Χούντα

Ο Στάθης Καλύβας περί της Χούντας

17-1-630_5
18.06.2017 

Η​​ επέτειος πενήντα χρόνων από το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου προσφέρεται ως ευκαιρία για αναστοχασμό. Είτε μας αρέσει είτε όχι, η σημερινή πραγματικότητα είναι σε κάποιο, μάλλον όχι ασήμαντο, βαθμό προϊόν και της δικτατορίας. Ποιες όμως ήταν οι μακροχρόνιες επιπτώσεις της για τη χώρα μας; Σε τι θα διέφερε η Ελλάδα σήμερα εάν δεν είχε γίνει το πραξικόπημα τότε; Τι ακριβώς μας κληροδότησε; Τι κουβαλάμε πάνω μας απ’ αυτό το ιστορικό παρελθόν; Πρόκειται προφανώς για δύσκολα και μάλλον αναπάντητα ερωτήματα, που δεν μπορούμε όμως και δεν πρέπει να αποφεύγουμε. Για να συζητηθούν άλλωστε αυτά και πολλά άλλα, οργανώθηκε αυτό το Σαββατοκύριακο ένα ιστορικό συνέδριο στο Ιδρυμα Διεθνών Σχέσεων του Παντείου Πανεπιστημίου.

Η 21η Απριλίου κατέχει κομβική θέση στη σύγχρονη ευρωπαϊκή ιστορία. Υπήρξε το τελευταίο στρατιωτικό κίνημα που πέτυχε να ανατρέψει μια εκλεγμένη κυβέρνηση και να την αντικαταστήσει με μια στρατιωτική «χούντα», όπως επικράτησε να αποκαλείται κατά τη λατινοαμερικανική πρακτική. Το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 1973 στην Κύπρο υπήρξε και θνησιγενές και άμεσα απότοκο του ελληνικού. Από την άποψη αυτή, μπορούμε να μιλάμε για μια ιστορική καμπή στην Ευρώπη, μετά την οποία το πραξικόπημα ως πολιτική πρακτική μπαίνει στη ναφθαλίνη.

Επιχειρώντας να προσεγγίσω τη «μεγάλη εικόνα» πενήντα χρόνια μετά, θα εντόπιζα δύο μεγάλα παράδοξα. Πρώτο, πως μολονότι προερχόμενοι από τους κόλπους της σκληροπυρηνικής Δεξιάς, οι πραξικοπηματίες συνέβαλαν τελικά στον πλήρη εκδημοκρατισμό της Δεξιάς και διαμέσου αυτής και της χώρας. Δίχως τον Απρίλιο του ’67 δεν θα είχε υπάρξει ο Ιούλιος του ’74. Δεύτερο, αν και επιχείρησαν να κρατήσουν την κοινωνία στάσιμη, να την παγώσουν δηλαδή, συνέβαλαν τελικά με έμμεσο τρόπο στον ραγδαίο αξιακό και πολιτισμικό εκσυγχρονισμό της. Ιδωμένη λοιπόν από την οπτική του παρόντος, η δικτατορία είτε δεν εμπόδισε τον πολιτικό και κοινωνικό εκσυγχρονισμό της χώρας είτε τον υποβοήθησε, χωρίς βέβαια να επιδιώκει κάτι τέτοιο.

Το πραξικόπημα περιγράφεται συχνά ως μια απόπειρα των σκληροπυρηνικών στοιχείων της Δεξιάς να διακόψουν την επίπονη πορεία της μετεμφυλιακής Ελλάδας προς την υιοθέτηση ενός σύγχρονου δημοκρατικού μοντέλου. Υπήρχε όμως εναλλακτική διαδρομή και ποια θα ήταν αυτή; Μια πειστική αντίληψη διαβλέπει στην αδυναμία των πολιτικών ελίτ να λειτουργήσουν συναινετικά στο πρώτο μισό της δεκαετίας του ’60 το βασικό αίτιο της εκτροπής. Στη λογική αυτή, ο ομαλός εκδημοκρατισμός ήταν ανέφικτος την εποχή εκείνη για μια σειρά λόγων και, επομένως, το πραξικόπημα ήταν αναπόφευκτο, αλλά επίσης συνιστούσε εκ των πραγμάτων τον πιο πιθανό δρόμο προς τη δημοκρατία. Ομως, η διεθνής εμπειρία προσφέρει αρκετά παραδείγματα χωρών που εκδημοκρατίστηκαν σταδιακά, δίχως πραξικοπηματικές εκτροπές. Από την άλλη, ο τρόπος με τον οποίο εξελίχθηκαν τα πράγματα τελικά οδήγησε στην τραγωδία της Κύπρου, που κατέστησε δυνατή μια ριζική και άμεση λύση του «δημοκρατικού προβλήματος» της χώρας, δημιουργώντας ένα βαθύ και ανυπέρβλητο ρήγμα ανάμεσα στην ακραία και στη μετριοπαθή Δεξιά, χωρίς το οποίο η πορεία προς τον εκδημοκρατισμό θα ήταν πολύ πιο δύσκολη και προβληματική. Χωρίς το σοκ του Ιουλίου ’74 δύσκολα θα είχαμε την καθαρή λύση του πολιτειακού και τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ το 1974, αποφάσεις που παρέμεναν στον χώρο της φαντασίας μόλις δέκα χρόνια πριν.

Ενα από τα πιο ευαίσθητα ζητήματα που σχετίζονται με την ερμηνεία και την αποτίμηση της δικτατορίας είναι το θέμα της λαϊκής αποδοχής της. Δεν υπάρχουν ασφαλείς δείκτες για να μετρηθεί, όμως αρκετοί αντικειμενικοί παρατηρητές της εποχής κάνουν λόγο για μια επιφανειακή μεν αλλά πλατιά αποδοχή. Πράγματι, η δικτατορία ταυτίστηκε με μια εποχή μεγάλης οικονομικής ανόδου και αισιοδοξίας, με την κορύφωση ουσιαστικά του μεταπολεμικού ελληνικού οικονομικού θαύματος. Η χώρα αστικοποιήθηκε, η οικοδομική δραστηριότητα γνώρισε δόξες, το οδικό δίκτυο επεκτάθηκε, ο εξηλεκτρισμός της χώρας ολοκληρώθηκε και πραγματοποιήθηκαν μεγάλης κλίμακας ξένες επενδύσεις. Παρά τις αυταρχικές πρακτικές του καθεστώτος, πολλές τέχνες άνθησαν και η νεολαία προσέγγισε μαζικά τα δυτικά πρότυπα διασκέδασης, κατανάλωσης και ζωής. Η κοινωνία του 1974 μικρή σχέση είχε με αυτή του 1964.

Η διαδικασία κοινωνικού εκσυγχρονισμού είχε, βέβαια, ξεκινήσει πριν από τη δικτατορία, αλλά εκείνη την επιτάχυνε γνωρίζοντας πως η αποδοχή της εξαρτιόταν σε μεγάλο βαθμό από την οικονομική ανάπτυξη και ενισχύοντας την τάση των ανθρώπων για αναζήτηση της ευτυχίας στην ιδιωτική σφαίρα. Οπως όμως συμβαίνει στις περιπτώσεις αυτές, η νέα μεσαία τάξη που αναδύθηκε την περίοδο εκείνη απαίτησε, όταν ήρθε η στιγμή, τον απογαλακτισμό της από το καθεστώς που την ανέδειξε. Και ίσως για τον λόγο αυτό, όταν τον πέτυχε, να θέλησε να ξεχάσει την εποχή αυτή αποποιούμενη κάθε ευθύνη και συνενοχή.

Η δικτατορία ξεπεράστηκε εύκολα και γρήγορα. Ισως γιατί υπήρξε ένα μικρό διάλειμμα δίχως μεγάλη σημασία. Ισως γιατί μας θυμίζει κάποιες ενοχλητικές πτυχές της Ιστορίας που προτιμάμε να βάζουμε στην άκρη. Ισως πάλι, γιατί χωρίς αυτήν, ο πολιτικός και κοινωνικός εκσυγχρονισμός της χώρας να είχε απαιτήσει πολύ πιο μακρόχρονες και επίπονες διαδικασίες. Η δικτατορία είναι σαν ένα από αυτά τα μεγάλα παλιά έπιπλα που δεσπόζουν σε ένα δωμάτιο τόσο πολύ που δεν τα παρατηρούμε ποτέ.

* Ο κ. Στάθης Ν. Καλύβας είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Yale.

 

Πηγή: Μια παράδοξη κληρονομιά | Απόψεις | Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

*

Μια απάντηση.

Το τελευταίο άρθρο του Στάθη Καλύβα, καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης στοΠανεπιστήμιο Yale όπως ο ίδιος σημειώνει στον τίτλο του, είναι ένας αληθινός ύμνοςπρος τη δικτατορία του ’67. Και δημοσιεύτηκε φυσικά στην Καθημερινή, αλλά θα μπορούσε και στην Ελεύθερη Ώρα χωρίς να αλλάξει ούτε λέξη.

Σας παραθέτω μερικά μικρά αποσπάσματα και τα συμπεράσματα δικά σας. Ο λόγος του Καλύβα ως γνωστόν αποτελεί ευαγγέλιο για τους νεοδεξιούς.

Και δεν μας κάνει εντύπωση πια η Καθημερινή. Το τελευταίο διάστημα έχει δημοσιεύσει διάφορα φιλοχουντικά κείμενα. Θα τρίζουν τα κόκαλα της Ελένης Βλάχου.

1) Οι πραξικοπηματίες συνέβαλαν τελικά στον πλήρη εκδημοκρατισμό της Δεξιάς και διαμέσου αυτής και της χώρας. Δίχως τον Απρίλιο του ’67 δεν θα είχε υπάρξει ο Ιούλιος του ’74.

2) Αν και επιχείρησαν να κρατήσουν την κοινωνία στάσιμη, να την παγώσουν δηλαδή, συνέβαλαν τελικά με έμμεσο τρόπο στο ραγδαίο αξιακό και πολιτισμικό εκσυγχρονισμό της (σ.σ. οι χουντικοί εννοεί, Παπαδόπουλος, Παττακός κτλ).

3) Ο ομαλός εκδημοκρατισμός ήταν ανέφικτος την εποχή εκείνη για μια σειρά λόγων και, επομένως, το πραξικόπημα ήταν αναπόφευκτο, αλλά επίσης συνιστούσε εκ των πραγμάτων τον πιο πιθανό δρόμο προς τη δημοκρατία.

4) Δεν υπάρχουν ασφαλείς δείκτες για να μετρηθεί, όμως αρκετοί αντικειμενικοί παρατηρητές της εποχής κάνουν λόγο για μια επιφανειακή μεν αλλά πλατιά αποδοχή της Δικτατορίας.

5) Η δικτατορία ταυτίστηκε με μια εποχή μεγάλης οικονομικής ανόδου καιαισιοδοξίας, με την κορύφωση ουσιαστικά του μεταπολεμικού ελληνικού οικονομικού θαύματος. Η χώρα αστικοποιήθηκε, η οικοδομική δραστηριότητα γνώρισε δόξες, το οδικό δίκτυο επεκτάθηκε, ο εξηλεκτρισμός της χώρας ολοκληρώθηκε και πραγματοποιήθηκαν μεγάλης κλίμακας ξένες επενδύσεις.

6) Πολλές τέχνες άνθησαν και η νεολαία προσέγγισε μαζικά τα δυτικά πρότυπα διασκέδασης, κατανάλωσης και ζωής. Η κοινωνία του 1974 μικρή σχέση είχε με αυτή του 1964.

7) Η δικτατορία επιτάχυνε τη διαδικασία κοινωνικού εκσυγχρονισμού γνωρίζοντας πως η αποδοχή της εξαρτιόταν σε μεγάλο βαθμό από την οικονομική ανάπτυξη και ενισχύοντας την τάση των ανθρώπων για αναζήτηση της ευτυχίας στην ιδιωτική σφαίρα.

8) Η δικτατορία ξεπεράστηκε εύκολα και γρήγορα. Ισως γιατί υπήρξε ένα μικρό διάλειμμα δίχως μεγάλη σημασία.

Ειδικά για αυτό το τελευταίο ο κ.Καλύβας ξεχνάει νεκρούς, εξόριστους, φυλακισθέντες, κυνηγημένους, λογοκρισίες κ.ο.κ. Τι ήταν άλλωστε η χούντα; Ένα «μικρό διάλειμμα δίχως μεγάλη σημασία»

29 σκέψεις σχετικά με το “Ο Στάθης Καλύβας περί της Χούντας”

  1. Το άρθρο αυτό του Καλύβα όντως δεν είναι καθόλου καλό, αυτό δε που κάνει δυσάρεστη εντύπωση είναι η εξαιρετικά ήπια και άνετη στάση του απέναντι στην δικτατορία. Αν κανείς που δεν έχει ασχοληθεί με αυτή την περίοδο διαβάσει αυτό το άρθρο η εντύπωση που θα αποκομίσει θα είναι τελείως απατηλή. Δεν συμμερίζομαι την γνώμη του αρθρογράφου της Εφ.Συν, περί του ότι ο Καλύβας είναι ακροδεξιός ή ότι η Καθημερινή είναι ακροδεξιά, κλπ., αυτά μου φαίνονται ανοησίες – ο αρθρογράφος της Εφ.Συν δίνει την ερμηνεία που επιθυμεί στα αποσπάσματα που έχει επιλέξει, παραβλέποντας ότι υπάρχουν και άλλες ερμηνείες για αυτά τα αποσπάσματα.
    Από την άλλη όμως, όπως είπα και παραπάνω, κάνει έντονη εντύπωση, κακή, το πόσο ήπια φαίνεται να αντιμετωπίζει το δικτατορικό καθεστώς ο Καλύβας. Η δική μου η ερμηνεία είναι ότι ο Καλύβας – με βάση τα οσα λέει στο συγκεκριμένο άρθρο αλλά και σε κάποια άλλα λίγα που έχει γράψει για την εν λόγω περίοδο και τα οποία έχει τύχει να διαβάσω – μάλλον έχει μία πολύ επιφανειακή γνώση της περιόδου (χωρίς βέβαια να το παραδέχεται αυτό) και έτσι καταλήγει σε ένα γλυκερό άρθρο, χωρίς εντάσεις, χωρίς κορυφώσεις, χωρίς γωνίες, σμιλεμένο και απαλό, ακριβώς ώστε να αποφύγει να πει κάτι ή να πάρει μία θέση, περίπτωση όμως στην οποία θα διακινδύνευε να καταστήσει εμφανές το μέγεθος της άγνοιάς του γύρω από την συγκεκριμένη περίοδο.

    Μου αρέσει!

  2. «μολονότι προερχόμενοι από τους κόλπους της σκληροπυρηνικής Δεξιάς, οι πραξικοπηματίες συνέβαλαν τελικά στον πλήρη εκδημοκρατισμό της Δεξιάς και διαμέσου αυτής και της χώρας.»

    Δεν συνέβαλαν στον πλήρη εκδημοκρατισμό της Δεξιάς, έτσι γενικά και αόριστα. Ακόμα και μετά την πτώση του δικτατορικού καθεστώτος ήταν κατά κύριο λόγο στον χώρο της Δεξιάς που βρήκαν καταφύγιο οι διάφοροι φιλοχουντικοί. Και αυτό το παραδέχονταν, περισσότερο ή λιγότερο ανοιχτά, ακόμα και διάφοροι πολιτικοί της Δεξιάς εκείνης της περιόδου.
    Αυτό όμως στο οποίο συνέβαλαν οι δικτάτορες ήταν στο να απονομιμοποιήσουν ένα ορισμένο ιδεολογικό-πολιτικό ρεύμα μέσα στους κόλπους της Δεξιάς, το ρεύμα αυτό που εξέφραζαν οι ίδιοι και που έβλεπε με πολύ καχυποψία την δημοκρατία και την ατομική ελευθερία, και το οποίο ήταν κυρίαρχο στην προδικτατορική Δεξιά. Αυτή ακριβώς η απονομιμοποίηση αυτού του ρεύματος, στην οποία συνέβαλε καθοριστικά η δικτατορία με τα πεπραγμένα της, ήταν που δημιούργησε την ευκαιρία για τους οπαδούς μίας πιο μετριοπαθούς και δημοκρατικής Δεξιάς να γίνουν το κυρίαρχο ρεύμα μέσα στον χώρο της Δεξιάς κατόπιν. Και ήταν αυτό το ρεύμα της δημοκρατικής Δεξιάς, συνεπικουρούμενο και από τις υπολοιπες πολιτικές δυνάμεις, που είχε σαφώς σημαντική συμβολή στο να εδραιωθεί στην Ελλάδα ένα σχετικά φυσιολογικό δημοκρατικό καθεστώς (το οποίο παρόλα αυτά είχε και εξακολουθεί να έχει δυσλειτουργικές πλευρές αλλά παραμένει παρόλα αυτά απείρως προτιμότερο από το όποιο δικτατορικό καθεστώς).

    «αν και επιχείρησαν να κρατήσουν την κοινωνία στάσιμη, να την παγώσουν δηλαδή, συνέβαλαν τελικά με έμμεσο τρόπο στον ραγδαίο αξιακό και πολιτισμικό εκσυγχρονισμό της.»

    Ένα από τα σημεία στα οποία ο Καλύβας είναι τελείως ασαφής. Πως ακριβώς συνέβαλε το δικτατορικό καθεστώς στον αξιακό και πολιτιστικό εκσυγχρονισμό της χώρας?
    Απάντηση: Μέσα από την εναντίωση στην θέλησή του, εναντίωση που προκάλεσε αυτό το ίδιο.

    «Ενα από τα πιο ευαίσθητα ζητήματα που σχετίζονται με την ερμηνεία και την αποτίμηση της δικτατορίας είναι το θέμα της λαϊκής αποδοχής της. Δεν υπάρχουν ασφαλείς δείκτες για να μετρηθεί, όμως αρκετοί αντικειμενικοί παρατηρητές της εποχής κάνουν λόγο για μια επιφανειακή μεν αλλά πλατιά αποδοχή.»

    Βασικά, οι περισσότεροι που μελετούν τη περίοδο (προερχόμενοι από όλο το πολιτικό φάσμα – Δεξιά, Κέντρο, Αριστερά) έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα πως η δικτατορία είχε μεν την ανοχή του πληθυσμού αλλά λίγοι την αποδέχονταν, η λαϊκή αποδοχή της ήταν αρκετά περιορισμένη, γύρω στο 10 με 20%, και αυτό στην αρχή γιατί σταδιακά ακόμα και αυτή η σχετικά μικρή αποδοχή έβαινε μειούμενη.
    Το καθεστώς έχαιρε παρόλα αυτά της ανοχής του πληθυσμού, η οποία όμως καλό θα είναι να μην ταυτίζεται με την αποδοχή – η τελευταία προϋποθέτει και μία ορισμένη θετική στάση απέναντι σε αυτό που αποδεχόμαστε, σε αντίθεση με την πρώτη που δεν προϋποθέτει κάτι ανάλογο (γιατί η ανοχή μπορεί κάλλιστα να εδράζεται, πόσο μάλλον εφόσον μιλάμε για δικτατορικό καθεστώς, και στο φόβο που προκαλεί η απειλή της καταστολής του καθεστώτος).

    «Πράγματι, η δικτατορία ταυτίστηκε με μια εποχή μεγάλης οικονομικής ανόδου και αισιοδοξίας, με την κορύφωση ουσιαστικά του μεταπολεμικού ελληνικού οικονομικού θαύματος.»

    Καλά, εδω λέει βλακείες. Καμία «αισιοδοξία» δεν ένιωθαν οι περισσότεροι την περίοδο της δικτατορίας. Το αντίθετο ένιωθαν. Και οι μόνοι που «αισιοδοξούσαν» ήταν οι διάφοροι μαλάκες που υποστήριζαν την χούντα.
    Επίσης επαναλαμβάνει ένα τελείως φθαρμένο, και εσφαλμένο, επιχείρημα (χωρίς φυσικά να προσκομίζει καμία απόδειξη για να το στηρίξει) που χρησιμοποιείται εδω και 40 χρόνια για να εξηγήσει υποτίθεται την έλλειψη μίας πιο μαζικής αντίστασης στην δικτατορία, το ότι εκείνη την περίοδο η οικονομία ήταν σε καλή κατάσταση. Με βάση αυτό το επιχείρημα, λόγω της καλής υποτίθεται κατάστασης της οικονομίας ο κόσμος ήταν στραμμένος στην υλική βελτίωση της ζωής και έτσι, υποτίθεται, δεν είχε τον χρόνο ή την διάθεση να ασχοληθεί με την αντίθεση στην δικτατορία. Μόνο που το επιχείρημα αυτό (και οσοι το χρησιμοποιούν) παραγνωρίζει τελείως τον ρόλο της καταστολής σε αυτή την έλλειψη μίας πιο μαζικής εναντίωσης στην δικτατορία. Επιπλέον, τα πρώτα δύο τρίτα της δεκαετίας του ’60 επίσης υπήρχε αυτή η μεγάλη οικονομική ανάπτυξη, και εκείνα τα χρόνια, αν θέλουμε να είμαστε ακριβείς, ήταν ακόμα μεγαλύτερη από τα χρόνια της δικτατορίας, και πιο οικονομικά ορθολογική. Παρόλα αυτά, αυτή η πράγματι πολύ μεγάλη ανάπτυξη σε τίποτα δεν εμπόδισε την ανάπτυξη μίας επίσης πολύ μεγάλης πολιτικής κινητοποίησης. Οπότε η καλή κατάσταση της οικονομίας στα χρόνια της χούντας αδυνατεί να εξηγήσει την έλλειψη μίας πιο μαζικής εναντίωσης σε αυτή. Και αυτό επειδή μία μεγάλη οικονομική ανάπτυξη, και γενικότερα μία καλή κατάσταση της οικονομίας, δεν είναι καθόλου ασύμβατη και με ένα υψηλό βαθμό πολιτικής κινητοποίησης – όπως αποδεικνύεται πέραν πάσης αμφιβολίας και από τα αμέσως προηγούμενα χρόνια πριν την δικτατορία. Η παράμετρος όμως που αποσίαζε εκείνα τα προηγούμενα χρόνια ήταν η καταστολή, τόσο ως προς το εύρος της και ως προς την οξύτητα που απέκτησε στα χρόνια της δικτατορίας. Και η καταστολή (ή η απειλή της) μπορεί πολύ πιο ικανοποιητικά να εξηγήσει την απουσία μίας σχετικά μαζικής αντίθεσης στην δικτατορία.

    Αλλά πέραν των παραπάνω, και η θέση ότι η οικονομία επι χούντας ήταν σε τόσο καλή κατάσταση, όπως φαίνεται να πιστεύει και ο Καλύβας, πάλι είναι εσφαλμένη. Σίγουρα, οι ρυθμοί ανάπτυξης ήταν υψηλοί και η ανεργία ήταν χαμηλή, από την άλλη όμως σε αυτή την σουπερ-γμάτη οικονομία της χούντας υπήρχε και ένας διψήφιος πληθωρισμός, και πριν ακόμα σκάσει η πετρελαϊκή κρίση του ’73. Επιπλέον πολλές από τις οικονομικές πολιτικές της χούντας ήταν οικονομικά ανορθολογικές, όπως για παράδειγμα, το ότι χορηγούνταν δάνεια χωρίς κανένα σοβαρό έλεγχο στον δανειζόμενο – με αποτέλεσμα την αύξηση του πληθωρισμού και φυσικά την αύξηση του εξωτερικού δανεισμού (λόγω της αύξηση των εισαγωγών). Για την οικονομία επι χούντας ο Καλύβας θα μπορούσε να συμβουλευτεί τον Γιάγκο Πεσμαζόγλου, τον Πάνο Καζάκο, ή τον Διονύση Ελευθεράτο (σε αυτόν αναφέρεται ακροθιγώς και ο αρθρογράφος της Εφ. Συν). Όλοι τους έχουν κάνει καλή δουλειά και αποδεικνύουν ότι πολλές από τις οικονομικές πολιτικές της χούντας ήταν οικονομικά ανορθολογικές, οπότε ο ισχυρισμός που πολλοί επαναλαμβάνουν άκριτα, ότι τότε η οικονομία ήταν, τάχα, σε πολύ καλή κατάσταση, είναι εσφαλμένος και δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.

    «Η δικτατορία ξεπεράστηκε εύκολα και γρήγορα.»

    Άλλο ένα σημείο που είναι εξαιρετικά ασαφής. Εαν εννοεί ότι η χώρα απέκτησε σχετικά γρήγορα ένα φυσιολογικό δημοκρατικό καθεστώς, έχει δίκιο. Εαν όμως εννοεί ότι η δικτατορία δεν σημάδεψε την πολιτική ζωή της χώρας τότε λέει πάλι ανοησίες – ήταν ακριβώς εξαιτίας αυτής της βαθιάς συναισθηματικής απέχθειας που προκαλούσε οτιδήποτε θεωρούνταν στενά συνδεδεμένο μετην χούντα (και αυτή η κατάσταση ίσχυε για πολλά χρόνια μετά την πτώση της) που π.χ. ένα κόμμα σαν το Πασοκ κατάφερε και αναρριχήθηκε στην εξουσία ή που η μεταδικτατορική Δεξιά βρίσκονταν συνεχώς στην θέση να απολογείται για το παραμικρό, ιδίως σε ζητήματα που άπτονταν της δημόσιας τάξης ή της απλής εφαρμογής του νόμου. Θα μπορούσα να αναφέρω και άλλα παραδείγματα, τα παραπάνω είναι ενδεικτικά. Εντάξει όμως, κατά τον Καλύβα, η δικτατορία ξεπεράστηκε «εύκολα και γρήγορα». Που να μην είχε δηλαδή ξεπεραστεί «εύκολα και γρήγορα».
    Τέλος πάντων, πιστεύω ότι μάλλον ήθελε να δώσει στην κατακλείδα του άρθρου του μία πιο θετική νότα για την μεταδικτατορική περίοδο και κάπου εκεί του ξέφυγε ο έλεγχος και έγραψε αυτή την χαζομάρα, περί εύκολου και γρήγορου ξεπεράσμοτος της πολιτικής κληρονομιάς της επτάχρονης δικτατορίας.

    Το άρθρο αυτό του Καλύβα, όπως είπα και στην αρχή, δεν το βρήκα καθόλου καλό, όμως και αυτά που λεει ο αρθρογράφος της Εφ.Συν κινούνται στα όρια της τερατολογίας.

    Αρέσει σε 1 άτομο

  3. Μιχάλης Μπάκας

    (φ.μπ)

    Με την ευκαιρία του κειμένου του κ Καλύβα αξίζει νομίζω μια «καλή» κουβέντα κ στη συμβολή του ναζισμού στο ποια είναι η Γερμανία σήμερα. Ο Αδόλφος Χίτλερ έδωσε πνοή στη παγιδευμένη και διαλυμένη οικονομικά Γερμανία του μεσοπολέμου και με το τέλος του πολέμου η Γερμανία σιγά σιγά μπόρεσε να σταθεί στα πόδια της και να κυριαρχεί σήμερα σε όλη την Ευρώπη. Οι ναζί έδωσαν λύση στα βαθιά οικονομικά και πολιτικά προβλήματα της Γερμανίας του μεσοπολέμου όπως κ η Χούντα στην Ελλάδα τη δεκαετία του’ 60. Η επέτειος 72 χρόνων από το θάνατο του Αδόλφου Χίτλερ προσφέρεται ως ευκαιρία για αναστοχασμό. Είτε μας αρέσει είτε όχι, η σημερινή πραγματικότητα στη Γερμανία είναι σε κάποιο, μάλλον όχι ασήμαντο, βαθμό προϊόν και του ναζισμού. Ποιες όμως ήταν οι μακροχρόνιες επιπτώσεις της για τη χώρα; Σε τι θα διέφερε η Γερμανία σήμερα εάν δεν είχε γίνει το πραξικόπημα τότε; Τι ακριβώς μας κληροδότησε; Τι κουβαλάμε πάνω μας απ’ αυτό το ιστορικό παρελθόν;

    Με πολύ μικρές αλλαγές στο εν λόγω κείμενο βάζοντας όπου Χούντα τους Ναζί κ όπου Ελλάδα τη Γερμανία εύκολα μπορεί να μεταφερθεί στη ναζιστική πραγματικότητα.

    Ο Ναζισμός στη Γερμανία περιγράφεται συχνά ως μια απόπειρα των σκληροπυρηνικών στοιχείων της Δεξιάς να διακόψουν την επίπονη πορεία της Γερμανίας του μεσοπολέμου προς την υιοθέτηση ενός σύγχρονου δημοκρατικού μοντέλου. Υπήρχε όμως εναλλακτική διαδρομή και ποια θα ήταν αυτή; Μια πειστική αντίληψη διαβλέπει στην αδυναμία των πολιτικών ελίτ να λειτουργήσουν συναινετικά στο πρώτο μισό της δεκαετίας του ’20 το βασικό αίτιο της εκτροπής. Στη λογική αυτή, ο ομαλός εκδημοκρατισμός ήταν ανέφικτος την εποχή εκείνη για μια σειρά λόγων και, επομένως, το πραξικόπημα ήταν αναπόφευκτο, αλλά επίσης συνιστούσε εκ των πραγμάτων τον πιο πιθανό δρόμο προς τη δημοκρατία.

    Χωρίς το σοκ του 2ου παγκοσμίου Πολέμου δύσκολα θα είχαμε την καθαρή λύση των πολίτικών προβλημάτων της Γερμανίας του μεσοπολέμου, αποφάσεις που παρέμεναν στον χώρο της φαντασίας μόλις δέκα χρόνια πριν.

    Ένα από τα πιο ευαίσθητα ζητήματα που σχετίζονται με την ερμηνεία και την αποτίμηση της πορείας των Ναζί είναι το θέμα της λαϊκής αποδοχής της. Δεν υπάρχουν ασφαλείς δείκτες για να μετρηθεί, όμως αρκετοί αντικειμενικοί παρατηρητές της εποχής κάνουν λόγο για μια πλατιά αποδοχή. Πράγματι, οι Ναζί ταυτίστηκαν με μια εποχή μεγάλης οικονομικής ανόδου και αισιοδοξίας, με την κορύφωση ουσιαστικά του Γερμανικού οικονομικού θαύματος. Η χώρα αστικοποιήθηκε, η οικοδομική δραστηριότητα γνώρισε δόξες, το οδικό δίκτυο επεκτάθηκε, ο εξηλεκτρισμός της χώρας ολοκληρώθηκε και πραγματοποιήθηκαν μεγάλης κλίμακας επενδύσεις. Παρά τις αυταρχικές πρακτικές του καθεστώτος, πολλές τέχνες άνθησαν και η νεολαία προσέγγισε μαζικά τα δυτικά πρότυπα διασκέδασης, κατανάλωσης και ζωής. Η κοινωνία του 1945 και πολύ περισσότερο αυτή του 1955 μικρή σχέση είχε με αυτή του 1933.

    Ο Ναζισμός ξεπεράστηκε εύκολα και γρήγορα. Ισως γιατί υπήρξε ένα μικρό διάλειμμα δίχως μεγάλη σημασία. Ισως γιατί μας θυμίζει κάποιες ενοχλητικές πτυχές της Ιστορίας που προτιμάμε να βάζουμε στην άκρη. Ισως πάλι, γιατί χωρίς αυτήν, ο πολιτικός και κοινωνικός εκσυγχρονισμός της Γερμανίας να είχε απαιτήσει πολύ πιο μακρόχρονες και επίπονες διαδικασίες. Ο Ναζισμός είναι σαν ένα από αυτά τα μεγάλα παλιά έπιπλα που δεσπόζουν σε ένα δωμάτιο τόσο πολύ που δεν τα παρατηρούμε ποτέ.

    Μου αρέσει!

  4. Πάνος Θεοδωρίδης

    Άφκε μας, αρσενική Σωσάννα, που σε γλυκοκοίταξαν γερόντια ανεπρόκοπα στο κήπο με τα αγγούρια.Άφκε μας στο χάλι μας,που είσαι και «μηχανικός». Ο όρος δεν παράγει γνώση. Και κυρίως, ουδέποτε θα ξεπεράσεις το όριο του χλεχλέ που του καθήσανε βολικές οι συγκυρίες. Για την περίπτωσή σου, τα λέει όλα ο διάλογος με τις γιούφτσες (φιλω το χώμα που πατάνε,αν ενδιαφέρεσαι):
    -Κόρη μ΄εμένα, ατελιέ έχει. Στον Κουκλουτζά, τσιβάλια ράβει.
    -Αντρα μ΄εμένα, μεκάνικο είναι. Στο Βαρδάρι, γκαζόζες πατλατάει.
    Όταν ο Καλύβας θα γίνει προτομή, χαμπάρι δεν θα πάρεις.

    Μου αρέσει!

  5. Λόγω φόρτου εργασίας δεν μπόρεσα να σχολιάσω το δημοσίευμα του Καλύβα για τη Χούντα. Λοιπόν, ήταν εξαιρετικό! Γιατί με ελάχιστες μόνο παραγράφους ο ίδιος ο συγγραφέας κατάφερε να βάλει ένα τεράστιο Χ πάνω στις δημοσιεύσεις του για τον Εμφύλιο, με τον πιο πειστικό και αναντίρρητο τρόπο. Ούτε οι πιο φανατικοί πολέμιοί του μεταξύ των ιστορικών (και των ερασιτεχνών που ασχολούμαστε με τον Εμφύλιο, όπως κι ο ίδιος) δεν περίμεναν πως ήταν ποτέ δυνατόν να συμβεί μια τόσο ριζική αυτοκατεδάφιση. Φυσικά υπάρχουν και μερικοί ταγμένοι (με την έννοια «το παιδί τόχουμε ταμένο») που διακινδυνεύουν τα όποια υπόλοιπα της δικής τους αξιοπιστίας για να υπερασπιστούν τον Καλύβα. Έχει ένα κάποιο μεγαλείο αυτή η αυτοθυσία, αλλά κι αυτό δεν πρόκειται να εκτιμηθεί από όσους διαπίστωσαν με τα ίδια τους τα μάτια ότι ο καθηγητής του Yale επιχείρησε να πουλήσει ιστορικά φύκια για μεταξωτές κορδέλες στην περίπτωση της Χούντας. Ποιος λογικός άνθρωπος δεν θα σκεφτεί ότι επιχείρησε το ίδιο στη μεγάλη του προσπάθεια για την αναθεώρηση της ιστορίας του Εμφυλίου; Η οποία πράγματι χρειάζεται αναθεώρηση (κυρίως χρειάζεται σοβαρότητα) αλλά όχι με προδιαγραφές Καλύβα – Μαραντζίδη.

    Μου αρέσει!

  6. Τι να σχολιάσω; πολλά επιφανειακά και πολλά τελείως λάθος γράφει, όπως αυτό: «»το πραξικόπημα ήταν τελείως αναπόφευκτο».

    Αλήθεια;

    Μου αρέσει!

  7. φ/μπ

    Ioannis Bougas Πολύ ρηχό το βρήκα -συγγνώμη Σοφία- και με πολλά που δεν συμφωνώ.

    Παραδείγματα:
    1. «Πρώτο, πως μολονότι προερχόμενοι από τους κόλπους της σκληροπυρηνικής Δεξιάς, οι πραξικοπηματίες συνέβαλαν τελικά στον πλήρη εκδημοκρατισμό της Δεξιάς και διαμέσου αυτής και της χώρας.».

    Οι πραξικοπηματίες, ομιλώ για τους 3-4 που ήταν επικεφαλής και εξαιρώ τον Παττακό που μάλλον ήταν ακροδεξιός, δεν προέρχονταν από πουθενά. Δεν πίστευαν ούτε δεξιά ούτε αριστερά. Όποιος «μιλούσε» στον Παπαδόπουλο ήταν καλός,ας ήταν οτιδήποτε πολιτικά. Το ότι συνέλαβε τις πρώτες ημέρες κομμουνιστές και αριστερούς το έκανε για να πείσει τον στρατό ότι ο λόγος του κινήματος ήταν ο κομμουνιστικός κίνδυνος , χρησιμοποιώντας τους δηλαδή (φυσικά, τελικα έκανε το μεγαλύτερο καλό στους κομμουνιστές, τους εξάγνισε για το παρελθόν τους, για τα εγκλήματα του 1943-44, για την εξέγερση του 1946-49, και η χώρα πληρώνει και θα πληρώνει γι αυτό).

    2. » Ιδωμένη λοιπόν από την οπτική του παρόντος, η δικτατορία είτε δεν εμπόδισε τον πολιτικό και κοινωνικό εκσυγχρονισμό της χώρας είτε τον υποβοήθησε, χωρίς βέβαια να επιδιώκει κάτι τέτοιο.»

    Άν καταλαβαίνω τι λέει, είναι λίγο δύσκολο να το πιστέψω ότι πραγματικά εννοεί ότι 7 χρόνια, 1/3 μια γενιάς, χωρίς πολιτική ζωή, δεν εμπόδισαν τον εκσυγχρονισμό της χώρας, αλλά τον υποβοήθησαν.
    Μόνο να σκεφθεί κανείς τις εξελίξεις που εμπόδισε και τις αλλάγές που εκ των πραγμάτων επεβαλλε στη ζωή ατόμων και οργανισμών.

    3. «ο ομαλός εκδημοκρατισμός ήταν ανέφικτος την εποχή εκείνη για μια σειρά λόγων και, επομένως, το πραξικόπημα ήταν αναπόφευκτο,»

    Η χώρα έζησε 4 χρόνια ανταρτοπολέμου, 1946-49 χωρίς να επιβληθεί δικτατορία, και ήταν αναπόφευκτη η δικτατορία το 1967; Σοβαρά;
    Όχι. Οπωσδήποτε όχι. Μερικά πολιτικά σφάλματα, και 1-2 λάθος επιλογές βοήθησαν τον Παπαδόπουλο να επιβληθεί. (Ο Σπαντιδάκης δεν ήταν Παπάγος. Ο Ζωϊτάκης σε λάθος θέση. Ο Κωνσταντίνος δεν άκουσε τον πρωθυπουργό του Κανελλόπουλο).

    Η δικτατορία φέρει τη μεγαλύτερη ευθύνη για το σημερινό κατάντημα της χώρας μαζί την ηγεσία της λεγόμενης δεξιάς της μεταπολίτευσης. Η πρώτη εξάγνισε και ηρωοποίησε την αριστερά, και η δεύτερη της επέτρεψε να γίνει ο ρυθμιστής της πολιτικής, κοινωνικής και πολιτισμικής ζωής της χώρας.

    (Λεγόμενης, γιατί εκλέγεται με δεξιούς ψήφους, χωρίς να εξασκεί ή να πιστεύει σε συντηρητική, δεξιά πολιτική).

    Mixalis Mixelis Πίσω από το εγχείρημα του Καλύβα, να περάσει εξ απαλών ονύχων την χούντα, εγώ βλέπω παραπέρα… Την διαμόρφωση μιας τρέχουσας «φιλελεύθερης» ιδεολογικά και πολιτικά νέας αντίληψης, που κουμπώνει με την οικονομική αντίληψη των αγορών χωρίς προκαταλήψεις, παραμερίζουμε έτσι το βαρύ ιστορικό παρελθόν, χωρίς να το πληγώνουμε τους πρώην εχθρούς κι αντιπάλους μας. Στην Αμερική αυτή η λογιική είναι πολύ της μόδας. Αυτό που στη γερμανική εκφράζεται κατά κυριολεξία ως «Vergangenheitsbewaeltigung», δηλαδή η υπέρβαση ενός βασανιστικού και βασανισμένου παρελθόντος. Στα ελληνικά θα μπορούσαμε να το προσδιορίσουμε ως «συμφιλίωση» με το παρελθόν. Τα ίδια λοιπόν εκτός από την συγκεκριμένη περιγραφή του Καλύβα, το βρίσκουμε και στο ζήτημα των εκκλησιαστικών θεμάτων της Εκκλησίας (που αφορούν τη χούντα), τα ίδια κάνει η Γερμανία για το Β’ Π.Π. μα το ίδιο κάνει και ο Μακρόν ακούγοντας τον να συμφιλιώνει την μαύρη σελίδα της γαλλικής αποικιοκρατίας.

    Μου αρέσει!

  8. «Οι πραξικοπηματίες, ομιλώ για τους 3-4 που ήταν επικεφαλής και εξαιρώ τον Παττακό που μάλλον ήταν ακροδεξιός, δεν προέρχονταν από πουθενά.»

    Κάπου τα έχει μπερδέψει ο κ. Μπουγάς.

    Πρώτα από όλα οι πραξικοπηματίες δεν ήταν μόνο αυτοί οι 3-4 αλλά κάπου 23-24 (και συνολικά κάπου 200, αν βάλουμε μέσα και τους κατώτερους αξιωματικούς που ήταν μυημένοι, και έπαιξαν ρόλο στην εκδήλωση και επιτυχία του πραξικοπήματος). Το να λέμε ότι όλοι αυτοί (συμπεριλαμβανομένων και των 3-4 στους οποίους αναφέρεται) δεν ανήκαν στην Δεξιά συνιστά ξεκάθαρη παραποίηση της ιστορικής αλήθειας. Δηλαδή που ανήκαν πολιτικά όλοι αυτοί οι αξιωματικοί – που είχαν κάνει σημαία τους τον πλέον ακραίο αντικομμουνισμό, και στο όνομα του οποίου δικαιολογούσαν τα πάντα, ακόμα και δικτατορικές εκτροπές – στο Κέντρο ή μήπως στην Αριστερά? Ακόμα και δεξιοί πολιτικοί της εποχής στην Δεξιά τους κατέτασσαν, στο «έξαλλο» κομμάτι της, για την ακρίβεια. Αυτά που λέει ο κ. Μπουγάς, ότι τάχα δεν προέρχονταν από πουθενά, δεν έχουν καμία απολύτως βάση στην πραγματικότητα. Σαφώς και προέρχονταν από κάπου, από τη Δεξιά.

    «Η δικτατορία φέρει τη μεγαλύτερη ευθύνη για το σημερινό κατάντημα της χώρας μαζί την ηγεσία της λεγόμενης δεξιάς της μεταπολίτευσης. Η πρώτη εξάγνισε και ηρωοποίησε την αριστερά, και η δεύτερη της επέτρεψε να γίνει ο ρυθμιστής της πολιτικής, κοινωνικής και πολιτισμικής ζωής της χώρας.

    (Λεγόμενης, γιατί εκλέγεται με δεξιούς ψήφους, χωρίς να εξασκεί ή να πιστεύει σε συντηρητική, δεξιά πολιτική).»

    Το ότι η δικτατορία σημάδεψε πολιτικά, και με ένα αρνητικό τρόπο, την μεταδικτατορική περίοδο είναι φυσικά αληθές. Από την άλλη όμως, η Τρίτη Ελληνική Δημοκρατία – όλη δηλαδή αυτή η περίοδος μετά την δικτατορία, που ζούμε ακόμα και σήμερα, και η οποία σαφώς και έχει σημαντικές αρνητικές πλευρές – είναι παρόλα αυτά ασυγκρίτως καλύτερη από κάθε προηγούμενη περίοδο. Και δεν αναφέρομαι φυσικά μόνο στην δικτατορία αλλά και στην προδικτατορική περίοδο, η οποία συγκρινόμενη με την μεταδικτατορική ήταν ένα μαύρο. Ας μην υποτιμούμε λοιπόν τόσο πολύ το γεγονός ότι σαν χώρα τα καταφέραμε και εμείς και εγκαθιδρύσαμε ένα σχετικά φυσιολογικό δημοκρατικό καθεστώς, κάτι που ποτέ δεν είχαμε καταφέρει όλα τα προηγούμενα χρόνια πριν το 1974.

    Η Αριστερά όντως, για ένα διάστημα μετά την χούντα, απόλαυσε μία ιδεολογική επιρροή που στα παλιότερα χρόνια ούτε να φανταστεί δεν μπορούσε. Από την άλλη όμως, η επιρροή αυτή ήταν κατά κύριο λόγο απόρροια της βαθιάς απέχθειας που προκάλεσε το δικατορικό καθεστώς με τα πεπραγμένα και την γενικότερη δράση του. Και επιπλέον η ιδεολογική αυτή επιρροή της Αριστεράς είναι πια παρελθόν, και όχι τώρα αλλά εδω και κοντά 20-25 χρόνια. Κάτι που έχει καταγραφεί και σε πολλές έρευνες της κοινή γνώμης από την δεκαετία του ’90 και μετά, όπου αποτυπώνεται εμφανώς η καθίζηση της ιδεολογικής επιρροής της Αριστεράς.

    Κάτι ακόμα, μέμφεται ο κ. Μπουγάς την μεταδικτατορική Δεξιά γιατί επέτρεψε, υποτίθεται, στην Αριστερά να γίνει ρυθμιστής της πολιτικής, κοινωνικής, και πολιτιστικής ζωής της χώρας. Ομολογώ πως δεν πολυκαταλαβαίνω τι ακριβώς θα μπορούσε να κάνει η τότε Δεξιά για να ανακόψει αυτή την επιρροή της Αριστεράς. Σε ότι αφορά την πολιτική ζωή, αν θέλουμε να ακριβόλογουμε, ουδέποτε έγινε ρυθμιστής η Αριστερά γιατί πολύ απλά ουδέποτε έγινε κυβέρνηση. Στην πολιτιστική και την κοινωνική ζωή όμως τι θα μπορούσε να κάνει η Δεξιά για να αποτρέψει την αύξηση της επιρροής της Αριστεράς? Η κυκλοφορία των ιδεών, όλων των ιδεών, ήταν πλέον ελεύθερη (και πολύ καλώς, έτσι έπρεπε να γίνει), δεν μπορούσε πλέον κάποιος να αναγκάσει κάποιον άλλο να αποδεχτεί ή να απορρίψει ιδέες με τις οποίες ο τελευταίος ενδεχομένως διαφωνούσε. Οπότε, ειλικρινά, δεν μπορώ να καταλάβω τι παραπάνω θα μπορούσε να κάνει η μεταδικτατορική Δεξιά – και επειδή υποτίθεται δεν το έκανε την μέμφεται ο κ. Μπουγάς – πέραν του να εκφράσει τις δικές της ιδεολογικές απόψεις και έτσι να γίνει μία ιδεολογική αντιπαράθεση με τις απόψεις των υπόλοιπων πολιτικών παρατάξεων και ιδεολογικών ρευμάτων. Το πιο φυσιολογικό, το πιο συμβατό με μία παράταξη που δρα μέσα στα πλαίσια ενός δημοκρατικού καθεστώτος, αυτό ήταν, και αυτό έκανε η μεταδικτατορική Δεξιά. Το τι παραπάνω θα μπορούσε να κάνει δεν μπορώ να το αντιληφθώ.

    Και τέλος, μία παρατήρηση σε σχέση με αυτό που λέει μέσα στο απόσπασμα εντός παρενθέσεων.
    Η μεταδικτατορική Δεξιά είναι, λέει, απλά μία «λεγόμενη» Δεξιά που την ψηφίζουν μεν δεξιοί αλλά αυτή δεν εφαρμόζει δεξιές, συντηρητικές πολιτικές. Σαν να λέμε δηλαδή ότι δεν είναι μία «πραγματική» Δεξιά. Οπότε δεν είναι μεν «πραγματική» Δεξιά αλλά την ψηφίζουν παρόλα αυτά «πραγματικοί» δεξιοί – άγνωστο βέβαια γιατί την ψηφίζουν, και εξακολουθούν να την ψηφίζουν, εφόσον δεν είναι «πραγματική» Δεξιά…
    Υποθέτω πως ο κ. Μπουγάς αναζητά την «πραγματική» Δεξιά, την μία και αληθινή. Όπως άλλωστε και πολλοί στην Αριστερά έχουν φάει την ζωή τους στην αναζήτηση της μίας και μοναδικής «πραγματικής» Αριστεράς. Πολύ φοβάμαι όμως πως αυτός ο τρόπος σκέψης δεν είναι καθόλου σωστός, και αυτό επειδή μας ωθεί στο να χαρακτηρίζουμε ώς πραγματικό κάτι ανάλογα με το αν μας αρέσει. Αν μας αρέσει, είναι πραγματικό («πραγματική» Δεξιά, «πραγματική» Αριστερά, κλπ). Αν δεν μας αρέσει, δεν είναι. Πρόκειται όμως για ένα μάλλον νηπιακό τρόπο σκέψης, χωρίς εσωτερική λογική συνοχή και επηρεαζόμενο σε πολύ μεγάλο βαθμό από συναισθηματικούς παράγοντες.

    Μου αρέσει!

  9. «Μια πειστική αντίληψη διαβλέπει στην αδυναμία των πολιτικών ελίτ να λειτουργήσουν συναινετικά στο πρώτο μισό της δεκαετίας του ’60 το βασικό αίτιο της εκτροπής».

    «Αδυναμία των ελίτ να λειτουργήσουν συναινετικά;» Αγνοεί ο Καλύβας τα ιστορικά δεδομένα της περιόδου ή τα αποσιωπά σκόπιμα; Ότι το αίτημα θεσμικού εκσυγχρονισμού προέκυψε ξαφνικά το 74 (αφού η χουντική ανάπτυξη ανέδειξε και τα στρώματα-φορείς του συγκεκριμένου αιτήματος) είναι τελείως ανιστόρητο. Για το τι μεσολάβησε από το 61 (ή ήδη το 58) μέχρι το 67 κουβέντα. Ο λαός λέει τα μεταξωτα βρακιά θέλουν και μεταξωτούς πωπούς (με το συμπάθειο) και το συγκεκριμένο άρθρο είναι κατώτερο των στοιχειωδών στανταρντς για κάποιον που έχει την ιδιότητα του Καθηγητη Πολιτικής Θεωρίας.

    Μου αρέσει!

  10. Σπύρος Θεοδωροπουλος Το ποιοι διαβάζουν (ή απλώς ακούνε) Καλύβα και Μαραντζίδη και ‘τους ανάβουν τα λαμπάκια’, (για να μην πω κάνουν εμετό), είναι πολύ καλά γνωστό. Γνωστός επίσης είναι και ο βασικός λόγος για τον οποίον αυτό συμβαίνει.
    Όλοι αυτοί, λοιπόν, δεν περίμεναν το (τάχα μου ‘αυτοκατεδαφιστικό’) κείμενο του Καλύβα για τη δικτατορία τού 1967, προκειμένου να αξιολογήσουν, (και να απορρίψουν οριστικά και αμετάκλητα), τον τελευταίο, ως ιστορικό τού Εμφυλίου. Τον έχουν καταδικάσει μετά βδελυγμίας, (όπως και τον Μαραντζίδη), προ πολλού.
    Όσο για τους, άλλους, (τους «ταμένους» Καλυβο-Μαραντζιδικούς εννοώ), είναι απολύτως βέβαιο ότι σχεδόν πουθενά στο συγκεκριμένο κείμενο του Καλύβα δεν είδαν αυτά που είδατε εσείς και πολλοί άλλοι.
    Πουθενά ο Καλύβας δεν υμνεί τη δικτατορία («πραξικόπημα»). Απλά κάνει διαπιστώσεις για το τι έγινε τότε και εξηγεί ποια ήταν τα κατά τη γνώμη του αποτελέσματα.

    Το ποιος, τώρα, ‘διακινδυνεύει την αξιοπιστία του’ υπερασπιζόμενος (ή απαξιώνοντας) τον Καλύβα ως ιστορικό, θα το δείξει το εγγύς μέλλον.

    Κατά τη γνώμη μου πάντα, τα βασικά τουλάχιστον συμπεράσματα του Καλύβα δεν είναι «ιστορικά φύκια» που μας τα πούλησε «για μεταξωτές κορδέλες».
    Π.χ. ότι η Δικτατορία συνέβαλε έμμεσα στον ραγδαίο αξιακό και πολιτισμικό εκσυγχρονισμό τής κοινωνίας, «ΧΩΡΙΣ ΒΕΒΑΙΑ ΝΑ ΕΠΙΔΙΩΚΕΙ ΚΑΤΙ ΤΕΤΟΙΟ» η ίδια.
    Ότι «χωρίς το σοκ του Ιουλίου ΄74, δύσκολα θα είχαμε την καθαρή λύση του πολιτειακού και τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ, αποφάσεις που παρέμεναν στον χώρο της φαντασίας μόλις δέκα χρόνια πριν».
    Ότι η Δικτατορία είχε «επιφανειακή μεν αλλά πλατιά αποδοχή» και ότι η όποια αντίσταση, συμπληρώνω ελόγου μου, ΔΕΝ είχε ουσιαστικά λαϊκή βάση. (Αυτό το τελευταίο, το παραδέχονται πλέον ακόμα και σαφώς αριστεροί κονδυλοφόροι).
    Ότι την εποχή εκείνη είχε σημειωθεί μεγάλη οικονομική άνοδος (πράγμα που αποδεικνύει ο διπλασιασμός και πλέον τού κατά κεφαλήν εισοδήματος, εν συνδυασμώ με ανεργία και πληθωρισμό).
    Ότι το οδικό δίκτυο της χώρας επεκτάθηκε ραγδαία και ότι η ηλεκτροδότησή της σχεδόν ολοκληρώθηκε κ.τ.λ.
    Χρειάζονται αρσενικοί «αδένες» για να βάλεις στο χαρτί ότι η νέα μεσαία τάξη που αναδείχθηκε και αναδύθηκε μέσα από τη δικτατορία, αρνήθηκε κάθε ευθύνη και κάθε συνενοχή για την 7ετία και προσπάθησε, η ανώμαλη αυτή περίοδος να ξεχαστεί εντελώς…
    Το σοβαρό σφάλμα του Καλύβα είναι ότι βιάστηκε πάρα πολύ να βγάλει το συγκεκριμένο κείμενο από τα χέρια του, με αποτέλεσμα να φύγει ‘αχτένιστο’.
    Αν κάποιες (απαράδεκτα πρόχειρες ή και εντελώς λαθεμένες) διατυπώσεις ήταν διαφορετικές, αν έλειπαν κάποιες ανοησίες, (όπως π.χ. αυτή για το «αναπόφευκτο» του πραξικοπήματος), δεν θα είχε δοθεί η ευκαιρία σ’ όλους εκείνους που του την έχουν μονίμως στημένη, να «δούν» στα γραφόμενά του αυτό που θέλουν εκείνοι και όχι αυτό που πράγματι (και προφανώς) ήθελε να πει ο ίδιος ο Καλύβας.
    Δείτε και την άποψη ενός ακόμα «ταμένου», του κ. Δοξιάδη, διωχθέντος από τη δικτατορία: https://www.facebook.com/apostolos.doxiadis/posts/10154661859563848

    Apostolos Doxiadis
    19 Ιουνίου στις 9:35 μ.μ. ·
    ΠΟΣΟ ΕΤΟΙΜΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ ΝΑ ΣΥΖΗΤΗΣΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗ ΧΟΥΝΤΑ;

    Για το χθεσινό άρθρο του Stathis Kalyvas για την απριλιανή δικτατορία γράφτηκαν πολλά, και του έγιναν επιθέσεις από πολλές κατευθύνσεις. Για κάποιες από αυτές δεν περίμενα τίποτε διαφορετικό και δεν έχω κάτι να σχολιάσω. Γράφω μόνο γιατί διάβασα και κάποιες επιθέσεις από φίλες και φίλους που εκτιμώ και σέβομαι ιδιαίτερα, και συμφωνούμε στα περισσότερα. Σε αυτές, κάποιοι τον κατηγορούν που λέει ότι η δικτατορία έχει ξεχαστεί, ή ουσιαστικά μπει σε μια βολική γωνία και μας είναι πια αδιάφορη (το διαπιστώνει, σημειωτέον, δεν το επαινεί), άλλοι που δεν αναφέρει τα βασανιστήρια.

    Νομίζω ότι αυτές οι κριτικές είναι εκτός θέματος. Εννοώ εκτός θέματος του άρθρου, και εκτός θέματος του διαλόγου τον οποίο επιχειρεί να φέρει στη δημόσια σφαίρα–γιατί στο χώρο των ιστορικών και των πολιτικών επιστημόνων γίνεται από χρόνια. Δε θα μπω σε αναλυτική ανάγνωση του άρθρου, γιατί δεν είναι ο σκοπός μου. Αλλά θα πω ότι οι περισσότερες επισημάνσεις του επιβεβαιώνονται από κάποιες αντιδράσεις που εκφράστηκαν σε αυτό: ότι ακόμη, 50 χρόνια μετά, δεν έχουμε μάθει να μιλάμε για τη δικτατορία ως παρελθόν, όπως μιλάνε στην Ισπανία ή την Πορτογαλία. Ακόμη, είναι σα να θεωρούμε φυσικό ότι ο μόνος λόγος πρέπει να είναι ή η καταγγελία ή η απαρίθμηση των βασανιστηρίων.

    Κατ᾽ αρχήν, αρκετοί που τον κρίνουν φαντάζομαι ότι αγνοούν ότι αυτά που λέει ο Καλύβας στο άρθρο του βρίσκονται πάρα πολύ κοντά σε πολλές από τις νεότερες ιστορικές έρευνες που γίνονται για τη δικτατορία, από ανθρώπους όλων των πολιτικών πεποιθήσεων. Αρκετές από αυτές αναδεικνύουν κάποια πράγματα κατ᾽ επανάληψιν, είναι πλέον σταθερά μοτίβα: α) ότι στη δημόσια σφαίρα ένα κυρίαρχο ταμπού παραμένει ότι δε μιλάμε για το μεγάλο ποσοστό ελλήνων που, τουλάχιστον τα πρώτα χρόνια, φανερά ή αφανώς στήριζαν τη χούντα, ή έστω τη συμπαθούσαν, β) ότι για την τεράστια πλειοψηφία των ελλήνων–όσους δεν αντιστάθηκαν ενεργά, δηλαδή μια απειροελάχιστη μειοψηφία–η δικτατορία αποτελούσε σε μεγάλο βαθμό περίοδο κανονικότητας, για μεγάλο βαθμό ελλήνων ευμάρειας, με την (καταμετρημένη) μεγαλύτερη ανακατονομή εισοδήματος μετά την Κατοχή και τα αμέσως μετακατοχικά χρόνια. Επιπλέον, σε πολύ μεγάλο βαθμό η απουσία πολιτικής δράσης έστρεφε πολλούς στην καλοπέραση με ιδιαίτερο πάθος–όσοι τα ζήσαμε τα θυμόμαστε, οι νεότεροι ας ρωτήσουν ή ας διαβάσουν πριν κρίνουν, γ) ότι η δικτατορία δεν έχει ουσιαστικά πενθηθεί, δηλαδή δεν έχει ακόμη ενσωματωθεί υγιώς, δεν έχει μπει στο τελευταίο στάδιο του πένθους. Βρίσκεται ακόμη η συζήτηση στα πρώιμα στάδια του πένθους, ή στην άρνηση («όλοι ήταν εναντίον της»), ή την οργή («το μόνο που μετράει είναι τα βασανιστήρια και η καταπίεση»), ή τη διαπραγμάτευση («η χούντα δεν τελείωσε» ή «η χούντα ήταν κακή αλλά δεν πειράζει γιατί όλοι ήταν εναντίον της») ή την κατάθλιψη («η χούντα, ποια χούντα;» (το «έπιπλο» που λέει ο Καλύβας).

    Aυτά, κατά τις θεωρίες του πένθους, τα τέσσερα πρώτα και ανώριμα στάδια του είναι σημάδια ενός πένθους ανολοκλήρωτου. Το ολοκληρωμένο πένθος απαιτεί την αποδοχή. Προσοχή: ΟΧΙ την αποδοχή της χούντας, που σε καμία περίπτωση δεν εισηγείται ή προκρίνει ο Καλύβας, αλλά την αποδοχή ότι είναι μεν παρελθόν, πάει, πέρασε, αλλά πρέπει να την καταλάβουμε, να δούμε το τι έγινε τότε όσο πιο ξεκάθαρα γίνεται, και να τη βάλουμε στις σωστές της διαστάσεις. Να τη χωρέσουμε ψυχικά, όπως πρέπει κάθε τόπος που προχωρεί να χωράει ψυχικά, όσο γίνεται πιο αντικεμενικά, το παρελθόν του.

    Αυτή η προσπάθεια, της ολοκλήρωσης του πένθους (ο όρος για το συγκεκριμένο θέμα είναι δικός μου) είναι πλέον αντικείμενο πολλών ιστορικών (μόνο τους τελευταίους μήνες έγιναν τρία διαφορετικά συνέδρια για τη χούντα) αλλά ήρθε η ώρα να γίνει και αντικείμενο δημόσιων συζητήσεων, νηφάλιων, σαν αυτή που κάνει ο Καλύβας στο άρθρο του, λέγοντας την άποψή του. Και είναι πάντα τολμηρός στο να λέει αυτό που πιστεύει, και δε θα είναι η πρώτη φορά που δέχεται επιθέσεις από ανθρώπους που απλώς αγνοούν την ουσία.

    Ομολογώ πάντως ότι χτες, που διάβαζα το άρθρο του στο αεροπλάνο, γυρνώντας στην Ελλάδα, δυο πράγματα σκεφτόμουν: α) ότι κάνει καλά που ανοίγει και από δημόσιο βήμα, με την άποψή του, τον διάλογο που ήδη υπάρχει στο χώρο της επιστήμης, και β) ότι θα αρχίσουν τώρα να του την πέφτουν πολλοί, με λογής λογής επιχειρήματα. Εκεί που έκανα λάθος είναι ότι περίμενα τις επιθέσεις από χώρους με λιγότερα αποθέματα κριτικής σκέψης. Ότι έρχονται και από αλλού, όμως, δείχνει ακόμη περισσότερο το πόσο χρήσιμο είναι το άρθρο και ο διάλογος που ανοίγει. Φτάνει να γίνει ως διάλογος, και όχι με κατάρες και κατηγόριες.

    Τελειώνοντας θέλω να πω ότι συμφωνώ με τις περισσότερες επισημάνσεις του Καλύβα, άρα μπορώ να συμπεριληφθώ και εγώ στις μελλοντικές κατηγορίες εναντίον του, όσων τις κάνουν–ελεύθερα παιδιά!

    Και κάτι ακόμη: 1) Στενότατος και πολύ αγαπημένος άνθρωπός μου βασανίστηκε βάναυσα στη χούντα, και έχω πλήρη επίγνωση και των βασανιστηρίων και των τραυμάτων τους, στους παθόντες αλλά και στους δικούς τους. 2) Μετείχα ενεργά στην αντίσταση κατά της δικτατορίας, με κίνδυνο προσωπικό, της σωματικής ακεραιότητας και της ελευθερίας μου. Όσοι με κρίνουν λοιπόν εκ τους ασφαλούς, ας τα θυμούνται αυτά παρακαλώ.

    Μου αρέσει!

  11. Διάφοροι φιλοχουντικοί, στην φούρια τους να δικαιολογήσουν τις ανακρίβειες και τις ανοησίες του Καλύβα στο συγκεκριμένο άρθρο, στο τέλος θα δικαιώσουν και διάφορους από την Αριστερά που «διαβάζουν» το άρθρο του Καλύβα ως απόπειρα ξεπλύματος της δικτατορίας (κατά την εκτίμησή μου πρόκειται για μία εσφαλμένη ερμηνεία, δημιουργείται παρόλα αυτά αυτή η εντύπωση λόγω της άγνοιας του Καλύβα γύρω από την συγκεκριμένη περίοδο).
    Οι τελευταίοι θα μπορούν πάντα να χρησιμοποιήσουν τους πρώτους για να προσδώσουν κύρος στην ερμηνεία τους.

    Μου αρέσει!

  12. @ Lavrentij

    Πουθενά δεν λέει ο Καλύβας ότι «το αίτημα θεσμικού εκσυγχρονισμού προέκυψε ΞΑΦΝΙΚΑ [τα κεφαλαία δικά μου] το 74».
    Απλά λέει ότι «το σοκ του Ιουλίου ’74» λειτούργησε ως καταλύτης που έλυσε γόρδιους δεσμούς, (π.χ. πολιτειακό και νομιμοποίηση του ΚΚΕ), και επιτάχυνε τις διαδικασίες προς τον εκδημοκρατισμό της χώρας.
    Μ’ άλλα λόγια, αν δεν είχε υπάρξει 7ετία και ’74, (τραγωδία Κύπρου), η Ελλάδα μπορεί να ήταν ακόμα «Βασιλευομένη Δημοκρατία».

    Μου αρέσει!

  13. Λέει ο Καλύβας: «Η νέα μεσαία τάξη που αναδύθηκε την περίοδο εκείνη απαίτησε, όταν ήρθε η στιγμή, τον απογαλακτισμό της από το καθεστώς που την ανέδειξε». Αυτό, σε συνδυασμό με την αποσιώπηση της κοινωνικής δυναμικής από το 58 και μετά, επιτρέπει στον αναγνώστη να σχηματίσει την εντύπωση ότι το αίτημα ωρίμασε μέσα στη χούντα, κάτι που είναι λάθος.

    Το σωστό (σε αυτό δε διαφωνώ καθόλου) είναι ότι ενεργοποιήθηκαν διαδικασίες μέσα στη δεξιά που, σε συνδυασμό με τα τετελεσμένα που δημιούργησε η χούντα, επέτρεψε στον Καραμανλή να λύσει οριστικά (και πράγματι με αναπάντεχα ανώδυνο τρόπο, για τα προχουντικά δεδομένα) το πολιτειακό.

    Πάντως η βασική θέση του Καλύβα, ότι η χούντα ήταν αναπόφευκτη, είναι προβληματική. Οι εκλογές του Μαΐου θα έκλειναν τον κύκλο που ξεκίνησε με την αποστασία (με νίκη της ΕΚ) και ακόμη και αν το παλάτι και ο στρατός δεν θα επέτρεπαν πότε μια τέτοια εξέλιξη, αυτό είναι πρόβλημά τους.

    Μου αρέσει!

  14. @ Lavrentij

    Δεν βλέπω, δυστυχώς, να συνεννοούμαστε. Είναι σαν να μιλάμε άλλη γλώσσα. Ας κάμω, ωστόσο, μια τελευταία προσπάθεια.
    Η αφ’ υψηλού βαριά κριτική σας για τον Κ στο αρχικό σχόλιό σας, («Ο λαός λέει, τα μεταξωτά βρακιά θέλουν και μεταξωτούς πωπούς…..και το συγκεκριμένο άρθρο είναι κατώτερο των στοιχειωδών στανταρντς για κάποιον που έχει την ιδιότητα του Καθηγητή Πολιτικής Θεωρίας»), βασίζεται στην υποτιθέμενη παραδοχή από τον Κ ότι «το αίτημα θεσμικού εκσυγχρονισμού προέκυψε ξαφνικά το 74», (πράγμα που εσείς θεωρείτε «τελείως ανιστόρητο»).

    Επαναλαμβάνω ότι πουθενά δεν λέει ο Καλύβας ότι «το αίτημα θεσμικού εκσυγχρονισμού προέκυψε ΞΑΦΝΙΚΑ [τα κεφαλαία δικά μου] το 74».

    Αλλάζοντας τώρα γήπεδο, επιμένετε ότι το τάδε σε συνδυασμό με το δείνα «επιτρέπει στον αναγνώστη να σχηματίσει την εντύπωση ότι το αίτημα ωρίμασε μέσα στη χούντα».

    Δεν υπάρχουν, κατά τη γνώμη μου, περιθώρια ‘σχηματισμού εντυπώσεων’ από κανέναν καλόπιστο αναγνώστη εν προκειμένω. Ο Κ μιλάει καθαρά για «το σοκ του Ιουλίου ’74» που λειτούργησε ως καταλύτης που έλυσε γόρδιους δεσμούς, (π.χ. πολιτειακό και νομιμοποίηση του ΚΚΕ), και επιτάχυνε τις διαδικασίες προς τον εκδημοκρατισμό της χώρας.

    ΥΓ
    Τι σχέση έχει με το θέμα τής διαφωνίας μας η (πράγματι προβληματική) θέση του Κ για το ‘αναπόφευκτο’ της Δικτατορίας;

    Μου αρέσει!

  15. Η κριτική μου στο άρθρο του Καλύβα (που δεν είναι καθόλου αφ’ υψηλού) συμπυκνώνεται στο ότι δεν μπορείς με την ιδιότητα του Επιστήμονα (ιστορικού ή πολιτικού επιστήμονα ή δεν ξέρω τι άλλο) να εκφέρεις άποψη για τη χούντα και να μην λες τίποτα για τα γεγονότα που προηγήθηκαν την τελευταία περίπου δεκαετία πριν το πραξικόπημα. Και να μιλάς για αδυναμία των ελίτ να επιτύχουν συναινετικές λύσεις, έτσι γενικά, λες και ευθύνεται γενικά το «πολιτικό σύστημα» που νομιμοποίησε τη χούντα δια της δυσλειτουργικότητάς του. Τη στιγμή που οι μηχανισμοί που έδρασαν τον Απρίλη του 67 ήταν ακριβώς κομμάτι των κέντρων που ευθύνονται για την κρίση μετά το 64. Αυτό λέω, και ότι περίμενα καλύτερη τεκμηρίωση από κάποιον που οφείλει λόγω επαγγέλματος να γνωρίζει τα ιστορικά γεγονότα (ανεξάρτητα από το πώς τα αξιολογεί).

    Μου αρέσει!

  16. Κι εγώ, είναι αλήθεια, περίμενα καλύτερη τεκμηρίωση, λιγότερη προχειρότητα και λιγότερες διατυπώσεις επιδεκτικές διαφορετικών αναγνώσεων…
    Επιμένω, ωστόσο, (κλείνοντας): Πουθενά ο Κ δεν γράφει αυτό που του καταμαρτυρείτε εσείς. Ότι δηλαδή, κατά τον Κ, «το αίτημα θεσμικού εκσυγχρονισμού προέκυψε ξαφνικά το 74».
    Γιατί δυσκολεύεστε τόσο πολύ να παραδεχτείτε ότι η συγκεκριμένη διατύπωσή σας είναι λάθος;

    Μου αρέσει!

  17. Δε νομιζω να εχει ο Καλυβας αγνοια για την περιοδο της χουντας (πρεπει να εχει γραψει σχετικα στο βιβλιο του Καταστροφες και θριαμβοι)

    «Η διαδικασία κοινωνικού εκσυγχρονισμού είχε, βέβαια, ξεκινήσει πριν από τη δικτατορία, αλλά εκείνη την επιτάχυνε γνωρίζοντας πως η αποδοχή της εξαρτιόταν σε μεγάλο βαθμό από την οικονομική ανάπτυξη και ενισχύοντας την τάση των ανθρώπων για αναζήτηση της ευτυχίας στην ιδιωτική σφαίρα.»

    Το μοναδικο σημειο του αρθρου που, με αρκετη προσπαθεια, θα μπορουσε να χαρακτηριστει ως «φιλοχουντικο».Ισως χρειαζοταν καλυτερη διατυπωση και ισως θα επρεπε να τεκμηριωσει (αν και δυσκολο σε αρθρο εφημεριδας) την αποψη του περι επιταχυνσης του κοινωνικου εκσυχρονισμου, προς αποφυγη παρεξηγησεων.

    «Η ιδεολογική φτώχεια της δικτατορίας είχε αντισταθμιστεί, μέχρι ενός σημείου, από την αύξηση των εισοδημάτων και της κατανάλωσης, που ήταν ένας από τους ουσιαστικούς παράγοντες της παθητικής στάσης απέναντι στη δικτατορία. Η οικονομική κρίση όμως έδωσε ένα τέρμα σε αυτόν τον μηχανισμό παθητικής αποδοχής. Η στρατιωτική δικτατορία έχασε το τελευταίο επιχείρημά της: τη διατήρηση της οικονομικής συνέχειας. Η ωμή βία παρέμεινε το τελευταίο της επιχείρημα». Βλ. Δ. Χαραλάμπης, Στρατός και πολιτική εξουσία. Η δομή της εξουσίας στη μετεμφυλιακή Ελλάδα εκδ. Εξάντας, Αθήνα 1985, σελ. 295. Η προσπάθεια μετασχηματισμού του καθεστώτος βρέθηκε πλέον σε αδιέξοδο, ως αποτέλεσμα του συνδυασμού της ιδεολογικής ένδειας με την οικονομική αποτυχία. Όπως επισημαίνεται σχετικά, «από πολιτική άποψη, τα θεμέλια της δικτατορίας ήταν πολύ ρηχά για να επιβιώσει σε αυτή τη μεγάλη καθοδική καμπή». Βλ. Μουζέλης Ν., Νεοελληνική κοινωνία. …όπ.πρ., σελ, σελ. 291, που σημειώνει στην ίδια σελίδα:
    «Αν η δυσαρέσκεια δεν πήρε πολύ έντονη μορφή όταν η οικονομία βάδιζε καλά, έγινε ορατή και ισχυρότερη με την οικονομική κρίση του 1972-73. Κατά κάποιο τρόπο, η χούντα ήταν το πρώτο θύμα της παγκόσμιας οικονομικής ύφεσης, που έθεσε τέρμα στην επέκταση της ελληνικής οικονομίας κι έκανε τη δικτατορία να χάσει την ορμή της»

    Δε βρισκω μεγαλες διαφορες απο οσα υποστηριξε ο Καλυβας. Προφανως οι Μουζελης, Χαραλαμπης ειναι υπερανω πασης υποψιας, σε αντιθεση με τον Καλυβα με τις λανθασμενες αποψεις για τη δεκαετια του 40.

    Και ενα ακομα στοιχειο για την περιοδο
    «Ανάμεσα στο 1968 και το 1972 χτίστηκαν 850.000 νέες κατοικίες σε ολόκληρη την χώρα, χάρη και στα ευνοϊκά για την οικοδομή μέτρα της χούντας στον τομέα της χρηματοδότησης, με προφανείς πολιτικές επιπτώσεις σχετικά με τη στάση που τήρησε μια μερίδα του πληθυσμού απέναντι στην δικτατορία.»
    Μεταξυ 1945-1972 κατασκευαστηκαν 1.450.000 κατοικιες δηλ σχεδον το 60% χτιστηκε την 4ετια 68-72.

    Μου αρέσει!

  18. Ο Καλυβας σαφώς και έχει αγνοια για την περίοδο της χούντας. Αυτό το άρθρο που έγραψε το αποδεικνύει.
    Στο δε βιβλίο το οποίο αναφέρθηκε, απλά αναμασά διάφορες κοινοτοπίες και ανακρίβειες για την χούντα, που βρίσκονται στην κυκλοφορία εδω και χρόνια – ανοησίες ανάλογου επιπέδου με την ανοησία ότι τάχα οι Αμερικάνοι έβαλαν την χούντα. Και είναι κάπου λογικό να έχει άγνοια, γιατί δεν έχει ασχοληθεί με την περίοδο ο ίδιος. Άλλωστε και ο ίδιος, σε σχόλιο στο τουϊτερ, χαρακτήρισε τα οσα είπε στο άρθρο ως «υποθετικές εικασίες». Σίγουρα βόηθησε για αυτή την αναθεώρηση και το κράξιμο που έφαγε από τους πάντες, γιατί στο άρθρο του δίνει την εντύπωση ότι δεν θεωρεί εικασίες αυτά που λέει.

    Και εννοείται πως στο συγκεκριμένο σημείο – ότι δηλαδή λόγω της καλής οικονομικής κατάστασης δεν υπήρξαν αντιδράσεις στην δικτατορία – ούτε ο Μουζέλης ή ο Χαραλάμπης έχουν δίκιο. Ο Καλύβας απλά αναμασα αυτή την θέση. Και αυτή η θέση είναι εσφαλμένη, ασχέτως του ποιός την αναπαράγει.

    Ένα ακόμα στοιχείο για την περίοδο:
    “[…] το βασικό ισοζύγιο πληρωμών μετατράπηκε από κατά μέσο όρο ετήσιο πλεόνασμα 14 εκατ. δολλαρίων, κατά την περίοδο 1960-66, σε κατά μέσο όρο ετήσιο έλλειμμα 82 εκατ. δολλαρίων στην επόμενη περίοδο 1967-70, ή κατά μέσο όρο ετήσιο έλλειμμα 120 εκατ. δολλαρίων κατά την περίοδο 1968-71.”
    Είναι και αυτό ένα επίτευγμα, πάιρνεις μία οικονομία με ένα μικρό πλεόνασμα και το μετατρέπεις σε θηριώδες έλλειμμα – ένα κοντά 10 φορές μεγαλύτερο χρηματικό ποσο από το πλεόνασμα που είχαν πετύχει οι άλλοι.
    Και ήταν και αποδοτικοί κιόλας, στην κατασπατάληση – 7 χρόνια για να φτιάξουν οι προηγούμενοι το πλεόνασμα, μόλις 5 η χούντα για να το εξαϋλώσει, και να προσθέσει από πάνω και άλλα 120 εκατμμύρια. Εντάξει, ήταν κιμπάρηδες οι άνθρωποι, δεν ήταν ψιλικατζήδες.

    Μου αρέσει!

  19. 120 εκ ελλειμα ι.π. με αεπ 13 δις το 1970 δηλ κατω απο 1% του αεπ. Τρομερη επιδεινωση (αν δεν κανω λαθος σε ολη τη δεκαετια του 2000 ηταν διψηφιο).
    Τελος παντων εδω δε σχολιαζουμε τις δημοσιονομικες ή μακροοικονομικες επιδοσεις της χουντας
    (26% δ. χρεος απο 21% δες το αρθρο του γνωστη Ελευθερατου, ισως επρεπε να ακολουθησουν πολιτικη Τσαουσεσκου για να το μηδενισουν)
    Εξεταζουμε κατω ποσο ισχυουν αυτα που εγραψε ο Καλυβας περι μεσαιας ταξης, επιταχυνσης διαδικασιας κοινωνικου εκσυχρονισμου, αυξηση της καταναλωσης κτλπ κτλπ
    Γραφει ο Καλυβας η οικοδομικη δραστηριοτητα γνωρισε δοξα. Ισχυει
    Και μπορει αυτος ο οικοδομικος οργασμος να ειχε καταστροφικες συνεπειες για τις περισσοτερες ελληνικες πολεις, για την ποιοτητα ζωης κτλπ κτλπ αλλα εδωσε ταυτοχρονα την ευκαιρια σε δεκαδες χιλιαδες να αποκτησουν φτηνη στεγη και σε αρκετους αλλους να βελτιωσουν το βιοτικο τους επιπεδο.

    Καλα ο σχολιασμος του δημοσιογραφου της ΕφΣυν ειναι για τα μπαζα. Το προβλημα του δεν ειναι φυσικα το αρθρο του Κ. αλλα οι αποψεις του για τον εμφυλιο

    Μου αρέσει!

  20. «120 εκ ελλειμα ι.π. με αεπ 13 δις το 1970 δηλ κατω απο 1% του αεπ. Τρομερη επιδεινωση (αν δεν κανω λαθος σε ολη τη δεκαετια του 2000 ηταν διψηφιο).»

    Ε, σαφώς και είναι σημαντική επιδείνωση, και έχει σημασία γιατί διάφοροι μας έχουν ζαλίσει τον έρωτα για το πόσο σουπερ-γαμάτη ήταν η οικονομία επι χούντας (ακόμα και ο Καλύβας σε αυτό το άρθρο πάνω κάτω λέει το ίδιο). Ε, δεν ήταν, και αυτό αποδεικνύει το απόσπασμα που παρέθεσα (και δεν είναι από τον Ελευθεράτο). Το βασικό δεν είναι πόσο % ήταν το έλλειμμα σε σχέση με το ΑΕΠ αλλά οι ρυθμοί αύξησής του, και ήταν ιλιγγιώδεις οι ρυθμοί αυτοί. Για να το πω αλλιώς, σούπερ-γαμάτη οικονομία που αυξάνει με τέτοιο ρυθμό το έλλειμμα μέσα σε 5 χρόνια είναι οτιδήποτε εκτός από σούπερ-γαμάτη (μάλλον γάματα είναι). Και δεν έβαλα τον πληθωρισμό μέσα, ούτε ένα σωρό άλλες μαλακίες που κάνανε στην οικονομία.

    «Τελος παντων εδω δε σχολιαζουμε τις δημοσιονομικες ή μακροοικονομικες επιδοσεις της χουντας»

    Σχολιάζουμε το άρθρο του Καλύβα, και αναφέρθηκε και στην οικονομία επι χούντας. Η δε οικοδομή που αναφέρεις (όπως επίσης και αυτός) φυσικά και είναι στοιχείο της οικονομίας.

    «Εξεταζουμε κατω ποσο ισχυουν αυτα που εγραψε ο Καλυβας περι μεσαιας ταξης, επιταχυνσης διαδικασιας κοινωνικου εκσυχρονισμου, αυξηση της καταναλωσης κτλπ κτλπ»

    Βασικά εξετάζουμε όχι μόνο αυτά αλλά το άρθρο του στο σύνολό του. Το ότι γνώρισε αύξηση τεράστια η οικοδομή επι χούντας είναι φυσικά γνωστό, δεν χρειαζόμασταν τον Καλύβα να μας το πει. Μας το ‘χουν ηδη πει μερικές εκατοντάδες ιστορικοί, κοινωνικοί επιστήμονες, κλπ, κλπ, πριν από αυτόν. Το να λες όμως ότι επι χούντας η οικοδομή βάραγε υπερωρία αλλά να μην λες ότι βάραγε υπερωρία γιατί οι άλλοι δανείζαν και την κουτσή Μαρία, σαν να μην υπαρχει αύριο, και έτσι γαμάγαν την οικονομία, το να μην βγάζεις άχνα για αυτό, αλλά να παρουσιάζεις τόσο μονόπλευρα την θετική πλευρά, ε κάπου δείχνει ότι είσαι άσχετος με το θέμα. Και δεν είπε φυσικά μόνο για αυτά αλλά το άρθρο του περιέχει και ένα σωρό άλλες ανακρίβειες και κοινοτοπίες.

    Λάβε πάντως υπόψη πως και ο ίδιος «υποθετικές εικασίες» θεωρεί αυτά που έγραψε (αν και στο άρθρο δεν έδινε βέβαια αυτή την εντύπωση). Γενικά, πρόκειται για ένα χάλια άρθρο του Καλύβα. Χάλια ως προς το περιεχόμενο – κοινότοπο και σε αρκετά σημεία ανακριβές – και χάλια ως προς την διατύπωση (αυτή ειδικά πιο χάλια δε γίνεται). Για το γεγονός ότι παρερμηνεύτηκε τόσο άσχημα φέρει μεγάλη ευθύνη και ο ίδιος.

    «ο σχολιασμος του δημοσιογραφου της ΕφΣυν ειναι για τα μπαζα. Το προβλημα του δεν ειναι φυσικα το αρθρο του Κ. αλλα οι αποψεις του για τον εμφυλιο»

    Εδω συμφωνούμε. Τερατολογίας το ανάγνωσμα. Λίγο ακόμα και με την φόρα που είχε πάρει θα μας έλεγε ότι ο Καλύβας είναι πράκτορας της CIA.

    Μου αρέσει!

  21. Kαι για να δώσω ένα πιο φιλικό κλίμα σε αυτή εδω την ανάρτηση, παραπέμπω σε ένα σχετικό βιντεάκι, μόλις μισό λεπτό, ενός πολιτικού που αρκετοί εδω πέρα,και ανεξάρτητα από τις όποιες επιμέρους διαφωνίες μπορεί να έχουμε μαζί του, τον εκτιμούμε.
    Ένας πολιτικός που λόγω του Grenade έχει την τιμητική του σε δύο αναρτήσεις αυτών των ημερών.

    Μου αρέσει!

  22. Ορέος ο Μαγκλίνης… Το φέρνει μέσω Τριπόλεως για να πει στο τέλος (με περίτεχνη βυζαντινή διατύπωση) ότι ο Καλύβας λέει μπούρδες για τη Χούντα.
    http://www.kathimerini.gr/914911/opinion/epikairothta/politikh/to-skoteino-dwmatio

    Το σκοτεινό δωμάτιο
    21.06.2017
    Ο​​ι κομμουνιστικές δικτατορίες ήσαν φημισμένες για τη μεγάλη ώθηση που έδωσαν στον αθλητισμό, καθώς επίσης σε πολλούς τομείς του πολιτισμού. Ευελπιστώ πως από τούτη την πρόταση δεν θα συμπεράνετε ότι θα ήθελα να ζω σε ένα τέτοιο καθεστώς.

    Το σχόλιο εκκινεί από το κυριακάτικο άρθρο του Στάθη Καλύβα στην «Κ» με τίτλο «Μια παράδοξη κληρονομιά», το οποίο προκάλεσε αντιδράσεις. Πολλοί είδαν σε αυτό έναν θετικό απολογισμό πάνω στα πεπραγμένα της δικτατορίας, κυρίως στο ότι συνέβαλε (η λέξη είναι του Σ. Καλύβα) στον εκδημοκρατισμό και τον εκσυγχρονισμό της χώρας.

    Ενδεικτικό απόσπασμα: «Η χώρα αστικοποιήθηκε, η οικοδομική δραστηριότητα γνώρισε δόξες, το οδικό δίκτυο επεκτάθηκε, ο εξηλεκτρισμός της χώρας ολοκληρώθηκε και πραγματοποιήθηκαν μεγάλης κλίμακας ξένες επενδύσεις. Παρά τις αυταρχικές πρακτικές του καθεστώτος, πολλές τέχνες άνθησαν και η νεολαία προσέγγισε μαζικά τα δυτικά πρότυπα διασκέδασης, κατανάλωσης και ζωής».

    Από την εποχή των ερευνών του πάνω στην τρομοκρατία της Αριστεράς στην Πελοπόννησο στα χρόνια του Εμφυλίου, ο Σ. Καλύβας έχει βρεθεί στο στόχαστρο. Οι μελέτες του πάνω στον Εμφύλιο γενικότερα (συχνά από κοινού με τον Νίκο Μαραντζίδη, όπως στο ιδιαίτερα δημοφιλές βιβλίο τους «Ερωτήσεις για τον Εμφύλιο», εκδ. Μεταίχμιο) έχουν προκαλέσει οργή, καθώς έρχονται να αποφλοιώσουν μυθολογίες και βολικές, μουσειακές απόψεις. Οι Καλύβας – Μαραντζίδης αμφισβήτησαν το «αλάθητο» της ελληνικής Αριστεράς, όπως και την «αγιοσύνη» της παρουσιάζοντας τον Εμφύλιο ως μια ωμή ελληνική πραγματικότητα που μας αφορά όλους.

    Δεν θα μπορούσε αυτό να περάσει έτσι – πόσο μάλλον όταν γίνεται με τεκμηρίωση, διασταύρωση στοιχείων, ψυχρούς απολογισμούς. Στο πνεύμα ενός ψυχρού απολογισμού ήρθε και το επίμαχο άρθρο.

    Μετά τις αντιδράσεις, ο αρθρογράφος προέβη σε διευκρινίσεις: δεν επρόκειτο περί υπεράσπισης αλλά καταγραφής δεδομένων. Μπορεί κάποιος να έχει ενστάσεις στην προσέγγιση Καλύβα. Καλό θα είναι να τις εκφράσουν ιστορικοί και πολιτικοί επιστήμονες.

    Με το δικό μου, ταπεινό μυαλό, ένα πρόβλημα είναι ότι, εν πολλοίς, ο Καλύβας (κατα)κρίνεται σχεδόν πάντα για τις προθέσεις του και όχι για τα συμπεράσματά του. Η χολή περίσσεψε ξανά. Το άλλο πρόβλημα είναι ότι η όποια «συμβολή» (έλειψαν τα εισαγωγικά από το δικό του κείμενο στο «η χούντα συνέβαλε») αποτελεί υποσημείωση μπροστά στην οπισθοδρόμηση που επέφερε η δικτατορία. Δεν νομίζω ότι μπορεί κάποιος να μιλήσει για το ένα χωρίς να μιλήσει και για το άλλο, και όχι φυσικά για λόγους πολιτικής ορθότητας αλλά, πολύ απλά, εποπτείας (ενδεικτικά, πολύ μεγάλη ζημιά η χούντα επέφερε στο ίδιο το στράτευμα και την υπόληψή του). Το εν λόγω κείμενο βαραίνει ιδιαίτερα στο κλείσιμό του, όταν η δικτατορία παρομοιάζεται με «ένα από αυτά τα μεγάλα παλιά έπιπλα που δεσπόζουν σε ένα δωμάτιο τόσο πολύ που δεν τα παρατηρούμε ποτέ». Στο ίδιο πνεύμα μεταφοράς, θα έλεγα πως η δικτατορία δεν είναι ένα αθώο έπιπλο αλλά ένα σκοτεινό δωμάτιο.

    Μου αρέσει!

  23. Βοήθησε ο Χίτλερ τον εκδημοκρατισμό της Γερμανίας; Του Σ. Κούλογλου

    Το πρώτο βήμα των νοσταλγών της χούντας ήταν να αμφισβητήσουν τους νεκρούς του Πολυτεχνείου. Το δεύτερο, όταν ξέσπασε η κρίση, να αποδώσουν την χρεοκοπία της χώρας στη γενιά του Πολυτεχνείου, παρότι αυτή δεν κυβέρνησε ποτέ.

    Με ένα πρόσφατο άρθρο του στη «Καθημερινή», ο κ. Στάθης Καλύβας έκανε το τρίτο βήμα: σύμφωνα με τον καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Yale «οι πραξικοπηματίες συνέβαλαν τελικά στον πλήρη εκδημοκρατισμό της Δεξιάς και διαμέσου αυτής και της χώρας». Δεν είναι δύσκολο να μαντέψει κανείς τι κάνει αυτή τη στιγμή η κυρία Ελένη Βλάχου, κορυφαία εκπρόσωπος της δεξιάς, που έκλεισε την εφημερίδα της, την «Καθημερινή», την επομένη του πραξικοπήματος και αυτοεξορίστηκε στο Λονδίνο, μαθαίνοντας τώρα ότι η χούντα την εκδημοκράτισε πλήρως: στριφογυρνάει στον τάφο της.

    Μάλιστα η ευεργετική δράση των «πραξικοπηματιών»(sic-ο όρος δικτάτορες δεν υπάρχει πουθενά στο άρθρο) δεν περιορίστηκε, σύμφωνα με τον κ. Καλύβα, στον «πλήρη εκδημοκρατισμό της Δεξιάς»: «Δεύτερο, αν και επιχείρησαν να κρατήσουν την κοινωνία στάσιμη, να την παγώσουν δηλαδή, συνέβαλαν τελικά με έμμεσο τρόπο στον ραγδαίο αξιακό και πολιτισμικό εκσυγχρονισμό της»!

    Είναι να αναρωτιέται κανείς για το επίπεδο των αμερικανικών πανεπιστημίων. Η μεταπολεμική Γερμανία βγήκε ασφαλώς μετά το δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο ριζικά αλλαγμένη σε σχέση με τη χώρα που είχε προκαλέσει με τους δύο πολέμους δεκάδες εκατομμύρια νεκρών και τη καταστροφή της Ηπείρου: το πολιτικό σύστημα στην Ομοσπονδιακή Γερμανία εκσυγχρονίστηκε και έγινε πολύ πιο δημοκρατικό από αυτό που ήταν προπολεμικά, ενώ η γερμανική κοινωνία και στην Ανατολική και τη Δυτική Γερμανία ξεπέρασε την πρωσική και ναζιστική παράδοση και εξευρωπαΐστηκε. Άρα ο Χίτλερ, παρά τη θέληση του, συνέβαλε τελικά «με έμμεσο τρόπο στον ραγδαίο αξιακό και πολιτισμικό εκσυγχρονισμό» της Γερμανίας.

    Τι κρίμα να μην υπάρχουν Νόμπελ Ιστορίας! Συνήθως, μετά από κάθε δικτατορικό καθεστώς, από το πραξικόπημα των ολιγαρχικών στην αρχαία Αθήνα και τον Καλιγούλα μέχρι τον Πινοσέτ, οι κοινωνίες βγαίνουν ωριμότερες έχοντας βγάλει τα απαραίτητα δημοκρατικά διδάγματα. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι η κατάλυση της δημοκρατίας δρα ευεργετικά στον πολιτικό και κοινωνικό εκσυγχρονισμό και το ίδιο συμβαίνει με όλα τα μεγάλα ιστορικά γεγονότα. H καημένη η Μαρία Αντουανέτα που να φανταστεί ότι έστω και παρά τη θέληση της, συνέβαλε στην γαλλική επανάσταση και την εγκαθίδρυση των σύγχρονων κοινοβουλευτικών δημοκρατιών.

    Βεβαίως η ελληνική δικτατορία, κατά τον κ. Καλύβα είναι διαφορετική γιατί δεν έτρεξε και τίποτα, σύμφωνα με τα λεγόμενα του: «Η δικτατορία ξεπεράστηκε εύκολα και γρήγορα. Ίσως γιατί υπήρξε ένα μικρό διάλειμμα δίχως μεγάλη σημασία … γιατί χωρίς αυτήν, ο πολιτικός και κοινωνικός εκσυγχρονισμός της χώρας (ίσως) να είχε απαιτήσει πολύ πιο μακρόχρονες και επίπονες διαδικασίες».

    Στη πραγματικότητα η δικτατορία της 21ης Απριλίου ανέκοψε βίαια τον εκδημοκρατισμό μιας χώρας που μόλις είχε αρχίσει να γλύφει τις πληγές της από τον εμφύλιο, να ανοίγεται στην Ευρώπη(απ΄όπου εξορίστηκε με τη χούντα) γνωρίζοντας μια πρωτοφανή πολιτιστική άνοιξη. Αν και απεχθάνεται τους κομουνιστές, ο κ. Καλύβας θα ήταν καλό να διαβάσει την Χαμένη Ανοιξη του Στρατή Τσίρκα μήπως καταλάβει το έγκλημα. Παράλληλα ανέκοψε την φυσιολογική ανανέωση του πολιτικού προσωπικού, επαναφέροντας στο προσκήνιο, με τη μεταπολίτευση του 1974, το το παλιό προσωπικό οποίο είχε συμβάλλει στην πολιτική κρίση που με τη σειρά της άνοιξε το δρόμο στη δικτατορία.

    Για τη προδοσία της Κύπρου, ο κ. Καλύβας δεν έχει ακούσει τίποτα; Αυτό το καθοριστικό γεγονός της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας επηρέασε δραματικά και επηρεάζει ακόμη την εξωτερική πολιτική της χώρας και οδήγησε στον ανταγωνισμό των εξοπλισμών με τη Τουρκία, που με τη σειρά του συνέβαλλε στην υπερχρέωση της χώρας και τα γνωστά φαινόμενα διαφθοράς. Προτείνουμε στον καθηγητή να πάει καμιά βόλτα στη Κύπρο και να υποστηρίξει ότι η χούντα δεν ήταν παρά » ένα μικρό διάλειμμα δίχως μεγάλη σημασία».

    Από τον μεταπολιτευτικό μικροαστικό λαϊκισμό μέχρι τη καταστροφή των πόλεων, τα εγκλήματα της χούντας τα πληρώνουμε ακόμη, και πολύ ακριβά μάλιστα. Την Παρασκευή, παρουσίασα στη Πάτρα το βιβλίο μου «Μαρτυρίες για τη δικτατορία και την Αντίσταση». Το εξώφυλλο φιλοξενεί μια φωτογραφία εποχής από τα Ψηλά Αλώνια, την κεντρική, αριστοκρατική συνοικία της Πάτρας που ισοπεδώθηκε από τις πολυκατοικίες της χούντας. Οι παρευρισκόμενοι, βέροι Πατρινοί και ορισμένοι της γειτονιάς, δεν μπορούσαν να αναγνωρίσουν το δρόμο…
    http://tvxs.gr/news/egrapsan-eipan/boithise-o-xitler-ton-ekdimokratismo-tis-germanias-toy-s-koylogloy

    Μου αρέσει!

  24. «Τέλος, ναι, εν μέρει ήταν τα «παιδιά του Μαρξ και της Κοκα-Κολα» στην Ελλάδα. Οι βασικοί πομποί της μαζικής κουλτούρας στο δυτικό κόσμο, δηλαδή οι τηλεοράσεις και τα πικάπ, έγιναν τυπικά καταναλωτικά αγαθά κάτα τη διάρκεια της δικτατορίας. Ενώ στα τέλη της δεκαετίας του 1960 η τηλεόραση παρέμενε πολυτέλεια, μία μόλις πενταετία αργότερα περίπου αποτελούσε τυπικό εξοπλισμό στα μισά νοικοκυριά της Ελλάδας.

    Σε μια συνέντευξή του το 1970 ο Διονύσης Σαββόπουλος, ο κατ’εξοχήν ψυχογράφος της ελληνικής κοινωνίας, περιέγραψε τις ραγδαίες αλλαγές που επήλθαν στη μαζική κατανάλωση μετά την επιβολή της Δικτατορίας: «Έχω επτά χρόνια που έφυγα από τη Θεσσαλονίκη. […] Την τελευταία φορά που ανέβηκα, μου έκανε μεγάλη εντύπωση η αλλαγή. Ένα σωρό πράγματα, που ήταν απρόσιτα στις χαμηλότερες τάξεις, τώρα έχουν μπει παντού. Τα βρίσκεις και πουλιούνται σε κάθε γωνιά. Υπάρχουν σε ένα σωρό σπίτια: Ψυγεία, τηλεοράσεις, κουζίνες. Άσε πια τι γίνεται από πολυκατοικίες. Και όλο και πληθαίνουν οι νέοι με τα μακριά μαλλιά, που ντύνονται στην αμερικάνικη αγορά».

    Η ταχύτατη αύξηση της μαζικής κατανάλωσης υπήρξε ως ένα βαθμό αποτέλεσμα της εκρηκτικά αναπτυσσόμενης οικονομίας των πρώτων ετών της Δικτατορίας, αλλά και της τάσης των Δικτατόρων να εξαγοράζουν την πολιτική αντίθεση στο καθεστώς με αυξήσεις των κρατικών επιδομάτων και βοηθημάτων – να το θυμηθουμε και αυτο. Είναι μέσα στη Χούντα που φτάνει στην Ελλάδα και αυτό το εμβληματικό καταναλωτικό προϊόν, η Κόκα Κόλα – μέσα από συμφωνίες ανάμεσα στο καθεςτώς και τον μεγιστάνα της εποχής Τομ Πάπας. Παρά λοιπόν την ύπαρξη του δικτατορικού καθεστώτος –ή ίσως κι εξαιτίας του–, οι φοιτητές και οι φοιτήτριες μέσα στη χούντα που είχαν αριστερές και μαρξιστικά ανησυχίες, είχαν και μια έντονη επαφή με τον καταναλωτισμό. Άρα έχουμε αυτή την ιδιάζουσα σύζευξη που αναφέρει ο Γκοντάρ στην εμβληματική του ταινία «Αρσενικό-Θηλυκό» (1966), ανάμεσα στον Μαρξ, την Κόκα-Κόλα, αλλά και τη Χούντα των Συνταγματαρχών, όσο περίεργο κι αν ακούγεται.»

    Αποσπασμα απο συνεντευξη του Κ. Κορνετη στο σαιτ clioturbata.com

    Αρκετα ενδιαφερον και το αρθρο του απαντηση στον Καλυβα στα ΝΕΑ. Καμμια σχεση με τις σαχλαμαρες του Κουλογλου

    Μου αρέσει!

  25. Ειδικά για αυτό το τελευταίο ο κ.Καλύβας ξεχνάει νεκρούς, εξόριστους, φυλακισθέντες, κυνηγημένους, λογοκρισίες κ.ο.κ. Τι ήταν άλλωστε η χούντα; Ένα «μικρό διάλειμμα δίχως μεγάλη σημασία»…

    Ε, ναι, για όσους δεν βασανίστηκαν, φυλακίστηκαν, εξορίστηκαν, έχασαν τις δουλειές τους, τι είναι εκατό ξυλιές σε ξένο πισινό;

    Μου αρέσει!

Σχολιάστε