1900-1940

«Ανδρέας Βασιλόπαις», ο Έλληνας παππούς τού Καρόλου τής Αγγλίας

250px-Prince_Andrew_of_Greece

(Του Σπύρου Α. Θεοδωρόπουλου)

Εξ αφορμής τής επίσκεψης στη χώρα μας του διαδόχου τού θρόνου τής Αγγλίας πρίγκιπα Καρόλου, είπα να «ανεβάσω» εδώ μια σημαδιακή αν όχι συγκλονιστική επιστολή την οποία έγραψε στις 19.12.1921, διαρκούσης δηλαδή της Μικρασιατικής Εκστρατείας, ο (τόσο κακολογημένος και απαξιωμένος) τότε αντιστράτηγος πρίγκιπας Ανδρέας της Ελλάδος, παππούς (από πατέρα) τού Καρόλου τής Αγγλίας.

Η επιστολή αυτή, (την οποία εγώ τουλάχιστο δεν μπόρεσα να εντοπίσω στο διαδίκτυο, με εξαίρεση ένα ελάχιστο πλην περιβόητο απόσπασμα μιας παραγράφου της για το οποίο θα γίνει λόγος παρακάτω), γράφτηκε στη Σμύρνη και απευθυνόταν στον στενό φίλο του, τότε απόστρατο αντιστράτηγο (και μετέπειτα δικτάτορα) Ιωάννη Μεταξά (Αθήνα).

Ο Ανδρέας ήταν γιος τού βασιλιά Γεωργίου Α΄, και αδελφός τού βασιλιά Κωνσταντίνου Α΄.

Κατά τη διάρκεια της Μικρασιατικής Εκστρατείας, ο Ανδρέας, (ο οποίος σημειωθήτω είχε κάμει πολύ καλές στρατιωτικές σπουδές στην Ελλάδα και στη Γερμανία, και είχε λάβει μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους ως αξιωματικός τού ιππικού), είχε διατελέσει διοικητής τής ΧΙΙ μεραρχίας (υποστράτηγος) και εν συνεχεία διοικητής του Β΄ Σώματος Στρατού (αντιστράτηγος).

Κατά τη μεγαλειώδη -μα τελικά θανάσιμη για τα ελληνικά όπλα- προέλαση προς Άγκυρα (Αύγουστος 1921), το Σώμα αυτό, διοικούμενο από τον Ανδρέα, διέσχισε τα βόρεια κράσπεδα της (θεωρούμενης σχεδόν αδιάβατης) Αλμυράς Ερήμου, διέσπασε τις πρώτες αμυντικές γραμμές τών λυσσωδώς αμυνομένων Τούρκων και, ύστερα από επικό αγώνα, κατέλαβετο αιματοπότιστο,  απαίσιο μα και θρυλικό Καλέ Γκρότο, κάποιες δεκάδες χιλιόμετρα από την Άγκυρα…

Η Ελλάδα, δια του Στρατού της, χτυπούσε απεγνωσμένα τις πύλες τού παραδείσου, οι οποίες, όμως, δεν ήτανε γραφτό ν’ ανοίξουν…

Ο Ελληνικός Στρατός και μαζί του ο Ελληνικός Λαός, είχαν φθάσει πια στα έσχατα όρια της αντοχής τους…

Μετά την καταστροφή, η επαναστατική κυβέρνηση Πλαστήρα παρέπεμψε τον Ανδρέα σε έκτακτο στρατοδικείο (Νοέμβριος 1922) με την κατηγορία τής ανυπακοής σε διαταγή τού αρχιστράτηγου Παπούλα, κατά τη διάρκεια της προελάσεως προς Άγκυρα. Ακόμα και σήμερα, διάφοροι ανιστόρητοι, μικρόψυχοι και εμπαθείς, επιμένουν ότι αν τότε ο Ανδρέας είχε εκτελέσει τη διαταγή εκείνη και δεν είχε κάμει «του κεφαλιού του», το αποτέλεσμα της προέλασης εκείνης μπορεί να ήταν διαφορετικό, πράγμα που, βεβαίως, καθόλου δεν ευσταθεί. Διότι, την επομένη τής ανυπακοής εκείνης, ο Παπούλας διέταξε να γίνει αυτό ακριβώς που ο ανυπάκουος Ανδρέας είχε επιχειρήσει να κάμει αυτοβούλως, μη συμμορφούμενος δηλαδή με τη διαταγή του αρχιστρατήγου… Αν και η κατηγορία (για ανυπακοή) απεδείχθη πλήρως, το επαναστατικό στρατοδικείο, με παρέμβαση του Παγκάλου, αναγνώρισε στον Ανδρέα το ελαφρυντικό της «τελείας απειρίας» περί την διοίκηση μεγάλων μονάδων, και τον καταδίκασε, τελικά, σε ισόβια υπερορία (εξορία) και σε διαγραφή από το μητρώο τών αξιωματικών. Θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι ο Ανδρέας δεν ακολούθησε την τραγική τύχη των «6», χάρις στην εσπευσμένη μεσολάβηση της κυβέρνησης της Αγγλίας, δια του πλοιάρχου Τάλμποτ.

Αξίζει να σημειωθεί ότι ανάλογη «ανυπακοή» είχε διαπράξει και ο ίδιος ο επαναστάτης Πλαστήρας ένα χρόνο αργότερα, τον θλιβερό εκείνο Αύγουστο του 1922, με αποτέλεσμα κάποιοι αντιβενιζελικοί να χρεώνουν, ανόητα, την κατάρρευση του μετώπου στην ανυπακοή εκείνη του Πλαστήρα…

Αμέσως μετά την καταδίκη του, ο Ανδρέας αναχώρησε για το εξωτερικό με αγγλικό πολεμικό πλοίο, για να εγκατασταθεί τελικά στο Παρίσι.

Γιος τού Ανδρέα είναι ο Φίλιππος, σύζυγος της βασίλισσας της Αγγλίας Ελισσάβετ και πατέρας τού διαδόχου Καρόλου, του «υψηλού» φιλοξενουμένου μας.

Το 1928 εκδόθηκε στο Παρίσι το, (σημαντικό κατά τη γνώμη μου ιστοριογραφικά, πλην -για λόγους ευνόητους-καθόλου «δημοφιλές»), βιβλίο του «Δορύλαιον Σαγγάριος», το οποίο υπογράφει ως «Ανδρέας Βασιλόπαις».

Με την παλινόρθωση της βασιλείας στην Ελλάδα (1935), ο Ανδρέας ξαναπήρε τον βαθμό τού αντιστρατήγου που, όπως προείπαμε, του είχε αφαιρεθεί από το έκτακτο στρατοδικείο το 1922…

Ο Ανδρέας πέθανε το 1944, τη μέρα που στην Αθήνα άρχιζαν τα φρικώδη Δεκεμβριανά, σε ηλικία 62 ετών.

Την προφητική αυτή (και γι’ αυτό ακριβώς συγκλονιστική) επιστολή, διέσωσε στο περίφημο ημερολόγιό του ο Ιωάννης Μεταξάς. Ένα μικρό -αλλά πολύ χαρακτηριστικό- τμήμα της, υπάρχει και στο προαναφερθέν βιβλίο τού συντάκτη της Ανδρέα. Αξίζει να σημειωθεί ότι το απόσπασμα που παραθέτει ο ίδιος ο Ανδρέας στο βιβλίο του, παρουσιάζει ελάχιστες μικροδιαφορές με το κείμενο που μας παραδίδει ο Μεταξάς, οι οποίες, όμως, δεν επηρεάζουν καθόλου την ουσία.

Τουλάχιστο με βάση την επιστολή αυτήν,αποδεικνύεται κατά τη γνώμη μου ότι ο άνθρωπος αυτός δεν ήταν επ’ ουδενί ο «βασιλικός τενεκές», (όπως θέλει να τον εμφανίσει / παραστήσει η ιστορία του συρμού), αλλά ένας καθόλου τυχαίος στρατιωτικός και πολιτικός νους τού καιρού του.

Άσχετα με το γεγονός ότι ο Ανδρέας, (όπως και τόσοι άλλοι Έλληνες άλλωστε), δεν ήταν υπέρ τής Μικρασιατικής εκστρατείας και δεν ήταν καθόλου αισιόδοξος για την τελική έκβασή της, αποτυπώνει (στην επιστολή του αυτήν) με απίστευτη ακρίβεια την πολύ δύσκολη κατάσταση της Στρατιάς τον Δεκέμβριο του 1921, διαβλέπει προφητικά την τραγική συνέχεια, και προτείνει ρεαλιστικές λύσεις…

Στον Ανδρέαανήκει και η αποφθεγματική,(φοβερή μα πέρα για πέρα αληθινή), φράση: «…η γραμμή Εσκί Σεχίρ – ΑφιόνΚαραχισάρέφερεν εν εαυτή το σπέρμα τού θανάτου, έστω και άνευ της επιχειρήσεως του Σαγγαρίου»…

Από το σημαντικό αυτό (πλην σχεδόν άγνωστο στο ευρύ κοινό) ιστορικό ντοκουμέντο, οι μεροληπτικώς και, τελικά, ανεντίμωςιστορούντες ή ιστοριολογούντες, επιμένουν να κρατούν και να προβάλουν επιμόνως μόνο ένα απόσπασμα από μια φράση:
«Απαίσιοι πραγματικώς είναι οι εδώ Έλληνες, εκτός ελαχίστων. Επικρατεί Βενιζελισμός ογκώδης και κατά την 15ην Δεκεμβρίου [ονομαστική εορτή τού Ελευθερίου Βενιζέλου] είχον κλείσει σχεδόν όλα τα καταστήματα. Θα ήξιζε πράγματι να παραδώσωμεν την Σμύρνην εις τον Κεμάλ διά να τους πετσοκόψη όλους αυτούς τους αχρείους» (!;)

Από την όλη επιστολή ωστόσο, αλλά και από τα γραφόμενα ιδίως στον επίλογο του προαναφερθέντος βιβλίου του, καθίσταται απολύτως σαφές σε κάθε καλόπιστο αναγνώστη ότι τα λόγια αυτά, (λόγια πράγματι πολύ σκληρά και -καθαυτά- απαράδεκτα), είναι απλώς λόγια σαν αυτά που ο καθένας μας μπορεί να ξεστομίσει σ’ ένα στιγμιαίο ξέσπασμα οργής και αγανάκτησης, (όταν μάλιστα απευθύνεται εμπιστευτικά στον καλύτερο φίλο του), χωρίς, όμως, να τα εννοεί επ’ ουδενί!

Και ο λόγος που, (όντας προφανώς θυμωμένος και αγανακτισμένος με την όλη κατάσταση), χρησιμοποίησε αυτήν την, (επαναλαμβάνω), καθαυτήν απαράδεκτη έκφραση, ήταν μια πολύ πικρή αλήθεια που μερικοί εξ ημών ενοχλούνται πάρα πολύ να διαβάζουν, να ακούνε, να μαθαίνουν.  Ότι τη μεγάλη εκείνη ώρα, ο Μικρασιατικός Ελληνισμός ΔΕΝ έσπευσε να πλαισιώσει τον εν εκστρατεία Ελληνικό Στρατό με όσο έμψυχο υλικό μπορούσε αλλά και όφειλε… Οι Έλληνες της Μικράς Ασίας που πολέμησαν πλάι – πλάι με τους Ελλαδίτες φαντάρους για να γίνει πραγματικότητα το Μεγάλο Όνειρο της Ιωνίας, ήταν συγκριτικά πολύ λίγοι…

Γιατί η πλήρης φράση, (από την οποία οι μεροληπτικώς και ανεντίμωςιστορούντες και ιστοριολογούντεςαπομονώνουντη συγκεκριμένη δυσώνυμη έκφραση), έχει ως εξής:

[«Θα ήξιζε πράγματι να παραδώσωμεν την Σμύρνην εις τον Κεμάλ διά να τους πετσοκόψη όλους αυτούς τους αχρείους], οι οποίοι φέρονται ούτω κατόπιν τού φοβερού αίματος όπερ εχύσαμεν εδώ. Αίματος της Παλαιάς Ελλάδος δε, διότι όλα τα παιδιά τών οπωσδήποτε καλυτέρων οικογενειών τών ενταύθα, [των Ελλήνων τήςΜικράς Ασίας] υπηρετούν εις την Σμύρνην και τα μετόπισθεν, αλλοίμονον δε αν εν οιονδήποτε τμήμα ευρεθή σχηματισμένον μόνον από Μικρασιάτας και ενώπιον τού εχθρού!»…

 

# Σμύρνη, 19 Δεκεμβρίου 1921

HotelSplenditPalace

Αγαπητέ Γιαννάκη,

Προτού αναχωρήσω εξ Αθηνών, εζήτησα να σε ιδώ για να σου ειπώ ότι το τηλεγράφημα της Στρατιάς {Μικράς Ασίας}*, περί μη επανόδου μου, μοι εστάλη κατά λάθος εκ του Υπουργείου!

Ο Θεοτόκης {Υπουργός Στρατιωτικών} είχεν ήδη λύσει την υπόθεσιν. Καλύτερα όμως ότι το έλαβα, διότι ούτω γνωρίζω το έδαφος επί του οποίου ίσταμαι. Η εκ μέρους της Στρατιάς δεξίωσίς μου ενταύθα υπήρξε παγερά, δηλ. ουδείς εκ των κυρίων ουδέ καν δι’ επισκέψεως με ετίμησε. Μόνον ο Παπούλας {Διοικητής τής Στρατιάς Μικράς Ασίας} με εδέχθη λίαν εγκαρδίως, αυτός είναι αγαθός άνθρωπος, όστις παρασύρεται από τους περί αυτόν. Τον Πάλλην {Επιτελάρχηςτής Στρατιάς ΜΑ} είδον μόνον, διότι συνήθως τρώγει την εσπέραν εις το ξενοδοχείον τούτο, και μετ’ αυτού ωμιλήσαμεν επισταμένως επί της εδώ καταστάσεως. Δεν ηρκέσθην εις τας ομιλίας ταύτας, τας εξέτεινα και μεθ’ ενός αξιωματικού, Σκυλακάκη, άλλοτε διευθυντού τού ΙΙΙ Γραφείου παρ’ εμοί, και νυν διευθύνοντος το ΙΙΙ Γραφείον τής Στρατιάς, του Βερνάρδου κωλυομένου και αρνουμένου να εργασθή καθότι ασχολείται εις την πολιτικήν (διαδίδει εις όλους ότι είναι μαζί σου). Είδες τον Πάλλην εις Αθήνας και υποθέτω ότι θα σου είπε, ότι η Στρατιά εγγυάται περί της ασφαλείας τού μετώπου μέχρις Ιανουαρίου, συνεπώς δεν θα σε κουράσω με αυτά. Το σοβαρόν είναι ότι η Στρατιά φοβείται ενδεχομένην επίθεσιν τουρκικήν, όχι αμέσως τώρα, αφεύκτως όμως περί τον Φεβρουάριον ή Μάρτιον {του 1922}.Συστηματική άμυνα επί του νυν κατεχομένου μετώπου είναι δύσκολος, αν όχι αδύνατος, δεδομένου τού φοβερού μήκους αυτού και της ανεπαρκείας τών στρατευμάτων. Ημετέρα υποχώρησις συνεπώς είναι πράγμα όπερ λίαν ενδεχόμενον είναι να συμβή, είτε αυτοβούλως είτε λόγω πιέσεως του εχθρού. Θα υπέθετέ τις, ότι υπό τοιαύτας συνθήκας θα είχεν γίνει ήδη μελέτη και έναρξις προετοιμασίας μιας δευτέρας {αμυντικής} γραμμής μάλλον συνεπτυγμένης και δυναμένης να κρατηθή οπωσδήποτε με τα μέσα άτιναδιαθέτομεν. Ουδέν τοιούτον συνέβη, δεν υπάρχει δευτέρα γραμμή, ουδέ καν μελέτη περί αυτής! Η κατάστασις του στρατού δεν μου εμπνέει μεγάλην πεποίθησιν, η ορμή του εξηντλήθη, και αν παραμένη τώρα ησύχως επί της γραμμής του, το πράττει διότι νομίζει ότι θα έχωμεν λίαν προσεχώς την ειρήνην. Αν όμως αι διαπραγματεύσεις παραταθούν υπέρ το δέον, ή εάν ο Γούναρης {Πρωθυπουργός} επιστρέψη άπρακτος, και επομένως έχωμεν εξακολούθησιν του πολέμου, τότε; Δεν νομίζω απολύτως, ότι ο στρατός θα είναι εις κατάστασιν να αντιμετωπίση σοβαράν ενέργειαν του εχθρού, αποτυχία δε εις εν σημείον τού μετώπου θα παρασύρη αφεύκτως το επίλοιπον και τότε θα σταματήσωμεν πού; Τότε δια μιάς μονοκονδυλιάς χάνομεν ολόκληρον το ζήτημα -ή μάλλον τας θυσίας- και δεν θα ωφελήσουν πλέον τίποτα αι αισιοδοξίαι τών αξιοτίμων Γούναρηκαι Φώντα! {Ξενοφώντας Στρατηγός, πρώην υπαρχηγός του ΓΕΣ}.

Πρέπει να γίνη κάτι το ταχύτερον διά ν’ απαλλαχθώμεν του εφιάλτου τής Μικράς Ασίας. Δεν γνωρίζω τι πρέπει να γίνη, πρέπει όμως να παύσωμεν μπλοφάροντες και ν’ αντιμετωπίσωμεν την κατάστασιν οία πραγματικώς είναι.

Διότι, επί τέλους, τι είναι καλλίτερον; Να πέσωμεν εις την θάλασσαν ή να φύγωμεν [οικειοθελώς]προ τού λουτρού; Με όσα λέγω, φοβούμαι, ότι θα εκληφθώ ως defaitiste {ηττοπαθής}, ή ότι παρασύρομαι από την ψυχικήν μου κατάστασιν. Σε διαβεβαιώ όμως, ότι ούτε το εν συμβαίνει ούτε το άλλο. Δεν βλέπω όμως ότι με την παράτασιν του πολέμου σώζομεν την ύπαρξιν και την υπόστασιν της Ελλάδος, το εναντίον βλέπω, και τόσον φανερά, ώστε, με φόβον παρεξηγήσεως ακόμη, σου γράφω δια να σου εκθέσω τας σκέψεις μου. Θα ωμίλουν διαφορετικά, εάν είχομεν τον πόλεμον εν Ελλάδι, όπως και διαφορετικάθα ήσαν τότε και τα αισθήματα του κόσμου. Τι θα κερδίσωμεν όμως με μίαν καταστροφήν, ή επί τέλους με μίαν ήτταν ενταύθα; Διατί να κυνηγώμεν σκιάς ενταύθα, αντί να κυνηγώμεν την πραγματικότητα εν Ηπείρω και Θράκη;

Ήκουσα και άλλο. Το γόητρον της ανωτέρας διοικήσεως εκλονίσθη σοβαρώς παρά τω στρατεύματι – γνωρίζεις ότι εγώ προσωπικώς απώλεσα προ πολλού πάσαν εμπιστοσύνην εις αυτήν. Το τοιούτον δεν είναι απίθανον, αν και ίσως δεν θα έπρεπε να το έλεγον εγώ αυτό. Η ασθένεια εδώ δύναται να συνοψισθή εις τρία κεφάλαια: 1ον) Έλλειψις επαρκών στρατευμάτων, 2ον) Μείωσις του ηθικού, 3ον) Εξασθένησις του κύρους τής Διοικήσεως. Τα παρά του «Temps» γραφέντα περί της επισκέψεως του Διαδόχου εις το μέτωπον είναι αληθή κατά τούτο, ότι εις Αφιόν {Καραχισάρ} σχεδόν ολόκληρος η IVΜεραρχία (Δημαρά) τον υπεδέχθη με αγρίας φωνάς περί απολύσεως, τόσον ώστε ηναγκάσθη ο Κοντούλης {Διοικητής του Α΄ ΣΣ} να επέμβη δια δημηγορίας εκ του εξώστου. Πάσα ιδέα δημιουργίας δήθεν στάσεως εκ μέρους τού στρατού προς παραμονήν ενταύθα -κάποια εργασία εν τούτοις γίνεται- παρά τας διαταγάςτής Κυβερνήσεως αποκλείεται απολύτως κατ’ εμέ. Όταν μάθουν οι στρατιώται ότι απολύονται και ότι οι αξιωματικοί τούς εμποδίζουν να φύγουν, θα μας δέσουν, αν δεν μας σκοτώσουν εν απολύτωδικαίω! Άλλωστε ηρώτησα τον Βασιλέα περί αυτού -δεν του ανέφερον το όνομά σου- και το διέψευσε κατηγορηματικώς ειπών, ότι αυτά ήσαν ανοησίαι!

Εις πάντα τ’ ανωτέρω προσθέτω και άλλο τεκμήριον διοικητικής παραλυσίας: Την σχεδόν τελείαν ανεξαρτησίαν τής Στρατιάς, την ανυπακοήν μάλλον αυτής προς το Υπουργείον! Το κακόν έχει προσλάβει τοιαύτας διαστάσεις, ώστε κατακρίνεται και εν αυτή τη Στρατιά παρά τινων, οίτινες εκράτησαν ακόμη κάποιαν νηφαλιότητα! Δείγμα έστω το τελευταίον επεισόδιον Δούσμανη {πρωην Αρχηγός ΓΕΣ} διαταχθέντος παρά του Υπουργού αυτοπροσώπως να έλθη εδώ δια το συμβούλιον και αποπεμφθέντος εντεύθεν βαναύσως παρά Παπούλα και Πάλλη! Αυτά περίπου, όσον αφορά την στρατιωτικήν κατάστασιν.

Τα πολιτικά παρεστάθησαν πολύ εξογκωμένα εις Αθήνας. Ο Παπούλας έχω την εντύπωσιν, ότι δεν πολιτεύεται, δεν υποστηρίζει δε τον Στεργιάδην {Ύπατος Αρμοστής Σμύρνης} λόγω αντιζηλίας. Λέγει, ότι θέλει να τελειώση το ταχύτερον το συμβούλιον δια να φύγη. Τα περί ενεργείας αξιωματικών υπέρ του Στεργιάδη, άνευ σοβαρότητος· υπάρχουν βέβαια οι νομίζοντες αυτόν ως τον μόνον σωτήρα, αλλά δεν προπαγανδίζουν υπέρ αυτού.
Μετά του Στεργιάδου είχον μεγάλην και λίαν ενδιαφέρουσαν ομιλίαν. Ομολογώ, ότι δεν τρέφω και πολύ μεγάλην εμπιστοσύνην εις τον άνδρα, νομίζω όμως ότι όσα μου είπε, τα είπεν ειλικρινώς, τουλάχιστον νομίζω, δεν αναλαμβάνω όμως ουδεμίαν ευθύνην!

Είναι όλως διόλου της ιδέας ότι ο στρατός δεν είναι πλέον δυνατόν να δώση περισσότερα αφ’ ό,τι έδωσεν ήδη. Και αυτά τα δοθέντα είναι κατά πολύ ανώτερα αφ’ ό,τι αυτός -ο Στεργιάδης- ενόμιζεν ως δυνατά. Στηρίζεται εις το οικονομικόν ζήτημα και λέγει ότι εφθάσαμεν πλέον εις το όριον του δυνατού. Δεν γνωρίζει ποία θα είναι η εξέλιξις, η ιδέα όμως της αποχωρήσεως εκ Μ. Ασίας δεν τον τρομάζει. Λέγει ότι τα κατορθώματα του στρατού, ως επίσης και της ελληνικής διοικήσεως επί χώρας ημιαγρίας θα μείνωσι πάντως εις το ενεργητικόν του έθνους εφόδια πολύτιμα και εκμεταλλεύσιμα διά το μέλλον. Η Αγγλία, κατ’ αυτόν, έχει ανάγκην Ελλάδος ισχυράς στρατιωτικώς. Όσον αφορά αυτόν τον ίδιον, μοι εδήλωσε κατηγορηματικώς -άνευ ιδικής μου προκλήσεως- ότι ουδέποτε θα επολιτεύετο υπό οιονδήποτε όρον. Τούτο με ύφος, ως να επεθύμει να το μεταβιβάσω, και το μετεβίβασα ήδη. Δεν ηδυνήθην ν’ αντιστώ εις τον πειρασμόν να τον ερωτήσω, διατί αυτή η απόλυτος άρνησις, ενώ υπήρχε τοιούτον ρεύμα υπέρ αυτού εν Ελλάδι. Έλαβον ως απάντησιν ότι αυτός, ο Στεργιάδης, και ο κοινοβουλευτισμός αποτελούσι δύο πόλους εντελώς ασυμβιβάστους, λόγω τού χαρακτήρος του, ότι αι μέθοδοι της διοικησεώς του δεν επιδέχονται έλεγχον Βουλής και Τύπου, ότι τους υπουργούς του θα ηννόει ως υπαλλήλους του, ως συμβαίνει ενταύθα με τον Γουναράκην και τους λοιπούς. Ότι βεβαίως τοιαύται αντιλήψεις θα έβλαπτον και Βασιλέα και χώραν, και ότι συνεπώς είναι αδύνατοι, και ότι τέλος η υγεία του τού απαγορεύει τελείως τοιαύτας επιχειρήσεις. Εν μιά λέξει, δεν άφησε ουδέ την ελαχίστην θυρίδα ανοικτήν, δια της οποίας ίσως να επείθετο να αναλάβει την αρχήν. Αυτά, άρα, είναι αρκετά ικανοποιητικά, νομίζω, αν είναι ειλικρινή.

Ο κόσμος εδώ γενικώς είναι απαίσιος. Αφήνω τους διαφόρους ποντικούς -ούτως αποκαλούνται ενταύθα οι Λεβαντίνοι- αυτοί επί τέλους έχουν και δικαίωμα να ακολουθούν την πολιτικήντής δήθεν πατρίδος των. Απαίσιοι πραγματικώς είναι οι εδώ Έλληνες, εκτός ελαχίστων. Επικρατεί Βενιζελισμός ογκώδης και κατά την 15ην Δεκεμβρίου {ονομαστική εορτή τού Ελευθερίου Βενιζέλου}είχον κλείσει σχεδόν όλα τα καταστήματα. Θα ήξιζε πράγματι να παραδώσωμεν την Σμύρνην εις τον Κεμάλ διά να τους πετσοκόψη όλους αυτούς τους αχρείους, οι οποίοι φέρονται ούτω κατόπιν τού φοβερού αίματος όπερ εχύσαμεν εδώ. Αίματος της Παλαιάς Ελλάδος δε, διότι όλα τα παιδιά τών οπωσδήποτε καλυτέρων οικογενειών τών ενταύθα, {των Ελλήνων τής Μικράς Ασίας} υπηρετούν εις την Σμύρνην και τα μετόπισθεν, αλλοίμονον δε αν εν οιονδήποτε τμήμα ευρεθή σχηματισμένον μόνον από Μικρασιάτας και ενώπιον τού εχθρού!

Το επεισόδιον Δούσμανη λαμβάνει διαστάσεις επιφόβους. Αυτοί διατείνονται ότι εστάλη ενταύθα τη επιμόνω απαιτήσει τού Υπουργού, αφ’ ετέρου ο Πάλλης μου λέγει ότι έχουν τηλεγράφημα του Υπουργού λέγοντος ότι ο Δούσμανης προσέρχεται τη επιμόνω απαιτήσει αυτού του ιδίου! Προ της αναχωρήσεώς του εντεύθεν ετηλεγράφησεν ο Δούσμανης εις τον Υπουργόν, ότι, κατόπιν της διαγωγής τούΠαπούλα, ζητεί την έγκρισιν να επανέλθει, και ο υπουργός απήντησεν εγκρίνων «μετά λύπης και δυσφορίας αναγκάζομαι εγκρίνω».

Κόπιασε να βγάλης άκρη!
Οπωσδήποτε το Συμβούλιον {των Αντιστρατήγων} εματαιώθη, πρώτη πράξις τού αρχομένου δράματος, του οποίου τον αντίκτυπον φοβούμαι επί του πνεύματος των αξιωματικών.

Παύω όμως τώρα αυτή τη φλυαρία με την ελπίδα ότι δεν σε εκούρασα πάρα πολύ.

Σου εύχομαι καλές εορτές και ευόδωσιν εις το έργον σου.

Πότε, Θεέ μου, θα γλυτώσω από αυτήν την κόλασιν εδώ;

Πάντοτε σος

Ανδρέας.#
(*) Οι εντός { } λέξεις, είναι -προφανώς- δικές μου επεξηγήσεις.

 

Πάτρα, 9.5.2018

Σ. Α.Θεοδωρόπουλος

3 σκέψεις σχετικά με το “«Ανδρέας Βασιλόπαις», ο Έλληνας παππούς τού Καρόλου τής Αγγλίας”

Σχολιάστε