(Από τον «Ερμή»)
«Υπάρχουν τρεις περίοδοι για το στρατό στη Μέση Ανατολή. Η πρώτη, από τον Ιούνιο του 1941 έως τον Φεβρουάριο του 1943. Οι αντιπαλότητες υπήρχαν, αλλά γινόταν και μια οργανωτική προσπάθεια, η οποία είχε οδηγήσει στη συμμετοχή ελληνικών μονάδων στην τρίτη μάχη του Ελ Αλαμέιν. Η δεύτερη περίοδος αρχίζει το Μάρτιο του 1943 και κρατάει ως τον Απρίλιο του ’44. Χαρακτηριστικό της είναι οι έντονες πολιτικές συγκρούσεις, με τελικό αποτέλεσμα τη διάλυση του ελληνικού στρατού της Μέσης Ανατολής. Η τελευταία περίοδος περιλαμβάνει τη δημιουργία της τρίτης ορεινής ταξιαρχίας, η οποία ήταν απόλυτα νομοταγής στο βασιλιά, αλλά και την κράτηση χιλιάδων στασιαστών σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, από τους Βρετανούς»
«Πως βρέθηκε ελληνικός στρατός στη Μέση Ανατολή;»
«Η μαγιά ήταν ένα τάγμα πεζικού, με τέσσερις λόχους που είχε συγκροτηθεί στην Αλεξάνδρεια από Αιγυπτιώτες Έλληνες και είχε ονομαστεί Δωδεκανησιακό Τάγμα. Το υποστήριζε και το κινητοποίησε η Φάλαγξ Ελλήνων Αιγύπτου, ΦΕΑ, που ήταν οργάνωση της δικτατορίας. Υπήρχαν σ’ αυτό συνεργεία περισυλλογής και επισκευής πυροβόλων όπλων και οχημάτων, ένα απόσπασμα από εκατόν δέκα ιππείς που αναζητούσαν τους ίππους και άλλο ένα από εκατόν είκοσι πέντε οπλίτες, συνοδούς Ιταλών αιχμαλώτων. Στους χίλιους περίπου άνδρες του τάγματος προστέθηκαν εξήντα στρατιώτες και είκοσι αξιωματικοί, που είχαν καταφέρει να διαφύγουν προς τη Μέση Ανατολή ακολουθώντας τους Βρετανούς και την Ελληνική Κυβέρνηση. Στα μέσα Ιουλίου 1941 έφτασε στην Αίγυπτο η ταξιαρχία Έβρου. Τρία τάγματα πεζικού με χίλιους διακόσιους σαράντα εννέα άνδρες. Μαζί τους ήταν και εκατόν εβδομήντα χωροφύλακες. Με βάση αυτές τις δυνάμεις συγκροτήθηκε η 1η ελληνική ταξιαρχία η οποία ορκίστηκε στις 20 Ιουλίου 1941, στη Χεντέρα της Παλαιστίνης. Πήρε μέρος στη μάχη του Ελ Αλαμέιν»
«Η συμμετοχή ήταν συμβολική;»
«Αν ήταν συμβολική, περισσότερο συμβολική ήταν της Γαλλίας που συμμετείχε με μία ταξιαρχία, η οποία είχε δύναμη τέσσερις χιλιάδες άνδρες, ενώ η ελληνική είχε περισσότερους από πέντε χιλιάδες πεντακόσιους αξιωματικούς και οπλίτες. Οι απώλειες της ανήλθαν σε εξήντα νεκρούς και εκατόν ογδόντα τέσσερις τραυματίες και συνολικά στη Βόρεια Αφρική είχε ογδόντα εννιά νεκρούς και διακόσιους είκοσι οχτώ τραυματίες. Τα προβλήματα ξεκίνησαν αμέσως μετά τις μάχες, όταν όλοι άρχισαν ξανά να κατηγορούν αλλήλους, με αποτέλεσμα η χαλάρωση της πειθαρχίας. Έτσι κρίθηκε ότι η ταξιαρχία έπρεπε να αποσυρθεί από το μέτωπο για νέα εκπαίδευση»
«Κρίθηκε από ποιον;»
«Μια θεωρία υποστηρίζει ότι η απόφαση ήταν των Βρετανών για να υποβαθμίσουν την ελληνική στρατιωτική παρουσία. Μια άλλη ότι η απόφαση ήταν του Κανελλόπουλου, ώστε να πιέσει τη βρετανική κυβέρνηση, επειδή η τελευταία εξέφρασε άποψη υπέρ της μεταπολεμικής ακεραιότητας της Αλβανίας, ακυρώνοντας πρόωρα το αφήγημα της ελληνικής πλευράς για μία μεταπολεμική μεγάλη Ελλάδα»
«Υπήρξε και 2η ταξιαρχία;»
«Ναι. Συγκροτήθηκε τον Μάιο του 1942 από εθελοντές που ερχόντουσαν από την Ελλάδα και από τη στράτευση έξι ηλικιών των Ελλήνων της Αιγύπτου. Τον Αύγουστο του ’42 σχηματίστηκε ο Ιερός Λόχος, από πλεονάζοντες ή παραβατικούς αξιωματικούς που κατατάχτηκαν εθελοντικά ως στρατιώτες και χρησιμοποιούσαν τα διακριτικά του αξιωματικού στις εξόδους τους. Είχε διοικητή τον Χριστόδουλο Τσιγάντε, απότακτο του ’35. Παραδόξως ο Ιερός Λόχος όχι μόνο διατηρήθηκε ως το τέλος του πολέμου, αλλά ενισχυόταν συνεχώς σε δύναμη και ήταν η μοναδική αποτελεσματική μάχιμη μονάδα, εκτός από την ορεινή ταξιαρχία»
«Που οφείλεται αυτό το παράδοξο;
Ο Ερμής σήκωσε τους ώμους.
«Σε πολλούς παράγοντες. Ίσως ο πιο καθοριστικός ήταν η στιβαρή ηγεσία του απότακτου αντισυνταγματάρχη Τσιγάντε, ο οποίος είχε περάσει δια πυρός και σιδήρου πριν καταλήξει επικεφαλής του Ιερού λόχου. Ακόμα και από τη Λεγεώνα των Ξένων. Φαίνεται ότι είχε πείσει τους αξιωματικούς που τον αποτελούσαν ότι η προσήλωση στα στρατιωτικά τους καθήκοντα ήταν ο μοναδικός τρόπος για να ξαναβρούν τη θέση τους στο σώμα των αξιωματικών. Ο Ιερός Λόχος, ο οποίος στο τέλος του πολέμου είχε εξελιχθεί σε Σύνταγμα Καταδρομέων, διαλύθηκε χωρίς να έχει πάρει μέρος σε οποιαδήποτε εμφύλια σύγκρουση, είτε στη Μέση Ανατολή, είτε στην Ελλάδα»
«Πόση ήταν η συνολική δύναμη του στρατού ξηράς;»
«Έφτασε ίσως τις δεκαοχτώ χιλιάδες άνδρες, καθώς υπήρξε συνεχής αύξηση. Στις 31 Ιανουαρίου 1942 υπήρχαν εφτά χιλιάδες τριακόσιοι πενήντα οχτώ οπλίτες και πεντακόσιοι ογδόντα τρεις αξιωματικοί. Τον Αύγουστο του 1944 υπήρχαν δεκαέξι χιλιάδες οπλίτες, υπηρετούντες και κρατούμενοι και περί τους δύο χιλιάδες αξιωματικοί»
«Αξιόλογη δύναμη, αν σκεφτούμε ότι όλοι αυτοί ήταν εκτός Ελλάδος…»
«Ακόμα πιο αξιόλογος ήταν ο ελληνικός στόλος. Ο οποίος δεν συνθηκολόγησε, δεν παραδόθηκε και ήταν η μόνη ένοπλη δύναμη που κατάφερε να διαφύγει στη Μέση Ανατολή. Το τρίτο δεκαήμερο του Απριλίου 1941 τα πληρώματα του ελληνικού στόλου παρά τις διαταγές του υπουργείου Ναυτικών πήραν τα πλοία και κατάφεραν να τα φέρουν στην Αλεξάνδρεια. Στην πραγματικότητα στα περισσότερα πολεμικά πλοία, αρχής γενομένης από το Αβέρωφ, εξεγέρθηκαν τα πληρώματά τους, πήγαν τα πλοία και έφυγαν. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του υποβρυχίου Γλαύκος το οποίο βρισκόταν σε επισκευή με λυμένες τις μηχανές. Ο επισκευαστής κελευστής με πέντε μερόνυχτα συνεχούς δουλειάς κατάφερε να βάλει σε κίνηση τις μηχανές και το υποβρύχιο έφτασε στην Αλεξάνδρεια με πρώτο μηχανικό τον ίδιο. Το όνομά του ήταν Ευθύμιος Παπαϊωάννου»
«Πόσα ήταν τα πλοία και η δύναμη σε άνδρες;»
«Το Αβέρωφ, έξι αντιτορπιλικά, πέντε υποβρύχια, τρία τορπιλοβόλα, ένα πλωτό συνεργείο και τρία επιταγμένα εμπορικά πλοία. Κατά τη διάρκεια του πολέμου οι Βρετανοί παραχώρησαν επιπλέον οκτώ αντιτορπιλικά και τέσσερις κορβέτες. Το Μάιο του ‘41 το προσωπικό του ανερχόταν σε δύο χιλιάδες οχτακόσιους ογδόντα τρεις ναύτες και αξιωματικούς. Στις 31 Δεκεμβρίου 1992 η δύναμη του ανήλθε σε σχεδόν έξι χιλιάδες και στις 31 Δεκεμβρίου 1943 σε οκτώ χιλιάδες πεντακόσιους πενήντα έναν»
«Δεν υπήρχε όμως Αεροπορία…»
«Υπήρχε. Διέφυγαν μόνο δέκα αεροπλάνα, εννιά εκπαιδευτικά και ένα υδροπλάνο. Τελικά συγκροτήθηκαν δύο διωκτικές μοίρες και μία βομβαρδιστική, με συνολική δύναμη που έφτανε τους τέσσερις χιλιάδες άνδρες. Τις στελέχωσαν έμπειροι αξιωματικοί και μερικοί μαθητές της σχολής Ευελπίδων, που πλαισιώθηκαν από σμηνίτες οι οποίοι επιστρατεύτηκαν από Έλληνες της Αιγύπτου»
«Περισσότεροι από τριάντα χιλιάδες άνδρες, όλοι μαζί. Ένας μικρός, αλλά όχι και τόσο μικρός στρατός, στη διάθεση της εξόριστης βασιλικής κυβέρνησης…»
«Η συγκρότηση στρατιωτικών δυνάμεων στη Μέση Ανατολή ήταν το πρώτο καθήκον της κυβέρνησης Τσουδερού. Πολιτικοί και στρατιωτικοί από την πρώτη στιγμή αντιμετώπιζαν το στρατό ως μέσο ισχύος για τον έλεγχο των μεταπολεμικών εξελίξεων στην Ελλάδα, κι αυτό είχε καθοριστικές επιπτώσεις στην εκπλήρωση του πρώτου καθήκοντος. Το δεύτερο ήταν η προβολή των εθνικών διεκδικήσεων»
«Υποθέτω πως αυτό είχε κάποια απήχηση…»
«Ναι. Οι εθνικές διεκδικήσεις, μαζί με τον εξόριστο στρατό, έδιναν κάποιο νόημα στην ύπαρξη της κυβέρνησης του Καϊρου, η οποία στην πραγματικότητα είχε χάσει τη νομιμοποίησή της στη συνείδηση του ελληνικού λαού. Ειδικά οι διεκδικήσεις βρήκαν απήχηση και ενσωματώθηκαν στην αντίληψη πολλών αξιωματικών και ως σπονδυλική στήλη στο λόγο των λεγόμενων εθνικών αντιστασιακών οργανώσεων στην κατεχόμενη Ελλάδα. Χρησίμευσαν ως ιδεολογικό και πολιτικό αντίβαρο στα κοινωνικά προγράμματα του ΕΔΕΣ, του ΕΑΜ και της ΕΚΚΑ. Αλλά και ως διακριτό πολιτικό στίγμα απέναντι στις δοσιλογικές κυβερνήσεις της Αθήνας»
«Αυτή η κυβέρνηση ήταν πολιτική συνέχεια της 4ης Αυγούστου»
«Ναι. Τα στελέχη της δικτατορίας εξακολουθούσαν να βρίσκονται στις θέσεις τους και να λειτουργούν με τον τρόπο που είχαν συνηθίσει. Στόχος τους ήταν να συνεχιστεί η δικτατορία και χωρίς τον Μεταξά. Ο Μανιαδάκης προσπάθησε να δημιουργήσει στην ελληνική παροικία καθεστώς παρόμοιο με της 4ης Αυγούστου. Πήρε στα χέρια του την Εθνική Επιτροπή Ελλήνων Αιγυπτιωτών και δημιούργησε μηχανισμό πρακτόρων και χαφιέδων, ώσπου οι αντιδράσεις στην ελληνική παροικία υποχρέωσαν τελικά τον βασιλιά και τον Τσουδερό να τον αποπέμψουν μαζί με τον Νικολούδη από την κυβέρνηση και από την Αίγυπτο. Ο Μανιαδάκης διορίστηκε επιθεωρητής των ελληνικών πρεσβειών της Λατινικής Αμερικής, όπου θα τον συνόδευαν και μερικοί συνεργάτες του αστυνομικοί. Ο Νικολούδης διορίστηκε πρεσβευτής στην Νοτιοαφρικανική ένωση, σε πρεσβεία που δημιουργήθηκε τότε αποκλειστικά για αυτόν. Ο Τσουδερός άφησε να διαδοθεί πως είπε ότι η κυβέρνηση αναγκάστηκε να πληρώσει λύτρα για να απαλλαγεί από ληστές»
«Τους οποίους είχε υπουργούς στην κυβέρνησή του αυτός που έκανε τον ίδιον πρωθυπουργό…»
Ο Ερμής χαμογέλασε.
«Υπήρχε και ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Ναυτικών, ναύαρχος Σακελλαρίου, ο οποίος τοποθετούσε στις σημαντικές θέσεις τους φασίστες και τους συμπαθούντες αξιωματικούς που είχαν καταφύγει στη Μέση Ανατολή και την Αίγυπτο, αγνοώντας τις υπηρεσιακές εισηγήσεις και φτιάχνοντας το δικό του μηχανισμό. Ήταν ουσιαστικά ο πρωθυπουργός στη Μέση Ανατολή και φροντίδα του ήταν η συνέχιση της δικτατορίας, κατά προτίμηση με τον ίδιον πρωθυπουργό στη θέση του Τσουδερού. Όταν τον Ιούνιο του 1941 ο Τσουδερός αποφάσισε να διαλυθεί η μεταξική νεολαία ΕΟΝ, ο Σακελλαρίου φρόντισε να μην υλοποιηθεί αυτή η απόφαση. Η ελληνική πρεσβεία του Καΐρου εξακολουθούσε να πληρώνει το ενοίκιο των γραφείων της οργάνωσης. Τελικά τη διέλυσαν βίαια αξιωματικοί και οπλίτες όταν επέστρεψαν από τις μάχες στο Ελ Αλαμέιν. Ο κύριος στόχος των στελεχών της δικτατορίας ήταν να ματαιωθεί η επαναφορά των απότακτων δημοκρατικών αξιωματικών, όπως είχε αποφασίσει ο Τσουδερός. Με αναγκαστικό νόμο, στις 9 Μαΐου 1941, για να συμπληρώσει τα κενά σε αξιωματικούς. Παράλληλα οργάνωσαν ένα δίκτυο μεταφοράς βασιλοφρόνων αξιωματικών από την Ελλάδα στη Μέση Ανατολή»
«Με άλλα λόγια συνέχιζαν λες και δεν είχε αλλάξει τίποτα!»
«Ναι. Υπήρχε μία χτυπητή διαφωνία με τη διακηρυγμένη πολιτική της βασιλικής κυβέρνησης για συμμετοχή του ελληνικού στρατού στον πόλεμο, στο πλευρό των Συμμάχων. Αυτή η πολιτική προβαλλόταν ως απαραίτητη για την απελευθέρωση της χώρας αλλά και ως προϋπόθεση για να ικανοποιηθούν μεταπολεμικά οι εθνικές διεκδικήσεις. Η κυβέρνηση επιστράτευσε ορισμένες ηλικίες στην ελληνική παροικία της Αιγύπτου. Η φασιστική αντιπολίτευση μέσα στην κυβέρνηση και στο στρατό επιχείρησε να ματαιώσει την επιστράτευση, με παράνομες προκηρύξεις και επίμονη προπαγάνδα. Έλεγαν ότι η Ελλάδα έχει υποστεί αρκετές θυσίες, έχει προσφέρει αρκετά στο συμμαχικό αγώνα. Δεν χρειάζεται να υποστούμε και άλλες θυσίες. Ένα άλλο επιχείρημα ήταν ότι οι ελληνικές δυνάμεις δεν έπρεπε να εμπλακούν σε επιχειρήσεις και να φθαρούν ή να εκμηδενιστούν, αλλά να διατηρηθούν για την επιβολή ή την αποκατάσταση της τάξης στην Ελλάδα όταν θα ερχόταν η ώρα. Επιδίωκαν να διατηρήσουν ανέπαφες τις δυνάμεις τους, ώστε να επιβάλλουν την επάνοδο του βασιλιά και και πιθανά μία νέα δικτατορία μετά την απελευθέρωση. Και απευθυνόμενοι στους ομογενείς τους έλεγαν ότι δεν πρέπει να επιστρατευτούν, γιατί έτσι θα δημιουργηθούν δυσκολίες στην προσπάθεια της ελληνικής κοινότητας να επιβιώσει στον ανταγωνισμό της πολυεθνικής κοινωνίας της Αιγύπτου. Αυτές οι αντιλήψεις δεν υπήρχαν μόνο στη Μέση Ανατολή, ήταν κυρίαρχες μεταξύ των αξιωματικών που είχαν παραμείνει στην Ελλάδα»
«Ο Τσουδερός δεν μπορούσε να επιβληθεί;»
Ο Ερμής χαμογέλασε.
«Ήταν ένας φιλελεύθερος πρώην τραπεζίτης, χωρίς πολιτική πείρα, δηλαδή χωρίς εμπειρία στις ίντριγκες και τις συνομωσίες, που ο Γεώργιος τον έκανε πρωθυπουργό μέσα στην απελπισία του που δεν εύρισκε κάποιον στοιχειωδώς επαρκή γι αυτή τη θέση. Επιπλέον δεν διέθετε πολιτικό βάρος και, το κυριότερο, δεν είχε δικό του μηχανισμό. Προσπαθούσε να κρατήσει τις ισορροπίες ανάμεσα στους πάσης φύσεως βασιλόφρονες και τους βενιζελικούς απότακτους που επανήλθαν στην ενεργό υπηρεσία, με αποτέλεσμα να μένουν όλοι δυσαρεστημένοι. Αυτή την πολιτική που εφάρμοζαν ο Τσουδερός από το Λονδίνο και ο Σακελλαρίου από το Κάιρο, παράλληλα και ανεξάρτητα ο ένας από τον άλλον, την ανέτρεψε η είσοδος του Παναγιώτη Κανελλόπουλου στην κυβέρνηση. Ως αντιπρόεδρος και αρμόδιος υπουργός διακήρυττε ότι είναι απαίτηση του λαού η πλήρης αποκατάσταση των απότακτων αξιωματικών»
«Δεν ήταν εύκολη υπόθεση για την κυβέρνηση, να φτιάξει στρατό στην Αίγυπτο και να τον διευθύνει σωστά…»
«Κι όμως, η Αίγυπτος έδινε ορισμένα πλεονεκτήματα για έναν εξόριστο ελληνικό στρατό, που δεν θα μπορούσαν να υπάρξουν πουθενά αλλού. Υπήρχε η μεγάλη και ακμάζουσα ελληνική παροικία, η προεργασία που είχε γίνει από τον Ιανουάριο του 1941 και η σχετικά εύκολη ή έστω δύσκολη πρόσβαση για τους φυγάδες από την Ελλάδα. Ταυτόχρονα υπήρχε ένα καθοριστικό μειονέκτημα, η απόλυτη εξάρτηση της κυβέρνησης και της ελληνικής στρατιωτικής δύναμης από τις δυνατότητες και κυρίως από τη θέληση των βρετανών. Αυτή την αδυναμία χειροτέρευε η άνθιση των εσωτερικών αντιθέσεων»
«Ποιες ήταν οι εσωτερικές αντιθέσεις στο στρατό;»
«Καταρχήν η επαναφορά των απότακτων αξιωματικών στην ενεργή υπηρεσία. Αυτό προκάλεσε την αντίδραση των μοναρχικών αξιωματικών, οι οποίοι έβλεπαν να απειλείται η ιδεολογική τους κυριαρχία, αλλά και το επαγγελματικό τους μέλλον. Αποτέλεσμα ήταν η γενικευμένη δυσπιστία, όλων προς όλους, η οποία παρεκτράπηκε όχι απλώς σε απειθαρχία και αντιδεοντολογική συμπεριφορά στην υπηρεσία, αλλά και σε στασιαστικές ενέργειες, τις οποίες η κυβέρνηση δεν μπορούσε να ελέγξει. Με αποτέλεσμα τη μετατροπή του σώματος των αξιωματικών σε ένα ανεξέλεγκτο σύνολο που πολιτικολογούσε και συνωμοτούσε χωρίς όρια. Προεξοφλώντας έτσι την αποτυχία του εγχειρήματος για συγκρότηση ενός αξιόλογου ή έστω σοβαρού ελληνικού εκστρατευτικού σώματος. Κάτι τέτοιο είχε ως βασικές προϋποθέσεις τη σύμπνοια και την ομοψυχία της πολιτικής ηγεσίας και των αξιωματικών, καταστάσεις που δεν υπήρξαν ποτέ»
«Όλα ξεκινούσαν από τις προπολεμικές διαμάχες μοναρχικών και βενιζελικών στο σώμα των Αξιωματικών;»
«Ναι. Πάνω από δύο δεκαετίες είχε παγιωθεί η αντίληψη ότι όποια παράταξη επικρατούσε θα προωθούσε τους δικούς της αξιωματικούς, ενώ θα υποβάθμιζε ή θα έδιωχνε από το στρατό τους πολιτικούς της αντιπάλους. Οι τελευταίες εκκαθαρίσεις, μετά τα αποτυχημένα βενιζελικά κινήματα στα 1933 και στα 1935, αλλά και όσες έκανε επιπλέον ο Μεταξάς, είχαν δημιουργήσει ένα σώμα αξιωματικών συμπαγές και φιλομοναρχικό, στη συντριπτική του πλειοψηφία. Ο πόλεμος του 1940 ήταν μια μοναδική ευκαιρία για επάνοδο στην ενεργή υπηρεσία όσων είχαν διωχθεί για πολιτικούς λόγους. Έτσι θα γινόταν ένα είδος συμφιλίωσης στο σώμα των αξιωματικών, αλλά και πέρα απ’ αυτό»
«Αλλά ο Μεταξάς σκέφτηκε διαφορετικά, σαν σκληρός μοναρχικός δικτάτορας που ήταν… Να υποθέσω ότι η διαφυγή των αξιωματικών προς τη Μέση Ανατολή έγινε χωρίς κάποιο επεξεργασμένο σχέδιο και χωρίς την απαραίτητη οργάνωση από την πλευρά των υπηρεσιών της εξόριστης κυβέρνησης;»
Ο Ερμής έγνεψε καταφατικά.
«Οι ραδιοφωνικοί σταθμοί του εξωτερικού έκαναν γνωστή σε όλους στην Ελλάδα την πρόθεση της εξόριστης κυβέρνησης να δημιουργήσει στρατό στη Μέση Ανατολή. Ήταν μια μοναδική ευκαιρία επαγγελματικής αλλά και ηθικής αποκατάστασης για αξιωματικούς που είχαν συμπληρώσει πέντε, οκτώ ή και περισσότερα χρόνια εκτός υπηρεσίας, κυρίως λόγω των πολιτικών διώξεων, αλλά και για άλλες αιτίες»
«Οι απότακτοι γινόντουσαν δεκτοί, χωρίς να ισχύουν οποιαδήποτε κριτήρια για την επάνοδο;»
«Ναι. Αφενός γιατί υπήρχε επείγουσα υπηρεσιακή ανάγκη για στελέχωση του υπό δημιουργία εξόριστου στρατού, αλλά και γιατί υπήρχε μία εξίσου μεγάλη και πιεστική, υπαρξιακή μάλλον, πολιτική ανάγκη για τον βασιλιά και την κυβέρνησή του, να δείξουν ότι δεν είναι η συνέχεια της δικτατορίας, αλλά ηγεσία και κυβέρνηση εθνικής ενότητας και συμφιλίωσης. Έτσι έφτασαν πάρα πολλοί απότακτοι αξιωματικοί στη Μέση Ανατολή, συνήθως μέσω Τουρκίας με μεγάλες δυσκολίες και ταλαιπωρία και επανήλθαν στην ενεργό υπηρεσία. Αμέσως ξεκίνησε στον εξόριστο στρατό ένα ατελείωτο παιχνίδι πολιτικών και παραταξιακών ισορροπιών»
«Το βασικό πρόβλημα του στρατού ήταν η πολιτική;»
Ο Ερμής έγνεψε καταφατικά.
«Ο στρατός της Μέσης Ανατολής χρησιμοποιήθηκε από τον βασιλιά και την κυβέρνηση για τη θεσμική τους ενίσχυση, για να μην καταντήσουν περιφερόμενες γραφικές φιγούρες στην εξορία. Αλλά και με την προοπτική ότι θα τον χρησιμοποιήσουν για να ελέγξουν τις μεταπολεμικές εξελίξεις στην Ελλάδα, όταν θα ερχόταν η ώρα. Από τη μεριά τους οι αξιωματικοί προσπαθούσαν να εκμεταλλευτούν την παρουσία τους στον εξόριστο στρατό για δύο λόγους. Την εξασφάλιση της επαγγελματικής τους σταδιοδρομίας και την επιβολή των πολιτικών τους αντιλήψεων. Από τις αρχές του 1942 και μετά έγινε αντιληπτό ότι το πρώτο μπορούσε να επιτευχθεί μόνο μέσα από το δεύτερο, οπότε η πολιτική μπήκε ορμητικά στο στρατό όχι μόνο από τα παράθυρα, αλλά και από τις πόρτες. Στις εξελίξεις αυτές καθώς και στις συγκρούσεις που ακολούθησαν έπαιξε ρόλο και η ελληνική παροικία. Καθοριστική όμως ήταν η εμφάνιση ενός νέου παράγοντα, του ΕΑΜ, που παρεμβλήθηκε στο παραδοσιακό παιχνίδι των μοναρχικών και των βενιζελικών. Την πρώτη περίοδο ως μείζον ζήτημα της πολιτικής αντιπαράθεσης αναδείχθηκε το ζήτημα της επιστροφής του βασιλιά, με ή χωρίς δημοψήφισμα και κατ’ επέκταση το πολιτειακό πρόβλημα. Και στην τελευταία, η ενιαία άμυνα όλων των δυνάμεων, από τον βασιλιά και τους φασίστες ως τους παλαιοκομματικούς και τους νεότερους δημοκρατικούς, εναντίον της απειλής του ΕΑΜ»
«Συνεπώς οι εξελίξεις στη Μέση Ανατολή είχαν πάντοτε συσχέτιση με τις εξελίξεις ή τις πιθανολογούμενες εξελίξεις στην Ελλάδα»
«Ναι. Υπήρχαν εξάλλου σημαντικές ομοιότητες. Η αποτελεσματικότητα του αντάρτικου αγώνα στην Ελλάδα αλλά και της δράσης του ελληνικού στρατού στη Μέση Ανατολή καθοριζόταν, δηλαδή περιοριζόταν, από τις ίδιες αιτίες. Την απουσία κοινά αποδεκτής ενιαίας ηγεσίας που να διαθέτει το απαραίτητο κύρος, την αδυναμία για εκτέλεση συνδυασμένων επιχειρήσεων και την απεριόριστη πολιτική αντιπαράθεση. Ωστόσο, αντίθετα με όσα έγιναν στην κατεχόμενη Ελλάδα, όπου η αντίσταση ανάδειξε αρκετά σημαντικά ηγετικά πρόσωπα, ο βασιλιάς και η κυβέρνηση δεν μπόρεσαν να επιλέξουν και να αναδείξουν ηγετικές φυσιογνωμίες στο στρατό της Μέσης Ανατολής. Δεν ήταν σε θέση να το κάνουν, γιατί και οι ίδιοι χαρακτηρίζονταν από τραγικό ηγετικό έλλειμμα. Ουσιαστικά λειτουργούσαν ως κομματάρχες, καθένας για λογαριασμό του. Στην πραγματικότητα περίμεναν κάθε φορά να τους ξελασπώσουν οι Βρετανοί, μέχρι να έρθει η ώρα της απελευθέρωσης, στην οποία θα είχαν οι ίδιοι το πάνω χέρι»
Ο Ερμής σταμάτησε για λίγο.
«Οι αντιπαραθέσεις δεν είναι περιορισμένος στο σώμα των αξιωματικών. Αναπόφευκτα διαχύθηκαν στους οπλίτες, δίνοντας μία εκρηκτική διάσταση στα φαινόμενα της χαλαρότητας και της απειθαρχίας που είχαν εμφανιστεί από τις πρώτες κιόλας μέρες μετά την κατάρρευση του μετώπου. Ειδικά στην ταξιαρχία του Έβρου, μεγάλο μέρος της οποίας κατέληξε μέσω Τουρκίας στη Μέση Ανατολή και ήταν βασικό συστατικό της 1ης ταξιαρχίας. Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης ήταν η υποτίμηση της μαχητικής αξίας της πρώτης ταξιαρχίας από το συμμαχικό στρατηγείο, το οποίο τη θεωρούσε ικανή μόνο για δευτερεύουσες υπηρεσίες υποστήριξης και διοικητικής μέριμνας»
«Όλα αυτά πριν κάνει την δυναμική εμφάνισή του το ΕΑΜ;»
«Ναι. Ακόμα και μετά τη συμμετοχή της 1ης ταξιαρχίας στη μάχη του Ελ Αλαμέιν. Οι στρατιωτικές εκθέσεις στις αρχές του 1942 κάνουν λόγο για εμπορία και χρήση ναρκωτικών, τυχερά παιχνίδια, πώληση όπλων, λιποταξίες και το πιο ενδιαφέρον, για ελεύθερη κυκλοφορία προκηρύξεων πολιτικού περιεχομένου. Οι δημοκρατικοί στρατιώτες δεν είχαν εμπιστοσύνη στους βασιλόφρονες αξιωματικούς και πολύ περισσότερο στους οπαδούς της 4ης Αυγούστου, τους οποίους κατάγγειλαν ανοιχτά εκτός των άλλων για φιλογερμανική στάση και ότι σκόπευαν να μην πολεμήσουν»
«Τι άλλαξε όταν μπήκε στην κυβέρνηση ο Κανελλόπουλος;»
«Τοποθετήθηκαν αντιμοναρχικοί αξιωματικοί στις διοικήσεις των δύο ταξιαρχιών, αλλά οι βασιλόφρονες εξακολουθούσαν να ελέγχουν τις επιτελικές υπηρεσίες, γεγονός που δημιούργησε κλίμα δυσπιστίας για τον αντιπρόεδρο, μεταξύ των δημοκρατικών. Για τους βασιλόφρονες έτσι κι αλλιώς ήταν καμένο χαρτί, καθώς τον θεωρούσαν όργανο των κομμουνιστών, από τη στιγμή που είχε πει ή έτσι διαδόθηκε, το περίφημο ο στρατός δύναται να βουλεύεται διότι αποτελεί τον ένοπλο λαό. Με αυτόν τον τρόπο όχι μόνο απέτυχε να λύσει το μεγάλο πρόβλημα της ενότητας και της πειθαρχίας στο στρατό, αλλά βρέθηκε ο ίδιος στο κενό, χωρίς υποστήριξη από πουθενά, αφού οι επιλογές του ερέθισαν τις δύο αντίπαλες παρατάξεις»
«Υπήρχε όμως και η τρίτη παράταξη…»
«Ναι. Οι Εαμικοί θεωρούσαν πως ήταν δημοκράτης στα λόγια, αλλά τα έργα του έδειχναν ότι ήθελε να δημιουργήσει ένα φασιστικό αντίβαρο μέσα στο στρατό, για να ελέγχει τους δημοκρατικούς και φυσικά το ΕΑΜ»
Ο Ερμής έμεινε για λίγο σιωπηλός.
«Η αρχή της πτώσης του Κανελλόπουλου ήταν όταν υπέβαλλε την παραίτησή του επειδή οι Βρετανοί είχαν κάνει δηλώσεις για το μέλλον της Αλβανίας. Τότε θα πρέπει να συνειδητοποίησε ότι ο πρωθυπουργός και οι συνάδελφοί του στην κυβέρνηση δεν είχαν καμία διάθεση να τον υποστηρίξουν, καθώς ήθελαν να κλείσει το θέμα. Έτσι ο Κανελλόπουλος βρέθηκε στην ανάγκη να υποχωρήσει επί της ουσίας και να ανακαλέσει την παραίτησή του. Ο Σεφέρης που παρακολουθούσε προσεκτικά τα γεγονότα έγραψε ότι αν ο Κανελλόπουλος έπεφτε με αυτόν τον τρόπο θα τον είχε ωφελήσει πολύ περισσότερο στην πολιτική του καριέρα, παρά να φαγωθεί σιγά σιγά και να κυλήσει χάμω σαν το σάπιο φρούτο μέσα στη λάσπη της Μέσης Ανατολής»
«Όπως συνέβη μετά την ανάκληση της παραίτησης;»
Ο Ερμής έγνεψε καταφατικά.
«Αντίθετα με την καιροσκοπική σύμπλευση του βασιλιά και της κυβέρνησης με τους βρετανούς για το θέμα της Αλβανίας, η εφημερίδα της Εαμικής ΑΣΟ έγραψε ότι η συμμαχική δήλωση ήταν σύμφωνη με τη Χάρτα του Ατλαντικού και κατηγόρησε τον Κανελλόπουλο ότι επιδιώκει το στραγγαλισμό της ελευθερίας και της ζωής των άλλων λαών. Ο Κανελλόπουλος επέστρεψε από το Λονδίνο στην Αίγυπτο στις 13 Φεβρουαρίου 1943, όταν είχε πια χαθεί ο έλεγχος στο στρατό και θα ξεκινούσε η διάλυση του»
«Με πρώτη αιτία την αντιπαράθεση μεταξύ των μόνιμων βασιλοφρόνων και των αποτάκτων που επέστρεψαν;»
«Ναι. Το θέμα της επανένταξης τακτοποιήθηκε από τον Κανελλόπουλο το Μάιο του 1942, με έκδοση αναγκαστικού νόμου ο οποίος επέτρεπε την επάνοδο στην υπηρεσία σε όσους είχαν φύγει από το στράτευμα από το 1927 και μετά, εφόσον ανακλήθηκαν στην υπηρεσία. Και επειδή δημιουργήθηκε πρόβλημα με την επετηρίδα, δόθηκε η δυνατότητα έκτακτων προαγωγών στους επανερχόμενους, αν είχαν προαχθεί νεότεροί τους, μετά από τρίμηνη υπηρεσία στη Μέση Ανατολή. Το μέτρο ίσχυσε για το πεζικό, όχι όμως και για το βασιλικό ναυτικό, όπου οι επανεντάξεις έγιναν υπό την αίρεση ότι θα οριστικοποιηθούν μεταπολεμικά»
Ο Ερμής σταμάτησε για λίγο.
«Φυσικά δεν ήταν δυνατόν να μείνει για πολύ και η πίτα αφάγωτη ο σκύλος χορτάτος. Όλοι αισθανόντουσαν αδικημένοι οι ανασφαλείς, κανένας δεν είχε εμπιστοσύνη στην πολιτική και τη στρατιωτική ηγεσία και έτσι άρχισαν να δημιουργούνται συνωμοτικές οργανώσεις αξιωματικών. Το φθινόπωρο του 1941 σχηματίστηκε η πρώτη, από τρεις βασιλόφρονες υποστρατήγους και τρεις συνταγματάρχες. Λεγόταν Σύνδεσμος Αξιωματικών Νομιμοφρόνων, ΣΑΝ, και είχε σκοπό τη διατήρηση της βασιλικής και μεταξικής ομοιογένειας στο στρατό, όπως την είχε παγιώσει η δικτατορία της 4ης Αυγούστου. Τα μέλη της οργάνωσης είχαν υπογράψει παραιτήσεις με ανοιχτή ημερομηνία, ώστε να ασκήσουν πίεση προς την κυβέρνηση, αν το επέβαλαν οι συνθήκες»
«Αυτή η οργάνωση δεν ήταν παράνομη;»
Ο Ερμής γέλασε.
«Αν σκεφτούμε όσα είχαν κάνει οι αξιωματικοί τις προηγούμενες δεκαετίες, αυτό ήταν σιγά μη στάξει η ουρά του ποντικού. Στις αρχές του 1943 η οργάνωση Εθνική Νέμεσις είχε εξακόσια έως εφτακόσια μέλη, στην πλειοψηφία τους μόνιμους αξιωματικούς. Η Νέμεσις ήθελε ένα δικό της άνθρωπο στο υπουργείο στρατιωτικών. Στο μεταξύ απειλούσαν ότι θα κρεμάσουν τους απότακτους»
«Δεν υπήρχαν δημοκράτες μοναρχικοί, για να τους συγκρατήσουν;»
«Αν υπήρχαν, δεν αντέδρασαν και φυσικά δεν τους κατάγγειλαν. Δεν υπήρξε ποτέ θέμα ένοπλης εξέγερσης από τους μοναρχικούς, απλώς ήθελαν να ξανακερδίσουν ολοκληρωτικά τον έλεγχο του στρατού και ως μέσο πίεσης επέλεξαν την τακτική της απειλής παραιτήσεων. Μία τακτική που ήταν εμφανώς αντιστρατιωτική, καθώς συμπύκνωνε την αντίληψη ότι ο στρατός θα είναι δικός μας ή δεν θα υπάρχει καθόλου στρατός»
«Ο βασιλιάς δεν μπορούσε να τους πει κάτι;»
Ο Ερμής σήκωσε τους ώμους.
«Ο βασιλιάς απουσίαζε στο Λονδίνο, όπως και ο πρωθυπουργός Τσουδερός, ο οποίος ακολουθούσε μια καιροσκοπική πολιτική. Ο Κανελλόπουλος νόμιζε ότι θα μπορέσει να τετραγωνίσει τον κύκλο και η στρατιωτική ηγεσία στη Μέση Ανατολή ήταν καταφανώς ανεπαρκής, ενώ η φυσική ηγεσία του στρατού παρέμενε ανενεργής στην Αθήνα. Επόμενο ήταν να αναπτυχθούν στον ύψιστο βαθμό οι παράνομες οργανώσεις των καθεστωτικών μοναρχικών στους αξιωματικούς και των αντικαθεστωτικών κομμουνιστών στους οπλίτες»
«Τι στάση κρατούσαν οι Βρετανοί είχαν απέναντι στους απότακτους που επανέρχονταν στο στρατό;»
«Ήταν το βασικό τους στήριγμα. Χωρίς αυτούς ίσως ελάχιστοι ή κανένας δεν θα γινόταν δεκτός, ειδικά σε θέσεις ευθύνης. Και σε καμιά περίπτωση σε συνδυασμό με πλήρη βαθμολογική αποκατάσταση. Παρά τις αντιδράσεις των μόνιμων αξιωματικών, δεν υπήρχε περίπτωση να μη γίνει σεβαστή η θέληση των Βρετανών, οι οποίοι ενδιαφερόντουσαν για την προσέλκυση στον πόλεμο όλων των αξιωματικών που ήταν διαθέσιμοι και δεν έδιναν δεκάρα για το ότι η μεγάλη πλειοψηφία των διαθέσιμων ήταν βενιζελικοί απότακτοι. Αυτή η επιλογή των Βρετανών στρατιωτικών δημιούργησε ήταν ασύμβατη με τη στρατηγική επιλογή της βρετανικής κυβέρνησης υπέρ του βασιλιά»
«Γιατί επανέρχονταν μαζικά στο στρατό οι πολιτικοί του αντίπαλοι;»
«Ναι. Η Βρετανία ήθελε δύο αλληλοαποκλειόμενα πράγματα. Αριθμητικά ισχυρό στρατό για να κερδίσει τον πόλεμο από τη μία και από την άλλη επιστροφή του Γεωργίου στο θρόνο του, για να αποκατασταθούν τα συμφέροντα της στην Ελλάδα, όπως ήταν πριν τον πόλεμο. Αυτή η αντίφαση εξέπεμπε δύο διαφορετικά μηνύματα προς τους Έλληνες αξιωματικούς και δημιουργούσε και στους μεν και στους δε καχυποψία και ανασφάλεια. Ήταν μια άλλη έκφραση του ίδιου πολιτικού προβλήματος που δημιούργησε στους Βρετανούς η ενίσχυση του ΕΛΑΣ, για καθαρά στρατιωτικούς λόγους. Πολλές φορές οι Βρετανοί αξιωματικοί που στέλνονταν στην Ελλάδα έλεγαν πολύ εύκολα ότι τους κατέβαινε στο κεφάλι συζητώντας με τους Έλληνες, αλλά αυτή η ελαφρότητα αντιμετωπίζονταν από τους συνομιλητές τους σαν να ήταν η πραγματική πρόθεση της Βρετανίας δημιουργώντας συνεχώς παρεξηγήσεις. Στη Μέση Ανατολή, η υποστήριξη των Βρετανών στον Γεώργιο δημιουργούσε δυσπιστία σε πολλούς από τους πρώην απότακτους αξιωματικούς, οι οποίοι υποψιάζονταν ότι Βρετανοί, βασιλιάς και κυβέρνηση συνωμοτούσαν για τη δημιουργία ενός στρατού που θα είχε ως βασικό μεταπολεμικό στόχο την αποκατάσταση της μοναρχίας στην Ελλάδα»
«Ενώ οι βασιλόφρονες κατηγορούσαν τους Βρετανούς για το ακριβώς αντίθετο!»
Ο Ερμής έγραψε καταφατικά.
«Πως αναπτύχθηκε το ΕΑΜ στο στρατό της Μέσης Ανατολής;»
«Λεγόταν Αντιφασιστική Στρατιωτική Οργάνωση, ΑΣΟ, και είχε ιδρυθεί τον Οκτώβριο του 1941, από τον Γιάννη Σαλλά, παλαιό στέλεχος του ΚΚΕ. Βασιζόταν σε μικρούς πυρήνες τριών ή πέντε ατόμων, για λόγους περιφρούρησης και αυτοπροστασίας. Παράλληλες οργανώσεις ήταν η ΑΟΝ στο ναυτικό και η ΑΟΑ στην αεροπορία. Από το 1943 οι τρεις οργανώσεις είχαν κοινή διεύθυνση, από ένα κεντρικό γραφείο με επικεφαλής τον Γιάννη Σαλά. Η Εαμική οργάνωση στους Αιγυπτιώτες Έλληνες λεγόταν Εθνικός Απελευθερωτικός Σύνδεσμος, ΕΑΣ. Ιδρύθηκε στις αρχές Ιανουαρίου 1943 με έδρα το Κάιρο και παραρτήματα στην Αλεξάνδρεια και το Πορτ – Σάιντ. Κεντρικός πολιτικός του στόχος ήταν ο εθνικός απελευθερωτικός αγώνας και ταυτόχρονα ο αντιφασιστικός αγώνας»
«Ο ΕΑΣ είχε αποκλειστικά Εαμίτες;»
«Οχι. Είχαν προσχωρήσει και οπαδοί των Φιλελευθέρων. Ένα στέλεχος του ΕΑΣ, ο φιλελεύθερος Γεώργιος Δρόσος, έγινε στη συνέχεια αντιπρόεδρος της κυβέρνησης»
«Υποθέτω ότι οι οργανώσεις στο στρατό ήταν ακόμα πιο ριζοσπαστικές»
«Πρόκειται ουσιαστικά για μία οργάνωση, από τη στιγμή που είχε ενιαία διοίκηση. Το βασικό χαρακτηριστικό τους ήταν ο αντιφασιστικός της χαρακτήρας. Έπαιρνε ανοιχτά αδιάλλακτες θέσεις κατά του βασιλιά, της κυβέρνησης και όσων βενιζελικών συνέπλεαν μαζί τους. Μπορούμε να πούμε ότι η πολιτική έκφραση και η ακτιβιστική δράση της ΑΣΟ ήταν περισσότερο μαχητική από αυτή του ΕΑΜ. Η ανοιχτή δράση της ΑΣΟ είχε ήδη αρχίσει τον Μάιο του 1942, όταν απεύθυνε επιστολή στην κυβέρνηση. Τον Αύγουστο, μια Επιτροπή της δήλωσε σε ένα διοικητή Συντάγματος, ότι τα δύο τρίτα των ανδρών του στρατού ανήκουν στην οργάνωση, ότι ενεργούν κατ’ εντολή υψηλών προσώπων και ότι η παρουσία τους στη Μέση Ανατολή έχει ως μοναδικό σκοπό τη συμμετοχή στις επιχειρήσεις. Ένα μήνα μετά η ΑΣΟ έστειλε νέα επιστολή προς την αξιότιμην ελευθέραν ελληνικήν κυβέρνησιν, όπως ονομαζόταν ο παραλήπτης, στην οποία την κατάκρινε για τη διατήρηση των φασιστικών στελεχών, την κατηγορούσε ότι προστατεύει τους αξιωματικούς που είχαν υποβάλει παραίτηση και επειδή ανέχεται τους σαλονόβιους αξιωματικούς με τις μεγάλες αμοιβές»
«Αν έχω καταλάβει σωστά, η δράση της ΑΣΟ διευκολύνθηκε γιατί βρήκε έτοιμο το κλίμα της χαλαρότητας από τις συγκρούσεις των αξιωματικών που είχαν προηγηθεί»
Ο Ερμής έγνεψε καταφατικά.
«Είναι γεγονός ότι η ηγεσία της οργάνωσης θεωρούσε ότι στη Μέση Ανατολή υπήρχε ένα συνονθύλευμα που το έκανε στρατό η ΑΣΟ, η οποία έθεσε ως πρώτη προτεραιότητα την εκπαίδευση και την διαπαιδαγώγηση των μελών της. Εξαρχής οι προσπάθειες επικεντρώθηκαν στους οπλίτες, αφού οι αξιωματικοί θεωρούνταν ότι με την πιεστική στρατιωτική εκπαίδευση και την ιδεολογική χειραγώγηση που είχαν υποστεί, δεν είχαν περιθώριο για αλλαγές. Η ΑΣΟ εκτιμούσε ότι ήταν αυτή που ανέπτυξε στους φαντάρους τον πατριωτισμό, το αίσθημα της αυταπάρνησης και το μαχητικό πνεύμα. Είτε ισχύει αυτό είτε όχι, είναι γεγονός ότι η πολιτική και η στρατιωτική ηγεσία και το σώμα των αξιωματικών είχαν αποτύχει με τον πιο εκκωφαντικό τρόπο να δημιουργήσουν ένα σύγχρονο επαγγελματικό στρατό χωρίς εμπλοκή στις πολιτικές επιδιώξεις των παρατάξεων της κεντρικής πολιτικής σκηνής. Αν δεν είχε συμβεί αυτό εξαρχής και αδιάκοπα ως τις αρχές του 1943, δεν θα υπήρχε πρόσφορο έδαφος για να καλλιεργηθούν όσα συνέβησαν στη συνέχεια, με τη συμμετοχή ή την πρωτοβουλία της ΑΣΟ»
«Τι είδους στρατό ήθελε η ΑΣΟ;»
«Ένα στρατό που θα συμπαραστεκόταν στην προσπάθεια του λαού να γίνει κύριος της τύχης του και που θα σεβόταν τις επιλογές του λαού για τη νέα πολιτική και κοινωνική οργάνωση της χώρας. Αυτό μεταφραζόταν σε ένα στρατό χωρίς μοναρχικούς και φασίστες, ο οποίος θα πολεμούσε στο πλευρό των συμμάχων και θα επέστρεφε στην Ελλάδα για να ενωθεί με τον ΕΛΑΣ»
«Τα έλεγαν αυτά;»
«Αν εξαιρέσεις το τελευταίο για τον ΕΛΑΣ, τα είχαν πει δύο στελέχη της ΑΣΟ στον ίδιο τον Κανελλόπουλο, τον Οκτώβριο του 1942. Τον παρότρυναν τότε να μετατρέψει τις αντιφασιστικές του διακηρύξεις σε έργα. Να απομακρύνει όλους τους αντιδραστικούς αξιωματικούς, να επισπεύσει την προώθηση και της 2ης ταξιαρχίας το μέτωπο και να εκδώσει διαταγή που θα επέτρεπε την αντιφασιστική διαπαιδαγώγηση των στρατευμένων»
«Ο Κανελλόπουλος δεν διέταξε τη σύλληψή τους;»
«Όχι γιατί βρισκόταν ακόμα στην περίοδο που ο Στρατός εδύνατο να βουλεύεται»
«Υπήρχαν τόσοι κομμουνιστές στο στρατό, για να δημιουργήσουν ένα τόσο σοβαρό κίνημα;»
«Δεν ήταν πολλοί, ήταν όμως εξαιρετικά δραστήριοι και αποφασισμένοι. Ο βασικός παράγοντας που καθόρισε την επιτυχία τους ήταν οι συνθήκες που δημιουργήθηκαν από την πολιτική ηγεσία και τους αξιωματικούς. Συμπεριλαμβάνεται ο βασιλιάς, ο οποίος είχε ταυτιστεί με τη δικτατορία και ήταν ο κεντρικός πολιτικός στόχος της ΑΣΟ. Στόχος ήταν και η εκκαθάριση του στρατού από τους αξιωματικούς που είχαν υπηρετήσει τη δικτατορία. Αν γινόταν αυτό, ο βασιλιάς δεν θα είχε τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσει το στρατό για να επιστρέψει στην Ελλάδα χωρίς δημοψήφισμα. Αυτό που γινόταν στο στρατό δεν ήταν διαφορετικό από αυτό που γινόταν σε ολόκληρη την πολιτική σκηνή, στις συνθήκες της κατοχής. Μόνο που ο στρατός ήταν το σημαντικότερο από τα υφιστάμενα κέντρα ισχύος»
«Η ΑΣΟ ακολούθησε τη γνωστή μετωπική τακτική του ΕΑΜ;»
«Ναι. Με τις αντιφασιστικές και αντιμοναρχικές θέσεις της βρήκε απήχηση σε σημαντική μερίδα των οπλιτών και σε κάποιους αξιωματικούς, από αυτούς που είχαν επιστρέψει στην υπηρεσία και φοβόντουσαν ότι θα έφευγαν οριστικά, αν επικρατούσαν πάλι οι μοναρχικοί. Ήταν μία τακτική συμμαχία απέναντι στον κοινό εχθρό, δηλαδή τον βασιλιά και τους αξιωματικούς που είχαν συνδέσει την τύχη και την εξέλιξή τους με τη μοναρχία, ακολουθώντας ακόμα και τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου. Οι αντιμοναρχικοί αξιωματικοί βρήκαν στην ΑΣΟ αυτό που δεν μπορούσαν να κάνουν οι ίδιοι, το έκαναν όμως κατά κόρον οι βασιλόφρονες συνάδελφοί τους»
«Τη δημιουργία οργανώσεων μέσα στο στρατό;»
Ο Ερμής έγνεψε καταφατικά.
«Μια άλλη ότι η απόφαση ήταν του Κανελλόπουλου, ώστε να πιέσει τη βρετανική κυβέρνηση, επειδή η τελευταία εξέφρασε άποψη υπέρ της μεταπολεμικής ακεραιότητας της Αλβανίας, ακυρώνοντας πρόωρα το αφήγημα της ελληνικής πλευράς για μία μεταπολεμική μεγάλη Ελλάδα»
ισχυει
http://thesis.ekt.gr/thesisBookReader/id/25448#page/152/mode/2up
«Στις 15 Δεκ ο υφ Ναυτικων, υποναυαρχος Καββαδιας, ο υφ αεροποριας, υποστρατηγος Νικολαιδης, ο διοικητης της Ι μεραρχιας, υποστρατηγος Ζυγουρης, ο αρχηγος στολου, υποναυαρχος Σακελλαριου και ο αρχηγος της αεροποριας σμηναρχος Παναγιωτης Βηλος, δηλωσαν οτι αν η αγγλικη κυβερνηση δεν αλλαζε τη σταση της, οι ιδιοι θα βρισκονταν σε αντιφαση με τα αισθηματα του ελληνικου λαου, γεγονος που καθιστουσε τη συνεχιση της αποστολης που τους εμπιστευτηκε το εθνος αδυνατη. Ο αστοχος χειρισμος του ζητηματος απο τον αντιπροεδρο επανεφερε στους Βρετανους τον φοβο για τη μειωση της αποτελεσματικοτητας που εως τοτε ειχε επιδειξει η ταξιαρχια στο μετωπο.»
το παραπανω απανταει και στις βλκ που υποστηριζουν καποιοι οτι ταχα απεσυραν την ταξιαρχια γιατι ηθελαν να την προστατευσουν ωστε να τη χρησμοποιησουν για την επαναφορα του βασιλια μετα την απελευθερωση.
Μου αρέσει!Μου αρέσει!