(Από τον «Ερμή»)
«Τι ήταν αυτό που πυροδότησε τις εξεγέρσεις του ’44;»
«Η εμφάνιση στο προσκήνιο της ΠΕΕΑ, της κυβέρνησης του βουνού. Ο αντικειμενικός στόχος της εξέγερσης του Απριλίου ήταν ο εξαναγκασμός της κυβέρνησης Τσουδερού να ανασχηματιστεί και να αναγνωρίσει την ΠΕΕΑ ως κύριο συνομιλητή και πραγματικό εκπρόσωπο της Ελλάδας. Αν όχι, τότε η κυβέρνηση θα διαλυόταν. Ουσιαστικά αυτή ήταν η πρώτη μεγάλη και αποφασιστική εμφύλια σύγκρουση αριστεράς και δεξιάς με αντικείμενο την κυβερνητική εξουσία. Όχι την εξουσία στα βουνά της κατεχόμενης Ελλάδας, αλλά την εξουσία της αναγνωρισμένης από τους συμμάχους ελληνικής κυβέρνησης, για εκείνη τη στιγμή και για μετά την απελευθέρωση»
«Πώς εξελίχθηκε η στάση;»
«Στις 25 Μάρτη στην Αλεξάνδρεια έγιναν διαδηλώσεις από πληρώματα του πολεμικού και του εμπορικού Ναυτικού, με συνθήματα υπέρ του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ και της ΠΕΕΑ. Στις 29 Μαρτίου παρουσιάστηκαν έφεδροι ανθυπολοχαγοί στον Τσακαλώτο, διοικητή του κέντρου εκπαίδευσης αξιωματικών στην Ισμαηλία και του ανέφεραν ότι ο στρατός έπρεπε να ταχτεί στο πλευρό της κυβέρνησης του βουνού, από τη στιγμή που αυτή ήταν η μοναδική νόμιμη εκπρόσωπος του ελληνικού λαού. Ο Τσακαλώτος έδωσε διαταγή στον συνταγματάρχη Κετσέα ο οποίος κατέγραψε σε μία λίστα δεκαεφτά αξιωματικούς και πενήντα επικίνδυνους στρατιώτες, οι οποίοι απομακρύνθηκαν αμέσως. Οι βασιλόφρονες αξιωματικοί της μονάδας με υπόμνημά τους δήλωσαν ότι παραμένουν αφοσιωμένοι στον βασιλέα, ότι θα υπάκουαν μόνο στην εξόριστη βασιλική κυβέρνηση και ότι δεν επρόκειτο να αποδεχτούν καμία άλλη, όπως την ΠΕΕΑ ή κάποια πραξικοπηματική κυβέρνηση στο Κάιρο. Στις 30 Μαρτίου συγκροτήθηκε η Εκτελεστική Επιτροπή Εθνικής Ενότητας Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων Μέσης Ανατολής, χωρίς να προηγηθεί οποιαδήποτε συνεννόηση με το ΕΑΜ. Σκοπός της ήταν ο συντονισμός της δράσης των Ενόπλων Δυνάμεων για την προβολή, ίσως και την επιβολή, του αιτήματος για συγκρότηση κυβέρνησης εθνικής ενότητας με βάση την ΠΕΕΑ. Την άλλη μέρα, 31 Μαρτίου, παρουσιάστηκαν στον Τσουδερό δεκατρείς αξιωματικοί του στρατού και της αεροπορίας, δήλωσαν ότι είναι εντολοδόχοι των ενόπλων δυνάμεων και απαίτησαν τη συγκρότηση κυβέρνησης εθνικής ενότητας.
«Πώς βρέθηκαν δεκατρείς αξιωματικοί μαζεμένοι;»
«Όλοι τους ήταν στελέχη εν ενεργεία, αλλά χωρίς καθήκοντα, είτε γιατί δεν είχαν αναλάβει ενεργή υπηρεσία, είτε γιατί είχαν απομακρυνθεί από τις μονάδες τους λόγω εμπλοκής τα κινήματα του Μαρτίου και του Ιουλίου. Μεταξύ τους ήταν τρεις αντισμήναρχοι και δύο ταγματάρχες, οι υπόλοιποι είχαν χαμηλότερους βαθμούς»
«Πώς αντέδρασε ο Τσουδερός;»
«Όπως αφηγήθηκε ο ίδιος, τους ενημέρωσε ότι μυστικές διαπραγματεύσεις με τους πολιτικούς και τους εκπροσώπους της αντίσταση στην Ελλάδα βρίσκονταν ήδη σε προχωρημένο στάδιο. Τα μέλη της επιτροπής προφανώς δεν τον πίστεψαν και στη συνάντησή τους με το Βενιζέλο ζήτησαν απ’ αυτόν να αναλάβει χρέη πρωθυπουργού. Και τον διορισμό μελών της Επιτροπής τους, ως κομμάτι της ΠΕΕΑ.
Κάποιες αφηγήσεις λένε ότι ο Βενιζέλος συζήτησε μαζί τους τη σύνθεση της νέας προσωρινής κυβέρνησης υπό την προεδρία του και τους υποσχέθηκε μεταξύ άλλων να προσκαλέσει τους αντιπροσώπους της ΠΕΕΑ στο Κάιρο, να αποκαταστήσει τους δημοκρατικούς αξιωματικούς και να χορηγήσει αμνηστία για τα πολιτικά αδικήματα. Φαίνεται όμως ότι κάποια στιγμή συνειδητοποίησε τι έκανε και διέκοψε τις διαπραγματεύσεις. Συγκλήθηκε εκτάκτως το υπουργικό συμβούλιο και ο Τσουδερός διέταξε τη σύλληψη των μελών της επιτροπής, αλλά από τους δεκατρείς βρέθηκαν μόνο οι έξι. Τις επόμενες μέρες, όπως κατάγγειλε ο Εθνικός Απελευθερωτικός Σύνδεσμος στον Βενιζέλο, οι συλλήψεις επεκτάθηκαν αδιακρίτως σε μεγάλο αριθμό μελών των δημοκρατικών οργανώσεων»
«Αυτή ήταν όλη η δραστηριότητα της ΑΣΟ;»
«Όχι. Στις 31 Μαρτίου, το ένα τρίτο των ανδρών της δύναμης του 2ου Συντάγματος Πεδινού Πυροβολικού κοντά στην Ηλιούπολη του Καϊρου, διαδήλωσαν με αίτημα την επίσημη αναγνώριση της ΠΕΕΑ και την συνεργασία της κυβέρνησης μαζί της. Στη συνέχεια οι διαδηλωτές επέστρεψαν τους χώρους καταυλισμού. Την πρωταπριλιά του ’44, δυο αξιωματικοί του συντάγματος εμφανίστηκαν στο διοικητή τους και δήλωσαν ότι αυτοί αναγνωρίζουν ως νόμιμη κυβέρνηση μόνο την ΠΕΕΑ. Στην αναφορά του συντάγματος, ο διοικητής Μανιδάκης κάλεσε τους υποστηρικτές της ΠΕΕΑ να βγουν από τις γραμμές. Βγήκαν δεκαοχτώ αξιωματικοί και διακόσιοι εξήντα περίπου στρατιώτες, σε σύνολο εφτακοσίων, χωρίς να εκδηλώσουν καμία αντίδραση, αφού η γραμμή της ΑΣΟ ήταν η εκδήλωση της συμπαράστασης στην ΠΕΕΑ και μόνον αυτή. Ο Μανιδάκης ήταν προετοιμασμένος, οι άνδρες που βγήκαν από τις γραμμές μεταφέρθηκαν σε άλλο στρατόπεδο, διατηρώντας τον ατομικό οπλισμό τους και τις επόμενες μέρες κατέλαβαν τις αποθήκες εφοδίων της επιμελητείας και το ΓΕΣ. Η κίνηση αυτή ήταν κρίσιμη, γιατί έδινε την αφορμή για επέμβαση των Βρετανών»
«Με την έννοια ότι γινόταν για πρώτη φορά βίαιες ενέργειες, από οπλισμένους άνδρες;»
«Ναι. Στις 3 Απριλίου έγινε κατάληψη του φρουραρχείου στο Κάιρο, από τον ταγματάρχη Κώνστα, ο οποίος ήταν απότακτος για τη συμμετοχή του στις στάσεις του 1943. Αυτό είχε ως συνέπεια τη διάδοση της αναταραχής στις περισσότερες μονάδες και απέδειξε ότι ο Καραπαναγιώτης είχε χάσει τον έλεγχο, ακριβώς όπως ο Κανελλόπουλος, ένα χρόνο πριν. Την επόμενη μέρα οι Βρετανοί με τη βοήθεια Ελλήνων, ανακατέλαβαν τις αποθήκες της επιμελητείας, το ΓΕΣ, το φρουραρχείο και το λόχο φρουράς Καΐρου. Οι συλληφθέντες μεταφέρθηκαν σε στρατόπεδο. Επιπλέον, με υπόδειξη της κυβέρνησης, η βρετανική αστυνομία συνέλαβε τον υποστράτηγο Καλλέργη, τον Διοικητή της 2ης ταξιαρχίας Στεφανάκο, και τον συνταγματάρχη Χατζησταυρή, με αφορμή τον οποίον είχαν ξεκινήσει οι ταραχές του προηγούμενου χρόνου, και άλλους αξιωματικούς, καθώς και επτά μέλη του Εθνικού Απελευθερωτικού Συνδέσμου. Οι συλληφθέντες μεταφέρθηκαν στο Χαρτούμ και στη συνέχεια εξορίστηκαν στην Ερυθραία»
«Για να μην έχουν καμιά δυνατότητα επικοινωνίας με τις μονάδες, υποθέτω»
Ο Ερμής συνέχισε.
«Την ίδια μέρα παρουσιάστηκαν στον πρωθυπουργό Τσουδερό τρεις συνταγματάρχες και του δήλωσαν ότι στον στρατό και το στόλο ασκούσαν την πραγματική διοίκηση επιτροπές στρατιωτών και ναυτών, μελών της ΑΣΟ. Ο Τσουδερός παραιτήθηκε και ανέλαβε την πρωθυπουργία ο Σοφοκλής Βενιζέλος. Στις 4 Απριλίου ήρθε η σειρά του 1ου Συντάγματος Τεθωρακισμένων, στη Βηρυτό, το οποίο θεωρούνταν σοβιετική μονάδα, να εκδηλωθεί υπέρ του ΕΑΜ. Όσοι συμφωνούσαν υπέγραψαν σχετικό πρωτόκολλο. Τέθηκαν υπό κράτηση οι βασιλόφρονες αξιωματικοί και οι στρατιώτες που δεν υπέγραψαν. Παράλληλα οργανώθηκε η άμυνα του στρατοπέδου. Με παρόμοιο τρόπο συμπεριφέρθηκαν η δεύτερη αντιαρματική μοίρα, και ο δεύτερος λόχος μηχανικού. Αλλά το μεγάλο ερωτηματικό ήταν τι θα συμβεί στην 1η ταξιαρχία, η οποία σε λίγες μέρες θα αναχωρούσε για το μέτωπο της Ιταλίας»
Ο Ερμής έμεινε για λίγο σιωπηλός.
«Ας τα πάρουμε καλύτερα με τη σειρά. Το κεντρικό γραφείο των αντιφασιστικών οργανώσεων έστειλε στις 31 Μαρτίου το στρατιώτη Πέτρο Ανδριώτη και λίγες μέρες αργότερα το λοχία Σταμάτη Τσαταμουλίδη, για να συντονίσουν τις ενέργειες στην 1η ταξιαρχία. Υπήρχε δίλημμα στην ΑΣΟ αν θα έπρεπε να αποφύγει οποιαδήποτε πολιτική αντιπαράθεση για να γίνει ομαλά η μεταφορά στο μέτωπο της Ιταλίας ή αν θα έπρεπε η μεταφορά να γίνει αφού πρώτα θα είχε επιτευχθεί συμφωνία για το σχηματισμό κυβέρνησης εθνικής ενότητας. Τα στελέχη της ΑΣΟ εκτίμησαν ότι αν επέλεγαν την πρώτη τακτική θα επέτρεπαν στην κυβέρνηση να υποστηρίξει ότι η 1η ταξιαρχία εγκρίνει τους χειρισμούς της. Εξάλλου, σύμφωνα με μιαν αφήγηση, στις 4 Απριλίου αξιωματικοί έστειλαν υπόμνημα στον βασιλιά και ζητούσαν τη ματαίωση της μεταφοράς της ταξιαρχίας στην Ιταλία και την εκκαθάριση της από τους κομμουνιστές. Σε διαφορετική περίπτωση δήλωναν ότι θα στασίαζαν και θα έπαιρναν την υπόθεση επάνω τους. Η ΑΣΟ το έμαθε και τέθηκε σε επιφυλακή. Νωρίς το πρωί στις 6 Απριλίου το 3ο τάγμα πεζικού, η αντιαρματική και η αντιαεροπορική μοίρα απόκλεισαν τις σκηνές των διοικητών των δύο άλλων ταγμάτων και περικύκλωσαν το διοικητήριο. Η ΑΣΟ φοβόταν ότι αν δεν κάνει η ίδια την πρώτη κίνηση, θα την έκαναν οι άλλοι. Κατά τη διάρκεια αυτών των κινήσεων σκοτώθηκε ο μοναρχικός λοχαγός Γερμενής. Ο στρατιώτης Ανδριώτης, τέσσερις ταγματάρχες, ένας λοχαγός, ένας ίλαρχος και ένας υπολοχαγός ήταν οι επικεφαλής της στάσης. Οι βασιλόφρονες αξιωματικοί και στρατιώτες τέθηκαν υπό περιορισμό φρουρούμενοι στις σκηνές τους. Το αίτημα στην 1η ταξιαρχία ήταν ίδιο όπως παντού. Κυβέρνηση εθνικής ενότητας, η οποία θα συνέχιζε την πολεμική προσπάθεια και θα αποφάσιζε για τις πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα»
«Ήταν μία τυπική στάση…»
«Όχι ακριβώς. Οι στασιαστές επιδίωκαν την παραμονή στη διοίκηση για είκοσι τέσσερις ώρες, ώστε να δημιουργήσουν καθεστώς, χωρίς όμως να αμφισβητούν τη συμμετοχή της ταξιαρχίας και τη δική τους στις επιχειρήσεις»
«Δεν κατάλαβα…»
«Το επόμενο πρωί ο ταγματάρχης Μαλαγάρης παρουσιάστηκε στον ταξίαρχο ο οποίος βρισκόταν υπό φρούρηση το υπηρεσιακό του όχημα και του ανακοίνωσε τη λήξη της επανάστασης και την επιστροφή της διοίκησης στον ίδιον και στους άλλους επικεφαλής των μονάδων της ταξιαρχίας. Γιατί ο σκοπός είχε επιτευχθεί, αφού είχε εκφραστεί η διαδήλωση της θέλησης του ελληνικού λαού. Δεν ήταν μόνο λόγια, οι στασιαστές επέστρεψαν στα καθήκοντά τους αφού ακύρωσαν τα περιοριστικά μέτρα που είχαν επιβάλει στους βασιλόφρονες»
«Γι’ αυτό έκαναν όλη τη φασαρία και πήραν τόσο μεγάλο ρίσκο;»
Ο Ερμής κούνησε μερικές φορές το κεφάλι του.
«Ο ταξίαρχος επανέκτησε πράγματι τη διοίκηση και διέταξε την παράδοση στη στρατιωτική δικαιοσύνη είκοσι πέντε περίπου αξιωματικών και πεντακοσίων στρατιωτών, που θεωρήθηκαν πρωταίτιοι της στάσης. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή έφτασαν…»
«Οι Βρετανοί!»
«Ναι. Ο Καραπαναγιώτης και ο Βενιζέλος, ο οποίος πήρε τελικά την πολυπόθητη εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στις 14 Απριλίου, ανίκανοι να κάνουν ο,τιδήποτε, είπαν στον Bρετανό πρεσβευτή Λίπερ ότι οι ταραχές οφειλόταν αποκλειστικά στους κομμουνιστές και ότι η μόνη λύση για την επαναφορά της τάξης ήταν η βίαιη καταστολή τους. Με την άποψη αυτή συμφώνησε και ο Γεώργιος Παπανδρέου»
«Ίσχυε ότι οι ταραχές οφείλονταν αποκλειστικά στους κομμουνιστές;»
«Τις είχε προκαλέσει η δυναμική μειοψηφία των κομμουνιστών της ΑΣΟ. Αλλά είναι αδιανόητο να υποθέσει κανείς ότι οι εξεγερμένοι ή οι διαμαρτυρόμενοι άνδρες ήταν όλοι κομμουνιστές. Η ΑΣΟ είχε πεντακόσια μέλη στην 1η ταξιαρχία, εκ των οποίων μαχητικά ήταν τα τριακόσια πενήντα. Ο Γιάννης Χιωτάκης υπολογίζει ότι από τους δημοκρατικούς οπλίτες που ήταν η μισή δύναμη της ταξιαρχίας, οι μισοί ακολούθησαν την ΑΣΟ. Στους εφέδρους αξιωματικούς το ποσοστό ανερχόταν σε δέκα με δεκαπέντε τοις εκατό και στους μόνιμους σε ένα με ενάμιση τοις εκατό. Η εκρηκτική μαζική αντίδραση της ταξιαρχίας στη διαταγή του αφοπλισμού της πρέπει να αναζητηθεί σε αίτια πέρα από την επιρροή της ΑΣΟ. Οι Βρετανοί είχαν καταφέρει να θίξουν την αξιοπρέπεια και το φιλότιμο της πλειοψηφίας. Ανεξάρτητα από το τι τους είπαν η δεν τους είπαν οι Έλληνες υπουργοί, οι Βρετανοί είχαν αυτή τη φορά σχηματισμένη δική τους άποψη, την οποία εννοούσαν να εφαρμόσουν. Ο υποστράτηγος Νέσμπιτ επισκέφθηκε την ταξιαρχία και αφού ανακοίνωσε την ανάκληση της μεταφοράς της στην Ιταλία, διέταξε το γενικό αφοπλισμό της. Έδωσε μάλιστα περιθώριο μιας ώρας τον ταξίαρχο Παππά για την παράδοση του οπλισμού και τη συγκέντρωση των ανδρών που θα μεταφέρονταν σε άλλη περιοχή, παίρνοντας μαζί τους μία χλαίνη, μία κουβέρτα και το ατομικό τους σακίδιο. Ο ταξίαρχος υπάκουσε και μετέφερε τη διαταγή του νέου αρχηγού του ελληνικού στρατού της Μέσης Ανατολής. Μόλις άκουσαν τη διαταγή οι οπλίτες περικύκλωσαν έξαλλοι τους βρετανούς με προτεταμένα τα όπλα και αρνήθηκαν να την εκτελέσουν, ενώ η αντιαρματική μοίρα και τα πυροβόλα του συντάγματος πυροβολικού στράφηκαν προς το διοικητήριο, έτοιμα για βολές. Οι Βρετανοί αποχώρησαν πάραυτα, ενώ ο ταξίαρχος παρέμεινε υπό περιορισμό σε μια σκηνή»
«Ποιοι έδιναν τις διαταγές;»
«Μια επιτροπή που είχε μέλη το στρατιώτη και τον λοχία που είχαν σταλεί από την ΑΣΟ, έναν υπολοχαγό και έναν ανθυπολοχαγό. Αυτό που είχε προκαλέσει η ωμή παρέμβαση του βρετανού υποστράτηγου ήταν μια γενικευμένη αγανάκτηση, η οποία οδήγησε στη μαζική αντίδραση των ανδρών της ταξιαρχίας. Γιατί θεώρησαν τη διαταγή ατιμωτική και τον τρόπο του Βρετανού σκαιό και απαράδεκτο μεταξύ συμμάχων. Το αποτέλεσμα ήταν ότι η στάση μετατράπηκε σε γενικευμένη εξέγερση, με συμμετοχή αρκετών στελεχών και πολλών ανδρών που θεωρούνταν ως τότε αντιδραστικοί. Σε σύσκεψη με τους Βρετανούς, ο ταξίαρχος πρότεινε να αφεθεί η επαναφορά της πειθαρχίας στον ίδιον, να αρθεί η διαταγή αφοπλισμού, να απομακρυνθούν από την ταξιαρχία οι πρωταίτιοι και να συμπληρωθούν τα κενά με τις ετοιμοπόλεμος μονάδες της δεύτερης ταξιαρχίας. Όχι μόνο δεν εισακούστηκε, αλλά τέθηκε ο ίδιος σε λευκή κράτηση, στο ξενοδοχείο που διέμενε»
Ο Ερμής σηκώθηκε, έκανε λίγα βήματα για να ξεμουδιάσει και επέστρεψε.
«Στις 11 Απριλίου ο Βρετανός αρχιστράτηγος Πάτζετ προσκάλεσε μια επιτροπή των εξεγερμένων. Πήγαν ο στρατιώτης Ανδριώτης, ένας λοχαγός και ένας αντισυνταγματάρχης και τον άκουσαν να επιμένει στον αφοπλισμό, χωρίς να δεσμεύεται με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα επανεξοπλισμού της ταξιαρχίας. Επιπλέον τους δήλωσε ότι αν δεν γινόταν αποδεκτές οι προτάσεις του θα τις επέβαλε με δυναμικό τρόπο. Οι Βρετανοί στρατιωτικοί εφάρμοσαν τις οδηγίες του Τσόρτσιλ ότι δεν τίθεται θέμα διαπραγμάτευσης πολιτικών ζητημάτων με τους στασιαστές και μόνη διέξοδος ήταν η άνευ όρων παράδοση και ο αφοπλισμός τους»
«Μετά τι θα γινόταν;»
«Θα πήγαιναν στο στρατοδικείο και θα δικάζονταν με αυστηρές ποινές. Ήταν θέμα του βασιλιά αν θα τους έδινε χάρη ή όχι. Επειδή δεν είναι απλό θέμα να επιτεθείς και να αφοπλίσεις με τη βία μια καλά οπλισμένη και αποφασισμένη ταξιαρχία, η οποία δεν έδειχνε καμία διάθεση υποχώρησης, επελέγη από τον ίδιο τον Τσόρτσιλ η τακτική της περικύκλωσης, ώστε οι εξεγερμένοι να υποκύψουν από πείνα και δίψα. Αλλά οι μέρες περνούσαν χωρίς αποτέλεσμα. Οι πολιορκημένοι έβρισκαν τρόφιμα από τον ντόπιο πληθυσμό και νερό από τον αγωγό υδροδότησης το Ελ Αλαμέιν, που περνούσε μέσα από τον καταυλισμό τους. Οι Βρετανοί παρέμεναν ανένδοτοι και στις 23 Απριλίου ο αρχηγός του γενικού στρατηγείου Μέσης Ανατολής απηύθυνε τελεσίγραφο ότι αν η ταξιαρχία δεν παρέδιδε τα όπλα, θα την χτυπούσε. Πράγματι, μόλις έπεσε το σκοτάδι, η βρετανική τεθωρακισμένη ταξιαρχία κινήθηκε προς τα εξωτερικά φυλάκια της ελληνικής. Έπεσαν μερικοί πυροβολισμοί και σκοτώθηκε ένας Βρετανός ταγματάρχης. Τα χαράματα μία επιτροπή των στασιαστών έθεσε στο βρετανό ταξίαρχο τους όρους για την παράδοσή της 1ης ταξιαρχίας»
«Ποιοι ήταν οι όροι;»
«Ένταξη της ταξιαρχίας στον ΕΛΑΣ και μεταφορά της στο πλησιέστερο βαλκανικό μέτωπο. Συγκρότηση κυβέρνησης εθνικής ενότητας. Χορήγηση γενικής αμνηστίας και απελευθέρωση όλων των εκτοπισμένων και των φυλακισμένων από τα προηγούμενα κινήματα. Τέλος, εγκλεισμός των κρατουμένων μοναρχικών αξιωματικών και οπλιτών της ταξιαρχίας σε ιδιαίτερο στρατόπεδο»
«Αδιανόητα αιτήματα…»
«Τα αιτήματα δεν υποβλήθηκαν για να ικανοποιηθούν, αλλά για να καταγραφούν. Έτσι κι αλλιώς ο Βρετανός ταξίαρχος δεν δέχτηκε καμία συζήτηση και τους έδιωξε περιφρονητικά. Η εξέγερση στο στόλο είχε ήδη κατασταλεί από ελληνικές δυνάμεις, οπότε η επιμονή της 1ης ταξιαρχίας θα οδηγούσε σε άσκοπη αιματοχυσία. Μια ώρα αργότερα η επιτροπή επέστρεψε για να ανακοινώσει την άνευ όρων παράδοση. Στις 24 Απριλίου είχε ολοκληρωθεί η καταστολή της στάσης στην 1η ταξιαρχία»
«Η οποία όμως είχε λήξει αυτόβουλα ήδη από τις 6 Απριλίου και αναζωπυρώθηκε μόνον όταν οι Βρετανοί απαίτησαν τον αφοπλισμό ολόκληρης της ταξιαρχίας μέσα σε μία ώρα…»
Ο Ερμής έγνεψε καταφατικά.
«Τι συνέβη στα πλοία;»
«Η μαχητική διάθεση των πληρωμάτων των πολεμικών πλοίων υπέρ του ΕΑΜ και της ΠΕΕΑ αναζωπυρώθηκε με την παραίτηση Τσουδερού. Στόχος τώρα ήταν ο πλήρης έλεγχος του στόλου, για λογαριασμό της ΠΕΕΑ. Τη στάση στο ναυτικό την καθοδηγούσε η Κεντρική Επιτροπή Αγώνα, ΚΕΑ, εγκαταστημένη στο πλωτό συνεργείο Ήφαιστος. Η τακτική ήταν να υπογράφονται πρωτόκολλα σε κάθε ναυτική μονάδα, στα οποία καταγραφόταν η απαίτηση για συνεργασία της εξόριστης κυβέρνησης με την ΠΕΕΑ. Όσοι αξιωματικοί δεν υπέγραφαν συλλαμβάνονταν και περιορίζονταν στο πλοίο, ενώ οι ναύτες που δεν υπέγραφαν διώχνονταν απ’ αυτό. Στο αντιτορπιλικό Πίνδος οι ναύτες κυριολεκτικά πέταξαν στη θάλασσα τους αξιωματικούς. Στις 8 Απριλίου δεκαοχτώ από τα είκοσι εφτά πλοία που βρισκόντουσαν στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας είχαν καταληφθεί. Ο στόλος αναφερόταν πλέον, θεωρητικά, στην ΠΕΕΑ»
«Οι Άγγλοι θα τραβούσαν, με το γνωστό τους φλέγμα, τα μαλλιά τους…»
«Μάλλον διέκριναν αμέσως τη μοναδική ευκαιρία που δημιουργούσε η εξέγερση, να εξοβελιστούν τα αριστερά στοιχεία από το ελληνικό στράτευμα, ενόψει των πολιτικών εξελίξεων μετά τη απελευθέρωση. Αυτό άλλωστε εξυπηρετούσε το σχεδιασμό τους για περιορισμό της δύναμης του ελληνικού στρατού, που υπήρχε ήδη από το φθινόπωρο του 1943. Αλλά για το στόλο τα πράγματα ήταν αλλιώς. Ο αντιναύαρχος Ρόουλινγκ κάλεσε τους στασιαστές να αναστείλουν αμέσως τις ενέργειές τους, αλλιώς θα αντικαθιστούσε τα ελληνικά πληρώματα με βρετανικά. Ως απάντηση, οι στασιαστές απαγόρευσαν τον απόπλου σε ένα αντιτορπιλικό που δεν συμμετείχε στη στάση, ενώ στις 11 Απριλίου η εξέγερση επεκτάθηκε στα τέσσερα πλοία που βρισκόντουσαν στη Μάλτα. Επιτροπές ναυτών έλεγχαν τα πλοία που προσχώρησαν στην εξέγερση, αναγνωρίζοντας ως κυβέρνηση την ΠΕΕΑ. Ομάδες ναυτών κατέλαβαν το υπουργείο Ναυτικών, το αρχηγείο του Στόλου, το ναυτικό φρουραρχείο στην Αλεξάνδρεια, καθώς και τη σχολή ναυτικών δοκίμων»
«Χωρίς να αντιδράσει κανείς;»
«Αντέδρασαν οι Βρετανοί. Αντίθετα με το ελληνικό πεζικό που οι βρετανοί δεν το θεωρούσαν πλέον απαραίτητο για τη συνέχεια του πολέμου, το ελληνικό ναυτικό με τις μονάδες που διέθετε ήταν κυριολεκτικά αναντικατάστατο για τον έλεγχο και τις επιχειρήσεις στην Ανατολική Μεσόγειο. Στις 16 Απριλίου ο αρχηγός των ναυτικών δυνάμεων της Μεσογείου ναύαρχος Κάνινγκαμ κάλεσε στην Αλεξάνδρεια τον πρωθυπουργό Βενιζέλο και τον αρχηγό του ελληνικού στόλου και τους είπε ότι τα ελληνικά πλοία έπρεπε να ενεργοποιηθούν άμεσα στην πολεμική τους αποστολή. Επισήμανε ότι πρόκειται για πλοία που είχαν δοθεί στην Ελλάδα από τη Βρετανία, ότι δέσμευαν επιπλέον επιχειρησιακές μονάδες για να τα επιτηρούν και έτσι ήταν αδύνατη η αναχαίτιση της δράσης των γερμανικών υποβρυχίων στην ανατολική Μεσόγειο. Την επόμενη μέρα ο Βενιζέλος εξουσιοδοτήθηκε από μία σύσκεψη στην οποία συμμετείχαν ο Παπανδρέου, ο Κανελλόπουλος και άλλοι παράγοντες του δημοκρατικού χώρου, να οργανώσει τη βίαιη καταστολή της στάσης»
«Πώς το επιχείρησαν;»
«Στις 20 Απριλίου ο Βενιζέλος ανέθεσε την αρχηγία του στόλου στον βενιζελικό αντιναύαρχο Πέτρο Βούλγαρη. Αυτός σχημάτισεαμέσως ένα άγημα εμβολής από εξήντα οκτώ αξιωματικούς και δεκαέξι ναυτικούς δόκιμους, το οποίο τα ξημερώματα της 23ης Απριλίου επιτέθηκε ταυτόχρονα σε τρία πλοία και τα ανακατέλαβε, με κόστος εννέα ή κατ’ άλλους έντεκα νεκρούς και σαράντα τραυματίες»
«Πως ανακαταλαμβάνεις ένα πολεμικό πλοίο;»
«Οι ομάδες του αγήματος εμβολής χτύπησαν τις φρουρές με πυρά οπλοπολυβόλων. Ένα βρετανικό καταδρομικό έριχνε τους προβολείς του πάνω στα υπό ανακατάληψη πλοία, για να τυφλώνονται οι φρουροί και να μην ξέρουν από που τους έρχονται τα πυρά. Ήταν κάτι θλιβερό, γιατί ήταν οι ίδιοι οι ναύτες που όταν μπήκαν οι Γερμανοί στην Ελλάδα στασίασαν, παράκουσαν τις διαταγές της ελληνικής βασιλικής κυβέρνησης και κατάφεραν να φέρουν τα πλοία του ελληνικού στόλου στη Μέση Ανατολή, αντί να τα βυθίσουν ή να τα εγκαταλείψουν στα χέρια των Ιταλών και των Γερμανών»
Ο Ερμής έκανε μια κίνηση, σαν να μετάνιωσε που παρασύρθηκε σ’ αυτό το σχόλιο.
«Η ανακατατάληψη των πρώτων πλοίων είχε ως αποτέλεσμα την παράδοση όλων των πλοίων που είχαν στασιάσει στην Αλεξάνδρεια. Τέσσερις μέρες αργότερα οι στασιαστές εγκατέλειψαν αναίμακτα τα πλοία στο Πορτ Σάιντ και στη Μάλτα. Η στάση έληξε τυπικά στις 9 Μαΐου με την παράδοση των ανδρών που είχαν αποκλειστεί στο φρουραρχείο του Σουέζ. Ωστόσο, τελευταίο παραδόθηκε στις 2 Ιουνίου το αντιτορπιλικό Θεμιστοκλής. Οι κρατούμενοι για τη στάση στο ναυτικό ήταν περίπου τρεισήμισι χιλιάδες»
Μείναμε αρκετή ώρα σιωπηλοί.
«Μετά την παράδοση υπήρχαν δύο μεγάλα θέματα για τους Βρετανούς, για την ελληνική κυβέρνηση και τους στρατιωτικούς. Η ελληνική πλευρά είχε αγνοηθεί απολύτως στο χειρισμό της κρίσης, αλλά δεν μπορούσε να αγνοείται επ’ άπειρον, για τον απλούστατο λόγο ότι οι Βρετανοί δεν μπορούσαν να τα κάνουν όλα μόνοι τους. Το ένα θέμα είχε να κάνει με το μέλλον των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων στη Μέση Ανατολή και η λύση που δόθηκε ήταν η δημιουργία της 3ης ορεινής ταξιαρχίας. Το δεύτερο ήταν τι θα γινόταν με τους χιλιάδες εξεγερθέντες οι οποίοι ήταν πλέον κρατούμενοι. Με αυτούς ακολουθήθηκαν διαφορετικές διαδικασίες. Οι αξιωματικοί διαχωρίστηκαν από μία επιτροπή του γενικού επιτελείου στρατού σε νομιμόφρονες και κινηματίες. Οι υπαξιωματικοί και οι οπλίτες κλήθηκαν να κάνουν ατομική δήλωση αναγνώρισης της εξόριστης Κυβέρνησης. Δυο χιλιάδες εξακόσιοι εβδομήντα, μεταξύ τους σχεδόν όλοι οι Αιγυπτιώτες, δήλωσαν ότι αναγνωρίζουν την κυβέρνηση και μεταφέρθηκαν σε στρατόπεδο στην Αμιρία. Δύο χιλιάδες διακόσιοι σαράντα δεν αναγνώρισαν την κυβέρνηση, χαρακτηρίστηκαν κινηματίες και κλείστηκαν σε χώρους περιφραγμένους με συρματόπλεγμα»
«Οι αριθμοί είναι συγκλονιστικοί, αν λάβουμε υπόψη τη δύναμη που είχε η ΑΣΟ πριν την εκδήλωση της στάσης… Πόσοι ήταν όλοι μαζί οι στασιαστές;»
«Στα τέλη Απριλίου, οι λεγόμενοι αμετανόητοι ήταν τέσσερις χιλιάδες από το πεζικό, τρεις χιλιάδες πεντακόσιοι από το ναυτικό και λίγοι της αεροπορίας. Επιπλέον, δυο χιλιάδες εξακόσιοι πενήντα χαρακτηρίστηκαν παρασυρμένοι και κλείστηκαν σε άλλο στρατόπεδο. Η Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού λέει ότι τον Αύγουστο του 1944 υπηρετούσαν στη Μέση Ανατολή χίλιοι εννιακόσιοι είκοσι εννέα αξιωματικοί και έντεκα χιλιάδες ογδόντα τρεις οπλίτες, ενώ ήταν κρατούμενοι σε στρατόπεδα εκατόν δεκαεφτά αξιωματικοί και σχεδόν πέντε χιλιάδες οπλίτες. Αν το δούμε σε ποσοστά, μόλις το έξι τοις εκατό των αξιωματικών και σχεδόν οι μισοί στρατιώτες»
Ο Ερμής συνέχισε, στον ίδιο ήρεμο τόνο.
«Οι υποστηρικτές της κυβέρνησης του βουνού μεταφέρθηκαν σε στρατόπεδο συγκέντρωσης λίγο έξω από την Αλεξάνδρεια, όπου είχαν ήδη μεταφερθεί οι στασιαστές του ναυτικού. Στις 30 Απριλίου τους μετέφεραν στην έρημο, στην περιοχή Μπάρντια και τους άφησαν ελεύθερους καθώς ήταν αδύνατο να δραπετεύσουν από εκεί. Στις 2 Ιουνίου τους μετέφεραν στην Κυρηναϊκή, πάλι σε ανοιχτό χώρο. Εκεί τους επισκέφτηκε στις 29 Ιουνίου με βρετανική συνοδεία ο νέος αρχηγός του γενικού επιτελείου στρατού αντιστράτηγος Κωνσταντίνος Βεντήρης. Ήθελε να προσελκύσει τους παρασυρμένος κινηματίες ώστε να σχηματίσουν τάγματα φρουρών»
«Βρήκε ανταπόκριση;»
«Ελάχιστη. Οι ελληνικές αφηγήσεις κατά την προσφιλή τους συνήθεια δεν συμφωνούν για τον αριθμό, τον οποίο προσδιορίζουν σε εκατόν τριάντα ή εκατόν πενήντα ή εκατόν εξήντα άνδρες. Οι Βρετανοί εκτίμησαν ότι οι ανανήψαντες ήταν τετρακόσιοι, ενώ το σύνολο των κρατουμένων του στρατού και του ναυτικού ήταν εφτά χιλιάδες εφτακόσιοι εξήντα άνδρες, από τους περίπου τριάντα χιλιάδες άνδρες που διέθεταν συνολικά οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις της Μέσης Ανατολής. Ο Βεντήρης αποχώρησε μέσα σε γιουχαΐσματα, αλλά η θέση των κρατουμένων δεν ήταν καθόλου εύκολη, καθώς συνεχίστηκαν οι μετακινήσεις σε άλλα στρατόπεδα, με στόχο την καθυπόταξη τους. Στις 5 Ιουλίου δύο χιλιάδες εξακόσιοι είκοσι άντρες κλείστηκαν σ’ ένα στρατόπεδο φρουρούμενο και περιφραγμένο με διπλή σειρά αγκαθωτό σύρμα, αλλά αυτό μάλλον τους εξαγρίωσε περισσότερο παρά έκαμψε θέλησή τους»
«Ήταν μία γενικευμένη εξέγερση…»
«Ναι, αλλά δεν την ακολούθησαν όλες οι μονάδες. Δεν έγινε κάτι στο 8ο τάγμα φρουρών, στο οποίο κυριαρχούσε η ΑΣΟ, αλλά στις 27 Απριλίου, όταν η εξέγερση είχε κατασταλεί στην 1η ταξιαρχία και στο ναυτικό, σύσσωμοι οι άντρες του ανέφεραν με επιστολή στην κυβέρνηση ότι δεν θα αναγνώριζαν καμία πολιτική αρχή που δεν θα συνεργαζόταν με την ΠΕΕΑ. Τα ίδια επανέλαβαν προς τον πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου στις αρχές Μαΐου, πριν την έναρξη του συνεδρίου στο Λίβανο»
«Τι απόγινε αυτό το περίεργο τάγμα;»
«Το είχαν αφήσει στην ησυχία του. Βρισκόταν στη Μέση Ανατολή όταν ξέσπασαν τα Δεκεμβριανά στην Αθήνα. Εκατόν ογδόντα αξιωματικοί και οπλίτες διαφώνησαν με την πλειοψηφία που είχε καταγγείλει την κυβέρνηση Παπανδρέου. Οι Βρετανοί τους αφόπλισαν και τους έστειλαν στην Ερυθραία, ενώ στο τάγμα παρέμειναν τριακόσιοι ογδόντα άνδρες. Στην Ελλάδα επέστρεψαν τον Ιούνιο του 1945»
«Υπήρχαν και άλλες μονάδες που δεν πήραν μέρος στη στάση;»
«Από τις ετοιμοπόλεμες μονάδες, μόνο το τάγμα πεζικού και οι λόχοι πυροβόλων και μεταφορών που είχαν απομείνει στη 2η ταξιαρχία, η οποία είχε διαλυθεί τον προηγούμενο Ιούλιο. Στην πραγματικότητα δεν υπήρχε πια μάχιμος ελληνικός στρατός στη Μέση Ανατολή»
«Δεν είπατε τίποτα για την αεροπορία…»
«Η αεροπορία δεν συμμετείχε για διάφορους λόγους. Η δύναμη της ήταν μικρή και οι άνδρες διασκορπισμένοι σε διάφορες μοίρες. Ο τροτσκιστής Κώστας Γιαννάκης έλεγχε την ΑΟΑ και ήταν κατά της εξέγερσης. Το κυριότερο όμως ήταν ότι δεν υπήρχε στασιαστική παράδοση στο σώμα και αντιπαλότητες μεταξύ των στελεχών»
«Τους κρατούμενους, τους πέρασαν από δίκη;»
«Μετά το συνέδριο του Λιβάνου, η κυβέρνηση εθνικής ενότητας του Παπανδρέου κίνησε τις διαδικασίες για την παραπομπή των πρωταιτίων στη δικαιοσύνη. Τις ενέργειες της κυβέρνησης διευκόλυνε το γεγονός ότι το ΕΑΜ είχε καταδικάσει απερίφραστα το κίνημα του Απριλίου. Η κυβέρνηση κατέληξε στο συμπέρασμα ότι επειδή οι εμπλεκόμενοι ήταν χιλιάδες, έπρεπε να οδηγηθούν σε δίκη μόνο οι πρωταίτιοι. Στις 10 Ιουνίου 1944 ήταν έτοιμο το πόρισμα της προανάκρισης για την 1η ταξιαρχία, από την οποία παραπέμπονταν εβδομήντα έξι αξιωματικοί και οπλίτες. Λόγω του μεγάλου αριθμού τους, έγιναν τρεις διαφορετικές δίκες»
«Ποιες ήταν οι κατηγορίες;»
«Η γενική κατηγορία ήταν συμμετοχή σε στάση εν καιρώ πολέμου. Προσδιοριζόταν τρία συγκεκριμένα αδικήματα. Η ενσυνείδητη στρέψη των όπλων εναντίον του ελληνικού κράτους και των στρατευμάτων, η οποία επικουρούσε τις στρατιωτικές επιχειρήσεις του εχθρού, καθώς γνώριζαν ότι επίκειτο η μεταφορά της ταξιαρχίας στην Ιταλία. Η άρνηση υπακοής στη διαταγή κατάθεσης των όπλων. Η διάπραξη φόνων, τραυματισμών και φυλάκισης εναντίον των αντιφρονούντων και η πρόκληση βλαβών σε στρατιωτικό υλικό, με σκοπό την αποστέρηση του από το στρατό. Με απλά λόγια η κατηγορία ήταν προδοσία της χώρας, στάση, υποκίνηση σε στάση και βλάβη στρατιωτικού υλικού σε καιρό πολέμου. Η πρώτη δίκη ήταν η πιο σημαντική γιατί καθόρισε το πλαίσιο και για τις επόμενες. Έγινε στο έκτακτο στρατοδικείο Καΐρου, με είκοσι δύο κατηγορούμενους, οι οποίοι αρνήθηκαν να απολογηθούν. Στις 13 Ιουλίου ανακοινώθηκε η απόφαση. Οι κατηγορούμενοι κρίθηκαν αθώοι για τα αδικήματα της εσχάτης προδοσίας και της εσκεμμένης βλάβης στρατιωτικού υλικού σε καιρό πολέμου και ένοχοι για το αδίκημα της στάσης σε καιρό πολέμου»
Ο Ερμής σταμάτησε για λίγο.
«Δώδεκα καταδικάστηκαν σε θάνατο, δέκα σε ισόβια κάθειρξη και όλοι σε στρατιωτική καθαίρεση. Τρεις μέρες αργότερα άρχισε η δεύτερη δίκη, για τριάντα αξιωματικούς και δεκαοχτώ εφέδρους αξιωματικούς και οπλίτες. Δύο έφεδροι αξιωματικοί καταδικάστηκαν σε θάνατο, με την υπόδειξη να τους δοθεί χάρη, πέντε κατηγορούμενοι σε ισόβια και οι υπόλοιποι σε μικρότερες ποινές. Δέκα, απαλλάχτηκαν. Η τρίτη δίκη άρχισε στις 23 Αυγούστου και αφορούσε δώδεκα αξιωματικούς και άλλους τόσους υπαξιωματικούς και οπλίτες, για τα γεγονότα στο 1ο σύνταγμα τεθωρακισμένων. Οι κατηγορούμενοι αρνήθηκαν να απολογηθούν και μάλιστα αποχώρησαν από την αίθουσα τραγουδώντας τον ύμνο του ΕΛΑΣ. Πέντε απαλλάχτηκαν με το αιτιολογικό ότι τελούσαν εν πλήρει σύγχυσει και οι υπόλοιποι καταδικάστηκαν σε ποινές κάθειρξης ή φυλάκισης. Το μεγάλο πολιτικό ερώτημα ήταν αν θα εκτελεστούν οι δεκατέσσερις καταδικασμένοι σε θάνατο.
«Γιατί ήταν πολιτικό το θέμα;»
«Γιατί εκείνη την περίοδο αναμενόταν η συμμετοχή του ΕΑΜ στην εθνική κυβέρνηση Παπανδρέου, η οποία καθυστερούσε και η οποία θα δυσκολευόταν περισσότερο ή θα ματαιωνόταν αν εκτελούνταν οι θανατικές ποινές. Η άλλη όψη του πολιτικού προβλήματος ήταν πως αν οι ποινές μετατρέπονταν σε ισόβια δεσμά, οι δίκες θα είχαν μετατραπεί σε παρωδία, εις βάρος της κυβέρνησης και εμμέσως των Βρετανών. Αυτή η εξέλιξη θα παρουσιαζόταν σαν μία μεγάλη επιτυχία του ΕΑΜ και θα προκαλούσε ισχυρές αντιδράσεις, από τους φανατισμένους και αγανακτισμένους νομιμόφρονες αξιωματικούς. Τελικά, με πρόταση του Παπανδρέου, οι Βρετανοί και ο ίδιος ο Τσόρτσιλ συμφώνησαν να μετατραπούν οι θανατικές ποινές σε ισόβια, για λόγους εθνικής ενότητας. Επειδή η κυβέρνηση μετακινήθηκε στις αρχές Σεπτεμβρίου 1944 στην Ιταλία, οι υπόλοιπες δίκες δεν έγιναν ποτέ και οι ποινές των ισοβίων ή των πολυετών καθείρξεων που είχαν ήδη επιβληθεί, ουσιαστικά ακυρώθηκαν»
«Τι έγιναν όλοι αυτοί οι άνθρωποι, κατάδικοι και κρατούμενοι;»
«Στο τέλος Αυγούστου 1944 χωρίστηκαν σε τρεις κατηγορίες. Για παράδειγμα στο στρατόπεδο της Τμίμι προέκυψαν τετρακόσιοι σαράντα τρεις επικίνδυνοι που μεταφέρθηκαν σε άλλα στρατόπεδα. Ανάμεσά τους ήταν όλοι οι κρατούμενοι αξιωματικοί. Χίλιοι εκατόν ογδόντα κρίθηκαν παρασυρμένοι και παρέμειναν υπό κράτηση. Οχτακόσιοι πενήντα ήταν οι ανανήψαντες, από τους οποίους συγκροτήθηκαν τρία νέα τάγματα ειδικοτήτων. Στις αρχές Ιανουαρίου 1945 οι παρασυρμένοι εντάχθηκαν σε δύο τάγματα αόπλων. Εκείνη την περίοδο, οι κρατούμενοι σε φυλακές, κατάδικοι και υπόδικοι, ήταν εξήντα έξι αξιωματικοί, οχτώ ανθυπασπιστές και πεντακόσιοι τρεις οπλίτες. Οι έγκλειστοι σε στρατόπεδα συγκέντρωσης ήταν εκατόν δεκαεφτά αξιωματικοί, τριάντα ένας ανθυπασπιστές και χίλιοι τετρακόσιοι εννιά οπλίτες. Το Δεκέμβριο του 1945 και στις αρχές του 1946 απελευθερώθηκαν οι τελευταίοι κρατούμενοι. Στις αρχές Φεβρουαρίου 1946 ο πρωθυπουργός Σοφούλης κάλεσε όσους μόνιμους και έφεδρους στρατιωτικούς βρίσκονταν εκτός υπηρεσίας στη Μέση Ανατολή και τελούσαν σε οποιαδήποτε κατάσταση, να είναι έτοιμοι με προειδοποίηση είκοσι τεσσάρων ωρών να επιβιβαστούν σε πλοία, για την επιστροφή τους στην Ελλάδα»
«Θα μπορούσε να είναι πολύ χειρότερα τα πράγματα για τους καταδικασμένους και τους υπόδικους»
Ο Ερμής έγνεψε καταφατικά.
«Ο Τσακαλώτος είχε προτείνει όσοι είχαν πρωτοστατήσει στα γεγονότα να παραμείνουν τουλάχιστον τρία χρόνια μακριά από την Ελλάδα, ώσπου να ησυχάσουν τα πράγματα. Εκ των υστέρων μπορούμε να πούμε ότι αυτή η ιδέα άξιζε να συζητηθεί, γιατί αρκετοί απ’ αυτούς που επέστρεψαν, λίγο μετά την επιστροφή τους εντάχθηκαν στον ΔΣΕ και πήραν μέρος στην τελευταία και σκληρότερη αναμέτρηση του εμφυλίου, με αποτέλεσμα πολλοί απ’ αυτούς να χάσουν τη ζωή τους. Πολλοί Μεσανατολίτες κατατάχτηκαν στον ΔΣΕ του Έβρου, αλλά κορυφαία παραδείγματα ήταν ο ταγματάρχης Γιάννης Μαλαγάρης και ο Γιάννης Σαλλάς, που πρωτοστάτησαν στο αντάρτικο της Σάμου και σκοτώθηκαν στα 1949»
*
Φωτογραφία: Ναύτες του αντιτορπιλικού «Πίνδος», προσκείμενοι στο ΕΑΜ, γιορτάζουν την Πρωτομαγιά του 1944. Η φωτογραφία τραβήχτηκε ένα μήνα μετά την καταστολή του κινήματος της Μέσης Ανατολής, ενώ το «Πίνδος» βρισκόταν στο Οράν. Πηγή: http://mavrioxia.blogspot.gr/2014/07/2.html