Ερμής

Πρωτοχρονιά στο ντάμι

paschalias

(Από τον «Ερμή»)

«Στη Λέσβο οι πρώτοι ένοπλοι καταδιωκόμενοι εμφανίστηκαν δυναμικά από τα τέλη Αυγούστου του ’46. Το Μάρτη του ’47 ο ΔΣΛ είχε ενενήντα τέσσερις μαχητές, συγκεντρωμένους στα βόρια. Μέχρι το καλοκαίρι είχαν αποτυχίες και επιτυχίες. Το χειμώνα βρέθηκαν καλύτερα οργανωμένοι και εξαπλώθηκαν σε όλο το νησί, αλλά σύντομα άρχισαν να αντιμετωπίζουν προβλήματα επισιτισμού. Ακολουθήθηκε η ίδια πορεία, δηλαδή διάλυση σε μικρές ομάδες, οι οποίες στη συνέχεια εξοντώνονταν ή παραδίνονταν. Ωστόσο επιβίωσαν αντάρτες στη Λέσβο για μεγάλο διάστημα. Τον Οκτώβρη του ’49 υπήρχαν ακόμα περισσότεροι από είκοσι πέντε. Οι δυο τελευταίοι που απόμειναν παραδόθηκαν στα 1955, εκμεταλλευόμενοι την αμνηστία που δόθηκε»

«Ήταν ένας πόλεμος χαμηλής έντασης;»

«Δεν θα το έλεγα. Ο ΔΣΕ είχε πάνω από εκατό νεκρούς, μαχητές και πολιτικά στελέχη»

Ο Ερμής έκανε μια χειρονομία, σαν να θυμήθηκε κάτι ξαφνικά.

«Θα σου πω την ιστορία με το ντάμι της Τσερκέζας»

Τον κοίταξα απορημένος γιατί δεν ήξερα τι είναι το ντάμι.

«Ντάμι είναι το αγροτόσπιτο. Μπορεί να είναι κάτι πρόχειρο και ευτελές, μπορεί κάτι πιο περιποιημένο. Τσερκέζα έλεγαν στη Λέσβο την Ζουλφιέ Χανούμ ή Ελένη Ιορδάνογλου. Μικρασιάτισσα, πρόσφυγας. Λέγανε πως είχε δεσμό με τον Πλαστήρα. Αυτή έστησε την Πρωτοχρονιά του 1949 στο ντάμι του μεγάλου κτήματος που είχε αποχτήσει με την ανταλλαγή των περιουσιών μια θανάσιμη παγίδα σε δεκατρείς αντάρτες»

«Πως τα κατάφερε;»

«Το μεγάλο πρόβλημα των ανταρτών της Λέσβου ήταν η τροφή. Απαγορευόταν στους χωριάτες να βγαίνουν στα χωράφια τους κι όταν έπρεπε να πάνε για δουλειές απαγορευόταν να έχουν μαζί τους ο,τιδήποτε φαγώσιμο. Όποιος έμπαινε σε αυτοκίνητο, λεωφορείο ή φορτηγό ή καρότσα, απαγορευόταν να κουβαλάει μαζί του τρόφιμα. Τα ζώα τα μάζεψαν όλα σε ορισμένα μέρη, ώστε να μη μπορούν οι αντάρτες να κλέβουν. Αποτέλεσμα ήταν η ατελείωτη πείνα. Οι αντάρτες της ομάδας του Κυριάκου Πασχαλιά μπήκαν στο κτήμα της Τσερκέζας και άρπαξαν ό,τι μπόρεσαν. Μετά έφτασαν από χωρικούς κάτι λόγια της, ότι ήθελε να τους βοηθήσει, δίνοντάς τους τρόφιμα. Ο έμπειρος αντάρτης δεν πείστηκε, αλλά η πείνα είναι πολύ κακός σύμβουλος. Έτσι πήγαν με μεγάλες προφυλάξεις στο ντάμι και πήραν τρόφιμα. Τους εξήγησε ότι το κάνει γιατί είναι μερικοί εύποροι που θέλουν να τα έχουν καλά με τους αντάρτες, αν πάρουν την εξουσία»

«Και την πίστεψαν;»

«Όχι, αλλά έφαγαν. Και όταν τους έζωσε πάλι η πείνα, ξαναπήγαν στο ντάμι για προμήθειες. Και τρίτη και τέταρτη φορά. Δυο τρεις σε κάθε αποστολή, με όλα τα μέτρα ασφαλείας. Όλα πήγαιναν καλά. Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς  τους είχε καλέσει να τους κάνει το τραπέζι και για κακή τους τύχη δέχτηκαν. Εξακολουθούσαν να υποπτεύονται, φυσικά.  Έβαλαν ένα δικό τους αγρότη και παρακολουθούσε το κτήμα και τα γύρω όλη τη μέρα. Έψαξαν οι ίδιοι γύρω από το ντάμι και δεν βρήκαν τίποτα. Άφησαν σκοπό απέξω. Και μπήκαν μέσα, που τους περίμενε η Τσερκέζα, με κεράσματα για το καλό του χρόνου. Άφηναν να δοκιμάσει πρώτα αυτή, γιατί φοβόντουσαν το δηλητήριο. Στο μεταξύ μάζεψαν τις προμήθειες και ήταν έτοιμοι να φύγουν. Τότε η Τσερκέζα τους πρότεινε να κόψουν βασιλόπιττα, για το καλό του σπιτιού. Κι αυτή βγήκε να πάει δίπλα στο μύλο, για να τους φέρει φοινίκια, να τα πάρουν μαζί τους»

«Τι είναι τα φοινίκια;»

«Μελομακάρονα. Βγαίνοντας άναψε το τσιγάρο της και μ’ αυτό άναψε το φιτίλι, που περίμενε στο μύλο. Το ντάμι ήταν παγιδευμένο από τη Χωροφυλακή με εκρηκτικά και τινάχτηκε στον αέρα, μαζί με τους αντάρτες»

«Αυτό πια…»

«Έξι αντάρτες σκοτώθηκαν επιτόπου. Εφτά σακατεύτηκαν αλλά κατάφεραν να διαφύγουν. Τέσσερις σκοτώθηκαν αργότερα και τρεις επιβίωσαν»

«Μα γιατί να κάνει κάτι τέτοιο η Τσερκέζα;»

Ο Ερμής σήκωσε τους ώμους.

«Τα λεφτά της επικήρυξης είναι η πιο εύκολη απάντηση. Αλλά πρέπει να υπάρχει κάτι άλλο από πίσω, γιατί και πλούσια ήταν και γιατί έβαλε η ίδια το κεφάλι της στο ντορβά πολλές φορές στήνοντας αυτήν τη διαβολική παγίδα. Την άλλη μέρα οι εφημερίδες της Λέσβου είχαν την είδηση. Εις άγριον μάχην κατά την διάρκειαν της 31ης λήξαντος έτους εις την αγροτικήν περιοχήν του χωριού Ίππειος. Εξ συμμορίται νεκροί, οι υπόλοιποι τραυματίαι καταδιώκονται απηνώς. Εγκλωβισμένοι εις αγροικίαν προέβαλαν σθεναράν αντίστασιν. Ολόκληρη τη νύκτα τα πολυβόλα έβαλλον. Ουδεμία απώλεια εκ των ημετέρων»

«Ο Πασχαλιάς σκοτώθηκε;»

«Όχι εκείνο το βράδυ. Σκοτώθηκε σε συμπλοκή κοντά στην Αγιάσο, αρχές Οκτωβρίου 1950»

«Και η Τσερκέζα;»

«Όσο υπήρχαν αντάρτες η Χωροφυλακή της είχε δώσει φρουρά. Δεν πάνε πολλά χρόνια που πέθανε και θάφτηκε με τιμές στο Ίππειος. Έξω από το νεκροταφείο, σε μιαν άκρη που έβαζαν τους αυτόχειρες, είχαν ταφεί σε κοινό τάφο οι έξι που σκοτώθηκαν στο ντάμι της»

«Αν υπήρχε άλλη ζωή, θα την περίμεναν…»

Ο Ερμής με κοίταξε και μουρμούρισε κάτι που δεν άκουσα καλά.

Μια σκέψη σχετικά μέ το “Πρωτοχρονιά στο ντάμι”

Σχολιάστε