Επειδή ακούγονται πολλά σχετικά με την αυθεντικότητα του σπιτιού, αν δηλαδή είναι όντως το σπίτι που γεννήθηκε ο Κεμάλ, άνοιξα ξανά το βιβλίο του Χρίστου Χριστοδούλου Μουσταφά Κεμάλ, ο βίος και η πολιτεία του στη Θεσσαλονίκη, εκδόσεις εξάντας, 12η έκδοση. Μετά, άνοιξα και άλλα – αλλά ας μη το κάνουμε ακαδημαϊκή διάλεξη…
Το σπίτι στη γωνία Αγίου Δημητρίου και Αποστόλου Παύλου χτίστηκε στα 1870 από το Ίδρυμα του Μουντερίς Χατζή Μεχμέτ, ο οποίος ήταν αρχιτέκτονας και καταγόταν από τη Ρόδο. Το σπίτι δωρήθηκε στο κράτος (δεν αναφέρεται γιατί) και στη συνέχεια πουλήθηκε στον Ιμπραήμ Ζουχτού Εφέντη και αργότερα στον Αμπντουλάχ Αγά και στη γυναίκα του Ούμι Γκουλσούμ. Σε αυτό το σπίτι, που νοίκιαζε ο πατέρας του Κεμάλ, υποτίθεται ότι γεννήθηκε ο ιδιοφυής και χαρισματικός αλκοολικός κοσμοπολίτης που μερικές δεκαετίες αργότερα ίδρυσε τη σύγχρονη Τουρκία.
Γράφω «υποτίθεται» γιατί, όλως παραδόξως, γραπτή ένδειξη για τη γέννηση του Κεμάλ (άρα και την αναφορά στην κατοικία του) δεν υπάρχει: στην περίπτωσή του, η οθωμανική γραφειοκρατία και τα περίφημα αρχεία της (από όπου δεν παράπεφτε τίποτα) φαίνεται ότι δεν λειτούργησαν! Και σα να μην έφτανε αυτό, το οικογενειακό Κοράνι, στο οποίο ο πατέρας του νεογέννητου Μουσταφά σημείωσε τη γέννησή του, κατά τη μαρτυρία της μητέρας του Κεμάλ, της Ζουμπέιντε Χανούμ, χάθηκε κι αυτό! Αποτέλεσμα είναι να μη γνωρίζει κανένας με βεβαιότητα ούτε πότε ακριβώς, ούτε που γεννήθηκε ο νεαρός που ονομάστηκε από τον ιμάμη «Μουσταφά», δηλαδή ο επιλεγμένος.
Είναι ιστορικά επιβεβαιωμένο ότι ο Μουσταφά (που είχε γεννηθεί τους πρώτους μήνες του 1881) η μικρότερη αδερφή του και η χήρα μητέρα τους μετακόμισαν περί το 1889 στη Χρυσαυγή Λαγκαδά, ένα χωριό 30 χιλιόμετρα έξω από τη Θεσσαλονίκη, κοντά σε έναν ετεροθαλή αδελφό της Ζουμπέιντε Χανούμ, ο οποίος ήταν επιστάτης ενός οθωμανού κτηματία. Η οικογένεια έμεινε εκεί μερικά χρόνια, μέχρις ότου επέστρεψε τμηματικά στη Θεσσαλονίκη.
Ωστόσο, ο Μουσταφά δεν έμεινε στο σπίτι της Αγίου Δημητρίου, αλλά σε μια θεία του, τη Χατιτζέ, αδελφή του πατέρα του. Όταν ήρθε και η υπόλοιπη οικογένεια έμειναν όλοι μαζί σε ένα σπίτι που νοίκιασαν στον Ισλαχανέ και όχι στο «δικό τους». Γεγονός που δείχνει ότι είτε το σπίτι αυτό το κρατούσαν νοικιασμένο, για να έχουν μια πρόσοδο, είτε, το πιθανότερο, ότι δεν είχαν καμιά σχέση με αυτό. Αργότερα το νοίκιασαν, ώσπου στα 1908 (επιτέλους!) το αγόρασε ο ίδιος ο Κεμάλ, με δικά του χρήματα, όπως αναφέρει ο ίδιος σε κατοπινές του συνεντεύξεις.
Από εδώ και πέρα τελειώνουν οι αστικοί θρύλοι και τα παραμύθια και έχουμε συγκεκριμένα γεγονότα και στοιχεία. Ο Κεμάλ πήρε μετάθεση για την Ισταμπούλ λίγο πριν το 1912, οπότε ο ελληνικός στρατός παρέλαβε τη Θεσσαλονίκη από τους ανίκανους να προβάλλουν αντίσταση Οθωμανούς. Το σπίτι της Αγίου Δημητρίου πέρασε στο ελληνικό δημόσιο και στη συνέχεια πουλήθηκε σε Έλληνες. Οι όροφοι χρησιμοποιήθηκαν για κατοικίες, ενώ στο ισόγειο εγκαταστάθηκαν διάφορα μαγαζάκια, τα οποία με τις επιγραφές τους, τις πραμάτειες τους κλπ αλλοίωσαν την αρχιτεκτονική όψη του σπιτιού, το οποίο αποτελούσε όμορφο δείγμα της αστικής οθωμανικής αρχιτεκτονικής του καιρού του.
Ώσπου προέκυψε η ελληνοτουρκική φιλία. Η ελληνική πλευρά προσπάθησε να χρησιμοποιήσει το σπίτι για διπλωματικούς λόγους. Στα 1937, με εντολή του δικτάτορα Ιωάννη Μεταξά, ο διορισμένος δήμαρχος Θεσσαλονίκης Κωνσταντίνος Μερκουρίου αγόρασε το σπίτι για λογαριασμό του δήμου (πετώντας έξω τους ιδιοκτήτες του, εννοείται) και το δώρισε στον πρόεδρο της Τουρκικής Δημοκρατίας Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, δωρεά που έγινε πολύ ευχαρίστως αποδεκτή. Οι διαδικασίες για την αναστύλωση και αρχιτεκτονική αποκατάσταση του σπιτιού ξεκίνησαν αμέσως, αλλά, επειδή ξέσπασε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, τελείωσαν μόλις στα 1950. Στο μεταξύ είχε πεθάνει ο Κεμάλ και έτσι δεν του δόθηκε η ευκαιρία της επιστροφής στη γενέθλια πόλη, επ’ ευκαιρία των εγκαινίων του ανακαινισμένου «σπιτιού του», η οποία σχεδιαζόταν από την κυβέρνηση Μεταξά ως η… αποθέωση της ελληνοτουρκικής φιλίας.
Τα επόμενα τρία χρόνια (ως το 1953) το σπίτι ετοιμαζόταν για να λειτουργήσει ως μουσείο – με θέμα, φυσικά, τον Κεμάλ. Ωστόσο, επειδή δεν υπήρχαν αυθεντικά έπιπλα και άλλα εκθέματα, μεταφέρθηκαν μερικά κομμάτια, τα οποία υποτίθεται ότι χρησιμοποιούσε ο Κεμάλ, από τα ανάκτορα του Ντολμά Μπαχτσέ και του Τοπ Καπί, ενώ τα υπόλοιπα αγοράστηκαν από τη ντόπια αγορά της Θεσσαλονίκης. Αυτά, σε συνδυασμό με κάποια προσωπικά αντικείμενα και φωτογραφίες του Κεμάλ και –κυρίως- υπό την επίδραση του πανίσχυρου μύθου που περιέβαλε και περιβάλει ακόμα τον ιδρυτή της σύγχρονης Τουρκίας, ανάδειξαν το σπίτι- μουσείο σε μια από τις κορυφαίες αναφορές του κυρίαρχου εθνικού μύθου των γειτόνων μας.
Ωστόσο, μια θλιβερή προβοκάτσια, η δήθεν απόπειρα ανατίναξης του σπιτιού από Έλληνες εξτρεμιστές (sic!) στάθηκε η αφορμή για τους μαζικούς διωγμούς των Ελλήνων της Πόλης στα 1955. Ήταν η τελευταία «προσφορά» του Κεμάλ στην «ελληνοτουρκική φιλία», αθέλητη ίσως (άλλωστε, είχε πεθάνει) αλλά εντελώς μέσα στο πνεύμα του αδυσώπητου εθνικισμού, που ο ίδιος επέβαλε στο κράτος που ίδρυσε πάνω στα ερείπια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Συμπερασματικά, το σπίτι –μουσείο της Αγίου Δημητρίου κατοικήθηκε πιθανότατα για ένα χρονικό διάστημα από την οικογένεια του Κεμάλ, στην πρώτη δεκαετία του 20ου αιώνα και ως το 1912. Το πιθανότερο, σχεδόν βέβαιο, είναι ότι ο Κεμάλ δεν γεννήθηκε, ούτε μεγάλωσε σε αυτό. Το πιθανότερο επίσης είναι ότι κοιμήθηκε ελάχιστες (μετρημένες) φορές σε αυτό το σπίτι, αφού η καριέρα του στρατιωτικού που επέλεξε τον τράβηξε σε πολύ μικρή ηλικία μακριά από τη Θεσσαλονίκη – με πρώτο σταθμό τη στρατιωτική ακαδημία στο Μοναστήρι. Και, όπως όλοι γνωρίζουν, τις μέρες και τις νύχτες του στη Θεσσαλονίκη τις αφιέρωνε σχεδόν αποκλειστικά στα καφέ σαντάν και στα «σπίτια» της (σημερινής) Παλαιάς Παραλίας, ακραιφνώς πολυπολιτισμικής (τότε) και στις καλλιτέχνιδες που γνώριζε εκεί. Άλλωστε, στο σπίτι που αγόρασε ο ίδιος, σύμφωνα με την δική του μαρτυρία, έμενε η αγαπημένη του μητέρα Ζουμπεϊντέ Χανούμ με το νέο της σύζυγο, τον οποίο ο νεαρός αξιωματικός δεν ήθελε να βλέπει ούτε ζωγραφιστό. Πήγαινε λοιπόν και κοιμόταν σε κάποια από τις θείες του, για να ξεκουραστεί και να είναι έτοιμος για το επόμενο σαλονικιώτικο ξεσάλωμα.
Πολύ σωστά, λοιπόν, το σπίτι ανακηρύχτηκε μνημείο. Όχι τόσο για τον Κεμάλ, ο οποίος είχε πολύ μικρή σχέση με αυτό, αλλά γιατί αποτελεί ένα από τα ελάχιστα κτήρια της οθωμανικής αρχιτεκτονικής στην πόλη μας, που έχουν διασωθεί και δεν έχουν γίνει πολυκατοικίες. Στο σημείο αυτό έγκειται και η σημαντικότερη (μάλλον η μοναδική) προσφορά του Κεμάλ στη Θεσσαλονίκη, η οποία μένει να επιβεβαιωθεί και με γενναία αύξηση του τουριστικού ρεύματος (και συναλλάγματος) εξ Ανατολών: αν το σπίτι δεν είχε εμπλακεί με το μύθο του, θα το είχε φάει κι αυτό ο λύκος…
Πηγή: Μνημείο ανακηρύχτηκε το σπίτι του Κεμάλ | Η καλύβα ψηλά στο βουνό
Στις 22 Ιανουαρίου 1938 ο πενηνταοχτάχρονος δεινός πότης Κεμάλ Ατατούρκ (είχε γεννηθεί στη Θεσσαλονίκη το 1880) διαγνώστηκε με κίρρωση του ήπατος. Οι γιατροί του έδωσαν 9 μήνες ζωής, υπό την προϋπόθεση ότι θα έκανε αυστηρή δίαιτα, δεν θα έπινε και θα ξεκουραζόταν.
Λίγες μέρες αργότερα (2.2.1938) οι τοπικές αρχές της Προύσας έκαναν μια χοροεσπερίδα προς τιμήν του, στο δημαρχιακό μέγαρο. Ο Κεμάλ πήγε, αφού διέσχισε τους δρόμους της πόλης μέσα σε ανοιχτό αυτοκίνητο, υπό καταρρακτώδη βροχή.
Όταν έφτασε η ώρα του χορού, ο Κεμάλ ξεκίνησε έναν κύκλο με βαλς. Ο χορός του με τις κυρίες και η παρουσία του ενθουσίασαν τους παριστάμενους. Είχε πιεί λίγο και ήταν σε εύθυμη διάθεση. Ώσπου, διέταξε την ορχήστρα:
– Ζεϊμπέκικο!
Υπό τη διεύθυνση του μαέστρου Μεχμέτ από το Αζερμπαϊτζάν, άρχισαν να παίζουν.
Αλλά ο χορευτής ήξερε τι ακριβώς ήθελε:
– Όχι… όχι αυτό… Το «Σαρί Ζεϊμπέκ!»
Περιγραφή αυτόπτη: «Άρχισε να εκτελεί τις φιγούρες του ηρωικού ζεϊμπέκικου, που θα θάμπωνε ακόμα και τους εφέδες (τα παλικάρια) των νομών Οντεμισίου και Αϊδινίου. Ήταν μια αληθινή ιεροτελεστία παλικαριάς. Οι γιατροί του είχαν πει ότι, αν εφαρμόσει τις οδηγίες τους, θα ζήσει το πολύ εννιά μήνες, κι όμως, ο άνθρωπος αυτός χτυπούσε τα γόνατά του στο πάτωμα και χόρευε ζεϊμπέκικο».
Οι παριστάμενοι ήξεραν ότι ο Κεμάλ πεθαίνει. Βλέποντάς τον να χορεύει έτσι, πολλοί δάκρυσαν.
«Αυτός, λες και κατάλαβε τη λύπη, που εκφραζόταν με τα δάκρυα, λες κι ενοχλήθηκε απ’ αυτόν τον οίκτο, έβαλε πιο μεγάλη ορμή στο χορό του. Ο ήχος των γονάτων του, που χτυπούσαν το ξύλινο πάτωμα, έμοιαζε με μουγκρητό λιονταριού, που ήθελε να λυτρωθεί απ’ αυτά τα κλαμένα μάτια. Όταν η ορχήστρα τελείωσε τις τελευταίες νότες του ζεϊμπέκικου, άντρες και γυναίκες προσπάθησαν να κρύψουν τα δάκρυά τους με τα μεταξωτά μαντήλια τους και άρχισαν να γελάνε έντονα…»
Την άλλη μέρα, στο βαπόρι που τον πήγαινε στην Κωνσταντινούπολη, ο Ατατούρκ βογκούσε και διπλωνόταν από τον πόνο. Πέθανε στις 10 Νοεμβρίου της ίδιας χρονιάς.
*
Πηγή ο Νέαρχος Γεωργιάδης (Ο ακρίτας που έγινε ρεμπέτης, Σύγχρονη Εποχή, 1999). Το τελευταίο (; ) ζεϊμπέκικο του Κεμάλ έχει γίνει μύθος στη γειτονική μας χώρα. Είχα εντοπίσει μια αναπαράστασή του και την είχα συμπεριλάβει σ’ ένα δικό μου θέμα για το «σπίτι του Κεμάλ», στη Θεσσαλονίκη, αλλά δεν γνώριζα τότε τις λεπτομέρειες που είδαμε παραπάνω.
*
Το Sari Zeybek (Ο ξανθός ζεϊμπέκης) σε σημείο όπου μπορεί κανείς να δει τους στίχους,
στα τουρκικά :
Μια απόδοση στα ελληνικά, με τη βοήθεια του Γκουγκλ – δική μου και προφανώς
ενδεικτική:
Ο ξανθός ζεϊμπέκης γέρνει σε εκείνα τα βουνά
Βρέχει, τα όπλα τους θα βραχούν
Μια μέρα η τρελή καρδιά θα γίνει καλύτερα
Αλίμονο, στο σύρμα, σκύψτε στη δόξα σας,
ρίξτε μια ματιά στο μωβ σακάκι σας, παλικάρια, στο αίμα σας
Το απέναντι βουνό ήταν καλυμμένο με καπνό.
Τριακόσιοι ιππείς βάδισαν, πεντακόσια πόδια
Ο ξανθός ζεϊμπέκης ήταν ένας σε αυτόν τον κόσμο
Αλίμονο, στο σύρμα, σκύψτε στη δόξα σας,
ρίξτε μια ματιά στο μωβ σακάκι σας, παλικάρια, στο αίμα σας
*
Τον «ξανθό ζεϊμπέκη» τον συναντάμε σ’ ένα ποίημα του Ναζίμ Χικμέτ (πηγή: Γεωργιάδης)
Κι έπαιξε κι από τον ταμπουρά του ήρθε η μιλιά της ιστορίας
κι ορθώθηκε στα βράχια ακουμπώντας ο Σαρί Ζεϊμπέκης (…)
Είσαι, συ, ζεϊμπέκη μου ξανθέ; Ξανθέ ζεϊμπέκη μου είσαι εσύ;
Τρικλοπατάς, ζεϊμπέκη μου ξανθέ;
Τι τρέχει; Η όψη σου χλωμιάζει!
Όπως και πρώτα δυνατά το πόδι δε χτυπάς!
Αχ, ζεϊμπέκη μου ξανθέ, λαβώθηκες κι εσύ;
[Ένα κειμενάκι που εξηγεί το χορό του Κεμάλ στο ποστ – το ετοίμασα για το φ/μπ]
Μου αρέσει!Μου αρέσει!