμφύλια Πάθη αποδεικνύουν ότι η ‘ψυχή τής Μεταπολίτευσης’ βρίσκεται σε μια εικόνα, σε μια εκδοχή, σε μια ερμηνεία για τον Εμφύλιο και την Κατοχή που αδικεί τη Δεξιά και εξιδανικεύει την Αριστερά. Και δείχνει ακόμα ότι η αποτυχία της Μεταπολίτευσης, η δραματική σύγκρουσή της με τη διεθνή πραγματικότητα και η ‘επίμονη χρεοκοπία’ την οποία ζούμε και αδυνατούμε να υπερβούμε ίσως ήταν σχεδόν προδιαγεγραμμένη από την αρχή, αφού η Μεταπολίτευση στηρίχτηκε σε ένα ζωτικό ψεύδος, στην υπερβολική διαστρέβλωση της Ιστορίας και στην πέρα από κάθε όριο εξιδανίκευση της Αριστεράς με την οποία μάλιστα πάντοτε διαφωνούσαν πολλοί από τους πιο σοβαρούς, ρεαλιστές και μετριοπαθείς Αριστερούς αυτής της χώρας».

    Το βιβλίο αυτό μπορεί να αποτελέσει τον καταλύτη για την οριστική κατάλυση της -κατά βάθος- τελευταίας «σοβιετίας» της Ευρώπης…

    https://panosz.wordpress.com/2016/01/07/civil_war-186/

    Μου αρέσει!

  5. Η δική μου γνώμη για το βιβλίο (στην καλύβα)

    Μετά την ανάγνωση, θα συμφωνήσω με τον δεξιό:
    https://panosz.wordpress.com/2016/01/07/civil_war-186/#comment-301409

    Επιπλέον σημείωσα ορισμένες σοβαρές αδυναμίες ανάλυσης επιμέρους θεμάτων, πέρα από τα τετριμμένα, ακόμα και λογικά λάθη. Πχ για τη βοήθεια προς τον ΔΣΕ από τις βόρειες χώρες, τη συμμετοχή εθελοντών / επιστρατευμένων στον ΔΣΕ κλπ.

    Σε ορισμένα σημεία θα έπρεπε να υπάρχει πιο εντατική γλωσσική και υφολογική επιμέλεια, αλλά πρέπει να σημειώσω ότι το concept είναι εξαιρετικά επιτυχές.

    Το βιβλίο – τομή για τον Εμφύλιο εξακολουθεί να αναμένεται. ΑΝ υπάρξει ποτέ.

    Μου αρέσει!

    1. Βρίσκω τη συγκεκριμένη βιβλιοκριτική τού Ραφαήλ Παπαδόπουλου, κυριολεκτικά για τα σκουπίδια.
      Απολύτως ενδεικτικά:
      1.- Ενώ παραδέχεται ότι ο ίδιος δεν έχει «ιδιαίτερη εξοικείωση» με τη σχετική με το συγκεκριμένο αντικείμενο βιβλιογραφία, αποφαίνεται υπέρ τής επιστημονικής επάρκειας και της εγκυρότητας του κομμουνιστή ιστορικού Μαργαρίτη, (γνήσιου εκφραστή και απολογητή τού ΚΚΕ), βασισμένος στην εμπειρία που είχε ο ίδιος (ο ΡΠ) ως φοιτητής του στο ΑΠΘ!..
      2.- Αμφισβητεί ότι το ΚΚΕ είχε τον σχεδόν απόλυτο έλεγχο του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ.
      3.- Επιμένει στον αποκλειστικά πατριωτικό-εθνικοαπελευθερωτικό χαρακτήρα του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ.
      4.- Αμφισβητεί ότι αν το ΚΚΕ επικρατούσε τελικά στα Δεκεμβριανά, θα επέβαλλε καθεστώς σοβιετικού / σταλινικού τύπου.
      5.- Αρνείται ότι η αμερικανική παρέμβαση (1947) λειτούργησε καταλυτικά στο να συγκαταλεχθεί η Ελλάδα μεταξύ τών χωρών όπου κυριαρχούν οι «φιλελεύθεροι θεσμοί» και οι «αστικές ελευθερίες».
      6.- Αμφισβητεί (την πασίδηλη πραγματικότητα) ότι τα σχολικά βιβλία (της ιστορίας) απηχούν την σχεδόν απόλυτη ιδεολογική κυριαρχία τής (κομμουνιστπογενούς) Αριστεράς.
      7.- Χαρακτηρίζει τους Καλύβα και Μαραντζίδη ως «αστούς ακαδημαϊκούς». Προφανώς, για τον κ. ΡΠ, καλοί ιστορικοί είναι μόνο οι κομμουνιστές ιστορικοί τύπου Μαργαρίτη.

      Μου αρέσει!

  6. Εχει πολυ δικαιο «ο Π. Παπαδόπουλος όταν λέει ότι «το κλειδί για τη σύγχρονη ελληνική περιπέτεια βρίσκεται καλά κρυμμένο στη δεκαετία του 1940».»

    Η βιβλιοκριτικη του ειναι πλεον κειμενο αναφορας. Με βοηθησε να τακτοποιησω τις μικρες μου γνωσεις για την κατοχη και τον εμφυλιο και να κατανοησω καλυτερα την πορεια της χωρας μας απο το 1947 εως σημερα.

    Τα βιωματα της ευρυτερης οικογενειας μου ηταν ηπια οπως τα προσελαβα απο τις διηγησεις αυτων που συμμετειχαν (ενας νεκρος θειος απο το παρακρατος του Ν.Ζερβα, οι περισσοτεροι θειοι μου στο ΕΑΜ, ενας συγγενης στο 5/42) .

    Ενα γεγονος που δεν τονιζεται -απο πολλους – ειναι η επαγγγελματικη και οικονομικη επιτυχια των αριστερων μετα το 1950 και ακομη περισσοτερο μετα το 1974.

    Μου αρέσει!

    1. Διορθωσις

      αντι : ενας νεκρος θειος απο το παρακρατος του Ν.Ζερβα

      το οθον ειναι : ενας νεκρος θειος απο δολοφονους που ειχαν παρεισφρεισει στις δυναμεις του Ν.Ζερβα, μισθωμενους απο το παρακρατος μαυραγοριτων και συνεργατων των Κατακτητων

      Μου αρέσει!

  7. Μαζί με τον «Κυριακάτικο Ριζοσπάστη» την Κυριακή 17 Ιούλη κυκλοφορεί η ειδική έκδοση με τίτλο «23+ Παθιασμένα ψέματα για τον ένοπλο λαϊκό αγώνα 1941 – 1949», απάντηση στην αντικομμουνιστική ιστορική διαστρέβλωση με αφορμή τα 70 χρόνια του ΔΣΕ.

    Συντάχθηκε από το Τμήμα Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ και εκδίδεται από τη «Σύγχρονη Εποχή»
    http://www.902.gr/eidisi/istoria/102728/23-pathiasmena-psemmata-gia-ton-enoplo-laiko-agona-1941-1949

    Μου αρέσει!

  8. «Η αβάσταχτη ελαφρότητα του ιστορικού αναθεωρητισμού» – Πολυμέρης Βόγλης

    τελικο συμπερασμα του βογλη υπαρχει ηγεμονια του φιλελευθερου χωρου στο χωρο του βιβλιου

    μπορειτε να δειτε και τα βιντεο με τις ομιλιες του σκαλιδακη και του κωστοπουλου

    Μου αρέσει!

  9. Κατ’ αρχάς ευχαριστώ τον αγαπητό «Χειροβομβίδα» (GRENADE) για το βίντεο.

    Βρίσκω πολύ θετική τη στάση τού (μετριοπαθούς αριστερού) καθηγητή Π. Βόγλη (βίντεο) απέναντι στον (‘ορθόδοξο’ κομμουνιστή) καθηγητή Γ. Μαργαρίτη.
    Δουλειά (καθήκον) τού ιστορικού, λέει (και πολύ σωστά) ο Βόγλης, δεν είναι να λειτουργεί ως ‘απολογητής’ και ‘δικαιωτής’ κάποιων πρωταγωνιστών τού παρελθόντος, (όπως, δηλαδή, κάνει ο Μαργαρίτης για το ΚΚΕ).

    Ο Βόγλης αποφαίνεται ότι ο ιστορικός «μετα-αναθεωρητισμός» τών Καλύβα – Μαραντζίδη ΔΕΝ έχει κυριαρχήσει στην Ελλάδα και ούτε πρόκειται να κυριαρχήσει…
    Οι δυο τελευταίοι προβάλλονται (απαξιωτικά βεβαίως) ως «εκλεκτοί» τού συγκροτήματος Αλαφούζου και Ηρακλείς τού φιλελευθερισμού, του αντιαριστερισμού, και της σκληρής εθνικοφροσύνης…

    Ο Βόγλης διαπιστώνει πράγματι ότι, τα τελευταία χρόνια, στον χώρο τών εκδόσεων κυριαρχούν βιβλία (αναφέρεται στα ‘ευπώλητα’) που εκφράζουν κατά βάσιν φιλελεύθερες (και όχι φιλοαριστερές / φιλοκομμουνιστικές) θέσεις, και κλείνει (αποκαλυπτικότατα) με τον προβληματισμό του πώς (με ποιον τρόπο) αυτή η -προφανώς δυσάρεστη γι αυτόν- κατάσταση θα «ανατραπεί»

    Ο πολύ καλά διαβασμένος, (πλην προκλητικά και αφόρητα μονόπλευρος ως προς τις ερμηνείες του), Τ. Κωστόπουλος, (το βίντεο εδώ: https://youtu.be/lN4-61g1K3s), κινείται μέσα στο γνωστό -φανατικά αντιδεξιό- κλίμα τού αλήστου μνήμης (και διττώς ιώδους) «Ιού» του (ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ).
    Ο Κωστόπουλος κλείνει, (και αυτός), την ομιλία του καλώντας σε συστράτευση και αντεπίθεση για να μην ‘περάσει’ η σαφώς αντιαριστερή και φιλελεύθερη αφήγηση των Καλύβα και Μαραντζίδη, (την οποία ο ίδιος εντάσσει στο πλαίσιο μιας γενικότερης -οργανωμένης και μεθοδευμένης- αντιαριστερής επίθεσης)…
    Η έγνοια και η αγωνία του, (και αυτουνού), είναι να μην «μας» τρομοκρατήσουν, να μη «μας» κάμουν να το βουλώσουμε, να μη «μας» τσακίσουν (οι του κλίματος Καλύβα και Μαραντζίδη)…

    Διερωτώμαι τι θα έλεγαν οι τάχα μου αντικειμενικοί Βόγλης και Κωστόπουλος που κατακερανώνουν ανελέητα τους συγγραφείς τών «ΕΜΦΥΛΙΩΝ ΠΑΘΩΝ», (ο τελευταίος, μάλιστα, τα υποβιβάζει στο επίπεδο ‘κανονιστικού εγχειριδίου’ αντιαριστερισμού και φιλελευθερισμού), αν οι Καλύβας και Μαραντζίδης χρησιμοποιούσαν αντιστοίχως αυτό το «μας» κατά τον ίδιο τρόπο, υπερασπιζόμενοι δηλαδή ανοικτά την φιλελεύθερη και σαφώς αντιαριστερή παράταξη…

    Αυτό που ολοφάνερα καίει τους ομιλητές, είναι η συγκριτικά τεράστια εκδοτική επιτυχία τών «ΕΜΦΥΛΙΩΝ ΠΑΘΩΝ» (που πρέπει να έχουν ήδη ξεπεράσει τα 30.000 αντίτυπα).

    Επειδή τους βλέπω να ‘δυσκολεύονται’ πάρα πολύ να εξηγήσουν την εμπορική επιτυχία τής συγκεκριμένης έκδοσης, λέω να τους βοηθήσω λιγάκι:
    Οι επιζώντες τής τότε «νικήτριας» παράταξης, (της συντριπτικής δηλαδή πλειονότητας αλλά και πλειοψηφίας τού ελληνικού λαού), όπως και τα παιδιά και τα εγγόνια τους, ξέρουν πολύ καλά ποια είναι η αλήθεια για το τι έγινε στην Ελλάδα τη 10ετία του ’40.
    Όλοι αυτοί, λοιπόν, που είχαν επί πολλές δεκαετίες μπουχτίσει και αηδιάσει με τις προκλητικά φιλοκομμουνιστικές ηρωο-μαρτυρολογίες , βρήκαν στα «ΕΜΦΥΛΙΑ ΠΑΘΗ» ένα βιβλίο που άφηνε, επιτέλους, να ακουσθεί και η δική τους «αφήγηση».
    Τόσο απλά.

    Και κάτι τελευταίο: Το γεγονός ότι η αφήγηση των Καλύβα και Μαραντζίδη «δεν είναι και τόσο νέα», το γεγονός δηλαδή ότι συμπεριλαμβάνει πολλά στοιχεία από την παλαιά κλασική αντικομμουνιστική («δεξιά») αφήγηση, ΔΕΝ δημαίνει ότι η παλαιά αυτή αφήγηση είναι οπωσδήποτε και λαθεμένη στο σύνολό της.
    Για να μην τρελαθούμε και τελείως δηλαδή…

    @ Πάνος:
    Τελικά τα καταφέρατε με το φόντο. Μπράβο!
    Είναι πολύ καλύτερα τώρα, τουλάχιστο ως προς την ανάγνωση και τη γραφή (σχολιασμός).
    Μπράβο και στον αναγνώστη που σας

    Μου αρέσει!

  10. Δεν άλλαξε μόνο το φόντο, άλλαξε ολόκλητο το template. Αυτό εδώ δεν παίρνει το παραμικρό βάψιμο (στο φόντο) και (θα) είμαστε με την ασπρίλα μέχρι να προκύψει κάτι άλλο. Τουλάχιστον
    έχουμε τις ενότητες στην κορυφή της σελίδας, κάτι που βρίσκω εξαιρετικά χρηστικό. Από την άλλη δεν μπορώ να βάλω το σήμα του μπλογκ («τις δύο φίλες» του Μώραλη) διότι βγαίνει τεράστιο.

    Έτσι έχουν οι κανόνες του καπιταλισμού στα δωρεάν 😉

    Τουλάχιστον είναι πιο ξεκούραστο στην ανάγνωση – αυτό ήταν το βασικό πρόβλημα.

    Μου αρέσει!

  11. «Το γεγονός ότι η αφήγηση των Καλύβα και Μαραντζίδη «δεν είναι και τόσο νέα», το γεγονός δηλαδή ότι συμπεριλαμβάνει πολλά στοιχεία από την παλαιά κλασική αντικομμουνιστική («δεξιά») αφήγηση, ΔΕΝ δημαίνει ότι η παλαιά αυτή αφήγηση είναι οπωσδήποτε και λαθεμένη στο σύνολό της.»

    Και η δικη τους αφηγηση δεν ειναι τοσο νεα και πρωτοτυπη ουσιαστικα ταυτιζεται με τις επισημες θεσεις του ΚΚΕ της εποχης.
    Η σωστη περιοδολογηση για τη δεκαετια του 40 για τους αριστερους ιστορικους ειναι:
    κατοχη-αντισταση λευκη τρομοκρατια εμφυλιος με κεντρικο συνεκτικο στοιχειο την προσπαθεια του κκε να αποφυγει τη συγκρουση παση θυσια.
    Η αντισταση ηταν παλαικη με μπροσταρη το εαμ, οι ελαχιστοι που δεν συμμετειχαν σε αυτο ηταν ειτε προδοτες, δοσιλογοι, μαυραγοριτες ειτε ηταν πρακτορες των αγγλων που εργαζονταν για τα δικα τους συμφεροντα.
    Η λευκη τρομοκρατια ηταν η βασικη αιτια του εμφυλιου πολεμου, και η επιλογη της ενοπλης ρηξης εγινε γιατι το κκε ηθελε να πιεσει για ενα συμβιβασμο ή γιατι οπως εγραψε ο κωστοπουλος οι καταδιωκομενοι αριστεροι ανεβηκαν στο βουνο γιατι προτιμησαν απο την ατιμωση εναν εντιμο θανατο

    Οποιος διαφωνει με τα φιλειρηνικα σχεδια του κκε την περιοδο της απελευθερωσης ταυτιζεται κατα το σκαλιδακη με τον Ιρβινγκ και τους αλλους αρνητες του ολοκαυτωματος.

    «Βρίσκω πολύ θετική τη στάση τού (μετριοπαθούς αριστερού) καθηγητή Π. Βόγλη (βίντεο) απέναντι στον (‘ορθόδοξο’ κομμουνιστή) καθηγητή Γ. Μαργαρίτη.»

    Δε μιλησε εναντιον του Μαργαριτη γιατι το θεωρει στρατευμενο ιστορικο αλλα γιατι ειχε εκφραστει απαξιωτικα για την προφορικη ιστορια, την ερευνα σε τοπικο επιπεδο, δεν ξερω μηπως ειχε γραψει και αρνητικη κριτικη για το βιβλιο του Βογλη.

    «Ο Βόγλης διαπιστώνει πράγματι ότι, τα τελευταία χρόνια, στον χώρο τών εκδόσεων κυριαρχούν βιβλία (αναφέρεται στα ‘ευπώλητα’) που εκφράζουν κατά βάσιν φιλελεύθερες (και όχι φιλοαριστερές / φιλοκομμουνιστικές) θέσεις, και κλείνει (αποκαλυπτικότατα) με τον προβληματισμό του πώς (με ποιον τρόπο) αυτή η -προφανώς δυσάρεστη γι αυτόν- κατάσταση θα «ανατραπεί»

    Δεν ειπε αυτο ακριβως. Ειπε οτι κυριαρχουν οι φιλελευθερες θεσεις στο χωρο του βιβλιου και εφερε σαν παραδειγμα αυτης της κυριαρχιας την κυκλοφορια των περιοδικων athens review of books και Books’ Journal
    Στο δευτερο ηταν τακτικος συνεργατης ο Χανδρινος

    Σε καποιο σημειο αναφερει ο Σκαλιδακης οτι οι καλυβομαραντζιδιδες εχουν προσβαση στα καθεστωτικα μμε, εννοωντας την καθημερινη. Ο Βογλης ειναι συνεργατης του Βηματος. Στο Βημα εγραφε και ο Καλυβας και στα αρθρα του για τη σχεση εμφυλιου-αντιστασης απαντουσαν στα εντυπα του Δολ αριστεροι ιστορικοι και οχι μονο βλεπε Νικολακοπουλος Πανουργια Κρεμμυδας Καρποζηλος και φυσικα ο πανταχου παρων Μαργαριτης. Βεβαια δεν απαντουσαν ακριβως, στοχος τους ηταν να τον απαξιωσουν επιστημονικα και να τον ταυτισουν με την ακρα δεξια.

    Αναφερθηκε ο Κωστοπουλος στο δικτυο μελετης εμφυλιων πολεμων και τους κατηγορησε για μακαρθισμο γιατι ειχαν ζητησει να μη συζητανε για τα δεκεμβριανα του 2008. Ενταξει ο κλουζο Κωστοπουλος για μια ακομα φορα ανακαλυψε δαχτυλο της ακρας δεξιας.
    Τα συνεδρια που ειχε οργανωσει το δικτυο τουλαχιστον χαρακτηριζονταν απο πλουραλισμο και σε αυτα ακουγονταν ολες οι αποψεις. Καμια σχεση με το χαλι που επικρατει σε αυτα του ΑΣΚΙ ή του παντειου. Ακομα και στο ΑΠΘ που δεν ελεγχεται πληρως απο αριστερους στο συνεδριο που εγινε για τα δεκεμβριανα των 70-80% των ανακοινωσεων (τουλαχιστον οσων δημοσιευθηκαν στο βιβλιο που εκδοθηκε προσφατα) ηταν φιλοεαμικες. Στο προσφατο συνεδριο του Παντειου καποιος νεαρος τολμησε και ειπε κατι που δεν αρεσε σε αυτους που παρακολουθουσαν και του την επεσε το τμημα ιστοριας του κκε.

    τα βασικα ζητηματα που ανεδειξαν οι καλυβας μαραντζιδης και στα οποια προσπαθουν να απαντησουν, αποτυχημενα για μενα, οι αριστεροι ιστορικοι ειναι τρια:

    -Η αναδειξη της κοκκινης βιας την περιοδο της κατοχης.Τι ειδους αντισταση εκανε το εαμ-ελας οταν σκοτωσε πολλαπλασιους ελληνες απο γερμανους. Και γιατι το κκε ηθελε να μονοπωλησει την αντισταση.

    -Η προθεση του ΚΚΕ να καταλαβει την εξουσια μετα την απελευθερωση. Αυτο δε θα το παραδεχτει ποτε κανεις αριστερος γιατι αυτοματα θα παραδεχτει οτι η πολιτικη του κκε ηταν η βασικη αιτια για τον εμφυλιο πολεμο.

    – Τα κριτηρια ενταξης στα διαφορα πολιτικα στρατοπεδα διαφερουν αναλογα με την περιπτωση, δεν ειναι για ολους τα ιδια και οπως εχει υποστηριξει ο καλυβας η ιδεολογια στο μαζικο επιπεδο ειχε υπερτιμηθει.

    Το τελευταιο θεωρω οτι ειναι και αυτο που ενοχλει περισσοτερο τους αριστερους ιστορικους καθως αυτοι ως μαρξιστες θεωρουν οτι η αντισταση τοποθετησε στο κεντρο της κοινωνικης αντιπαλοτητας καθ εαυτο ταξικα χαρακτηριστικα και οτι ο αγωνας του δσε ηταν η κορυφαια εκδηλωση της ταξικης παλής στην Ελλαδα.

    Μου αρέσει!

  12. @GRENADE

    Γράφετε:
    «Δε μιλησε [ο Βόγλης] εναντιον του Μαργαριτη γιατι το θεωρει στρατευμενο ιστορικο αλλα γιατι ειχε εκφραστει απαξιωτικα για την προφορικη ιστορια, την ερευνα σε τοπικο επιπεδο, δεν ξερω μηπως ειχε γραψει και αρνητικη κριτικη για το βιβλιο του Βογλη.»

    Νομίζω ότι κάνετε 100% λάθος!
    Ο Βόγλης αποκαλεί ανοιχτά τον Μαργαρίτη «απολογητή» του ΚΚΕ (για τα της Κατοχής, του Εμφυλίου κτλ).
    Δείτε τι λέει στο βίντεο: 9;17-10:25, και τα ξαναλέμε.

    Γράφετε:
    «τα βασικα ζητηματα που ανεδειξαν οι καλυβας μαραντζιδης και στα οποια προσπαθουν να απαντησουν, αποτυχημενα για μενα, οι αριστεροι ιστορικοι ειναι τρια:
    -Η αναδειξη της κοκκινης βιας την περιοδο της κατοχης.Τι ειδους αντισταση εκανε το εαμ-ελας οταν σκοτωσε πολλαπλασιους ελληνες απο γερμανους. Και γιατι το κκε ηθελε να μονοπωλησει την αντισταση.
    -Η προθεση του ΚΚΕ να καταλαβει την εξουσια μετα την απελευθερωση. Αυτο δε θα το παραδεχτει ποτε κανεις αριστερος γιατι αυτοματα θα παραδεχτει οτι η πολιτικη του κκε ηταν η βασικη αιτια για τον εμφυλιο πολεμο.
    – Τα κριτηρια ενταξης στα διαφορα πολιτικα στρατοπεδα διαφερουν αναλογα με την περιπτωση, δεν ειναι για ολους τα ιδια και οπως εχει υποστηριξει ο καλυβας η ιδεολογια στο μαζικο επιπεδο ειχε υπερτιμηθει.»
    ……………………………………………………………………………………………………………
    Δεν ήταν μόνο η ανάδειξη (αυτοτελώς) της κόκκινης βίας τής Κατοχής.
    Ήταν και η ανάδειξη της κόκκινης βίας τής Κατοχής ως γενεσιουργού αιτίου τής γνωστής ως λευκής βίας που ακολούθησε μετά τη Βάρκιζα και η οποία (λευκή βία) έσπρωξε γερά προς την κατεύθυνση της τελικής σύγκρουσης, «διευκολύνοντας» -σε τελευταία ανάλυση- το ΚΚΕ να ξεκινήσει την ήδη σχεδιασμένη τελευταία του ένοπλη προσπάθεια για την κατάληψη της εξουσίας.

    Ως προς την πρόθεση του ΚΚΕ να καταλάβει μεταπολεμικά την εξουσία, θα διευκρίνιζα: Να καταλάβει την εξουσία έστω και διά των όπλων· αν δηλαδή αυτό δεν μπορούσε να εξασφαλισθεί μέσω άλλων («ειρηνικών» / «δημοκρατικών») διαδικασιών, υπό την απειλή τών όπλων του ΕΛΑΣ, βεβαίως…

    Θα προσέθετα ένα ακόμα καίριας σημασίας στοιχείο:
    Οι Καλύβας και Μαραντζίδης απέδειξαν ότι χωρίς την κεντρικά συντονισμένη βοήθεια και στήριξη των τότε σοσιαλιστικών χωρών, ο Εμφύλιος δεν θα γινόταν· αλλά κι αν ακόμα ξεσπούσε, θα διαρκούσε ελάχιστα και όχι όσο τελικά διήρκεσε.

    Μου αρέσει!

  13. Ειδα παλι το βιντεο. Ισως εχετε δικιο, ισως παλι μιλαει γενικα.

    Δεν ειναι ο Μαργαριτης ο μοναδικος ιστορικος, απολογητης του κκε.
    Παραδειγμα ο Σκαλιδακης που καθοταν διπλα στο Βογλη. Θεωρει τα δεκεμβριανα ως μια λαικη εξεγερση εναντια στον ιμπεριαλισμο, υπαρχει σχετικο αρθρο του στο δρομο της αριστερας:

    «Ο λαός όμως της Αθήνας δεν θα μπορούσε να παραδοθεί αμαχητί και έδωσε όλες τις δυνάμεις του για τον ΕΛΑΣ γράφοντας μια εποποιΐα αντίστασης για τριάντα τρεις ημέρες. Ο Δεκέμβρης ήταν μια λαϊκή εξέγερση ενάντια στην εξάρτηση και την υποδούλωση της χώρας στον ιμπεριαλισμό, που έδειχνε πως δεν πέθανε μαζί με τον φασισμό.»

    Θα μπορουσε να ειναι αποσπασμα απο αρθρο του Καραγιωργη στο ριζοσπαστη ή απο το βιβλιο του Ζευγου Η λαϊκή αντίσταση του Δεκέμβρη και το νεοελληνικό πρόβλημα

    Στην ομιλια του ο Κωστοπουλος αναφερθηκε στις επεμβασεις των βρετανων στις αποικιες τους το 1945 και τις συνδυασε με τα δεκεμβριανα. Κοιταξτε συμπτωση αυτο ακριβως ηταν το θεμα της ανακοινωσης του Μαργαριτη στο προσφατο συνεδριο του παντειου, αποσπασμα της οποιας και δημοσιευσε ο Βογλης στο βημα.

    Ο Σκαλιδακης αναφερθηκε στο γερμανο ιστορικο Ριχτερ και τον κατεταξε στους αναθεωρητες. Ο Ριχτερ μεχρι προσφατα ηταν απο αγαπημενους ιστορικους των ελληνων αριστερων, μπορειτε να βρειτε θετικη κριτικη του Σκαλιδακη στο ιστιολογιο του για προσφατο εργο του. Βεβαια βλακειες εγραφε στο κλασικο του εργο Δύο Επαναστάσεις Και Αντεπαναστάσεις Στην Ελλάδα, αγαπημενο αναγνωσμα των ελληνων αριστερων την περιοδο της μεταπολιτευσης, βλακειες εγραψε και για τη μαχη της κρητης, απλα στο πρωτο οι βλακειες ηταν φιλοεαμικες.

    «Οι Καλύβας και Μαραντζίδης απέδειξαν ότι χωρίς την κεντρικά συντονισμένη βοήθεια και στήριξη των τότε σοσιαλιστικών χωρών, ο Εμφύλιος δεν θα γινόταν· αλλά κι αν ακόμα ξεσπούσε, θα διαρκούσε ελάχιστα και όχι όσο τελικά διήρκεσε»

    και αυτη η θεση δεν ειναι τοσο νεα και πρωτοτυπη. Ειναι ακριβως η θεση
    της ελληνικης κυβερνησης της περιοδου του εμφυλιου βλεπε διαβηματα στον οηε κτλπ.
    Συμφωνω φυσικα μαζι σας. Ισως δεν χρειαζοταν αποδειξη για την πληρη εξαρτηση του δσε απο αδελφα κομματα κρατη κτλπ αρκει η γεωγραφια του πολεμου. Οι φονικοτερες μαχες εγιναν για τον ελεγχο των βουνων στα ελληνοαλβανικα και ελληνογιουγκοσλαβικα συνορα

    Μου αρέσει!

  14. @ GRENADE

    «Ειδα παλι το βιντεο. Ισως εχετε δικιο, ισως παλι μιλαει γενικα».

    Μα γιατί επιμένετε, αγαπητέ;

    Είναι σαφέστατο ότι ο άνθρωπος δεν μιλάει καθόλου γενικά.
    Μιλάει ξεκάθαρα σε απλά Ελληνικά που ξέρουμε όλοι.
    Και αποκαλεί ευθέως τον Μαργαρίτη απολογητή τού ΚΚΕ για τα της Κατοχής και την συνέχεια. (βίντεο 9:17-10:25).
    Ο «Σημειωσάρχης» μας, (κατά το «Καλυβάρχης»), τι λέει επ’ αυτού;

    Ως προς το ζήτημα της έξωθεν βοήθειας και στήριξης του ΔΣΕ:
    Τότε υπήρχαν κατά κύριο λόγο βάσιμες υπόνοιες και βάσιμες ενδείξεις. Ατράνταχτες αποδείξεις σαν κι αυτές που διαθέτουμε σήμερα, δεν υπήρχαν.
    Δεν υπήρχαν π.χ. τα ντοκουμέντα (έγγραφα) που έχει φέρει στο φως κυρίως ο Μαραντζίδης* (αλλά και παλιότερα οι Φ. Ηλιού, Κόντης, Σφέτας, Ι. Παπαθανασίου και άλλοι), που αποδεικνύουν τι, από πού, πώς, με τίνος τον κεντρικό συντονισμό κ.τ.λ.

    (*) Ν. Μαραντζίδης – Κ.Τσίβος, «Ο ελληνικός εμφύλιος και το διεθνές κομμουνιστικό σύστημα», εκδ. Αλεξάνδρεια 2012.

    Μου αρέσει!

  15. οκ δεν επιμενω
    παραληψη του κωστοπουλου ξεχασε να αναφερει οτι ο μαυρογορδατος ηταν καθηγητης και μεντορας του καλυβα πως του διεφυγε

    http://ejournals.epublishing.ekt.gr/index.php/sas/article/view/915/938
    Η συγκριτική μελέτη των εμφυλίων πολέμων

    Χάρης Γ. Μυλωνάς

    Περίληψη

    Το ερευνητικό ενδιαφέρον που παρουσιάστηκε οτον χώρο της πολιτικής επιστήμης στα τέλη της δεκαετίας του 1990 και που επικεντρώνεται στον εντοπισμό των αιτίων έναρξης των εμφυλίων πολέμων, δεν φαίνεται να έχει επηρεάσει την ελληνική ερευνητική κοινότητα. Η τελευταία δέίχνεΐ νά αγνοεί τόσο τα πορίσματα, όσο και τις αδυναμίες της διέθνούς βιβλιογραφίας. Ταυτόχρονα, οι ερευνητικές στρατηγικές που ακολουθούνται στον διεθνή χώρο δεν έχουν εμπεδωθέί. Πολλές ενδιαφέρουσες μελέτες που δημοσιεύονται στην Ελλάδα από· ιστορικούς, ανθρωπολόγους, αλλά και·πολιτικούς επιστήμονες, και αφορούν διάφορες πτηχές του/,εμφυλίοη, θα, κέρδιζαν πολλά από έναν γόνιμα.διάλογο με αναλύσεις άλλφν εμφυλίων πολέμων αλλά κρι από ,τηγ ένταξη των πορισμάτων τους σε ένα συγκριτικό θεφρητικό πλαίσιο, κατανόησης και ερμηνείας του γενικότερου, φαινομένου. Το άρθρο αυτό πραγματεύεται τα εννοιολογικά προβλήματα που εμπλέκονται στην προσπάθεια των ερευνητών να ορίσουν με ακρίβεια την εξαρτημένη μεταβλητή τους, αλλά και τα νέα πεδία έρευνας και μελέτης πού ανοίγει ή εννόιόλΰγική αναοριοθέτηόη του φαινομένου. Στρέφετάι ένάντιά στήν άγονη αντιπαράθεση μεταξύ της πολιτικής επιστήμης και τής κλασικής ιστοριογραφικής προσέγγισης και επισημαίνει την ιδιαιτερότητα της συγκριτικής προσέγγισης ως μεθοδολογικό εργαλείο υπογραμμίζοντας τους τρόπους με τους οποίους μπορεί να συνδράμει στον εμπειρικό έλεγχο διαψεύσιμωγ υποθέσεων εργασίας.. Τέλος, παρουσιάζει τα σημαντικότερα πορίσματα των μακρο- και μικρό- αναλύσεωγ. που αφορούν στο φαινόμενο του εμφυλίου πολέμου γεφυρώνοντας τις δύο προσεγγίσεις και αναδεικνύοντας τη συμπληρωματικότητά τους.

    στον ιδιο τομο μπορειτε να βρειτε αλλα 4 αρθρα για κατοχη εμφυλιο οκ του καλυβα ειναι γνωστο ισως εχει ενδιαφερον το αρθρο του Αντωνιου επισης περιεργο που δεν μιλησε για αυτον ο κωστοπουλος ενω αναφερθηκε σε καλλιανιωτη, καλογρια και πετρο μακρη σταικο Για τον τελευταιο μαθαμε οτι ηταν μελος της ηγετικης ομαδας της οννεδ το 1976

    Το άρθρο μελετά το ζήτημα της κινητοποίησης των πληθυσμών στην περίοδο της κατοχής. Εξετάζει κριτικά τις ευρέως διαδεδομένες απόψεις σε σχέση με τους λόγους και τα κίνητρα συμμετοχής στην αντιστασιακή οργάνωση ΕΑΜ/ΕΛΑΣ. Βασισμένο σε ποικίλες πηγές (εκλογικά αποτελέσματα, συνεντεύξεις, απομνημονεύματα) επιχειρεί να ερμηνεύσει την υψηλή συμμετοχή στην αντίσταση, αναφερόμενο στην περιοχή του Βοΐου, στη Δ.Μακεδονία. Το άρθρο επανεξετάζει την υπόθεση ότι ο μεσοπολεμικός κομμουνισμός συνετέ- λεσε στην ευρεία διάδοση της αντίστασης και ότι η ιδεολογία ήταν ο μόνος παράγοντας κινητοποίησης των τοπικών πληθυσμών υπό την αντίσταση.

    Μου αρέσει!

  16. Μερικες παρατηρησεις ακομα σορι για τα πολλα σχολια αλλα μου ερχονται ενα ενα

    Ο Κωστοπουλος εμφανιζει τους Αποστολατο (αρθρογραφο της εστιας), Μακρη-Σταικο ως πρωτοπορους του δεξιου αναθεωρητισμου. Στην παρουσιαση του βιβλιου του Μουμτζη στη Θεσ (μπορειτε να δειτε το βιντεο στο youtube) ηταν παρων ο καθηγητης του απθ Ι Στεφανιδης το αρθρο του Η »ερυθρά συμπρωτεύουσα.» Η κυριαρχία του Ε.Α.Μ. στη Θεσσαλονίκη, Οκτώβριος 1944 – Ιανουάριος 1945 στο συλ. εργο Μακεδονία-Θράκη 1941-1944 αναφερθηκε απο τους ομιλητες ως το πρωτο που τολμησε να ερθει σε αντιθεση με την αριστερη ιστοριογραφια. Ο Στεφανιδης μονο δεξιος δεν μπορει ν χαρακτηριστει
    Παλι καλα που δεν επανελαβε τα γελοια υπονοουμενα που αφηνε στην αρθρογραφια των Ιων περι σχεσεων Καλυβα με τη cia (αυτη η cia αλλη δουλεια δεν ειχε απο το να ασχολειται με την ιστορια του ελληνικου εμφυλιου) ή τις κατηγοριες περι λογοκρισιας της εκθεσης Γουαλας.

    Ο Καλυβας εγινε γνωστος στην Ελλαδα οταν εμφανιστηκε το 2002 στο Δ΄ Διεθνές Συνέδριο Ιστορίας που ειχε σαν θεμα την Ιστοριογραφία της νεότερης και σύγχρονης Ελλάδας, 1833-2002
    Μετα την ομιλια του ακολουθησε ο κακος χαμος, θυελλα διαμαρτυριων με πρωτοπορο το Μαρωνιτη που ζητουσε να μαθει ποια συμφεροντα εξυπηρετει κτλπ κτλπ (συμφωνα με τον ιδιο τον Κ στην παρουσιαση του βιβλιου στο βιβλιοπωλειο Πλειαδες)

    Η θεση του οτι η ενταξη στα ταγματα ασφαλειας ειχε σαν βασικο κινητρο τον αντικομμουνισμο και λειτουργησε ως απαντηση στη βια που ασκηθηκε απο το εαμ/ελας δεν ειναι και αυτη τοσο καινουργια και πρωτοτυπη. Αυτο υποστηριζαν οι ιδιοι οι ταγματασφαλιτες (οκ αυτοι θα ηθελαν να δικαιολογησουν τη συνεργασια τους με τα στρατευματα κατοχης) αλλα αυτο υποστηριζαν οι Αγγλοι βλεπε εκθεσεις της βρετανικης στρατιωτικης αποστολης στην Ελλαδα και οι πολιτικοι του Καιρου βλεπε υπομνημα Γ Παπανδρεου, ομιλια Κανελλοπουλου στο συνεδριο του λιβανου.
    Παντα κατα τον Καλυβα δεν ηταν το μοναδικο κινητρο σημαντικο ρολο επαιζε η γεωγραφια και η πιεση απο του Γερμανους.
    μια σημειωση απο το αρθρο του Αντωνιου:

    Το παράδειγμα των τουρκοφώνων χωριών της Κοζάνης είναι εξίσου χαρακτηριστικό. Ευρισκόμενα κοντά στην γερμανοκρατούμενη Κοζάνη, όλα εκτός ενός εξοπλίστηκαν από τους Γερμανούς εναντίον των ανταρτών.Το μόνο που δεν εξοπλίστηκε βρισκόταν εντόςτων ορίων ελέγχου του ΕΛΑΣ (Κολιόπουλος1995:74-75)

    Μου αρέσει!

  17. Μια και αναφέρεσαι στις πρώτες εμφανίσεις του Καλύβα, στην καλύβα (τη δική μου) πριν κάμποσα χρόνια ένας αριστερός μαθηματικός και ένας «δεξιός» ειδικευμένος στη στατιστική (και συγγραφέας βιβλίων για τον Εμφύλιο) έκαναν εξοντωτική κριτική στη στατιστική μέθοδο που χρησιμοποίησε ο Καλύβας. Το συμπέρασμα και των δύο ήταν ότι πρόκειται για στατιαστικά σκουπίδια. Δεν είμαι μαθηματικός κι έτσι δεν μπήκα στον πειρασμό να μεταφέρω εκείνη της συζήτηση στις σημειώσεις, ως ξεχωριστή ανάρτηση. Αν θυμάμαι καλά βρίσκεται στο ποστ για τον Μελιγαλά – αλλά μπορεί να είναι κι αλλού.

    Πέραν της στατιστικής, ο Καλύβας (όπως και ο Μαραντζίδης) είναι περισσότερο αποτέλεσμα της ανάγκης να υπάρξει επιτέλους κάτι στον «φιλελεύθερο» χώρο που να μην είναι της πλάκας (μετά το Ζαούση και τον Αβέρωφ και άλλους «παλαιούς» ελάχιστοι έχουν πετύχει κάτι παραπάνω από το πολύ μέτριο, ειδικά οι σύγχρονοι) παρά ερευνητές – συγγραφείς που το έργο τους δημιουργεί τομή. Καμιά σχέση με τον Μαζάουερ, για παράδειγμα ή τον Φλάισερ. Απολύτως υπερεκτιμημένοι… επειδή δεν υπάρχουν καλύτεροι στον «φιλελεύθερο» χώρο.

    Το αποτέλεσμα είναι ότι το «μπαμ» που έκαναν στην αρχή ΔΕΝ είχε συνέχεια και ουασιαστικά έχει ξεπεραστεί – ξεχαστεί. Χωρίς αυτό να έχει την παραμικρή σχέση με τις πωλήσεις βιβλίων.

    Μη ξεχνάμε ποτέ ότι η ενασχόληση με τον Εμφύλιο είναι δυνατό χαρτί, αν παιχτεί σωστά, για πολύ κόσμο, πέρα από τους ίδιους τους συγγραφείς.

    Μου αρέσει!

  18. @ ΠΑΝΟΣ
    «Μια και αναφέρεσαι στις πρώτες εμφανίσεις του Καλύβα, στην καλύβα (τη δική μου) πριν κάμποσα χρόνια ένας αριστερός μαθηματικός και ένας «δεξιός» ειδικευμένος στη στατιστική (και συγγραφέας βιβλίων για τον Εμφύλιο) έκαναν εξοντωτική κριτική στη στατιστική μέθοδο που χρησιμοποίησε ο Καλύβας. Το συμπέρασμα και των δύο ήταν ότι πρόκειται για στατιαστικά σκουπίδια.»

    Μόνο που ο πανταχόθεν ανηλεώς λιθοβολούμενος Καλύβας, δεν είχε τότε την ευκαιρία να απαντήσει στην «κριτική» εκείνη. Για να βοηθηθούμε κάπως και εμείς οι υπόλοιποι, οι αδαείς, ποιος μπορεί να είχε δίκιο…

    Εν πάση περιπτώσει, το μείζον που προσέφεραν οι Καλύβας και Μαραντζίδης δεν έχει καμία απολύτως σχέση με τις (σωστές ή όχι) στατιστικές (τους).
    Το μείζον είναι άλλο:
    Είναι, (επαναλαμβάνω), η ανάδειξη της ασύλληπτης και φρικώδους κόκκινης βίας τής Κατοχής ως γενεσιουργού αιτίου τής γνωστής ως λευκής βίας που ακολούθησε μετά τη Βάρκιζα, και η οποία (λευκή βία) έσπρωξε γερά προς την κατεύθυνση της τελικής σύγκρουσης, «διευκολύνοντας» -σε τελευταία ανάλυση- το ΚΚΕ να ξεκινήσει την ήδη σχεδιασμένη τελευταία του ένοπλη προσπάθεια για την κατάληψη της εξουσίας.
    Γιατί το κυρίαρχο τότε φιλοκομμουνιστικό ιερατείο είχε σχεδόν πείσει τον ελληνικό λαό ότι, μετά τη Βάρκιζα, οι «ταγματαλήτες» και γενικότερα οι «φασίστες», περίπου τρελάθηκαν και άρχισαν να βασανίζουν, να σκοτώνουν, να φυλακίζουν, να εκτελούν να εξορίζουν στα ξερονήσια, «ήρωες» της αντίστασης, που το μόνο κακό που είχαν κάμει ήταν η άδολη και πατριωτική αντίσταση στον βάρβαρο κατακτητή και στους ντόπιους συνεργάτες του…
    Είναι η (επαρκής κατά τη γνώμη μου) τεκμηρίωση της θέσης ότι το ΚΚΕ είχε την πρόθεση να καταλάβει μεταπολεμικά την εξουσία έστω και διά των όπλων· αν δηλαδή αυτό δεν μπορούσε να εξασφαλισθεί μέσω άλλων («ειρηνικών» / «δημοκρατικών») διαδικασιών, υπό την απειλή τών όπλων του ΕΛΑΣ, βεβαίως…

    Είναι η (επαρκής κατά τη γνώμη μου) τεκμηρίωση της θέσης ότι χωρίς την κεντρικά συντονισμένη βοήθεια και στήριξη των τότε σοσιαλιστικών χωρών, ο Εμφύλιος δεν θα γινόταν· αλλά κι αν ακόμα ξεσπούσε, θα διαρκούσε ελάχιστα και όχι όσο τελικά διήρκεσε.

    Πάνω απ’ όλα, είναι το «σπάσιμο» και το «ξεπέρασμα» της στυγνής ιδεολογικής (και όχι μόνο…) τρομοκρατίας τής (κατά Ι. Κολιόπουλο) κρατικοδίαιτης αριστερότροπης Cabal*, που έπαιρνε με τις πέτρες όποιον (σαν τον Καλύβα ή τον Μαραντζίδη) τολμούσε να πει οτιδήποτε δεν ήταν αποδεκτό από το ιερατείο τής φιλοκομμουνιστικής Αριστεράς.

    Η «παράγκα» τής Cabal αυτής, τρίζει. Για να μην πω γέρνει ήδη παρήγορα. Και, πάντα κατά τη γνώμη μου, σε πολύ μεγάλο βαθμό, αυτό είναι άθλος τών Κ&Μ.

    Γράφετε:
    #Το αποτέλεσμα είναι ότι το «μπαμ» που έκαναν στην αρχή ΔΕΝ είχε συνέχεια και ουασιαστικά έχει ξεπεραστεί – ξεχαστεί. Χωρίς αυτό να έχει την παραμικρή σχέση με τις πωλήσεις βιβλίων.#
    Εδώ νομίζω ότι υπάρχει αντίφαση.
    Είναι ακριβώς οι πωλήσεις τών βιβλίων, (τα «ΕΜΦΥΛΙΑ ΠΑΘΗ» έχουν ξεπεράσει τις 30.000 αντίτυπα), που δείχνουν ότι οι Κ&Μ δεν έχουν ούτε ξεχαστεί ούτε ξεπεραστεί. Άποψή μου, φυσικά.
    Και μην ξεχνάτε ότι οι άνθρωποι αυτοί, (ιδίως ο Μαραντζίδης), απέχουν πάρα πολύ από το να έχουν πει τον τελευταίο τους λόγο ως ιστορικοί.
    «Παρεμπιφτού», (που έλεγε κάποιος παλιός), έχετε διαβάσει το βιβλίο τών Μαραντζίδη-Τσίβου «Ο ελληνικός εμφύλιος και το διεθνές κομμουνιστικό σύστημα»; (εκδ. Αλεξάνδρεια, 2012).

    Αν, αγαπητέ Πάνο, «βιβλίο-τομή», βιβλίο που θα ξεπερνά την «αβάσταχτη ελαφρότητα» και «μετριότητα» των Κ&Μ, πρόκειται να είναι ένα βιβλίο όπου η «φιλελεύθερη» πλευρά θα υιοθετεί έστω και μέρος τής (εκτός πάσης ιστορικής πραγματικότητος) φιλοκομμουνιστικής αφήγησης (ακριβέστερα μυθολογίας) που μας έχει πνίξει, αυτό το βιβλίο δεν πρόκειται να γραφτεί ποτέ.

    (Αφήνοντας επέξω τον Ζαούση, τον Αβέρωφ και άλλους «παλαιούς», όπως λέτε), «αβάσταχτα μέτριοι» (επαναλαμβάνω) οι Κολιόπουλος, Ιατρίδης, Σφέτας, Κόντης, Αντωνίου, Δορδανάς, Χατζηβασιλείου, Μιχαηλίδης, Καλογριάς, Τσέκου, Χατζηαναστασίου, Μακρής-Στάικος, Καλλιανιώτης (αυτός, ντε, που ο μέγας κριτής τής οικουμένης Τ. Κωστόπουλος, έσπευσε να του βάλει [δες το σχετικό βίντεο με την ομιλία τού τελευταίου] την «Ιώδους» (ή μάλλον ΟΠΛΑτζίδικης) χροιάς δολοφονική ταμπέλα τού «επίσημου ομιλητή» στα μνημόσυνα των ταγματασφαλιτών).
    Καμία σχέση με τους Μαζάουερ και Φλάισερ δηλαδή…

    (*) Μηχανορραφία, σκευωρία, συνωμοσία, συντεχνία πνεύματος.

    Μου αρέσει!

  19. αν θυμαμαι καλα ο δεξιος ιστορικος ειχε χαρακτηρισει σκουπιδια τα στοιχεια του καλυβα για τον αριθμο θυματων της κοκκινης βιας στο νομο μεσσηνιας, το θεωρουσε πολυ χαμηλο . Δεν ξερω. Ο καλυβας παντως δεν ειχε κανει δικη του ερευνα ειχε χρησιμοποιησει σαν πηγη το βιβλιο του αντωνοπουλου κατι για το οποιο τον κατηγορουν οι αριστεροι καθοτι ο αντωνοπουλος ηταν νομαρχης της ερε και νομιζω γιος ταγματασφαλιτη ή κατι τετοιο.

    Ενταξει τους θεωρεις υπερτιμημενους γιατι διαφωνεις με τα συμπερασματα τους.
    Οπως εγραψα θεωρω το βιβλιο του μαραντζιδη για το δσε μετριο αλλα οχι για τους δικους σου λογους. Το βιβλιο που ανεφερε ο σαθ πιο πανω το θεωρω αρπακτη. Το γιασασιν μιλιετ και οι αλλοι καπετανιοι (συλλογικο αυτο) αρκετα καλα
    Τα εμφυλια παθη ειναι εξαιρετικη επιλογη για καποιον που θα θελει να ασχοληθει για πρωτη φορα με τον εμφυλιο. Τα κεφαλαια για την περιοδο της κατοχης και δεκεμβριανων ειναι για μενα αρκετα καλογραμμενα, τα κεφαλαια για τον τριτο γυρο ισως χρειαζονταν μεγαλυτερη αναλυση. Ενταξει δεν ειναι και αποκλειστικη τους ενασχοληση ο εμφυλιος ειδικα για τον καλυβα. Δεν ειναι και ιστορικοι αλλα πολιτικοι επιστημονες.

    Μια και ανεφερες τον μαζαουερ ο παπαστρατης σε προσφατο σεμιναριο του ασκι τον κατεταξε και αυτον στους αναθεωρητες μαζι με τον βρεταννο ιστορικο κλογκ και φυσικα τους καλυβομαραντζιδιδες.
    Το στεμμα και σβαστικα του φλαισερ ειναι απο τα κορυφαια βιβλια της περιοδου αν και γενικα τον βρισκω υπερβολικα προκατειλειμμενο υπερ του ελας.

    Οι αβερωφ, ζαουσης δεν ειναι ακαδημαικοι ιστορικοι αλλα ερασιτεχνες ερευνητες. Κορυφαιο βιβλιο που εχω διαβασει για την περιοδο της κατοχης (οκ ισως δεν εχω διαβασει και πολλα) ειναι γραμμενο απο εναν αλλο ερασιτεχνη τον πετρο μακρη σταικο. ο αγγλος προξενος. Θα μπορουσε να ληφθει και ως απαντηση στο στεμμα και σβαστικα ειδικα για τις σχεσεις βρετανων αντιστασιακου κινηματος. Βεβαια ο μ-σ δεν ειναι απλως δεξιος αλλα και φιλοβασιλικος και αυτο ισως ξενισει πολλους.

    Τι εννοεις ειναι δυνατο χαρτι; εγω συμφωνω απολυτα με κατι που εχει γραψει ο μακρης σταικος στα νεα:

    Όσο η Αριστερά χρησιμοποιεί την Κατοχή ως πολιτικό όπλο, ως μέσο ιδεολογικοπολιτικής επιβίωσης και επικράτησής της, θα αγωνίζεται να την κρατήσει στη σφαίρα του Μύθου, με αποτέλεσμα κάθε αντίθετη φωνή να αντιμετωπίζεται με ύβρεις και απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς.

    και κατι ασχετο μια και εισαι φιλος με τον χανδρινο στο φβ τον ρωτας αν υπαρχει περιπτωση να μεταδοθει το ντοκιμαντερ του τζανετακου για την οπλα; ειχε προγραμματιστει για την ημερα που εκλεισε η ερτ. βασικα ηταν ο μοναδικος λογους για τον οποιο ειχα στεναχωρηθει για το μαυρο στην ερτ.

    Μου αρέσει!

  20. και να συμπληρωσω (καλα δεν ειχα διαβασει το κειμενο του σαθ οταν εγραφα το παραπανω σχολιο)

    η χρησιμοτητα των καλυβα μαραντζιδη, περα των αποψεων μας περι της επιστημονικης του επαρκειας που οκ δεν νομιζω οτι ειμαστε και τα καταλληλοτερα προσωπα για να την κρινουμε, ειναι οτι εσπασαν το μονοπωλιο των αριστερων στην ιστοριογραφια για τη δεκαετια του 40. ακομα και αστικες (υποτιθεται) εφημεριδες φιλοξενουσαν αφιερωματα για τον εμφυλιο γραμμενα απο τυπους σαν το μαργαριτη

    και δευτερο και κυριοτερο εσπασαν τον τσαμπουκα του αριστερου ακαδημαικου κατεστημενου που ειναι ετοιμο να κατεδαφισει τους μυθους (κατα αυτους) της εθνικης ιστοριογραφιας αλλα ενοχλειται οταν καποιος θιξει τους ηρωες του αγωνιστες του εαμ ελας

    Μου αρέσει!

  21. @ GRENADE

    Έχετε ιδέα πού μπορεί κανείς να δει (ή και να προμηθευτεί) αυτό «το ντοκιμαντέρ τού Τζανετάκου για την ΟΠΛΑ»; Πρέπει να έχει πολύ ενδιαφέρον. Γιατί ο Τζανετάκος δεν είναι Χανδρινός.

    Όπως ενδιαφέρον πρέπει να έχει και το ντοκιμαντέρ τής ΚΕ του ΚΚΕ για τα 70άχρονα του ΔΣΕ υπό τον τίτλο «Τι κι αν έπεσε ο Γράμμος, εμείς θα νικήσουμε».
    Πού και πώς, άραγε, μπορεί κανείς να το δει αυτό;
    Δεν το βρίσκω να κυκλοφορεί πουθενά στο διαδίκτυο!
    Λέτε να είναι μυστικό τού Κόμματος;

    Ελόγου μου θα ρωτούσα τον συγγραφέα τού βιβλίου «Το τιμωρό χέρι τού λαού. Η δράση τού ΕΛΑΣ και της ΟΠΛΑ…», και κάτι άλλο:

    «Το τελευταίο εν ζωή ‘πιστόλι’ τής ΟΠΛΑ Κοκκινιάς», στο[ν] οποίο είχε ο συγκεκριμένος συγγραφέας απευθυνθεί για σχετικές πληροφορίες, του είπε: «Βρες κάναν ΕΠΟΝίτη να σου μιλήσει παλικάρι μου· αυτά που έκανα εγώ δε λέγονται…»!!. (σελ. 32).

    Και διερωτάται ευλόγως ο κάθε καλόπιστος αναγνώστης: Αν αυτά που «έκανε» ο συγκεκριμένος αιμοσταγής εκτελεστής ήταν καθαρά, τίμια, λεβέντικα, πατριωτικά, γιατί άραγε «δε λέγονται» και πρέπει να μείνουν κρυφά, ακόμα και 70 χρόνια από τότε;
    Μα είναι απλό, υποθέτω μετά λόγου εγώ: «Δε λέγονται» διότι ήταν κατά πάσα πιθανότητα μαύρα, άτιμα, εγκληματικά, προδοτικά, αποτρόπαια. Διότι κατά πάσα πιθανότητα δεν αναφέρονται τόσο σε δίκαιες εκτελέσεις πραγματικών προδοτών, αλλά σε εκτελέσεις τάχα μου προδοτών και ‘αντιδραστικών’, (που δεν ήταν παρά διαλεχτοί αντικομμουνιστές πατριώτες ενεργεία ή και δυνάμει), σε εκδικητικές εκτελέσεις παντελώς αθώων συγγενών κάποιων (πιθανότατα ή και πράγματι) προδοτών, αλλά και σε εκτελέσεις πλείστων όσων ‘αιρετικών’ (πρώην ‘συντρόφων’) κομμουνιστών…

    ΥΓ
    Προκατειλημμένος υπέρ τού ΕΑΜ/ΕΛΑΣ δεν είναι μόνο ο Φλάισερ· είναι και ο Μαζάουερ.

    Μου αρέσει!

  22. δεν μπορει να το δει εκτος αν προβληθει απο την κρατικη τηλεοραση. συμμετειχε και ο χανδρινος για αυτο ρωτησα.

    «ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΠΕΡΙΦΡΟΥΡΗΣΗΣ ΛΑΪΚΟΥ ΑΓΩΝΑ (ΟΠΛΑ). ΤΙΜΩΡΕΙ Η ΕΚΔΙΚΕΙΤΑΙ;» (Τρίτη 7 Μαΐου, 21:00, ΕΤ1)
    Μετέχουν: Οι καθηγητές Στάθης Καλύβας και Νίκος Μαραντζίδης, ο υποψήφιος διδάκτωρ Ιστορίας Ιάσων Χανδρινός, ο ερευνητής Π. Μακρής- Στάικος, ο καπετάνιος του ΕΛΑΣ Αθήνας Στέλιος Ζαμάνος και ο ανιψιός του δολοφονηθέντος ευέλπιδος Ηλία Ρογκάκου, Στέλιος Ρογκάκος.

    καπου ειχε παρει το ματι μου οτι ειχε προβληθει σε εκδηλωση ενος γκρουπ του φβ

    Μου αρέσει!

  23. Πάνο θα εκφράσω μία διαφωνία σε σχέση με αυτά που λες για τον Καλύβα στο σχόλιό σου στις 10:37.

    Οι περισσότεροι στην Ελλάδα γνωρίζουν τον Καλύβα μέσα από διάφορα βιβλία που έχει εκδόσει στα ελληνικά ή από διάφορα άρθρα του στον τύπο όπου ασχολείται με τον Εμφύλιο. Ελάχιστοι στην Ελλάδα έχουν διαβάσει το βασικό του έργο, και το οποίο δυστυχώς παραμένει αμετάφραστο στα ελληνικά, το “The Logic of Violence in Civil War”. Στο βιβλίο αυτό μόλις σε ένα κεφάλαιο ασχολείται με την μελέτη του ελληνικού Εμφυλίου, είναι παρόλα αυτά ένα σημαντικό κεφάλιο στο βιβλίο γιατί το χρησιμοποιεί για την εμπειρική ενίσχυση της κεντρικής θέσης του βιβλίου, η οποία όμως δεν έχει να κάνει με τον ελληνικό Εμφύλιο αλλά με την βία των εμφύλιων συγκρούσεων γενικά. Ουσιαστικά, ο Καλύβας επιχειρεί να εξηγήσει κάποιες βασικές παραμέτρους της βίας που λαμβάνει χώρα κατά την διάρκεια μίας εμφύλιας σύγκρουσης – παράμετροι όπως η βαρβαρότητα της βίας μίας εμφύλιας σύγκρουσης, η γεωγραφική κατανομή της, η επιρροή που ασκεί πάνω στην συμπεριφορά όλων των εμπλεκόμενων – και οι οποίες παραβλέπονται από πολλές από τις θεωρίες που προσπαθούν να εξηγήσουν την εμφύλια βία (όχι στην Ελλάδα, γενικα). Επιπλέον, προκειμένου να στηρίξει την θέση του, επιχειρεί μία σύγκρισή της με αυτές τις άλλες θέσεις που επιχειρούν να εξηγήσουν την εμφύλια βία ή παραμέτρους αυτής, και έτσι, διαμέσου της σύγκρισης καταδεικνύει τα αδύναμα σημεία αυτών των εναλλακτικών θεωριών. Πρόκειται, με άλλα λόγια, για ένα βιβλίο πολύ διαφορετικό τόσο ως προς το περιεχόμενο οσο και ως προς τον τόνο σε σχέση με αυτά με τα οποία ασχολούνται διάφοροι στην Ελλάδα. Προσωπικά το βρίκω μία πρώτης ποιότητας δουλειά, πολύ καλό, ιδίως εαν κανείς θέλει να εντρυφήσει στην μελέτη του φαινομένου που ονομάζεται εμφύλιος πολεμος, και πιο συγκεμένα στην βία των εμφύλιων πολέμων.

    Εκεί που θα συμφωνήσω με κάποιους από τους επικριτές του δεν είναι τόσο η κριτική προς το περιεχόμενο των οσων λέει αλλά στην κριτική ως προς τον τόνο που χρησιμοποιεί στα βιβλία που γράφει, κατά κύριο λόγο, για το ελληνικό κοινό. Ενω στο βιβλίο που ανέφερα πιο πάνω ο τόνος του είναι πολύ πιο ουδέτερος – και πολύ πιο επιστημονικός, θα μπορούσε να πει κάποιος – στα δεύτερα ο τόνος του είναι αυτός ενός στρατευμένου κεντροδεξιού (εαν κάποιος δεν έχει διαβάσει το βιβλίο στο οποίο αναφέρομαι θα είναι αδύνατο να αντιληφθεί την διαφορά στον τόνο για την οποία κάνω λόγο). Μην παρεξηγηθώ, δεν είναι κακό ένας πολιτικός επιστήμονας να έχει τις πολιτικές του απόψεις, όποιες και αν είναι αυτές – δεξιές, αριστερές, κεντρώες. Το πρόβλημα ξεκινάει από την στιγμή που στο έργο του, μαζί με ότι άλλο λέει, κάνουν την εμφανισή τους, και αρκετά έντονα κιόλας, οι ιδεολογικο-πολιτικές του προτιμήσεις. Σε αυτή την περίπτωση δίνει την δυνατότητα σε οσους διαφωνούν με τα συμπεράσματά του, ακόμα και αν λέει τα πιο σωστά πράγματα του κόσμου, να ισχυριστούν ότι τα συμπεράσματά του δεν απαραίτητως απόρροια μίας λογικής και εμπειρικής διεργασίας αλλά απόρροια της γενικότερης ιδεολογικής οπτικής του (κάτι που οι ιδεολογικοί αντίπαλοι του Καλύβα ηδη το κάνουν), να ισχυριστούν με άλλα λόγια ότι αφήνεται να επηρεαστεί στην επιστημονική του κρίση από την ιδεολογική του τοποθέτηση και αρα δεν αντικειμενικός (ενω βέβαια μπορεί μία χαρά να ισχύει το αντίθετο, αυτοί να είναι που δεν είναι αντικειμενικοί).
    Επιπλέον, ένα ακόμα πρόβλημα αυτής της πολιτικά στρατευμένης στάσης είναι η δημιουργία της εντύπωσης, σε οσους δεν έχουν κάποια αποκρυσταλλωμένη θέση υπερ της μίας ή της άλλης μεριάς, ότι η πολιτικά στρατευμένη γραφή κάποιου είναι σημάδι έλλειψης αντικειμενικότητας από την μεριά του, και αρα τα όποια συμπεράσματά του θα τα βλέπουν με καχυποψία. Μία επίσης αρνητική εξέλιξη, γιατί σε αυτή την περίπτωση ο επιστήμονας που γίνεται έτσι αντιληπτός, ότι δηλαδή είναι πολιτικά στρατευμένος, ξεκινάει με μειονέκτημα στα μάτια των ουδέτερων, και έτσι καθίσταται δυσχερέστερη η διάδοση των απόψεων του (οι οποίες εν τέλει μπορεί να είναι πιο σωστές από αυτές των επικριτών του, όπως άλλωστε πιστεύω ότι συμβαίνει με τις απόψεις του καλύβα).

    Έτσι λοιπόν, ενω πολλά από τα συμπεράσματα του Καλύβα είναι σωστά, παρόλα αυτά ο τόνος του (σε σχέση πάντα με τα βιβλία και άρθρα του που απευθύνονται κατά κύριο λόγο σε ένα ελληνικό ακροατήριο) τον αδικεί. Ή μάλλον, πιο σωστά, αδικεί τα συμπεράσματά του και διευκολύνει τους ιδεολογικο-πολιτικούς αντιπάλους του να τον κατηγορούν ότι δεν γράφει “αντικειμενικά”, μία κατηγορία η οποία βέβαια αφορά τους ίδιους σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό.
    Εν τέλει, το κύριο αποτέλεσμα αυτού του στρατευμένου είδους γραφής που έχει κάποιος είναι ότι τελικά δυσχεραίνει σημαντικά την συζήτηση πάνω στα επίμαχα ζητήματα.

    Πάντως, και για να κάνω εδω ένα γενικότερο σχόλιο, τόσο ο Καλύβας οσο και ο Μαραντζίδης δεν μπορούν να καταταχτούν σε αυτούς που επιχειρούν να αναβιώσουν το αφήγημα της μετεμφυλιακής “εθνικοφροσύνης” γύρω από τον Εμφύλιο, όπως τους κατηγορούν πολλοί από τους επικριτές τους. Η δική τους αφήγηση διαφοροποιείται φυσικά σε μεγάλο βαθμό από αυτήν της Αριστεράς αλλά παρόλα αυτά έχει σημαντικές διαφορές και από αυτή των “εθνικοφρόνων” μετεμφυλιακά. Π.χ., και σε αντίθεση με πολλούς από τους τελευταίους, ο Καλύβας και ο Μαραντζίδης βρήκαν τα λόγια να καταδικάσουν εκτρώματα τύπου Μακρονήσου χωρίς “ναι μεν αλλά” (κάτι που για πολλούς από τους υπερσυντηρητικούς της Δεξιάς, ακόμα και σήμερα, 70 χρόνια μετά, είναι δυσκολότερο και από τους άθλους του Ηρακλή). Για να δανειστώ μία φράση του Μαραντζίδη, θα έλεγα πως η αφήγηση του Καλύβα και του Μαραντζίδη είναι αυτή του λέγομενου φιλελεύθερου αντικομμουνισμού σε αντίθεση με τον συντηρητικό (εως υπερσυντηρητικό, ιδίως παλιότερα) αντικομμουνισμό της μεταπολεμικής Δεξιάς. Με άλλα λόγια, εναντιώνονται μεν στον κομμουνισμό αλλά από διαφορετική βάση από αυτή των συντηρητικών. Και αυτό είναι κάτι που έχει γίνει αντιληπτό από κάποιους αριστερούς, οι οποίοι έχουν επιλέξει να χρησιμοποιούν όρους όπως “ακραίο Κέντρο” ή “αντικομμουνισμός του φιλελεύθερου χώρου” για να περιγράψουν την ιδεολογική οπτική της αφήγησης των Καλύβα-Μαραντζίδη για τον Εμφύλιο. Ακριβώς γιατί αντιλαμβάνονται ότι αν κανείς το ψάξει βαθύτερα θα διαπιστώσει ότι οι κατηγορίες εναντίον τους ότι είναι “ακροδεξιοί” δεν ευσταθούν. Και έχει γίνει επίσης αντιληπτό και από κάποιους συντηρητικούς ότι η αφήγηση των Κ-Μ δεν ακριβώς η ίδια με αυτή της μεταπολεμικής “εθνικοφροσύνης”, ότι διαφοροποιείται σε αρκετά σημεία από την τελευταία, και ως εκ τούτου ναι μεν τους υποστηρίζουν σε αντιπαραθέσεις με αριστερούς ιστορικούς αλλά παρόλα αυτά δεν τους νιώθουν δικούς τους (κάτι απόλυτα λογικό βέβαια, εφόσον οι συντηρητικοί και οι Κ-Μ εναντιώνονται μεν στον κομμουνισμό αλλά από διαφορετική βάση).

    Μου αρέσει!

  24. grenade:
    «Ενταξει τους θεωρεις υπερτιμημενους γιατι διαφωνεις με τα συμπερασματα τους»

    Πολύ πρόχειρο συμπέρασμα. Θεωρώ άλλους που διαφωνώ πολύ περισσότερο με τα συμπεράσματά τους πραγματικά αξιόλογους. Τα κριτήριά μου είναι τόσο ακαδημαϊκά (έχω κάνει κι εγώ έρευνα και δημοσιεύσεις, σε άλλο τομέα και νομίζω πως είμαι σε θέση να κατανοήσω σε βάθος και να αξιολογήσω ένα κείμενο) όσο και εκείνα του έμπειρου (βετεράνου) αναγνώστη. Δε θέλω να πω περισσότερα – το αποφεύγω επιμελώς (διότι, στην τελική, δεν μ΄ ενδιαφέρει να ασχολούμαι με τους Μ-Κ περισσότερο απ’ όσο είναι αναπόφευκτο) Για τον Στάικο – Μακρή να αναφέρω μόνο ότι δεν τον θεωρώ αξιόπιστο, σε βαθμό που αποφεύγω να αναδημοσιεύω δικά του κείμενα. Παρεμπιπτόντως, χθες αγόρασα το βιβλίο του Ζαούση «οι δύο όχθες». Ήθελα να δω τι γράφει ο γιατρός για την πλέον αμφιλεγόμενη (και ενδιαφέρουσα) περίοδο του Εμφυλίου, την περίοδο της Κατοχής.

    Όσο για τις παραγελλίες (να ρωτήσω αυτό ή το άλλο τον Χανδρινό) ευχαριστώ για την τιμή, αλλά όποιος θέλει έχει κάθε δυνατότητα να βρει τον Χανδρινό και να ρωτήσει ο ίδιος, χωρίς μεσάζοντες.

    (Επί τη ευκαιρία οι επαγγελματίες ιστορικοί που παρακολουθούν τις «σημειώσεις» σχηματίζουν άνετα πεντάδα για μπάσκετ. Αν βάλουμε και τους «ερασιτέχνες», όπως ο φίλος Μουμτζής, φτιάχνουμε εντεκάδα για ποδόσφαιρο. Ο grenade που θα έπαιζε, άραγε; ) 😉

    Μου αρέσει!

  25. «εγω συμφωνω απολυτα με κατι που εχει γραψει ο μακρης σταικος στα νεα:

    Όσο η Αριστερά χρησιμοποιεί την Κατοχή ως πολιτικό όπλο, ως μέσο ιδεολογικοπολιτικής επιβίωσης και επικράτησής της, θα αγωνίζεται να την κρατήσει στη σφαίρα του Μύθου, με αποτέλεσμα κάθε αντίθετη φωνή να αντιμετωπίζεται με ύβρεις και απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς.»

    Την άποψη του Στάϊκου την βρίσκω απόλυτα σωστή. Η σύγχρονη Αριστερά πατάει πάνω στην αντίσταση που πρόβαλε τότε στον κατακτητή, διαμέσου του ΕΑΜ, παραβλέποντας την ίδια στιγμή τις σκοτεινές σελίδες της δράσης του ΕΑΜ, ώστε να φιλοτεχνήσει τελικά μία αφήγηση από την οποία προσπαθεί να αντλήσει κάποια πολιτική νομιμοποίηση. Μία αφήγηση όμως η οποία είναι ψεύτικη – ακριβώς γιατί υποτιμά συστηματικά, και πολύ, την σκοτεινή πλευρά της δράσης του ΕΑΜ, όταν δεν παραβλέπει ολοκληρωτικά.

    Παρόλα αυτά, η πλέον σωστή οπτική είναι αυτή της ανγνώρισης και των δύο πλευρών της δράσης του ΕΑΜ. Καλώς, πολύ καλώς, έρχεται στην επιφάνεια, και έκει πρέπει να μείνει, η σκοτεινή, αρνητική πλευρά του ΕΑΜ. Από την άλλη όμως θα συνιστά παραποίηση ολκής της ιστορικής αλήθειας το να αποσιωπηθεί η θετική πλευρά του ΕΑΜ που επίσης είναι απολύτως υπαρκτή και πολύ σημαντική. Δηλαδή, για να το πω αλλιώς, οσο λάθος είναι αυτό που κάνουν οι αριστεροί, το να αποσιωπούν την αρνητική πλευρά του ΕΑΜ υπερτονίζοντας την θετική, άλλο τόσο λάθος είναι αυτό που φαίνεται να επιδιώκουν κάποιοι δεξιοί, υπερτονισμό της αρνητικής πλευράς του ΕΑΜ και σχεδόν πλήρης αποσιώπηση, στα όρια της εξαφάνισης, της θετικής. Και οι δύο συμπεριφορές εξυπηρετούν ιδεολογικές σκοπιμότες και ταυτόχρονα παραβιάζουν και την πιο στοιχειώδη έννοια ιστορικής αλήθειας.

    Μου αρέσει!

  26. Γιάννη (ΔΠ)

    τώρα είδα το πολύ ενδιαφέρον δικό σου σχόλιο.

    Δεν έχω διαβάσει το αμετάφραστο του Κ. αλλά σε διαβεβαιώνω ότι δέχομαι τη δική σου παρουσίαση: στην αλλοδαπή υπάρχει σοβαρή επιμέλεια έκδοσης, ιδίως αν ο συγγραφεάς προέρχεται από το Γέηλ και, υποχρεωτικά, εκδίδεται από σοβαρούς εκδοτικούς οίκους.

    Κάτι τέτοιο δεν ισχύει στην ημεδαπή, όπου η έννοια «εκδοτική επιμέλεια» είναι περίπου μαγική εικόνα. Το αποτέλεσμα είναι ότι ο Κ. προκύπτει απίστευτα (αδιανόητα!) αλαφρύς, βασιζόμενος αποκλειστικά στις δικές του δυνατότητες. Για τον Μ. τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα, έως τραγικά.

    Το βασικό πρόβλημα των Κ και Μ είναι όχι τόσο αυτά που γράφουν όσο αυτά που επιλέγουν να μην ασχοληθούν μαζί τους. Πχ ενώ θα βρεις εκατοντάδες σελίδες τους για την κόκκινη βία της κατοχής αμφιβάλλω αν υπάρχει έστω μία για την αντίστοιχη βία του ΕΔΕΣ ή άλλων μη εαμικών οργανώσεων. Αντικειμενικότητα δεν σημαίνει να μη φοράς παρωπίδες από το ένα μάτι και να φοράς απ’ το άλλο, αλλά να βλέπεις ελεύθερα κι απ’ τα δύο.

    Μου αρέσει!

  27. καλα δεν υπαρχουν και πολλα κειμενα του μακρη-σταικου. ενταξει δικο σου ειναι το μπλογκ προτιμας αναδημοσιευσεις σταλινικων. και γιατι τον θεωρεις ακριβως αναξιοπιστο;
    δεν ηταν παραγγελια ηταν παρακληση οκ επρεπε να γραψω σε παρακαλω πολυ. οκ δε θελεις δεν επιμενω δεν ηταν και τοσο σημαντικο απλα για καθαρα λογους περιεργειας

    εννοεις οτι ειμαι ιστορικος; μπα καμια σχεση

    προς Δυστροπη Πραγματικοτητα

    για δωσε ενα παραδειγμα στρατευμενου τονου στα γραπτα του Καλυβα

    μα τον κατηγορουν ως ακροδεξιο ακριβως για τα συμπερασματα του. παραδειγμα υπερτονιζουν την αποψη του για τα ταγματα ασφαλειας για να τον παρουσιασουν ταχα ως απολογητη τους και οτι εχει σαν στοχο της εξαγνιση των δοσιλογων

    Μου αρέσει!

  28. «για δωσε ενα παραδειγμα στρατευμενου τονου στα γραπτα του Καλυβα»

    Mα το έγραψα ηδη, αν δεν έχεις διαβάσει το πρώτο του βιβλίο δεν θα καταφέρεις να αντιληφθείς την διαφορά στον τόνο σε σχέση με τα γραπτά που απευθύνονται στο ελληνικό κοινό. Εαν το διαβάσεις θα την αντιληφθείς αμέσως (όπως την αντιληφθηκά και εγω και αρχικά αναρρωτιόμουν μήπως το βιβλίο δεν το είχε γράψει ο Καλύβας αλλά κάποιος άλλος 🙂 ).
    Και έγραψα επίσης, σε περίπτωση που σου διέφυγε, ότι θεωρώ πολύ πιο βάσιμα τα συμπεράσματα των Κ-Μ σε σχέση με αυτά των επικριτών τους.

    Επιπλέον, σίγουρα κάποιοι τον κατηγορούν ως ακροδεξιό, δεν είπα κάτι διαφορετικό. Πρόσεθεσα όμως ότι οι πιο έξυπνοι από τους επικριτές του, ακριβώς επειδή έχουν αντιληφθεί ότι η κατηγορία θα καταρρεύσει αμέσως αν κάνει κανείς τον κόπο και το ψάξει βαθύτερα το πράγμα (ούτε κατά διάνοια οι Κ-Μ δεν είναι απολογητές των ταγμάτων ασφαλείας, κάθε άλλο), πατάνε σε μία άλλη κατηγορία, ότι ο Καλύβας και ο Μαραντζίδης εκφράζουν το «ακραίο» Κέντρο – κωδικοποιημένος τρόπος για να πουν δηλαδή οι αριστεροί ότι οι Κ-Μ είναι οπαδοί του φιλελεύθερου αντικομμουνισμού σε αντίθεση με κάποιους άλλους που ο αντικομμουνισμός τους έχει συντηρητικές βάσεις.

    Μου αρέσει!

  29. οσα για τη βια του εδες, αναφερθηκε και σε αυτη ο πολυπραγμων κωστοπουλος που ολα τα σφαζει ολα τα μαχαιρωνει την μετρησε μαλιστα και εβγαλε το συμπερασμα οτι ο εδες σκοτωσε περισσοτερους απο τον ελας, ειναι ενα κλασμα μπροστα σε αυτη του κκε
    και των αλλων οργανωσεων ποιων οργανωσεων;
    ξεχασες να αναφερθεις και στο σχεδιο του εδες για καταληψη της αθηνας βεβαια ηταν λιγο δυσκολο να το εφαρμοσει απο την ηπειρο

    Μου αρέσει!

  30. «στην αλλοδαπή υπάρχει σοβαρή επιμέλεια έκδοσης, ιδίως αν ο συγγραφεάς προέρχεται από το Γέηλ και, υποχρεωτικά, εκδίδεται από σοβαρούς εκδοτικούς οίκους.»

    Πάνο δεν είναι μόνο η σοβαρή επιμέλεια της έκδοσης είναι και η έρευνα του Καλύβα που είναι σοβαρή. Και όπως είπα και στο προηγούμενο σχόλιο, το συγκεκριμένο βιβλίο του Καλύβα αποτελεί πρώτης ποιότητας ερευνητική εργασία. Είναι δε από τα βιβλία όπου μία μόνο ανάγνωση δεν αρκεί, παρουσιάζει τεράστιο θεωρητικό ενδιαφέρον, και πλέον δεν αναφέρομαι στον ελληνικό Εμφύλιο αλλά σε μία ευρύτερη γκάμα εμπειρικών και θεωρητικών θεμάτων που θίγει, θεμάτων ευρύτερων από αυτά που αφορούν το φαινόμενο που ονομάζεται εμφύλιος πόλεμος.

    Μου αρέσει!

  31. λες ε; μπορει να ειμαι ο μακρης σταικος και να εκνευριστηκα απο το χαρακτηρισμο σου
    τελος παντων εσυ μαλλον εκνευριστηκες απο την παραγγελια μου που δεν ηταν παραγγελια
    περι μακρη σταικου δεν ζητησε κανεις να δημοσιευσεις κειμενα του αλλωστε δεν υπαρχουν πολλα στο διαδικτυο ειχα βαλει την ανακοινωση του για το τηλεγραφημα του βελουχιωτη και την εβγαλες πλαστη οκ
    τον ανεφερα απλα γιατι θεωρω οτι εχει κανει εξαιρετικη δουλεια τρομερη ερευνα στα βρεταννικα κτλπ κτλπ καμια σχεση με το μουμτζη δηλαδη οκ αναφερω το μουμτζη για να μη θιξω αριστερους ιστορικους. οκ τελος η διαφημιση για το μ-σ

    προς Δυσ Πρ

    εχω διαβασει το κεφαλαιο που αφορα την ελλαδα δεν βρισκω καμια τρομερη διαφορα με τα κειμενα του στα ελληνικα τελοςπαντων δεν επιμενω οκ ισως δεν γνωριζω καλα αγγλικα

    Μου αρέσει!

  32. «τελος παντων εσυ μαλλον εκνευριστηκες απο την παραγγελια μου που δεν ηταν παραγγελια»

    Απλά δεν μου αρέσει αυτό το στυλάκι «είναι φίλος σου, για ρώτα τον λοιπόν…» Ακόμα περισσότερο όταν εκπορεύεται από έναν (άγνωστό μου) που γράφει με ψευδώνυμο και αφορά δυο επώνυμους (τον Χανδρινό κι εμένα)

    Ας το ξεχάσουμε, καλύτερα.

    Μου αρέσει!

  33. «εχω διαβασει το κεφαλαιο που αφορα την ελλαδα δεν βρισκω καμια τρομερη διαφορα με τα κειμενα του στα ελληνικα»

    Έχεις διαβάσει το συγκεκριμένο κεφάλαιο (το κεφάλαιο 9 για την ακρίβεια) ή μήπως πρόκειται για κάποια συντμημένη εκδοχή του? Ρωτάω γιατί και εγω παλιότερα, πριν διαβάσω το βιβλίο, είχα πετύχει στο διαδίκτυο μία συντμημένη εκδοχή της έρευνας που περιέχεται στο κεφ. 9, η οποία εκδοχή όμως έχει αρκετές διαφορές ύφους από το εν λόγω κεφάλαιο. Πάντως το συγκεκριμένο κεφάλαιο αν το παραθέσει κανείς ξεκομμένο από το υπόλοιπο βιβλίο, θα είναι μάλλον δύσκολο να καταλάβει κάποιος τι ακριβώς προσπαθεί να αποδείξει ο συγγραφέας, και αυτό γιατί είναι οργανικά συνδεδεμένο με τα προηγούμενα κεφάλαια.

    Μου αρέσει!

  34. εχει ανεβει το βιβλιο στο scribd
    θα μπορουσες ναδωσεις ενα παραδειγμα αλλωστε υπαρχουν ολα τα αρθρα του στο τυπο και οχι μονο ονλαιν
    πχ μια κοπελιτσα αποφοιτος του παντειου σε εκπομπη του ρ/σ στο κοκκινο ειπε οτι ειναι στρατευμενος γιατι σε αρθρο του στο βημα εγραψε οτι ειναι ευτυχημα για τη χωρα η ηττα του κκε στα δεκεμβριανα οτι ναναι δηλαδη

    τελος παντων χαιρετω προς το παρων καλο βραδυ

    Μου αρέσει!

  35. Ρε συ Grenade νομίζω πως ξεκαθάρισα την θέση μου, δεν διαφωνώ με το περιεχόμενο των οσων λέει ο Καλύβας εδω σε σχέση με τα δικά μας. Διαφωνώ με το ύφος, με τον τόνο, και είπα γιατί. Και ναι, το ύφος του στο «The Logic of Civil War violence» σε σχέση με τα γραπτά του που καταπιάνονται με τον Εμφύλιο και απευθύνονται σχεδόν αποκλειστικά σε ένα ελληνικό ακροατήριο έχει διαφορά, τι να κάνουμε τώρα? Ειλικρινά, δεν χάθηκε και ο κόσμος. Απλά αν δεν είχε αυτό το ύφος (και είχε ένα ύφος όπως αυτό στο TLoCWV) δεν θα μπορούσαν να χρησιμοποιούν οι άλλοι αυτό το ύφος του για να τον πλήξουν, και έτσι οι απόψεις του περί Εμφυλίου (τις οποίες, να το επαναλάβω, τις θεωρώ βάσιμες, πολύ πιο βάσιμες από αυτές των αριστερών ιστορικών) θα είχαν διαδοθεί σε ένα πολύ ευρύτερο ακροατήριο. Αυτό λέω εν τέλει.

    ΥΓ. Αφου υπάρχει το βιβλίο στο scribd κατέβασε το πριν γίνει καμία στραβή και το αποσύρουν. Είναι πολύ καλό, θα με θυμηθείς – αλλά δεν κινείται στο ίδιο ακριβώς μήκος κύματος με αυτά που ο Καλύβας έχει εκδόσει στα ελληνικά.

    ΥΓ. Η κοπελίτσα έλεγε μαλακίες.

    Καλό βράδυ και από μένα.

    Μου αρέσει!

  36. Πάνο, Grenade, και όποιος άλλος, εδω το βιβλίο του ΣΚ για το οποίο τόσο λόγος έγινε εδω πέρα. Κατά την γνώμη μου πρόκειται για μία πρώτης ποιότητας ερευνητική εργασία.

    https://www.scribd.com/document/190470957/Kalyvas-the-Logic-of-Violence-in-Civil-War

    Αρέσει σε 1 άτομο

  37. @ ΠΑΝΟΣ

    Προς άρσιν τυχόν ‘παρεξηγήσεως’, προσωπικά δεν σας απηύθυνα καμία «παραγγελία» για τον κ. Χανδρινό.

    Έγραψα απλώς:

    # Ελόγου μου θα ρωτούσα τον συγγραφέα τού βιβλίου «Το τιμωρό χέρι τού λαού. Η δράση τού ΕΛΑΣ και της ΟΠΛΑ…», και κάτι άλλο:

    «Το τελευταίο εν ζωή ‘πιστόλι’ τής ΟΠΛΑ Κοκκινιάς», στο[ν] οποίο είχε ο συγκεκριμένος συγγραφέας απευθυνθεί για σχετικές πληροφορίες, του είπε: «Βρες κάναν ΕΠΟΝίτη να σου μιλήσει παλικάρι μου· αυτά που έκανα εγώ δε λέγονται…»!!. (σελ. 32).

    Και διερωτάται ευλόγως ο κάθε καλόπιστος αναγνώστης: Αν αυτά που «έκανε» ο συγκεκριμένος αιμοσταγής εκτελεστής ήταν καθαρά, τίμια, λεβέντικα, πατριωτικά, γιατί άραγε «δε λέγονται» και πρέπει να μείνουν κρυφά, ακόμα και 70 χρόνια από τότε;
    Μα είναι απλό, υποθέτω μετά λόγου εγώ: «Δε λέγονται» διότι ήταν κατά πάσα πιθανότητα μαύρα, άτιμα, εγκληματικά, προδοτικά, αποτρόπαια. Διότι κατά πάσα πιθανότητα δεν αναφέρονται τόσο σε δίκαιες εκτελέσεις πραγματικών προδοτών, αλλά σε εκτελέσεις τάχα μου προδοτών και ‘αντιδραστικών’, (που δεν ήταν παρά διαλεχτοί αντικομμουνιστές πατριώτες ενεργεία ή και δυνάμει), σε εκδικητικές εκτελέσεις παντελώς αθώων συγγενών κάποιων (πιθανότατα ή και πράγματι) προδοτών, αλλά και σε εκτελέσεις πλείστων όσων ‘αιρετικών’ (πρώην ‘συντρόφων’) κομμουνιστών…#

    Διευκρινίζω, εν πάση περιπτώσει, ότι το «θα τον ρωτούσα» δεν σημαίνει ότι θα τον ρωτούσα μέσω υμών.
    Η έκφραση ήταν ουσιαστικά ‘ρητορική’.

    Μου αρέσει!

  38. προς ΔΠ

    εγραψα οτι εχω διαβασει το κεφαλαιο ισως ειχα κατεβασει το βιβλιο απο το λινκ που εβαλες. τελος παντων δεν επιμενω για να μην επαναλαβω τα ιδια και τα ιδια
    Για την κοπελιτσα που ανεφερα συμφωνω, βεβαια η διπλωματικη της μια χαρα εκδοθηκε σε βιβλιο υπαρχει και ενα κειμενο της εδω περι πτωματολογιας κτλπ κτλπ ενταξει η αναφορα στα θυματα των κομμουνιστων ειναι πτωματολογια πτωματομετρια

    επανερχομαι στο τριτο ζητημα που κατ μενα ανεδειξαν οι καλυβας μαραντζιδης δηλ τα κινητρα στρατευσης στο εαμ
    δεν το ανεπτυξα μαλλον σωστα ισως δεν εκφραζομαι και καλα καθοτι πτυχιουχος λυκειου. Απο αρθρο τους στα ΝΕΑ:

    Η φύση της πολιτικής συμμετοχής

    Ζήτημα προς διερεύνηση αποτελεί η συμπεριφορά των απλών ανθρώπων, που βέβαια δεν λειτουργούν ως μονολιθικό μπλοκ. Ένα ερώτημα είναι και το πώς το ΕΑΜ αναδείχθηκε σε ηγεμονική δύναμη στην κατεχόμενη Ελλάδα. Σίγουρα, πάντως, το γεγονός ότι εκατοντάδες χιλιάδες άνδρες και γυναίκες συμμετέχουν στις ΕΑΜικές οργανώσεις, κατεβαίνουν σε συλλαλητήρια και ψηφίζουν στις εκλογές της ΠΕΕΑ, δεν αποδεικνύει από μόνο του τίποτε, αν λάβει κάποιος υπόψη τις ελάχιστες επιλογές που είχαν οι άνθρωποι αυτοί. Προφανώς κάποιοι ταυτίστηκαν ιδεολογικά με το ΕΑΜ, αλλά όπως δείχνουν πολλές πρόσφατες τοπικές έρευνες, άλλοι εξαναγκάστηκαν να το υποστηρίξουν ή λειτούργησαν καιροσκοπικά. Πού, πόσοι, πότε και σε ποιο βαθμό παραμένουν θέματα προς διερεύνηση και απαιτούν την απομάκρυνση από σαγηνευτικές βεβαιότητες, που όμως δεν αντιστοιχούν στην πραγματικότητα. Συμπερασματικά, τα πραγματολογικά στοιχεία δεν μπορεί να θεωρηθούν αμελητέα – ή άχρηστα – επειδή οι υπάρχουσες ερμηνείες κινούνται, δήθεν, σε ένα ανώτερο και πιο αφηρημένο επίπεδο, ασχολούνται με τη «μεγάλη ιστορία» και παραβλέπουν τα εμπειρικά στοιχεία ως «λεπτομέρειες».

    http://emfilios.blogspot.gr/2011/11/blog-post_11.html

    στο ιδιο αρθρο (που οκ ισως εχετε διαβασει) τα 6 σημεια διαλογου κατα αυτους σχετικα με την ιστοριογραφια κατοχης εμφυλιου

    αναφερει στο βιντεο ο κωστοπουλος οτι μπορει καποιος που ενταχθηκε στο εαμ προς το τελος της κατοχης να το εκανε για λογους συμφεροντος
    η πλειοψηφια ενταχθηκε τους τελευταιους μηνες της κατοχης. για το εαμ τα στοιχεια που δινουν ειναι μαλλον φανταστικα αλλα το κκε διπλασιασε τον αριθμο μελων του το καλοκαιρι του 1944 ολοι αυτοι περιμεναν να αποχωρησουν οι γερμανοι για να ριζοσπαστικοποιηθουν

    τελος παντων ολα αυτα ειναι λεπτομερειες βασικο ζητημα ειναι ποιος ηταν ο πολιτικος στοχος του κκε και αν την τετραχρονη ναζιστικη κατοχη ακολουθουσε 45χρονο σοβιετικη

    Μου αρέσει!

  39. πιο αναλυτικα η αποψη μαραντζιδη για τη μελετη της εμφυλιας βιας

    Αυτό που είναι εδώ το σημαντικό δεν είναι να πει κανείς ότι υπάρχουν καλοί και υπάρχουν και οι κακοί. Προφανώς δεν είναι έτσι και προφανώς δεν είναι στο μυαλό
    κανενός να πει ότι υπάρχουν οι αιμοβόροι -όπως θα έλεγε μια εθνικόφρονα παλιά ιστορία- οι κομμουνιστές, οι οποίοι θέλουν με κονσερβοκούτια να σκοτώσουν τους άλλους. Αυτό που έχει σημασία να πούμε είναι ότι κατανοώντας το μέγεθος της βίας, κατανοούμε το μέγεθος της σύγκρουσης. Όταν δηλαδή λέμε ότι στην Ρουάντα σκοτώθηκαν 2.000.000 άνθρωποι, δεν το λέμε για να πούμε ότι οι Χούτου είναι όλοι κτήνη. Το λέμε απλώς για να δούμε ότι εδώ πρόκειται για μια γενοκτονία, άρα το μέγεθος της τραγωδίας είναι πολύ διαφορετικό από ότι θα πούμε ότι η πορεία του Μάο ας πούμε. Και εκεί είχε πολύ μεγάλο αριθμό θυμάτων. Εν πάση περιπτώσει άλλες συγκρούσεις με μικρότερο αριθμό. Οι συγκρούσεις, λοιπόν, μεταξύ ΕΛΑΣ και αντιπάλων του… επαναλαμβάνω οι αντίπαλοί του άλλοτε ήταν συνεργάτες των Γερμανών, άλλοτε ήταν όχι. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι αυτοί σταδιακά συγκλίνουν και αυτές οι συγκρούσεις παράγουν ένα πολύ μεγάλο αριθμό θυμάτων που θα αποτελέσει ένα τραύμα στη συλλογική μνήμη της υπαίθρου κυρίως και όχι των αστικών κέντρων. Και αυτό είναι μια άλλη διαφορά. Είναι ανάμεσα στην Αριστερά των πόλεων και την Αριστερά της υπαίθρου. Και τις μνήμες της Αριστεράς των πόλεων που είναι εντελώς διαφορετική, της Αθήνας κατά πρώτο λόγο και της Θεσσαλονίκης και της Αριστεράς της υπαίθρου, της ένοπλης δηλαδή Αριστεράς.

    Είναι άλλες ιστορίες και άλλες μνήμες. Αναμφίβολα όμως το συγκρουσιακό, το ένοπλο συγκρουσιακό πλαίσιο της περιφέρειας θα δημιουργήσει τραύματα, θα δημιουργήσει πραγματικότητες οι οποίες θα μετρήσουν πολύ μετέπειτα. Είναι σχηματικό να πει κανείς ότι επειδή υπήρξαν αυτά τα θύματα, είναι σχηματικό και λάθος να πει κανείς ότι επειδή ο ΕΛΑΣ σκότωσε 2.000 στο Κιλκίς ή 1.000 στην Τριάδα ή 600 στο Βαθύ, γι’ αυτό έγινε ο εμφύλιος πόλεμος. Αυτό είναι σχηματικό και λάθος. Είναι όμως εξίσου λάθος να πει κανείς ότι αυτό δεν έχει καμία σημασία, είναι πτωματολογία. Δεν έχει καμία σημασία αν υπήρξαν μερικές χιλιάδες νεκρών στην Ελλάδα.

    http://emfilios.blogspot.gr/2010/11/blog-post_399.html

    Μου αρέσει!

  40. http://www.blod.gr/lectures/Pages/viewlecture.aspx?LectureID=3034

    Στη συζήτηση συμμετέχουν οι: Νίκος Αλιβιζάτος (Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών), Γιάννης Βούλγαρης (Καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου), Νίκος Μαραντζίδης (πολιτικός επιστήμονας, Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και ένας από τους συγγραφείς του βιβλίου), Ευάνθης Χατζηβασιλείου (Καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών) και Χρήστος Χωμενίδης (συγγραφέας). Συντονίζει ο δημοσιογράφος-συγγραφέας Παύλος Παπαδόπουλος.

    Μου αρέσει!

  41. @ Grenade

    Μεταβαίνω στη διεύθυνση που δίνετε για την ομιλία τών Αλιβιζάτου, Βούλγαρη, Μαραντζίδη κτλ, αλλά δεν βρίσκω τρόπο να ακούσω την ομιλία.
    Τι πρέπει να κάμω (πατήσω);

    Ευχαριστώ πολύ.

    Μου αρέσει!

  42. Πολύ ενδιαφέρουσα η συζήτηση που έγινε τον Οκτώβριο του ’16 σχετικά με το βιβλίο «Εμφύλια Πάθη» των Καλύβα-Μαραντζίδη, προς την οποία παρέπεμψε σε προηγούμενο σχόλιο ο Grenade. Όλοι οι ομιλητές, μηδενός εξαιρουμένου, ήταν πολύ καλοί, και οι παρεμβάσεις τους γόνιμες και διαφωτιστικές. Κρίμα που δεν βιντεοσκοπήθηκε και η συνέχεια, με τις ερωτήσεις του κοινού που λογικά θα ακολούθησαν.

    Στέκομαι σε κάτι που ακροθιγώς έθιξε προς το τέλος της δικής του ομιλίας ο Χωμενίδης, και το οποίο σε ανύποπτο χρόνο έχει πει και ο Μαραντζίδης σε κάποιο άρθρο του (που επίσης παρέθεσε λίγο παραπάνω ο Grenade), μία παρατήρηση η οποία προσωπικά με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο. Παραθέτω εδω το επίμαχο απόσπασμα από το άρθρο του Μαραντζίδη:

    «Αυτό που έχει σημασία είναι ότι […] αυτές οι συγκρούσεις παράγουν ένα πολύ μεγάλο αριθμό θυμάτων που θα αποτελέσει ένα τραύμα στη συλλογική μνήμη της υπαίθρου κυρίως και όχι των αστικών κέντρων. Και αυτό είναι μια άλλη διαφορά. Είναι ανάμεσα στην Αριστερά των πόλεων και την Αριστερά της υπαίθρου. Και τις μνήμες της Αριστεράς των πόλεων που είναι εντελώς διαφορετική, της Αθήνας κατά πρώτο λόγο και της Θεσσαλονίκης και της Αριστεράς της υπαίθρου, της ένοπλης δηλαδή Αριστεράς.

    Είναι άλλες ιστορίες και άλλες μνήμες. Αναμφίβολα όμως το συγκρουσιακό, το ένοπλο συγκρουσιακό πλαίσιο της περιφέρειας θα δημιουργήσει τραύματα, θα δημιουργήσει πραγματικότητες οι οποίες θα μετρήσουν πολύ μετέπειτα.»

    Διαβάζοντας διάφορες μαρτυρίες γύρω από τον Εμφύλιο, ένα φαινόμενο που μου έχει κάνει μεγάλη εντύπωση είναι το πόσο διαφορετική είναι σε πολλές περιπτώσεις η πρόσληψη του ΕΑΜ στις πόλεις (ιδίως στις δύο μεγάλες) σε σχέση με την πρόσληψη του ΕΑΜ στην ύπαιθρο. Συνήθως το ΕΑΜ στις πόλεις γίνεται αντιληπτό ως κάτι που είχε θετική επίδραση (και όντως είχε μία τέτοια επίδραση, σε σημαντικό βαθμό) ενω στην ύπαιθρο, αντίθετα, υπερισχύουν οι αρνητικές γνώμες για αυτό (οι οποίες επίσης έχουν μεγάλη δόση αλήθειας). Πιστεύω ότι αυτή η διάσταση μεταξύ του πως προσλαμβάνεται το ΕΑΜ στις πόλεις και πως το προσλαμβάνει ο κόσμος της υπαίθρου, εξηγεί ως ένα βαθμό και τις αντικρουόμενες μαρτυρίες γύρω από αυτό – ως επι το πλείστον θετικές όταν προέρχονται από τις πόλεις, συνήθως αρνητικές όταν προέρχονται από την ύπαιθρο.
    Με άλλα λόγια, το φαινόμενο είναι αρκετά πιο σύνθετο. Και σαφώς αρκετά πιο σύνθετο από οσο το παρουσιάζουν διάφοροι στην Δεξιά, ότι δηλαδή το ΕΑΜ ήταν κάτι το ενιαίο και αδιαφοροποίητο, και αρα ήταν το ίδιο εγκληματικό και απεχθές παντού. Αλλά επίσης αρκετά πιο σύνθετο και από όσο το παρουσιάζουν διάφοροι στην Αριστερά, όπου υπερτονίζουν την θετική του εικόνα, που κατά κύριο λόγο προέρχονταν από τις πόλεις, υποβαθμίζοντας την ίδια στιγμή, αν δεν την παραβλέπουν τελείως, την αρνητική εικόνα που είχε, και η οποία προέρχονταν κυρίως από την ύπαιθρο.

    Μου αρέσει!

  43. η εαμοκρατια ειχε μικρη διαρκεια στις πολεις, λιγους μηνες απο την απελευθερωση μεχρι τη συμφωνια της βαρκιζας, σε αντιθεση με την υπαιθρο.
    σιγουρα στις πολεις ειδικα στην αθηνα θα επαιξαν ρολο και ταξικες διαφορες αν και το μεγαλυτερο τμημα του πληθυσμου ειχε προλεταριοποιηθει λογω πληθωρισμου και ελλειψης τροφιμων αλλα και η βια των κατακτητων ειδικα τα μπλοκα και ισως και των βρεττανων στα δεκεμβριανα. παραδειγμα η καισαριανη σχεδον ισοπεδωθηκε, καταστραφηκε ολοσχερως το 50%των κτηριων απο βομβαρδισμους. και οπως λεει ο μαραντζιδης: « η βία από μόνη της είναι μια πραγματικότητα η οποία παράγει στρατεύσεις, κινητοποίηση, μνήμη και κατ’ επέκταση πολιτικές συμπεριφορές που θα κρατήσουν για πολλά χρόνια»
    επισης αθηνα και θεσσαλονικη ουσιαστικα δεν επηρεαστηκαν απο τη διεξαγωγη του εμφυλιου το 46-49 αν εξαιρεσουμε το βομβαρδισμο του δσε στη δευτερη.

    τελος παντων απογοητευση για μενα η εκδηλωση οπως και οι ερωτησεις του κοινου ισως η ομιλια του βουλγαρη, υπαρχει και σε κειμενο εδω, ειχε καποιο ενδιαφερον αν και οκ διαφωνω σε οσα ειπε.
    περιμενα πιο επιθετικο το χωμενιδη ειχε γραψει ενα αρθρο στο books journal με τιτλο Άλλο εικονοκλάστης ιστορικός, άλλο επαγγελματίας μύωψ (μπορειτε να το βρειτε στο emfilios.blogspot) ειχε και ενα μινι διαπληκτισμο με τον καλυβα στο φεισμπουκ.
    για την ιστορια απαντησε στο χωμ. καταλληλως παλι στο books journal o ηθοποιος πανος βιτσικας σε αρθρο με τιτλο η ιστορία και η μυωπία, οπου απεδειξε οτι δεν ηταν και πολυ ενημερωμενος αν και με παππου ιδρυτικο μελος του εαμ και βλεπω τωρα οτι στον βιτσικα απαντησε η καθηγητρια και συγγραφεας λενα διβανη:
    « το αστικό καθεστώς κινδύνευε. ο λόγος δεν ήταν τα σχέδια του κκε να καταλάβει βιαίως την εξουσία όπως ισχυριζόταν ο ίδιος, αλλά η μαζική στροφή του λαού στο εαμ που έφερε ένα αεράκι αλλαγής στη βαριά ατμόσφαιρα σήψης από την πολιτική εξαχρείωση που είχε προηγηθεί.»

    με λιγα λογια για τη διβανη ο λαος θα επεβαλε λαικοδημοκρατικες λυσεις και οχι το κκε

    τελος παντων ισως επρεπε να οργανωθει καποτε μια εκδηλωση με καλεσμενους το βαρυ πυροβολικο και των 2 πλευρων και να γινει διαλογος για ολα τα θεματα που αφορουν την συγκεκριμενη ιστορικη περιοδο.

    Μου αρέσει!

  44. «η εαμοκρατια ειχε μικρη διαρκεια στις πολεις, λιγους μηνες απο την απελευθερωση μεχρι τη συμφωνια της βαρκιζας, σε αντιθεση με την υπαιθρο.’

    Ναι, ενδεχομένως το γεγονός ότι το ΕΑΜ δεν επικρατούσε στις πόλεις να παίζει ρόλο που οι εντυπώσεις των κατοίκων των πόλεων σε σχέση με το ΕΑΜ είναι διαφορετικές, και σαφώς πολύ πιο θετικές, από ότι οι εντυπώσεις των κατοίκων στην ύπαιθρο. Αυτό όμως δεν αλλάζει το γεγονός ότι τελικά αυτές οι εντυπώσεις των κατοίκων των πόλεων είναι διαφορετικές, και έτσι η πρόσληψη του ΕΑΜ στις πόλεις είναι πολύ πιο θετική από ότι η πρόσληψη του ΕΑΜ στην ύπαιθρο.

    «τελος παντων απογοητευση για μενα η εκδηλωση»

    Για μένα που δεν έχω κανα νταλκά με την επιβεβαίωση της αφήγησης της προδικτατορικής σκληροπυρηνικής Δεξιάς, η εκδήλωση ήταν μιά χαρά. Δεν ζούμε στο 1947, ζούμε στο 2017, 70 χρόνια αργότερα.

    Μου αρέσει!

  45. μπα δεν εχω κανενα καημο εσυ εχεις μαλλον καημο να ανακαλυπτεις ακροδεξιους και να τους κατατροπωνεις στο διαδικτυο παραδιδοντας μαθηματα δημοκρατιας οκ να μη σου στερησω αυτη την ικανοποιηση για αυτο τολογο και δεν σου απαντησα και στο θεμα για τη μακρονησο επισης και γιατι δεν το γνωριζω καλα οχι πως το γνωριζεις εσυ αμφιβαλω αν εχεις διαβασει τπτ αλλο εκτος απο οτι κυκλοφορει στο ιντερνετ

    τελος παντων απογοητευτηκα γιατι δεν ακουσα κατι καινουργιο πολυ απλο και γιατι δεν εγινε κανενας διαλογος

    Μου αρέσει!

  46. «εσυ εχεις μαλλον καημο να ανακαλυπτεις ακροδεξιους και να τους κατατροπωνεις στο διαδικτυο και να τους κατατροπωνεις στο διαδικτυο παραδιδοντας μαθηματα δημοκρατιας»

    Χαλαρά, γιατί πέραν του ότι καμία τέτοια τάση δεν έχω, μέχρι στιγμής ούτε για μία στιγμή δεν σε έχω χαρακτηρίσει ακροδεξιό. Εσυ είσαι που το κάνεις μονίμως, λέγοντας ότι σε χαρακτηρίζω έτσι, ενω μέχρι στιγμής εγω δεν το έχω κάνει.
    Εκτός βέβαια και αν έχεις την μύγα και μυγιάζεσαι.

    Επίσης, η εναντίωση σε ολοκληρωτικές πρακτικές (όπως αυτές τις Μακρονήσου, π.χ.) εκ μέρους μου δεν σημαίνει βέβαια ότι «παραδίδω μαθήματα δημοκρατίας» αλλά πολύ απλά ότι δεν μου αρέσει η χρήση ολοκληρωτικών πρακτικών στην υπηρεσία ενός σκοπού. Οπότε, αν κάποιοι θεωρείτε πως κάποιος σας θίγει, παραδίδοντας σας τάχα «μαθήματα δημοκρατίας», όταν εκφράζεται εναντίον της χρήσης ολοκληρωτικών πρακτικών, ε αυτό είναι δικό σας πρόβλημα.

    Και για το θέμα της Μακρονήσου κυκλοφορεί αρκετό υλικό – άρθρα, βιβλία, αποσπάσματα από βιβλία – στο διαδίκτυο. Επίσης έχω και κάποια βιβλία (χάρτινα) για το θέμα. Συν το γεγονός ότι η εμπειρία ενός χώρου σαν την Μακρόνησο δεν ήταν αυστηρά ελληνική αποκλειστικότητα, υπήρχαν και άλλου παρόμοιοι χώροι. Και η θεωρητική ενασχόληση με αυτούς επιτρέπει μία καλύτερη κατανόηση και της Μακρονήσου (όπως επίσης και η ενασχόληση με πρακτικές καταστολής, όπως τα βασανιστήρια). Οπότε το τι έχω ή δεν έχω διαβάσει για την Μακρόνησο ή για πλευρές που άπτονται της Μακρονήσου ούτε κατά διάνοια δεν είσαι σε θέση να το γνωρίζεις. Περιορίσου λοιπόν σε αυτά που όντως ξέρεις και ασε τι εικασίες για το τι ξέρουν ή δεν ξέρουν οι συνομιλητές σου. Και κάτι ακόμα, θα μου ήταν εξαιρετικά εύκολο στην συζήτηση που κάναμε στην σχετική ανάρτηση να σου έχω πετάξει ένα «δεν ξέρεις τι σου γίνεται, είσαι άσχετος με το θέμα, δεν το ξέρεις», και να έχει τελειώσει εκεί η κουβέντα, κακήν κακώς. Δεν το έκανα όμως. Αντίθετα, προσπάθησα να αντικρούσω αυτά που έλεγες και με τα οποία διαφωνούσα χωρίς να προβαίνω σε εικασίες γύρω από το τι ξέρεις ή δεν ξέρεις γύρω από το θέμα. Σε αντιμετώπισα, με άλλα λόγια, ισότιμα. Θα σου συνιστούσα να κάνεις και εσυ το ίδιο και όχι να προβαίνεις σε εικασίες γύρω από το τι ξέρουν ή όχι οι συνομιλητές σου για ένα, οποιδήποτε, θέμα.

    «τελος παντων απογοητευτηκα γιατι δεν ακουσα κατι καινουργιο»

    Τι καινούργιο περίμενες να ακούσεις, και τόσο πολύ πια απογοητεύτηκες που δεν το άκουσες? Τι παραπάνω ήθελες να ακούσεις για να βρεις ενδιαφέρουσα την ομιλία? Για το βιβλίο των Καλύβα-Μαρντζίδη συγκεντρώθηκαν για να μιλήσουν (και με τον ίδιο τον Μαραντζίδη να είναι ένας από τους ομιλητές), όχι για κάποιο νέο συνταρακτικό εύρημα γύρω από τον Εμφύλιο. Και μέσα σε αυτά τα πλαίσια, μίας συζήτησης γύρω από τα οσα έθιγε το βιβλίο, μία χαρά ήταν η εκδήλωση κατά την ταπεινή μου γνώμη.

    Μου αρέσει!

  47. http://www.tovima.gr/books-ideas/article/?aid=149744
    Ο εμφύλιος πόλεμος και η ιδεολογική χρήση της ιστορίας
    Αθώος ή ένοχος By Στ. Καλυβας

    Κριτικη για το βιβλιο του Ελεφαντη «Μας πηραν την Αθηνα»

    Ψαχνοντας στο γκουγκλ για τον Τσατσο επεσα πανω σε αρθρο στο ΒΗΜΑ της κ. Χριστινας Κουλουρη, καθηγήτριας Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας, κοσμήτορα της Σχολής Πολιτικών Επιστημών και διευθύντριας του Κέντρου Ερευνας Νεότερης Ιστορίας (ΚΕΝΙ) στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, να αναφερεται στην ιδεολογικη χρηση της ιστοριας.
    Μαλλον προκειται για ειρωνικη αναφορα οταν προερχεται απο καθηγητη του Παντειου και ειδικοτερα απο τη συγκεκριμενη κυρια.
    Ο κολλητος της, ομοτιμος καθηγητης του ιδιου Πανεπιστημιου σε κειμενο του που υπαρχει στο μπλογκ αναρωτιεται αν « θα θέλαμε να είχε γίνει η Ελλάδα σοσιαλιστική δημοκρατία, και αν όχι, γιατί όχι»

    Μου αρέσει!

  48. Κυκλοφόρησε αυτές τις μέρες ένα βιβλίο σε σχέση με το πως το ΚΚΕ έγινε κόμμμα εξουσίας κατά την περίοδο της Κατοχής. Δεν έχω διαβάσει το βιβλίο οπότε δεν έχω εικόνα για αυτό. Ο συγγραφέας του βιβλίου από ότι φαίνεται άσκησε κάποια κριτική στην βία που εξαπέλυσε το ΚΚΕ εκείνα τα χρόνια και έτσι ακολούθησε το επικριτικό άρθρο – υποτίθεται, βιβλιοκριτική – προς το οποίο υπάρχει παραπομπή παρακάτω για το βιβλίο, εκ μέρους ενός αρθρογράφου από την Εφ.Συν.

    Βιβλιοκριτική η οποία πολύ περισσότερο αποτελεί μία έμμεση κριτική των θέσεων του Καλύβα και του Μαρατζίδη (ο συγγραφέας του βιβλίου κατηγορείται για αυτό ακριβώς, ότι προσπαθεί να «ρίξει γέφυρες στην περιβόητη αναθεωρητική σχολή των Καλύβα – Μαραντζίδη»), παρά κριτική σε σχέση με το τι λέει τέλος πάντων αυτό το βιβλίο.
    Μία βιβλιοκριτική χάλια δηλαδή, γεμάτη εμμονές και σε αρκετά σημεία αστήρικτη. Παρουσιάζει όμως ένα ενδιαφέρον (αυτή, γιατί για το βιβλίο δεν μας λέει τελικά και πολλά πράγματα), ακριβώς επειδή περιέχει σε μία πιο συμπυκνωμένη μορφή αρκετές από τις θέσεις (μερικές εκ των οποίων είναι κυριολεκτικά της πλάκας) που χρησιμοποιούν οι διάφοροι απολογητές των ωμοτήτων που διέπραξαν οι κομμουνιστές εκείνα τα χρόνια, θέσεις που επιχειρούν είτε να δικαιολογήσουν αυτές τις ωμότητες είτε να υποβαθμίσουν την σημασία και την επίδρασή τους. Το άρθρο κυριολεκτικά είναι γεμάτο από τέτοιου τύπου επιχειρηματολογία.

    Ενα βιβλίο και μια κριτική

    http://www.efsyn.gr/arthro/ena-vivlio-kai-mia-kritiki

    Μου αρέσει!

  49. THE BOOKS’ JOURNAL, ΤΕΥΧΟΣ 71, ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2016
    ΝΙΚΟΣ Κ. ΑΛΙΒΙΖΑΤΟΣ – Εξ αρχής το ΚΚΕ κυνηγούσε την εξουσία; Νομίζω, όχι!

    βιβλιοκριτικη για το βιβλιο των Καλυβομαραντζιδιδων

    για να βρειτε και να κατεβασετε το τευχος γκουγκλαρετε

    ΝΙΚΟΣ Κ. ΑΛΙβΙΖΑΤΟΣ – Εξ αρχής το ΚΚΕ κυνηγούσε την εξουσία; Νομίζω, όχι!

    Μου αρέσει!

  50. Όσα βιβλία ιστοριών κ να διαβάσει κανείς πάντοτε θα βρίσκεται ενώπιον διλημμάτων .
    Στην Ελλάδα επιπλέον (ίσως κ όχι μόνον) δεν έχουμε συμφωνήσει ακόμη για
    γεγονότα προ 200 ετών ! Έτσι εκείνο που μας μένει είναι να ακολουθούμε «δημοκρατικά»
    την εκάστοτε πλειοψηφία ! Έτσι όμως δεν γράφεται ιστορία αλλά το τι θα
    επιθυμούσαν οι πολλοί ως «ιστορία» . Προσωπικά είμαι πάντοτε έτοιμος να
    αναθεωρήσω απόψεις μου εφόσον νέα στοιχεία («ασφαλή» κ «έγκυρα») προκύψουν.
    Ήδη διαπιστώσατε ότι πολλά εισαγωγικά μπαίνουν ! Αυτό παραπέμπει σε
    σκεπτικισμό κ σχετικισμό , δηλ. απόρριψη οιουδήποτε Δογματισμού . Και εδώ
    αρχίζουν τα δύσκολα ερωτήματα κ ακόμη πιο δυσχερείς απαντήσεις ! Ένα θέμα
    σοβαρό είναι ότι στα 2/3 της Γης οι άνθρωποι δεν έχουν καν ερωτήματα ! Είτε
    γιατί έχουν σοβαρότερα ζητήματα επιβίωσης είτε διότι τα ερωτήματα
    απαγορεύονται . Κατόπιν όλων αυτών σίγουρα απορρίπτω όλους τους Δογματικούς
    στυλ Μαργαρίτη,Ριζοσπάστη κ.λ.π(κατά το » εψήφισαν ΠΖ , ΤΘ , ΠΒ κ άλλες
    δημοκρατικές δυνάμεις » στην Πολωνία του Γιαρουζέλσκι !)….Για τους υπόλοιπους
    Μαραντζίδη κ.λ.π. όλο κ κάπου θα τα βρούμε …κι αν όχι ….δεν βαριέστε αδέρφια
    «πάμε για κανα τσίπουρο κ μετά βλέπουμε» !!!

    Μου αρέσει!

  51. «περιμενα πιο επιθετικο το χωμενιδη ειχε γραψει ενα αρθρο στο books journal με τιτλο Άλλο εικονοκλάστης ιστορικός, άλλο επαγγελματίας μύωψ (μπορειτε να το βρειτε στο emfilios.blogspot) ειχε και ενα μινι διαπληκτισμο με τον καλυβα στο φεισμπουκ.
    για την ιστορια απαντησε στο χωμ. καταλληλως παλι στο books journal o ηθοποιος πανος βιτσικας σε αρθρο με τιτλο η ιστορία και η μυωπία, οπου απεδειξε οτι δεν ηταν και πολυ ενημερωμενος αν και με παππου ιδρυτικο μελος του εαμ και βλεπω τωρα οτι στον βιτσικα απαντησε η καθηγητρια και συγγραφεας λενα διβανη:
    « το αστικό καθεστώς κινδύνευε. ο λόγος δεν ήταν τα σχέδια του κκε να καταλάβει βιαίως την εξουσία όπως ισχυριζόταν ο ίδιος, αλλά η μαζική στροφή του λαού στο εαμ που έφερε ένα αεράκι αλλαγής στη βαριά ατμόσφαιρα σήψης από την πολιτική εξαχρείωση που είχε προηγηθεί.»

    με λιγα λογια για τη διβανη ο λαος θα επεβαλε λαικοδημοκρατικες λυσεις και οχι το κκε»

    η επιστολη βιτσικα απαντηση στο αρθρο του Χωμενιδη

    Σας δηλώνω εξαρχής ότι διαφωνώ και με τα οκτώ στοιχεία που ο κ. Χρ. Χ. Χωμενίδης συνοπτικά παραθέτει στην τελευταία ενότητα του κειμένου του «Άλλο εικονοκλάστης ιστορικός, άλλο επαγγελματίας μύωψ» (The Books’ Journal, τχ. 1). και τούτο με τη βεβαιότητα ότι θα μου αποδοθεί «άγνοια και κακοπιστία», όπως προκαταβολικά και κατηγορηματικά δηλώνει ο συγγραφέας (διατύπωση που σε συνδυασμό με την «αντισταλινική αριστεροσύνη» του καθώς και με το όνομα της στήλης την οποία εγκαινιάζει το άρθρο του ομολογώ πως μου προξένησε θυμηδία).
    Συγκεκριμένα και «για το χατίρι των νεότερων που κινδυνεύουν να βρεθούν» με τους παραμορφωτικούς φακούς της αριστερής παραχάραξης, διαστρέβλωσης και διαστροφικής ιδεοληψίας στη μύτη τους (που –αν μη τι άλλο- θα τους αφήσει τα γνωστά κόκκινα σημαδάκια και στα δυο ρουθούνια) σημειώνω τα ακόλουθα:

    το κκε μόνο την επαύριο της 28ης οκτωβρίου στάθηκε «στο πλευρό των μαχόμενων Ελλήνων». λίγες μέρες μετά, είναι πασίγνωστο πλέον (έχουν δημοσιευθεί τα σχετικά κείμενα) και αφού ο ελληνικός στρατός προχωρούσε νικηφόρα σε αλβανικό έδαφος,
    ο πόλεμος κατά το κκε και τον γραμματέα του ήταν επεκτατικός, ευνοούσε τα ιμπεριαλιστικά σχέδια της μεγάλης Βρετανίας και ως εκ τούτου έπρεπε να σταματήσει. Συμβούλευε μάλιστα ο γραμματέας να ζητηθεί η μεσολάβηση της Σοβιετικής Ένωσης για να υπογραφεί ειρήνη. Δεν
    «παρέβλεψε» κανένα σύμφωνο ρίμπεντροπ-μολότοφ ο ζαχαριάδης (άλλωστε οι ιταλοί μάς επετέθησαν, όχι οι γερμανοί), ίσα ίσα το τήρησε κατά γράμμα. από τον απρίλη του 1941 έως τον ιούνιο του ίδιου έτους που οι γερμανοί εισβάλλουν στην εΣΣΔ,
    ούτε μια αναφορά δεν υπάρχει σε επίσημα ή ανεπίσημα κείμενα του κόμματος, ούτε μια μαρτυρία προφορική έστω, που να δείχνει την εναντίωση του ΚΚΕ στην κατάληψη της ελλάδας από τις δυνάμεις του Άξονα. και η αυθόρμητη, νεανική, ηρωική πράξη των γλέζου – Σάντα, που κινήθηκαν ασφαλώς «εκτός γραμμής», είναι επιβεβαίωση της παραπάνω διαπίστωσης. ούτε «πολιτική οξυδέρκεια» λοιπόν ούτε «ελιγμός» ούτε «πατριωτισμός». απλούστερα: τήρηση κάθε ντιρεκτίβας της Διεθνούς, προτεραιότητα της ταξικής θέσης έναντι της εθνικότητας. κι ακόμη πιο απλά: δουλικότατη υπακοή στον Πατερούλη. είναι τουλάχιστον αστείο να σχολιάζετε τη στάση των ηγετών των αστικών κομμάτων της εποχής επιλέγοντας ως αντιπροσωπευτικό παράδειγμα τον κωνσταντίνο καραμανλή. Σαν να θέλει κανείς σήμερα να αντιπαρατεθεί στις θέσεις για την εξωτερική πολιτική της νέας Δημοκρατίας με αφορμή κάποια δήλωση του βουλευτή Σερρών του κόμματος (γνωρίζετε εσείς ποιος είναι; εγώ όχι). Δεν μπορώ να πιστέψω ότι αγνοείτε πως η συντριπτική πλειοψηφία των ελλήνων πολιτικών είχε διαφύγει στην αίγυπτο. και πως όσοι δεν είχαν διαφύγει (π.χ. Π. κανελλόπουλος, γ.Παπανδρέου) διέφυγαν αργότερα και το μόνο που «αρνήθηκαν» ήταν να συστρατευθούν στο εαμ. οι χιλιάδες
    πατριώτες που κατέφευγαν στην αίγυπτο και συνέχιζαν τον πόλεμο «άφηναν τον λαό στη μοίρα του»: «Καθυστέρηση»; «Διστακτικότητα»; ο Π. κανελλόπουλος; Πώς εξηγείται τότε η ίδρυση της Πεαν και του εΔεΣ πριν από του εαμ και του ελαΣ; μήπως πρέπει να κάνετε μια επανάληψη στην ιστορική σας βιβλιοθήκη;
    κι όσο συνοπτική κι αν είναι η καταγραφή των στοιχείων σας, δεν θα ‘πρεπε, για «χάρη μάλιστα των νεοτέρων», να αναφερθείτε λίγο εκτενέτερα στο πώς αντιμετώπισε ο «πρωταγωνιστής της αντίστασης» τις υπόλοιπες αντιστασιακές οργανώσεις (π.χ. εκα);

    Στο θέατρο ποιότητας, στους θιάσους συνόλου, ο πρωταγωνιστής ξέρω ότι επιλέγεται από τον σκηνοθέτη (ειρήσθω εν παρόδω: είμαι απόφοιτος της δραματικής σχολής του Θεάτρου τέχνης – κάρολος κουν). Σε καμία περίπτωση, κανένας ηθοποιός, πιστέψτε με, δεν έχει αρπάξει τον πρωταγωνιστικό ρόλο βάζοντας το μαχαίρι στο λαιμό του σκηνοθέτη.
    «Όποιος δεν είναι μαζί μας είναι εναντίον μας» είχε διατυμπανίσει μετά την 11η Σεπτεμβρίου ο υιός μπους, και σύσσωμος ο πολιτικός κόσμος στην ελλάδα το είχε (και σωστά) απορρίψει μετά βδελυγμίας. Όλος ο πολιτικός κόσμος, με πρώτους και καλύτερους… τους ιδεολογικούς απογόνους αυτών που, από το έτος 1942 και μετά, ήταν οι πρώτοι διδάξαντες αυτό το δόγμα στην ελλάδα: το κκε! με αυτόν ακριβώς τον τρόπο, κατά πολύ μεγάλο μέρος, «στελεχώθηκαν το ΕΑΜ και οι θυγατρικές του από εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες», κάτι για το οποίο ακόμη και σήμερα επαίρεται η αριστερά. από ανθρώπους που δεν είχαν την «πολυτέλεια» της άρνησης
    της συστράτευσης, δεν είχαν τη δυνατότητα φυγής στην αίγυπτο. και η άρνηση συστράτευσης συνεπαγόταν τη ρετσινιά του «αντιδραστικού». οι συνέπειες αυτονόητες.
    Βεβαίως, κάθε άλλο παρά «συνειδητοποιημένοι μαρξιστές-λενινιστές» ήταν οι μαχητές του ελαΣ. και ναι μεν το πρόγραμμα του εαμ επαγγελλόταν «εθνική απελευθέρωση», επαγγελλόταν όμως και «λαοκρατία». και ο τελευταίος ορεσίβιος, αναλφάβητος Έλληνας λοιπόν, από το 1943 ακόμη, είχε κατανοήσει τι θα πει λαοκρατία και
    «ελεύθερη απόφαση του ελληνικού λαού σχετικά με το μέλλον του», αφού πρώτα βεβαίως όλοι οι «αντιδραστικοί» θα είχαν εκλείψει από προσώπου γης.

    (Όσο για την «καθολική ψηφοφορία, την επικράτηση της δημοτικής γλώσσας στην εκπαίδευση και το λαϊκό θέατρο» που «αποτέλεσαν τα καυχήματα του αντάρτικου», τι άλλο μπορεί να πει κανείς από το να αναρωτηθεί: καλά, κι έπρεπε να βγεις στο βουνό ζωσμένος φυσεκλίκια για να τα καταφέρεις αυτά;)
    το να χαρακτηρίζεται η ένταξη στα τάγματα ασφαλείας ως «ξεκάθαρη – υπαρξιακής τάξεως– επιλογή, με συγκεκριμένα ανταλλάγματα, προσφέροντας γην και ύδωρ στη ναζιστική Κομαντατούρ» κ.λπ., τον καιρό που στο Στάλινγκραντ και στη Β. αφρική είχε αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση για τον Άξονα (τότε δημιουργήθηκαν και επανδρώθηκαν τα τάγματα ασφαλείας), είναι τόσο απλοϊκή και ρηχή – για έναν φιλόδοξο συγγραφέα μάλιστα– που απλώς ενισχύει την υποψία περί ηθελημένης διαστρέβλωσης. τα μόνα ανταλλάγματα που μπορούσε να προσφέρει η κατάταξη στη συγκυρία εκείνη ήταν τροφή, όπλο και (καταδικαστέα βέβαια) διέξοδο στη μισαλλοδοξία. εκτός αν με τη φράση «υπαρξιακής τάξεως» εννοούμε απλώς…την επιβίωση.
    και σε τελευταία ανάλυση, δεν ήταν φυσικό μέσα σε εκείνη την «πατριωτική λαίλαπα» του εαμ πολλά λούμπεν στοιχεία να καταφύγουν σ’ αυτόν τον τρόπο για να αποφύγουν τη συστράτευση; και λέω «πολλά», γιατι δεν ακολούθησαν αυτόν το δρόμο όλα τα λούμπεν στοιχεία της τότε ελληνικής κοινωνίας. Άλλα ακολούθησαν την αντίθετη –υπαρξιακής τάξεως- επιλογή (δηλαδή τρόπο επιβίωσης): τη συστράτευση. και δεν υπήρξαν «φαινόμενα κόκκινης τρομοκρατίας». υπήρξε κόκκινη τρομοκρατία (1942-44). κεντρικά και άνωθεν υπαγορευμένη, σύμφωνα με τις γνωστές λενινιστικές αρχές περί επανάστασης, που εξυπηρετούσε τον σκοπό και το «όραμα». και που εξηγεί και δικαιολογεί σε μεγάλο βαθμό τη λευκή τρομοκρατία (1944-46). Η παραδοχή αυτής της διαπίστωσης (που δεν οφείλεται τόσο στην αγγλόδουλη προπαγάνδα της Δεξιάς ούτε στις εργασίες του «νέου κύματος» της ιστοριογραφίας, όσο στη συλλογική μνήμη και στα βιώματα της ελληνικής κοινωνίας με τα χιλιάδες θύματα, που διατηρείται από παππού σε εγγονό), και όχι η αποφυγή της με «πλάγια πηδηματάκια», είναι εκ των ων ουκ άνευ για να αντιμετωπιστεί κάποτε ισότιμα, σε σοβαρότητα, με τα άλλα κόμματα η πολιτική παρουσία της αριστεράς.
    Όσο οι περίφημοι «κλεφταρματολοί» των ετών 1942-44 δεν απολογούνται αντρίκια, ας παρηγορούνται με τις υπεκφυγές περί λαθών της ηγεσίας, με την ενίσχυση του αντιπάλου από τους αγγλοαμερικανούς ιμπεριαλιστές και άλλα τέτοια, και ας αρκεστούν στη γωνιά του 10%, όπου τους φιλοξενεί δεκαετίες τώρα ο ελληνικός λαός, καθώς και στη… σύνταξη (όσων ζουν) της εθνικής αντίστασης.

    5 και 6. ναι, «οι κρίσιμες αποφάσεις που οδήγησαν στη συντριβή του ΕΑΜικού κινήματος ελήφθησαν από μια στενή ηγετική ομάδα. Η πλειονότητα των ΕΑΜιτών (…) αοστασιοποιήθηκε (…)» κ.λπ. «Πλήρωσε ωστόσο στο πετσί της και με τόκο την αντιστασιακή της δράση». ναι, «επί τρεις σχεδόν δεκαετίες (…) επιβίωναν ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας (…)» και «οι γνήσιοι “εθνικόφρονες” (…) σε κοιτούσαν καχύποπτα»
    Έχουμε την ίδια ηλικία πάνω-κάτω κ. Χωμενίδη (γενν. το 1966 εσείς, το 1962 εγώ), πράγμα που σημαίνει ότι έχουμε παρόμοιες κοινωνικές προσλαμβάνουσες, έχουμε γίνει δέκτες των ίδιων –εκατέρωθεν ελπίζω κι εσείς, όπως εγώ– αφηγήσεων, αναγνωσμάτων, ακουσμάτων, έχουμε παρόμοιες εμπειρίες, κοινωνικές συναναστροφές και ερεθίσματα και πληροφόρηση. και κάτι εξίσου σημαντικό: ενδεχομένως άνθρωποι από τις ίδιες χώρες, πρόσφυγες, καθαρίζουν τις σκάλες τόσο της δικής μου πολυκατοικίας όσο και της δικής σας ή καθαρίζουν τα ξερόχορτα στο εξοχικό σας.
    Σας καλώ λοιπόν να συμφωνήσουμε στην εξής απλή παραδοχή διατυπωμένη απλά και γενναία: φτηνά τη βγάλανε! Και φτηνά τη γλιτώσαμε! Δεν είναι δυνατόν τα συνειδησιακά προβλήματα των παππούδων μας και των πατεράδων μας να ταλανίζουν εμάς και τα παιδιά μας. για κείνους ήταν ακατόρθωτες αυτές οι δυο κουβέντες. κατανοητό. και συγχωρητέο. για τη γενιά μας όμως είναι υποχρέωση.
    (απορία: πώς ξεχωρίζεις άραγε το «καχύποπτο βλέμμα του “εθνικόφρονα”» σε σένα τον αριστερό από το βλέμμα του αταλάντευτου αγωνιστή σε σένα τον «δηλωσία»; Ή το βλέμμα του αντισταλινικού σε σένα τον σταλινικό; Ή το βλέμμα του ορθόδοξου σε σένα τον οπορτουνιστή; Ή το βλέμμα του ρεβιζιονιστή σε σένα τον αριστεριστή;)

    7. Χονδροειδής παρερμηνεία, με το συμπάθιο, είναι η εκτίμησή σας ότι ο ισχυρισμός των καλύβα-μαραντζίδη, πως η αριστερά κέρδισε των εμφύλιο εκ των υστέρων, σε ιδεολογικό επίπεδο, είναι «πομφόλυγας». και βεβαίως καμία σχέση ο Θεοδωράκης και ο Χατζιδάκις ή ο Σεφέρης και ο ρίτσος. τον κέρδισε ιδεολογικά πράγματι (αν και δεν καρπώθηκε κομματικά τη νίκη). και αυτή ακριβώς η ιδεολογική νίκη της έφερε τον παπανδρεϊκό λαϊκισμό στην εξουσία το 1981, διαμόρφωσε το στρεβλό συνδικαλιστικό κίνημα της μεταπολίτευσης, αυτή η νίκη της ανιχνεύεται ακόμη και στον λαϊκισμό της πρόσφατης καραμανλικής πενταετίας, στην εξύψωση του κουφοντίνα και των Ξηρών σε λαϊκούς ήρωες, στο κλείσιμο της εθνικής οδού από τους φορτηγατζήδες, στον λαϊκό αντιμνημονιακό ξεσηκωμό της εργατικής τάξης των… δημοσίων υπαλλήλων, στις λεηλασίες του Δεκέμβρη του 2008 και την ανεκδιήγητη τότε στάση των αλαβάνου-τσίπρα, στις γνωστές φαιδρότητες στα λιμάνια και την ακρόπολη και σε τόσους άλλους τομείς του σχιζοφρενούς νεοελληνικού δημόσιου βίου. ακόμα και για την τωρινή κρίση άλλωστε, σχεδόν πανθομολογούμενη είναι, από εγκυρότερους εμού αναλυτές, η διάγνωση: κύριο αίτιό της η ακραία αριστερόστροφη πολιτική μας σκέψη σε συνδυασμό με το ακραία δυτικόστροφο λάιφ στάιλ μας.

    8. ο ηθικός κώδικας «των αριστερών» της μεταπολεμικής ελλάδας,που επί τροχάδην περιγράφετε, δεν είναι καθόλου «δικός τους», όπως λέτε. ούτε και των εθνικοφρόνων, βέβαια. αλίμονο, το «πάθος για την αξία της παιδείας» δεν ήταν διακριτικό γνώρισμα ούτε μόνο της αριστεράς ούτε μόνο της συγκεκριμένης περιόδου, για όνομα του Θεού! το πάθος για την αξία της παιδείας είναι γνώρισμα της ελληνικής κοινωνίας και του πολιτισμού που παρήγαγε, πολύ πριν τη συγκρότηση του ελληνικού κράτους ακόμα, η απαρχή του «χάνεται» όπωςλένε «στα βάθη της τουρκοκρατίας», κι ακόμα και σήμερα διατηρείται, έστω και με στρεβλό τρόπο, στη σύγχρονη οικογένεια ανεξαρτήτως κοινωνικοϊδεολογικής θέσης, με τα φροντιστήρια, τα ιδιαίτερα, τα κολλέγια και άλλα τέτοια «βδελυρά» και πανάκριβα μέχρι εξοντώσεως…

    κάπου είχα διαβάσει, συγνώμη αν δεν θυμάμαι καλά και κάνω λάθος, ότι η καταγωγή σας είναι από το ζαγόρι (ή το κεντρικό πρόσωπο στο Σοφό παιδί καταγόταν από εκεί, και πάλι συγνώμη που δεν καλοθυμάμαι). εγώ κατάγομαι (απ’ τη μεριά του πατέρα μου) απ’ το Πωγώνι, κ. Χωμενίδη, αλλά η απώτερη καταγωγή μου είναι από το ζαγόρι (απ’ το Βιτσικό, νυν Βίκο, εξ ου και το επίθετό μου, παρανόμι). με το θάρρος της καταγωγής μου (μας;), σας ομολογώ: ηχεί ως ύβρις στ’ αυτιά μου ότι το πάθος για την αξία της παιδείας ήταν γνώρισμα
    «του ηθικού κώδικα της μεταπολεμικής Αριστεράς» και ήταν (μόνο αυτοί) «πρόθυμοι να στερηθούν και τα στοιχειώδη για να μορφώσουν τα παιδιά τους».
    μα αυτό το κάνει ολόκληρη η ελληνική κοινωνία εδώ και εξακόσια χρόνια! Έλεος, κ. Χωμενίδη! Στο ζαγόρι; Στα γιάννενα στα «πρώτα στ’ άρματα, στα γρόσια και στα γράμματα»; Σε κοινότητες και κοινωνίες που είχαν βγάλει από τον γκρίζο σχιστόλιθο των ηπειρώτικων βουνών ζαππαίους, καπλάνηδες, ζωσιμάδες και τόσους άλλους, περίμεναν τον ζαχαριάδη, τον Στρίγκο και τον Βλαντά ή τον λένιν να τους εμφυσήσει το «πάθος για την αξία της παιδείας»; ειλικρινά, δεν ξέρω τι να κάνω πρώτα, να κλάψω ή να γελάσω;
    με όλη την ανόητη, αλλά δικαιολογημένη ώς ένα βαθμό, μισαλλοδοξία της η μεταπολεμική κεντροδεξιά κατάφερε και βρήκε την απαιτούμενη μεγαλοψυχία να αντιμετωπίσει επί ίσοις όροις με τους δικούς της μαχητές, τους περήφανους και αμετανόητους στην πραγματικότητα αντιπάλους της, να τους αφήσει να μετάσχουν στην κατάκτηση του «μικροαστικού ονείρου ευζωίας και κοινωνικής ανόδου», που τόσο το ’θελαν κι αυτοί όπως αποδείχθηκε, με την «ταπεινωτική» υπογραφή μιας απλής δήλωσης ως μόνο αντάλλαγμα. και να φτάσουν έτσι στις δεκαετίες 1970 και 1980 να έχουν όλες τις προϋποθέσεις οι γιοι και τα εγγόνια των πρωτοπαλίκαρων του Βελουχιώτη να αναγορεύσουν σε σύμβολο του νεοελληνικού μας λάιφ στάιλ τη μύκονο και τη μεζονέτα με πισίνα στα βόρεια προάστια.
    και, ναι, σε προσωπικότητες όπως του Θεοδωράκη, του μανόλη αναγνωστάκη, της Έλλης Παππά, που αποδεικνύουν ότι «η ελληνική ηττημένη Αριστερά ξέφυγε από τη μιζέρια» μπορεί να βγάζει κανείς το καπέλο. αλλά δεν αντέχει να μην παρατηρήσει ότι δεν υπάρχουν αντίστοιχες προσωπικότητες που να άνθισαν μ’ αυτό τον τρόπο στην υπερορία. γιατί άραγε;
    μήπως κάτι χρωστάνε λοιπόν κι εκείνοι στο «ζοφερό μετεμφυλιακό κράτος» που στο έδαφός του «άνθισαν»; (και τι θα απογινόταν ο φουκαράς ο μίμης Δεσποτίδης, με το «ταμπεραμέντο ενός Ζορμπά», αν για να αποφύγει τις διώξεις της αμερικανόδουλης μετεμφυλιακής Δεξιάς ήταν αναγκα-σμένος να το εξωτερικεύει στις κομματικές δραστηριότητες της τασκένδης;)

    Παρακολουθώ χρόνια τη δουλειά των καλύβα-μαραντζίδη, του συχωρεμένου Φίλιππου ηλιού, όπως και άλλων ιστορικών ή μη, που ασχολούνται με το κεφάλαιο «ιστορία της αριστεράς», διατυπώνοντας δημόσιο λόγο. από όσους αντιπαρατίθενται μέχρι στιγμής στους δύο πρώτους, τίποτα αξιοσημείωτο δεν μου έχει μείνει επί της ουσίας, για την ταμπακιέρα. αντίθετα, εντύπωση μου προκαλούν οι ειρωνείες και η απαξίωση των επιστημονικών τους τίτλων και μεθόδων. εδώ διαβλέπω πράγματι αξιοθαύμαστη ευρηματικότητα.
    η έμφαση του καλύβα στις τοπικές κοινωνίες και η λεπτομερής καταγραφή περιπτώσεων, καθώς και η εξίσου λεπτομερής έρευνα και καταγραφή όσων έρχονται συνεχώς στο φως από τα αρχεία των ανατολικών χωρών από τον μαραντζίδη, έχουν μεγάλη αξία για τον ελληνικό μας αναστοχασμό (κι ας κάνετε πως δεν καταλαβαίνετε): θα γίνει, για παράδειγμα, κάποτε το σουμάρισμα των νεκρών της δεκαετίας του 1940, θα δούμε πόσοι Έλληνες σκοτώθηκαν
    από Έλληνες, πόσοι από γερμανούς, πόσοι γερμανοί από Έλληνες κ.ο.κ. Θα έχουμε τότε την ευκαιρία να επαναξιολογήσουμε και να τοποθετήσουμε πραγματικά στο βάθρο που του αξίζει το «Έπος της εθνικής μας αντίστασης».

    Στο άρθρο σας, κ. Χωμενίδη, δεν είδα ούτε «εικονοκλαστική διάθεση» ούτε «ενσυναίσθηση» ώστε η δική σας επανανάγνωση της ιστορίας να έχει… γοητεία. το αναμάσημα για πολλοστή φορά, είδα, ανιαρών κλισέ και μυθολογίας , που πράγματι θυμίζουν (τι εύστοχη διατύπωση!) «ανερμάτιστο και ημιμαθή έφηβο» ή μιας κατάκοιτης και αξιολύπητης γριάς με αλτσχάιμερ, όπως πιθανότατα θα απεικόνιζε ένας Χαλεπάς τη σύγχρονη ελληνική αριστερά.
    τέλος, το αίτημα για κατάργησητης εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο υπήρχε αιώνες πριν από τον μαρξ και, είναι σίγουρο, θα εξακολουθήσει, ευτυχώς, να υπάρχει ακόμη για αιώνες μετά τη χρεοκοπία του λενινισμού και τον αποπροσανατολιστικό του ρόλο στην ανθρωπιστική σκέψη και αγώνα.
    Δυστυχώς, όμως, για όσους το τραγικά αποτυχημένο αυτό πείραμα του 20ού αιώνα έχει αφήσει (ακόμα και χωρίς οι ίδιοι να το συνειδητοποιούν) βαθιές διανοητικές αγκυλώσεις και εμμονές… the game is over (όπως γράφουν και τα video-games).

    Μου αρέσει!

  52. και η απαντηση βιτσικα στην επιστολη Διβανη

    να κάνω λίγο κράτει στην απολυτότητα της διατύπωσης μιας θέσης που δεν μπορώ να υποστηρίξω ερευνητικά με «παρακαλεί προσωπικά» η κ. λένα Διβάνη («τι έκαναν στον πόλεμο οι έλληνες πολιτικοί», The Books’ Journal, τχ. 5) και προσφέρεται η ίδια
    να με ενημερώσει, ώστε να μη γράφω «ανακρίβειες», όπως εκείνη που εντοπίζει και αφορά τη στάση των ελλήνων πολιτικών κατά τη διάρκεια της Κατοχής, στο δικό μου άρθρο απάντηση (τχ. 3) στον κ. χρ. χωμενίδη (τχ. 1).

    της οφείλω ευγνωμοσύνη για το μάθημα έγκυρου και ψύχραιμου επιστημονικού λόγου και ακριβούς, ερευνητικά τεκμηριωμένης, διατύπωσης που ανιδιοτελώς μου προσφέρει, ως παράδειγμα, με την επιστολή της. η ίδια αφού «έκανε τον κόπο να ερευνήσει όλα τα σχετικά αρχεία»,
    «εκπόνησε διδακτορική διατριβή με θέμα τις εξόριστες ελληνικές κυβερνήσεις στην κατοχή» και με ενημερώνει για το τι ακριβώς έκαναν οι έλληνες πολιτικοί στη Μέση ανατολή:
    «έπιναν κοκτέιλ στα ρουφ γκάρντεν μεγάλων ξενοδοχείων, βυσσοδομούσαν ο ένας εναντίον του άλλου και όλοι μαζί εναντίον όσων παρέμεναν στην Ελλάδα και εξύφαιναν σχέδια για τη μεταπολεμική επιστροφή τους στην εξουσία. Αυτά που συνέβαιναν στο εσωτερικό της Ελλάδας δεν τους ενδιέφεραν και πάρα πολύ στ’ αλήθεια…». αυτό θα είναι υποθέτω και το συμπυκνωμένο πόρισμα της ερευνητικής της εργασίας.
    Βέβαια τα όσα καταγράφει αμέσως μετά (επί τροχάδην είναι αλήθεια) τόσο για τους Κανελλόπουλο- Παπανδρέου, που ο ίδιος ανέφερα ως παραδείγματα «αστών» πολιτικών, όσο και για τους τσουδερό – Σοφοκλή Βενιζέλο, καθό-ου δεν ενισχύουν τον ισχυρισμότου κ. χωμενίδη περί αδράνειας, ούτε αποδεικνύουν δική μου ανακρίβεια.

    για τον Κανελλόπουλο σημειώνει ότι «δεν ήταν ακριβώς επαγγελματίας πολιτικός, καθηγητής φιλοσοφίας ήταν κυρίως…» και επιλέγει από το ογκωδέστατο Ημερολόγιο Κατοχής, να μας μεταφέρει το περιεχόμενο ενός διαλόγου του με τον τσουδερό, ένα κλασικό παράδειγμα, κατά τη γνώμη μου, διχοχνωμίας πολιτικών πάνω σε ζητήματα διεθνών σχέσεων της χώρας,διαλόγου παρόμοιου με αυτούς που γίνονταν (και γίνονται) αμέτρητες φορές και σε πολλές χώρες του δικού μας μεγέθους, από την εποχή του ναβαρίνου ακόμη. αντιπαρέρχεται έτσι το γεγονός ότι, πέρα από το τι είδους επαγγελματίας ήταν κυρίως ο Κανελλόπουλος, το αξιοσημείωτο για την συζήτηση, και αδιαμφισβήτητο, είναι ότι ήταν Δ ε ξ ι ό ς πολιτικός με Δ κεφαλαίο.

    ο γ. Παπανδρέου, «σύμφωνα με όλες τις πηγές που γνωρίζει» η κ. Διβάνη, «παρέμεινε ήσυχος, αμέτοχος αλλά σε κατάσταση ετοιμότητας; […] για να εμφανιστεί σαν από μηχανής θεός την κατάλληλη στιγμή…»
    Ήταν τόσο ήσυχος και αμέτοχος ο γ. Παπανδρέου που, τον Μάιο του 1943, ο γ. Σιάντος, σε πολύωρη μυστική συνάντηση στην Κυψέλη, του πρότεινε να αναλάβει την ηγεσία του ΕαΜ, κάτι που εκείνος αρνήθηκε (Βλ. γ. Παπανδρέου, Η απελευθέρωσις της Ελλάδος, Πρόλ.:γ. Καρτάλης, Επιμ.: Σ. Σφυρόερα, εκδ. το Βήμα Βιβλιοθηκη, αθήνα 2009, σ. 27).
    Μη μου πείτε ότι δεν είναι εντυπωσιακή η ομοιότητα με την οποία η αριστερά αντιμετωπίζει τους αντιπάλους της εβδομήντα χρόνια τώρα! Όπως και τότε, έτσι ακριβώς και σήμερα, αμφισβητείται ο πατριωτισμός, το θάρρος, το ήθος και άλλα πολλά του γ.Παπανδρέου (όπως και χιλιάδων άλλων) –που κατά τα άλλα ήταν ικανός να αναλάβει ηγετικό ρόλο στο καπελωμένο από το ΚΚΕ, ΕαΜ– μόνο και μόνο γιατί αρνήθηκε να συστρατευτεί μαζί τους. η ρετσινιά, έτοιμη. (Κι αν αυτό εξακολουθεί να γίνεται και σήμερα,φανταστείτε τι γινόταν τότε απ’τους ιδεολογικούς παππούδες!) Στο παραπάνω αξίζει να προστεθεί και η πολλοστή επανάληψη, σποραδικά, των συνηθισμένων ανακριβειών (συνειδητών βεβαίως) της στρατευμένης αριστερής ιστοριογραφίας, κάθε άλλο παρά υποστηριγμένες «ερευνητικά», όπως «μαζική στροφή του λαού στο ΕΑΜ» (πόσο μαζική το ’43-’44;) ή «του κινήματος του στρατού» (όλου του στρατού;), που θυμίζουν την κ. Παπαρήγα όταν μιλά για την εργατική τάξη της οποίας προΐσταται και εκπροσωπεί αποκλειστικά, αυτοκλήτως και κατά δήλωσίν της βεβαίως.

    Δυστυχώς, πολλές φορές, στα αρχεία ο καθένας βρίσκει αυτό που θέλει εκ των προτέρων να βρει (και τόσο η «κριτική κατανόηση» όσο και η «ενσυναίσθηση» πάνε περίπατο). Στο λίβανο και την Καζέρτα, άλλοι ιστορικοί δεν βλέπουν «παγίδευση» της αριστεράς εκ μέρους του Παπανδρέου, βλέπουν ξεμασκάρεμα των αληθινών σκοπών της και του αυταρχικού, μονοκομματικού μέλλοντος που μας ετοίμαζε. νομίζω ότι αυτό εξηγεί ακόμη καλύτερα το «μίσος που έτρεφαν παραδοσιακά οι παλιοί κομμουνιστές» για το πρόσωπό του, και που βεβαίως αποτελεί τίτλο τιμής για κείνον στους αιώνες των αιώνων.

    Παραδέχεται τουλάχιστον η κ.Διβάνη ότι ήταν διορατικός και ευφυέστατος πολιτικός (με βαριά καρδιά, αποδίδοντας «του στραβού το δίκιο»). Μόνο που το αιτιολογεί με λάθος, κατά τη γνώμη μου, παράδειγμα: «έπιασε στον αέρα ό,τι οι παλαιοκομματικοί πολιτικοί αδυνατούσαν να καταλάβουν. Το αστικό καθεστώς κινδύνευε…» από τη «μαζική στροφή του λαού στο ΕΑΜ» (παρεμπιπτόντως, συγκριτικά με τη σημερινή εκλογική επιρροή της αριστεράς, τότε υπήρχε βεβαίως «μαζική» στροφή του λαού στο ΕαΜ, αλλά αυτό πολύ απέχει απ’ το να προδικάσουμε αναδρομικά και αυθαίρετα τη θέλησή του για το πολιτικό του μέλλον). το παράδειγμα είναι τουλάχιστον ατυχές,δεν δείχνει την ευφυΐα του ανδρός. αυτό που «έπιασε στον αέρα ο Παπανδρέου» το είχαν καταλάβει πολύ πολύ νωρίτερα ακόμη και οι γάτες στην Ελλάδα. Προς ενίσχυση του ισχυρισμού μου, σας παραθέτω μόνο το πιο πρόσφατο τεκμήριο που έπεσε στην αντίληψή μου (από τα τόσα που έχω κατά νου), απόσπασμα συνέντευξης του Κώστα αξελού στη νέλλη ανδρικοπούλου και τον Δημήτρη γιαζουτζάκη τον απρίλη του 2007 (Βλ. ν. ανδρικοπούλου, Το ταξίδι του Ματαρόα, 1945, εκδ. βιβλιοπωλείον της Εστίας, 2008, σ. 96):

    […] ΔηΜ. γιαΖουτΖαΚηΣ: Εσείς για ποιο λόγο αποσχιστήκατε;

    ΚΩΣταΣ αξΕλοΣ: γιατί η εμπειρία του απελευθερωτικού αγώνα, του Δεκέμβρη ιδίως, μου ’δειξε τα φοβερά λάθη του Κ.Κ., ότι ήταν ένα κόμμα που σκόπευε να πάρει την εξουσία και να γίνει μια γραφειοκρατική εξουσία.

    ΔηΜ. γιαΖουτΖαΚηΣ: Φαινόταν καθαρά αυτό;

    ΚΩΣταΣ αξΕλοΣ: Μια χαρά. απ’ την αρχή αρχή ιδίως του εμφυλίου πολέμου. ο εμφύλιος πόλεμος άρχισε σχεδόν την επομένη που ήρθαν οι γερμανοί στην Ελλάδα.

    νΕλ. ανΔριΚοΠουλου: Στα βουνά ξεκίνησε ο Εμφύλιος, στο διάστημα της Κατοχής. […]

    Και μια και αναφέρθηκαν «τα βουνά}, από τα οποία ήρθαν στο λίβανο εξαιτίας του Παπανδρέου οι ηγέτες των ελλήνων κομμουνι-στών, και υπέστησαν μάταια τέτοια ταλαιπωρία, κατά την κ. Διβάνη, πληροφορώ όσους φίλους αναγνώστες δεν το γνωρίζουν ότι τα ελληνικά βουνά, ιδίως τα ηπειρώτικα (που γνωρίζω καλά και όχι ως εκδρομεύς τριήμερων και τετραήμερων με 4χ4), παρά το προβληματικό οδικό δίκτυο και τους βαρείς χειμώνες, είναι πολύ φιλόξενα, αρκεί να έχεις εξασφαλίσει ικανοποιητική διαμονή, ένδυση και τροφή (πράγματα που εκείνη την εποχή εξασφάλιζε στο «λαϊκό απελευθερωτικό στρατό» η επιμελητεία των «πατριωτών», δημεύοντας για χάρη του «αγώνα», αμνοερίφια, καλαμπόκι και κάθε λογής γεννήματα, τα λίγα που κατάφερναν να κρύψουν από τους γερμανούς οι φουκαράδες κάτοικοι των γύρω χωριών, καταδικάζοντας τις οικογένειές τους σε υποσιτισμό, αλλά αφήνοντάς τους καθαρούς τουλάχιστον από τη ρετσινιά του αντιδραστικού και του συνεργάτη). υπό αυτές τις προϋποθέσεις, σας διαβεβαιώ ότι τα βουνά της Πίνδου λίγο διαφέρουν από τις ελβετικές χιονισμένες πλαγιές με τα σαλέ, που βλέπουμε στις καρτ-ποστάλ. το να τους τραβολογήσεις λοιπόν τους ανθρώπους στον λιβανέζικο καύσωνα από τέτοιο περιβάλλον, ήταν πράγματι ασυγχώρητο εκ μέρους του Παπανδρέου.
    Συμπερασματικά, στη διδακτορική διατριβή της κ. Διβάνη για τις εξόριστες κυβερνήσεις της Ελλάδας 1941-1944 και τα πορίσματά της, αντιπαραθέτω, πάλι αντιγράφοντας, ένα απόσπασμα κειμένου του γ. Σεφέρη (γνωστά, φαντάζομαι, τα βιογραφικά του το επίμαχο διάστημα) από το «γράμμα για τον “Εύνοστο”» (γ. Σεφέρης, Δοκιμές, πρώτος τόμος, εκδ. Ίκαρος, αθήνα 1981, σ. 211):

    […] Είμαστε άνθρωποι χωρίς χώμα, χωρίς σπίτια, χωρίς βιβλία, χωρίς το ευαίσθητο χαρτί σ’ ένα τραπέζι κάτω από το φως. Είμαστε τρομαχτικά ανθρώπινοι και απάνθρωποι –
    και σιωπηλοί. χρειαζόμαστε πολύ καιρό για να μιλήσουμε και δε μας μένει καιρός. Όλοι σχεδόν, και εκείνοι που φλυαρούν και εκείνοι που δε φλυαρούν, συλλογίζουνται «θα μιλήσουμε όταν τελειώσει ο πόλεμος».
    Όταν μας αφήσει ήσυχους αυτός ο πεισματάρης πατέρας μας που ρυθμίζει τις ώρες της δουλειάς μας και τις ώρες του ύπνου μας, τις ώρες της συνείδησής μας και τη νυχτερινή παράσταση των ονείρων μας. «θα μιλήσουμε όταν τελειώσει ο πόλεμος». Όλοι μας σχεδόν κάνουμε αυτή τη μετάθεση της μνήμης και της ευθύνης. […]

    Όσο για τις αναφορές περί παρασκηνίων, Φόρεϊν Όφις, αμερικανών, τσόρτσιλ κ.λπ. (πασίγνωστη μονότονη επανάληψη, για δεκαετίες, των κραυγών της αριστερής φιλολογίας) θα είχαν κάποια αξία για τον διάλογο των ημερών μας, αν έλειπε από την άλλη μεριά της πλάστιγγας η εγκάθετη από το ΚΚΣΕ ηγεσία της αριστεράς (απόφοιτοι οι περισσότεροι της KUTV) και οι παρασκηνιακοί μαραθώνιοι των Σιάντου, Παρτσαλίδη, ιωαννίδη και Ζαχαριάδη σε Σόφια, Πράγα, τίρανα, Βελιγράδι, Μόσχα και Κριμαία και οι αντίστοιχες επαφές τους, ζητώντας «γραμμή» και υλική υποστήριξη (για να έρθει σαν κερασάκι στην τούρτα, αμέσως μετά την ήττα, η παροιμιώδης φράση του Ζαχαριάδη:
    «εμείς κάναμε το διεθνιστικό μας καθήκον»!) ενώ παράλληλα κόπτονταν να εξασφαλίσουν στο λαό το δικαίωμα να καθορίσει εκείνος τη μοίρα του, καταγγέλλοντας την «αγγλόδουλη Δεξιά»! αλλά αφού δεν λείπουν από την άλλη μεριά της πλάστιγγας τα παραπάνω, νομίζω ότι οφείλουμε ευγνωμοσύνη τουλάχιστον στον… τσόρτσιλ!

    Σύμφωνα με τη δική μου προσληπτική ικανότητα, ο διάλογος- «χάρτινος εμφύλιος» για τον Εμφύλιο εν έτει 2011, καμιά «αναλογία» δεν έχει με τον αληθινό, ούτε βεβαίως «διάθεση για αίμα». ας προσπαθήσουμε να αποφύγουμε τις υπερβολές. την ειρωνεία και την απαξίωση τις υιοθετώ μόνον όταν καταλάβω ότι αυτό είναι το «μήκος κύματος» στο οποίο εκπέμπει ο συνομιλητής μου, έτσι θα γίνω ευκολότερα κατανοητός.
    Κατά τη γνώμη μου, ενδιαφέρον παρουσιάζει κάθε συζήτηση για τον Εμφύλιο, που βοηθά να ανιχνεύσουμε την παθολογία, τις στρεβλώσεις και τις αγκυλωτικές, διαστροφικές σχεδόν, εμμονές που ταλαιπωρούν το σήμερα και το αύριο της πολιτικοκοινωνικής ζωής στη χώρα μας. αυτή η πλευρά της παρέμβασής μου φαίνεται πως διέφυγε της προσοχής της κ. Διβάνη,
    γι’ αυτό νομίζω ασχολήθηκε μόνο με μία παράγραφό της, παρακάμπτοντας όλα τα υπόλοιπα, και όχι από σεμνότητα, ως μη ειδήμων. Εν πάση περιπτώσει, η συμβολή ενός έγκυρου ιστορικού είναι χρήσιμη, αλλά ενός επαρκούς αναγνώστη χρησιμότερη.

    (αγαπητή κ. Διβάνη σίγουρα θα διαβάσω τη διατριβή σας μόλις μπορέσω. Κι αν υποψιαστώ… ότι ο Σεφέρης εκφώνησε τη διάλεξή του «Ένας Έλληνας – ο Μακρυγιάννης» σε ρουφ γκάρντεν μεγάλου ξενοδοχείου, σε ένα ακροατήριο πολιτικών και στρατιωτικών που έπιναν κοκτέιλ και βυσσοδομούσαν ο ένας εναντίον του άλλου, χωρίς να τους ενδιαφέρει τι γινόταν στην Ελλάδα, τότε… θα ψηφίσω ΚΚΕ στις επόμενες εκλογές!).

    Μου αρέσει!

  53. THE BOOKS’ JOURNAL, ΤΕΥΧΟΣ 71, ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2016
    ΝΙΚΟΣ Κ. ΑΛΙΒΙΖΑΤΟΣ – Εξ αρχής το ΚΚΕ κυνηγούσε την εξουσία; Νομίζω, όχι!

    ακολουθει η βιβλιοκριτικη του Αλιβιζατου για το βιβλιο των καλυβομαραντζιδιδων, που αντεγραψα με πολυ κοπο με την δοκιμασμενη μεθοδο κοπι πειστ,

    για μενα ρεσιταλ σαχλαμαρας απο τον Αλ. που αμφισβητει οτι το κκε στοχευε στην εξουσια την περιοδο της απελευθερωσης, οταν πανοπλο ουσιαστικα ελεγχε την χωρα, σε αντιθεση με την περιοδο 1946-1949 που συμφωνει με τους συγγραφεις., οι οποιοι υποτιμουν το ιδεολογικο στοιχειο, μαλλον αυτος και οι πασης φυσεως μαρξιστες το υπερτιμουν(οκ ο Αλ δεν δηλωνει μαρξιστης) Θεωρει οτι οι δεκαδες χιλιαδες αγροτες ενταχθηκαν στο ΕΑΜ γιατι ταχα γοητευτηκαν και πειστηκαν απο το λαοκρατικο οραμα του κινηματος, τα κρατη προνοιας εδραιωθηκαν κυριως σε χωρες με ανυπαρκτα ή πολυ μικρα κομμουνιστικα κομματα πχ σκανδιναβικες, κατω χωρες κτλπ κτλπ, και οσο για τα περι αριστερων ιστορικων τα παραπονα του σε αυτους που αυτοπροσδιοριζονται ετσι.

    Εξ αρχής το ΚΚΕ κυνηγούσε την εξουσία; Νομίζω, όχι!

    Οπως πληροφορούμαι, τον τελευταίο καιρό, όλο και πιο συχνά, σε σοβαρούς διαγωνισμούς που διεξάγουν στο εξωτερικό πανεπιστήμια και άλλοι φορείς για τη βράβευση επιστημονικών βιβλίων, μαζί με την επιστημοσύνη των κρινόμενων έργων μετρά όλο και περισσότερο ένα
    δεύτερο κριτήριο, λιγότερο σαφές αλλά με την ίδια βαρύτητα: το αν το συγκεκριμένο βιβλίο διαβάζεται ευχάριστα, όχι μόνον από τους ειδικούς, αλλά και από το ευρύ κοινό. Για το πρώτο από τα ανωτέρω κριτήρια, το κριτήριο της επιστημοσύνης, έχει λεχθεί ότι το σχολιαζόμενο βιβλίο ναι μεν συνοψίζει όλα ή περίπου όλα όσα έχουν γραφεί για τον ελληνικό Εμφύλιο (1943-1949), με εκτεταμένες μάλιστα αρθροβιβλιογραφικές παραπομπές, χρήσιμες για τον αναγνώστη που θέλει να εμβαθύνει, πλην όμως δεν εισφέρει καινούργια στοιχεία για την καλύτερη γνώση της περιόδου.
    Για ένα βιβλίο που δεν αποτελεί μονογραφία, αλλά απευθύνεται στο ευρύ κοινό, δεν νομίζω πως αυτό αποτελεί μειονέκτημα. Πολύ περισσότερο όταν αυτό προτείνει μια διαφορετική «ανάγνωση» των γεγονότων σε σχέση με τις κρατούσες προσεγγίσεις.
    Σοβαρότερη, κατά τη γνώμη μου, είναι η ένσταση ότι οι συγγραφείς δεν ασχολούνται με την εν στενή εννοία αντιστασιακή δράση των οργανώσεων της Εθνικής Αντίστασης και κυρίως του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και ότι γράφουν λίγο πολύ «σαν οι Γερμανοί να ήταν απόντες» από την Ελλάδα.
    Εν τούτοις, και στην κριτική αυτή οι συγγραφείς θα μπορούσαν να αντιτάξουν ότι δεν φιλοδόξησαν να γράψουν μιαν ιστορία της εθνικής αντίστασης, αλλά να μελετήσουν – όπως άλλωστε λέει και ο τίτλος τουβιβλίου– τα «εμφύλια πάθη», δη-λαδή τον αδελφοκτόνο πόλεμο,από το 1943 ώς το 1949. Άρα δεν όφειλαν να εγκύψουν ούτε στην αντίσταση κατά των κατακτητών ούτε στις θηριωδίες των τελευταίων, διότι τις θεωρούν δεδομένες. Διαφορετικό βέβαια είναι το ζήτημα αν, στην εξιστόρηση των εμφύλιων συγκρούσεων της περιόδου, οι συγγραφείς εστιάζουν πολύ περισσότερο στις επιθέσεις των αριστερών οργανώσεων κατά των δεξιών, παρά στο αντίστροφο. Τη δράση των Ταγμάτων Ασφαλείας, για παράδειγμα, τη θεωρούν και αυτήν περίπου ως δεδομένη, ενώ, ως καθαρά αδελφοκτόνα, θα έπρεπε, όπως πιστεύω, να αναδειχθεί περισσότερο.

    Με το δεύτερο κριτήριο, εν τούτοις, το κριτήριο δηλαδή της ευχάριστης ανάγνωσης, τα Εμφύλια πάθη σπάζουν κάθε ρεκόρ. Χάρη στην έξυπνη δόμησή τους γύρω από 23 καυτά ερωτήματα, που οι απαντήσεις τους δεν χρειάζεται να διαβαστούν μονορούφι αλλά ξεχωριστά η καθεμιά, όλες οι ενδείξεις συγκλίνουν ότι τα Πάθη, στον ένα χρόνο που μεσολάβησε αφ’ ότου κυκλοφόρησαν, έχουν διαβαστεί περισσότερο από κάθε άλλο βιβλίο για την κρίσιμη εκείνη περίοδο, που εκδόθηκε μετά τη Μεταπολίτευση.
    Γι’ αυτό και μόνο το λόγο δεν μπορεί κανείς να το αγνοήσει. Απεναντίας, για λόγους όχι μόνον επιστημονικής εντιμότητας αλλά και συναδελφικής αβροφροσύνης θα πρέπει, κατά τη γνώμη μου, να συζητηθεί όχι μόνο σε πολιτιστικά fora αλλά και σε stricto sensu επιστημονικά. Σε μια τέτοια συζήτηση, στην οποία θα πρέπει επιτέλους να συμμετάσχουν και οι επαγγελματίες ιστορικοί –προπάντων εκείνοι οι οποίοι διαφωνούν με το βιβλίο και τα συμπεράσματά του–1 θέλω να πιστεύω πως εντάσσεται και η παρούσα βιβλιοκρισία.

    Που το ΠηΓαιΝε το ΚΚε;

    Δεν θα σταθώ στις παραλείψεις που καταλογίζονται στους δυο συγγραφείς ούτε στην αντίκρουση επί μέρους θέσεων που υποστηρίζουν. Η δουλειά αυτή ανήκει προπάντων στους ειδικούς και δεν συγκαταλέγω τον εαυτό μου σε αυτούς. Θα σταθώ αντίθετα στη μείζονα ερμηνευτική επιλογή των συγγραφέων, έτσι του λάχιστον όπως την αντιλαμβάνομαι εγώ ως μη ιστορικός, για την οποία διατηρώ σοβαρές επιφυλάξεις:
    Θέλοντας να αποφύγουν τη μονομέρεια που χαρακτηρίζει τις ερμηνείες τις οποίες προτείνει τόσο η μια όσο και η άλλη από τις μεγάλες αντιμαχόμενες παρατάξεις για τη δεκαετία του 1940, δηλαδή η πλευρά των νικητών ώς το 1974, και η πλευρά των ηττημένων, από το 1975 και εφεξής –αν και με μια μεγάλη γκάμα αποχρώσεων– οι δυο συγγραφείς προσπαθούν να ακολουθήσουν έναν τρίτο δρόμο.
    Το βλέπει κανείς περίπου σε όλα τα κεφάλαια του βιβλίου, με τη διλημματική θέση όλων σχεδόν των ερωτημάτων και την απόρριψη των μονόπλευρων απαντήσεων που δίνονται κατά κανόνα σε αυτά. Το βλέπει όμως κυρίως στην απάντηση που δίνουν οι συγγραφείς στο θεμελιώδες ερώτημα του βιβλίου, ένα ερώτημα που το διατρέχει από την αρχή ώς το τέλος, και το οποίο μπορεί να συνοψισθεί ως εξής:
    Πού το πήγαινε το ΚΚΕ; Ήταν η εξουσία, η απόλυτη εξουσία, που το ενδιέφερε ευθύς εξ αρχής; Ή μήπως η δημιουργία των προϋποθέσεων μιας υγιούς κοινοβουλευτικής δημοκρατίας ώστε, μετά την απελευθέρωση, να αποτραπούν εκτροπές και οπισθοχωρήσεις σαν και εκείνες που είχε ζήσει ο τόπος τα χρόνια του Μεσοπολέμου;

    Για την περίοδο της Κατοχής (1941-44), στο ερώτημα αυτό οι συγγραφείς απαντούν προβάλλοντας την ερμηνεία της «διπλής στρατηγικής»: το ΚΚΕ ήταν ειλικρινές όταν αρχικά μιλούσε για εκλογές, συντακτική συνέλευση και αντιπροσωπευτική δημοκρατία, δεν απέκλειε όμως την προσφυγή και στην επαναστατική βία, αν ο ειρηνικός δρόμος δεν του «έβγαινε».
    Αντίθετα, από το τέλος του 1945, πρώτα με την αποχή από τις εκλογές του 1946 και έπειτα με την ίδρυση του Δημοκρατικού Στρατού και τον σχηματισμό της κυβέρνησης των βουνών, η στρατηγική του ήταν ξεκάθαρη. βασιζόμενο, όπως πίστευε, σε μια ευνοϊκότερη γι’ αυτό διεθνή συγκυρία, ακολούθησε το δρόμο της ένοπλης βίας. Ίσως μάλιστα να επικρατούσε, τουλάχιστον στη βόρειο Ελλάδα, αν δεν είχε μεσολαβήσει το Δόγμα Τρούμαν, το Σχέδιο Μάρσαλ και η άμεση εμπλοκή των Αμερικανών στον ελληνικό Εμφύλιο.
    Δεν θα με απασχολήσει η περίοδος μετά το 1945, για την οποία συμφωνώ χονδρικά με τους συγγραφείς. Ακρογωνιαίος λίθος της στρατηγικής του ΚΚΕ ήταν η διά των όπλων κατάληψη της εξουσίας. Θα εντοπίσω, αντίθετα, την προσοχή μου στην Κατοχή και τους δυο μήνες που ακολούθησαν ώς τα Δεκεμβριανά, γιατί για την περίοδο εκείνη οι απόψεις που υποστηρίζουν οι συγγραφείς προκαλούν τις περισσότερες επιφυλάξεις.
    Σε αντίθεση λοιπόν με τους Καλύβα-Μαραντζίδη, δεν πιστεύω ότι το ΚΚΕ, τουλάχιστον επί Κατοχής, ήταν ο αυστηρά πειθαρχημένος οργανισμός που παρουσιάζουν. Δεν ήταν, όπως αφήνουν να εννοηθεί, ο γραφειοκρατικός μηχανισμός με τους επαγγελματίες της επανάστασης οι οποίοι, με ψυχρή λογική και ψυχραιμία, σχεδίαζαν τα επόμενα βήματα.
    Απεναντίας, ήταν ένας δυναμικός όσο και «ρευστός» οργανισμός, που η σύνθεση, η φυσιογνωμία και οι εσωτερικοί συσχετισμοί του μεταβάλλονταν μέρα με τη μέρα, καθώς –για πρώτη φορά στην ιστορία του– είχε δεθεί τόσο στενά με τις μάζες, και η επιρροή του αυξανόταν με ασύλληπτους ρυθμούς. Επί πλέον, η ηγεσία του, αποτελούμενη από ευφυείς ασφαλώς αλλά απλούς αν θρώπους, βρισκόταν τόσο από πλευράς κατάρτισης όσο και επίγνωσης του διεθνούς συσχετισμού πολύ κάτω από τις περιστάσεις.

    Έτσι, το 1941-42, με τον ιστορικό ηγέτη τους κρατούμενο στο Νταχάου, οι έλληνες κομμουνιστές βρέθηκαν εντελώς ανέτοιμοι να αντιμετωπίσουν την άνευ προηγουμένου ριζοσπαστικοποίηση των μαζών που συντελέσθηκε σε ύπαιθρο και πόλεις μέσα σε λίγους μήνες. Για μένα, είναι αμφίβολο αν –και να το ήθελαν– μπορούσαν να εκπονήσουν τα επιτελικά εκείνα σχέδια για την κατάληψη της εξουσίας και, προ πάντων, αν διέθεταν τη συγκροτημένη εκείνη στρατιωτική δομή που θα τους επέτρεπε να τα εφαρμόσουν επιτυχώς.
    Αντίθετα, όπως ήταν φυσικό, ξεπεράστηκαν πολύ γρήγορα από τα γεγονότα, δηλαδή από ένα σε μεγάλο βαθμό αυθόρμητο λαϊκό κίνημα, ελάχιστα διατεθειμένο να υπακούσει σε άνωθεν εντολές, αλλά έτοιμο να κάνει μεγάλες θυσίες, όχι μόνο για την απελευθέρωση της χώρας αλλά και για να εξασφαλίσει ένα καλύτερο αύριο για την πατρίδα και τα παιδιά του.

    Από την άλλη, με την τριπλή κατοχή της Ελλάδας από Γερμανούς, Ιταλούς και βουλγάρους, την άνοιξη του 1941, είναι σημαντικό να τονιστεί ότι η Αριστερά βρέθηκε χωρίς εσωτερικό πολιτικό αντίπαλο. Εκτός πολιτικής σκηνής από το 1936, οι εκπρόσωποι των παλαιών πολιτικών κομμάτων δεν ήταν σε θέση –πιθανότατα όμως ούτε και ήθελαν– να αντιληφθούν τις βαθύτερες αλλαγές που είχαν σημειωθεί από την 28η Οκτωβρίου 1940 και μετά. Κατατρύχονταν σε ανούσιες διαμάχες, ακολουθώντας μια τακτική «παθητικής αναμονής» (attentisme), η οποία, όπως έχει επισημανθεί, ισοδυναμούσε με «καιροσκοπισμό»2. «Δεν είναι δουλειά των κομμάτων η αντίστασις» ισχυριζόταν τον Δεκέμβριο του 1941 ο πρώην ηγέτης των φιλελευθέρων, Θεμιστοκλής Σοφούλης. Γιατί αν αυτά λείψουν, πρόσθετε, η Ελλάδα, μετά την Απελευθέρωση, «θα βρεθεί σε πολύ δύσκολη θέση»3.

    Εκεί λοιπόν που θα περίμενε κανείς ότι το ΚΚΕ, βέβαιο για την οργανωτική υπεροχή του, θα επεδίωκε μιαν ευρύτερη συνεννόηση με τον αστικό πολιτικό κόσμο για τις άμεσες ανάγκες της εθνικής αντίστασης, το απέφυγε, όχι μόνον λόγω έλλειψης πείρας αλλά και λόγω της αλαζονείας και της αδιαλλαξίας που του προκάλεσε η πρωτόγνωρη αύξηση της απήχησής του.
    Κάτω από αυτές τις συνθήκες, τα πάντα ήταν δυνατά. Ακόμη δηλαδή και αν ο Γιάννης Ιωαννίδης, ο Άρης βελουχιώτης και οι άλλοι σκληροπυρηνικοί του ΚΚΕ σχεδίαζαν τη βίαιη κατάληψη της εξουσίας για να εγκαταστήσουν ένα κομμουνιστικό καθεστώς παρόμοιο με εκείνα που επιβλήθηκαν από τον Ερυθρό Στρατό, στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης το 1945-46, είναι αμφίβολο αν θα το πετύχαιναν. Αρκεί να θυμηθεί κανείς πόσο εύκολα ο Ανδρέας Τζήμας, ένας από τους οξυδερκέστερους και πιο μορφωμένους ηγέτες κομμουνιστές ηγέτες της εποχής, «άδειασε» τον Άρη βελουχιώτη, την άνοιξη του 1943, όταν αυτός επέκρινε τους βρετανούς4, αλλά και πώς ο σοσιαλιστής Αλέξανδρος Σβώλος, με τη συνδρομή δίχως άλλο και των σοβιετικών διπλωματών στο Κάιρο5, έπεισε τελικά το ΚΚΕ να μετάσχει στην κυβέρνηση Παπανδρέου, μετά το Συνέδριο του Λιβάνου, αν και δεν του είχαν δοθεί όσα υπουργεία διεκδικούσε.
    Κοντολογίς, πιστεύω ότι το λάθος που κάνουν οι συγγραφείς –στις απαντήσεις που δίνουν σε αρκετά από τα 23 ερωτήματα του βιβλίου και προπάντων στο έκτο– είναι η υποβάθμιση του πηγαίου στοιχείου στην πολιτική στράτευση των μαζών στα χρόνια της Κατοχής και, κατ’ αποτέλεσμα, η υπερτίμηση των στρατηγικών και συνωμοτικών δεξιοτήτων της ηγεσίας του ΚΚΕ, στην οποία αποδίδουν ικανότητες που, κατά τη γνώμη μου, δεν είχε. Πρόκειται, όπως νομίζω, για εσφαλμένη εκτίμηση της πραγματικής κατάστασης της χώρας το 1943-44, η οποία έχει βαρυσήμαντες συνέπειες για τη συνολική αποτίμηση της κρίσιμης δεκαετίας.

    οι ΛοΓοι του ΛαΘουΣ

    Όμως, πού να οφείλεται το λάθος που κάνουν οι συγγραφείς υποστηρίζοντας με ιδιαίτερη επιμονή την ανωτέρω άποψη; Θα ξεχώριζα τους ακόλουθους λόγους6:

    Οφείλεται, πρώτον, στην υποβάθμιση της ιδεολογίας ως κινήτρου για την πολιτική ένταξη. Ο Μιλτιάδης Πορφυρογένης, ο Ανδρέας Τζήμας, ο Κώστας φιλίνης, ο Λεωνίδας Κύρκος και ο Κίτσος Μαλτέζος (σε ό,τι αφορά την αρχική ένταξή του στην Αριστερά) είναι μερικά από τα χαρακτηριστικότερα παραδείγματα γόνων αστικών οικογενειών που τη στράτευσή τους στο κομμουνιστικό κίνημα δεν μπορούν να εξηγήσουν τα αναλυτικά εργαλεία των συγγραφέων. Δύσκολα οι ανωτέρω θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν αφελείς και ακόμη δυσκολότερα καιροσκόποι (αν κρίνει κανείς τουλάχιστον από τη μετέπειτα ζωή τους).

    Μια εξήγηση της αδυναμίας των Καλύβα και Μαραντζίδη να κατανοήσουν τέτοιες περιπτώσεις είναι πιθανόν μεθοδολογική: είναι η εφαρμογή εκ μέρους τους των αρχών της «ορθολογικής επιλογής» για την ερμηνεία ακόμη και περίπλοκων ιστορικών φαινομένων. Σύμφωνα με τη σχολή αυτή σκέψης, που άλλοτε μεσουρανούσε στην αμερικανική πολιτική επιστήμη, το άτομο, ως ξεχωριστό υποκείμενο αλλά και ως μέλος συλλογικοτήτων, δρα με γνώμονα το στενό προσωπικό του συμφέρον –το «μέγιστο όφελος»– που μπορεί να αποκομίσει από τις συγκεκριμένες επιλογές του. Δεν παρασύρεται από το συναίσθημα αλλά δρα εν τέλει ορθολογικά, με κριτήριο τι το συμφέρει. Άλλα κίνητρα, όπως οι όποιες παρορμήσεις, η ιδεολογική ένταξη, οι οικογενειακές παραδόσεις (αν όχι και το περίφημο «φιλότιμο» το οποίο ανέδειξαν παλαιότερα, ειδικά για την ελληνική περίπτωση, οι αμερικανοί ανθρωπολόγοι), βαρύνουν ελάχιστα σε σύγκριση με το προσωπικό συμφέρον, στις μείζονες επιλογές που κάνουμε στη ζωή μας.
    Χρήσιμη γιατί βοηθά στην ποσοτικοποίηση παραγόντων τους οποίους συνήθως αξιολογούμε με υποκειμενικά κριτήρια, όπως π.χ. η επίδραση του κλίματος στην ανθρώπινη συμπεριφορά ή το βάρος των ιστορικών παραδόσεων, η ορθολογική επιλογή εφαρμόζεται και από πολλούς συγγραφείς της Σχολής των annales για την ερμηνεία ιστορικών φαινομένων. Στην παλαιότερη μονογραφία του, Τhe Logic of Violence in CivilWar7, o Στάθης Καλύβας μελετά διεξοδικά την εφαρμοσιμότητά της για το ξεπέρασμα των τόσο συνήθων γενικόλογων αφορισμών που χρησιμοποιούνται για την ερμηνεία των εμφύλιων ειδικά συγκρούσεων και για την εξήγηση της στάσης των ανθρώπων σε στιγμές μεγάλης έντασης. Τη μέθοδο αυτή, η οποία επιδιώκει να συγκεράσει τη μελέτη των συμπεριφορών σε τοπικό, σε περιφερειακό και σε εθνικό επίπεδο, ο Καλύβας την εφαρμόζει και στην πολυσχολιασμένη μελέτη του για την «κόκκινη βία» στην Αργολίδα το 1944-1945 8, η οποία, κατά τον συγγραφέα της, επιχειρεί να υπερβεί τα τρωτά τόσο μιας αμιγώς ανθρωπολογικής προσέγγισης σε μικροτοπικό επίπεδο, όσο και τις γενικευτικές ερμηνείες (:όπως η θεωρία των «τριών γύρων») που έχουν κατά καιρούς υποστηριχθεί για να εξηγηθεί η στάση του ΚΚΕ τη δεκαετία του 1940 9.
    Η υποβάθμιση του πηγαίου στοιχείου από τους συγγραφείς οφείλεται, κατά τη γνώμη μου, κατά δεύτερο λόγο, στο ότι διαβάζουν πολύ συχνά τις πηγές μέσα από το φίλτρο των γεγονότων που επακολούθησαν και ιδίως των ολέθριων επιλογών του ΚΚΕ μετά την Απελευθέρωση, αρχής γενομένης από τα Δεκεμβριανά. Όμως, όπως μαρτυρούν όλες οι ενδείξεις, από πλευράς ηθικού των μαζών, δεκτικότητας στο ρίσκο και συλλογικών συνειδήσεων, τίποτα δεν ήταν όμοιο πριν και μετά τον αιματηρό Δεκέμβριο του 1944. Η άντληση, επομένως, επιχειρημάτων από μεταγενέστερα γεγονότα, όπως ήταν η απόκρυψη των όπλων από τον ΕΛΑΣ μετά τη Συμφωνία της βάρκιζας, δεν βοηθά στην κατανόηση της δυναμικής που ενέκλειε η Εθνική Αντίσταση.

    Μια τρίτη αιτία τέλος είναι η θεώρηση, μετά το 1989, της ελληνικής περίπτωσης ως αναπόσπαστου μέρους της ιστορικής χρεοκοπίας του κομμουνισμού διεθνώς και στην Ευρώπη ειδικότερα. Όμως, όπως μου έχει δοθεί η ευκαιρία να υποστηρίξω και αλλού10, η αποτυχία αυτή δεν ήταν παντού η ίδια, αφού ο κομμουνισμός, στις χώρες τουλάχιστον όπου δεν επικράτησε, συνέτεινε όσο κανένας άλλος παράγων στην οικοδόμηση του κράτους πρόνοιας, δηλαδή του μεγαλύτερου επιτεύγματος της ανθρωπότητας για ατομική και συλλογική ευημερία τόσο πολλών, σε συνθήκες ειρήνης, με δημοκρατία και σεβασμό των δικαιωμάτων του ανθρώπου και της θέσης των μειονοτήτων. Με άλλα λόγια, το ότι όλοι –ή σχεδόν όλοι– συμφωνούμε ότι η Ελλάδα ήταν τυχερή που δεν βρέθηκε από την άλλη πλευρά της γραμμής της Γιάλτας το 1945 και στην κορύφωση του Εμφυλίου, το 1948, και το ότι θα πρέπει να είμαστε τελικά ευγνώμονες προς όσους ξένους φίλους μάς βοήθησαν να το πετύχουμε, δεν σημαίνει ότι η πορεία που ακολούθησε η χώρα ήταν προδιαγεγραμμένη, ούτε ότι ήταν η μόνη δυνατή. Για το ότι, για παράδειγμα, έπρεπε να φθάσουμε ώς τη δεκαετία του 1960 για να ενσωματώσουμε στην κουλτούρα μας αυτό που τόσο εύγλωττα οι Γάλλοι αποκαλούν ésprit de la Résistance, και ώς το 1974 για να αποκαταστήσουμε μια κοινοβουλευτική δημοκρατία άξια του ονόματος, δεν μας φταίνε ούτε ο Άρης βελουχιώτης ούτε ο Νίκος Ζαχαριάδης.

    τα ΣυΝ Και τα ΠΛηΝ

    Συνοψίζω: ανήκω στους πολλούς που απόλαυσαν το βιβλίο, διαβάζοντάς το και σε στιγμές σχόλης και με μεγάλη αυτοσυγκέντρωση. Με την έξυπνη διάρθρωση της ύλης και τη γλαφυρή γραφή τους, οι συγγραφείς κατάφεραν να ξαναθέσουν επί τάπητος τα μεγάλα ερωτήματα της δεκαετίας του 1940, κλονίζοντας βαθιά ριζωμένα στερεότυπα και της μιας και της άλλης πλευράς. Αυτά – μαζί με την πολύτιμη συγκριτική οπτική που καταφέρνουν να αναδείξουν– είναι τα αδιαμφισβήτητα «συν» του βιβλίου, που κανένας καλόπιστος αναγνώστης δεν μπορεί να αρνηθεί. Πολύ περισσότερο που οι συγγραφείς δεν το παίζουν «ουδέτεροι», αλλά –όπως οι ίδιοι ευθαρσώς διακηρύσσουν– επιδιώκουν, κόντρα στο ρεύμα, να φωτίσουν μια πτυχή των γεγονότων, την αριστερή βία, η οποία, τα τελευταία χρόνια, όταν δεν παραβλέπεται εντελώς, συστηματικά αγνοείται.
    Στα «πλην» του βιβλίου, πέρα από την υποτίμησή του της ιδεολογίας ως κινήτρου της ανθρώπινης συμπεριφοράς, θα στεκόμουν κυρίως σε ένα: την αφ’ υψηλού αντιμετώπιση των ομοτέχνων, λες και οι δυο συγγραφείς είναι εν τέλει αν όχι οι μόνοι, τουλάχιστον οι συνεπέστεροι κάτοχοι της αλήθειας. ως χαρακτηριστικότερο παράδειγμα της στάσης τους θα ανέφερα τον χαρακτηρισμό απλώς ως «ιστορικών» των ομολόγων τους, όταν συμφωνούν με τις απόψεις τους, και ως «αριστερών ιστορικών», εκείνων με τους οποίους διαφωνούν11. Λες και οι μεν είναι υγιείς, ενώ οι δε πάσχουν από κάποιο προπατορικό αμάρτημα.
    Εν τούτοις, όπως και να το κάνουμε, ακόμη και όταν εκνευρίζουν, οι συγγραφείς ανεβάζουν την αδρεναλίνη και προκαλούν το ενδιαφέρον. Αυτό όμως δεν είναι το μέγιστο «συν» ενός επιστημονικού βιβλίου, για να μην πω κάθε βιβλίου;

    1. Εξ όσων τουλάχιστον γνωρίζω, ελάχιστες βιβλιοκρισίες των Εμφύλιων παθών εχουν δημοσιευθεί ώς σήμερα. Θέλω να πιστεύω ότι η «σιωπή» αυτή των ιστορικών είναι συμπτωματική. βλ. πάντως μιαν αξιοπρόσεκτη εξαίρεση: Πολυμέρη βόγλη, «”Εμφύλια πάθη”: Μια (όχι τόσο) νέα αφήγηση για τη δεκαετία…», στα Ενθέματα της Αυγής, 14/2/2016.

    2 Σύμφωνα με τον αυστηρό –πλην όμως ακριβή– χαρακτηρισμό ενός συγγραφέα, του Πέτρου Μακρή-Στάικου, στον οποίο δεν μπορεί βέβαια να προσαφθεί καμιά προκατάληψη εις βάρος του λεγόμενου «αστικού» πολιτικού κόσμου, βλ. «Ο Άγγλος Πρόξενος». Ο υποπλοίαρχος Noël C. Rees και οι βρετανικές μυστικές υπηρεσίες. Ελλάδα-Μέση Ανατολή, 1939-1944, Αθήνα, ωκεανίδα, 2011, σ. 191.

    3. βλ. Π. Μακρή-Στάικου, όπ.π., σ. 225- 6, ο οποίος αντλεί τη σχετική πληροφορία από τη μαρτυρία του Ευ. βαλασάκη, αξιωματικού του βασιλικού Νααυτικού, όπως αυτή αποτυπώνεται σε έκθεσή που ο ίδιος είχε απευθύνει προς το Γενικόν Επιτελείον Ναυτικού.

    4. βλ. τη μαρτυρία του Ανδρέα Τζήμα, σε έκθεσή του προς την ηγεσία του ΚΚΕ, την οποία μεταφέρει ο Γρηγόρης φαράκος, Άρης Βελουχιώτης. Το χαμένο Αρχείο. Άγνωστα κείμενα, Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα, 1997, σ. 198: «Όταν τον άκουσα να μιλά […], αναρωτήθηκα αν είναι δικός μας ή αν είναι πράκτορας των Γερμανών, σταλμένος για αντιαγγλική δουλειά και διάσπαση του αγώνα. Τον άφησα να μιλήσει σε δυο ακόμη χωριά, για να βεβαιωθώ για την πολιτική του γραμμή, και κατόπιν τον έκοψα. Τέτοιο ήταν το κτύπημα, που ο Άρης το ‘ριξε στο κλάμα και το ποτό».
    Το απόσπασμα παραθέτει ο Π. Μακρής-Στάικος, όπ.π., σ. 404-5, υποσημ. 9.

    5. Και τούτο, όπως επισημαίνουν οι συγγραφείς στη σ. 394 του σχολιαζόμενου βιβλίου, πριν από την άφιξη της υπό τον αντισυνταγματάρχη Ποπόφ σοβιετικής αποστολής στα βουνά, στα τέλη Ιουλίου 1944.

    6. Πρωτοδιατύπωσα τον προβληματισμό αυτό στην κριτική στον Άγγλο Πρό ξενο του Π.Μακρή-Στάικου (βλ. πιο πάνω, υποσημ.1), την οποία δημοσίευσα προ ετών στο Books’ Journal, τχ. 23, Σεπτ. 2012, σ. 42-47.

    7. Cambridge, Cambridge University Press, 2006.

    8. βλ. “Left Terror: Leftist Violence During the Occupation”, στον συλλογ. τόμο του Mark Mazower (editor), After the War was Over. Reconstructing the Family, Nation and State in Greece, 1943-1960”, Princeton, Princeton University Press,2000, σ. 142-183, βλ. και ελληνική μετάφραση της Ειρ. Θεοφυλακτοπούλου, Μαρκ Μαζάουερ (επιμ.), Μετά τον πόλεμο. Η ανασυγκρότηση της οικογένειας, του έθνους και του κράτους στην Ελλάδα, 1943-60, Αθήνα, εκδ. Αλεξάνδρεια, 1960.

    9. Παραδόξως, την ίδια μέθοδο ακολουθεί για να εξηγήσει την καθυστέρηση που σημειώθηκε στην ανάπτυξη της εθνικής αντίστασης στην Ήπειρο σε μια από τις πρώτες μελέτες του για τη δεκαετία του 1940, ο σφοδρότερος έκτοτε πολέμιος των Καλύβα-Μαραντζίδη, βλ. Γιώργου Μαργαρίτη, Από την ήττα στην εξέγερση. Ελλάδα: άνοιξη 1941-φθινοπωρο 1942, Αθήνα, εκδ. Πολίτης, 1993.

    10. βλ., με τίτλο «Μήπως το ταξίδι συνεχίζεται;», το καταληκτήριο κείμενο του βιβλίου μου Πραγματιστές, δημαγωγοί και ονειροπόλοι. Πολιτικοί, διανοούμενοι και η πρόκληση της εξουσίας, Αθήνα, Πόλις, 2015, σ. 515 & επ., 540.

    11 Το επισημαίνει ο Πολυμέρης βόγλης, στην προαναφερθείσα βιβλιοκρισία του σχολιαζόμενου βιβλίου (βλ. υποσημ.1).

    Μου αρέσει!

  54. https://www.lifo.gr/culture/vivlio/stathis-kalybas-me-ehoyn-katigorisei-os-ethnomidenisti-kai-praktora-ton-xenon

    ο γνωστος Καλυβας εφ ολης της υλης

    «Κάποτε συμμετείχα σε ένα συνέδριο για την ελληνική ιστοριογραφία, όπου, μετά την ομιλία μου, όλοι όσοι παρευρίσκονταν είχαν εξαγριωθεί. Ο έτερος συνομιλητής αφιέρωσε τη δική του ομιλία αποκλειστικά σ’ εμένα, για να εξηγήσει πόσο κακός επιστήμονας είμαι. Μεταξύ των ακροατών ήταν και ο Δ. Μαρωνίτης, ο οποίος σηκώθηκε, εξέφρασε τη δυσφορία του και με ρώτησε: «Ποια είναι τα πραγματικά κίνητρά σας, κ. Καλύβα;». Αισθάνθηκα σαν να βρισκόμουν σε μια συνεδρίαση κριτικής την εποχή της Κινεζικής Πολιτιστικής Επανάστασης, όπου οι άλλοι με έδειχναν με το δάχτυλο για να με καταγγείλουν. Ήταν ένα είδος δημόσιας τελετουργικής εκτέλεσης. Θυμάμαι ότι στο διάλειμμα, βγαίνοντας από την αίθουσα, ακόμη και οι γνωστοί μου δεν με πλησίαζαν. Είχα, λοιπόν, γίνει ραδιενεργός. Δεν ήθελε κανείς να με πλησιάζει.»

    ο ετερος συνομιλητης πρεπει να ηταν ο Μαργαριτης καλα γραφω σε σχολιο απο πανω για τον Μαρωνιτη

    Μου αρέσει!

Σχολιάστε