Ερμής

Να Γκραντάτς πούκαϊα, να Γκουμέντσα σλούσαϊα. Οι Σλαβομακεδόνες πριν τον πόλεμο

ilinten_3

(Από τον «Ερμή»)

«Επιμένω στο θέμα της Δυτικής Μακεδονίας, δηλαδή Καστοριά, Φλώρινα και Πέλλα. Γιατί αν δεν υπήρχε το Μακεδονικό, αυτό το εκρηκτικό ζήτημα με τους σλαβόφωνους, το οποίο οδηγούσε από μόνο του σε διεθνείς περιπλοκές, θα έλειπε ίσως η σημαντικότερη από τις αιτίες, για τον εμφύλιο που ακολούθησε»

«Ομολογώ ότι κάθε τι που διαβάζω για το θέμα, απλά με μπερδεύει περισσότερο. Εκεί που ο ένας λέει μεσημέρι, ο άλλος χτυπιέται ότι είναι μεσάνυχτα!»

Ο Ερμής γέλασε.

«Δεν έχεις άδικο. Υπάρχουν, ανά πάσα στιγμή, εκτός από μεσάνυχτα και μεσημέρι, όλες οι υπόλοιπες πιθανές παραλλαγές της μέρας και της νύχτας, ανάλογα με το τι θέλει να υποστηρίξει κανείς»

Ο Ερμής έμεινε σιωπηλός για λίγη ώρα, ψάχνοντας να δει από που θα ξεκινήσει τη δική του αφήγηση.

«Η απαρχή της ελληνοβουλγαρικής διαμάχης, που ενέπλεξε τους σλαβόφωνους της Μακεδονίας είναι πολύ παλιά υπόθεση. Κομβικό σημείο, η σύσταση της Βουλγαρικής Εξαρχίας, στα 1870, με φιρμάνι του σουλτάνου, παρά την αντίδραση του Πατριαρχείου»

«Γιατί οι Οθωμανοί απόκοψαν την Βουλγαρία από το χριστιανικό μιλέτ;»

«Ήταν μια ήδη διαμορφωμένη κατάσταση. Οι Βούλγαροι είχαν διώξει τους πατριαρχικούς παπάδες και επισκόπους, που είχαν ελληνική καταγωγή και είχαν τοποθετήσει δικούς τους, αφού από το 1840 και μετά αναπτυσσόταν ο ισχυρός βουλγαρικός εθνικισμός. Το Πατριαρχείο είχε χάσει τον έλεγχο στη Βουλγαρία και οι Οθωμανοί ήθελαν να τον ανακτήσουν, για λογαριασμό τους»

«Ήταν μια ήττα του Πατριαρχείου;»

«Μεγάλη. Ταυτόχρονα ήταν ήττα και για τους Οθωμανούς. Αντίθετα, ήταν μεγάλη επιτυχία για τους Ρώσους»

«Με ποιόν τρόπο;»

«Ο Ρώσος πρεσβευτής στην Κωνσταντινούπολη οργάνωσε ένα βουλγαρικό σώμα για την καταστολή της κρητικής επανάστασης του 1886-89. Η αναγνώριση της βουλγαρικής Εξαρχίας ήταν η εύλογη αντιπαροχή, η οποία εξυπηρετούσε ταυτόχρονα την επιδίωξη ή μάλλον την ελπίδα της Πύλης, να ανακτήσει τον έλεγχο των βουλγαρικών πληθυσμών, αφού Βούλγαροι και Πατριαρχείο αρνιόντουσαν πεισματικά να βρουν συμβιβαστική λύση μεταξύ τους, παρά τις προσπάθειες των Οθωμανών»

«Γιατί οι Βούλγαροι ήταν τόσο αρνητικοί;»

«Γιατί ακολουθούσαν το παράδειγμα των Ελλήνων, οι οποίοι όχι μόνο είχαν φτιάξει δικό τους κράτος μετά την Επανάσταση του 1821, αλλά είχαν ανακηρύξει την Εκκλησία τους αυτοκέφαλη, δηλαδή ανεξάρτητη από το Πατριαρχείο. Το οποίο είχε αναγνωρίσει αυτή την εξέλιξη, ήδη από 1850. Οι ίδιοι δεν είχαν ακόμα κράτος, αλλά αυτό ήταν μια παρεμπίπτουσα λεπτομέρεια. Προφανώς είχαν ή νόμιζαν πως είχαν την υποστήριξη των Ρώσων και δεν ήταν διατεθειμένοι να υποχωρήσουν. Τελικά τα  όρια της Εξαρχίας ήταν σχετικά περιορισμένα, αλλά το φιρμάνι προέβλεπε ότι μπορούσαν να επεκταθούν σε μια νέα περιοχή, αν τα δύο τρίτα των ορθόδοξων κατοίκων της  ήθελαν να υπόκεινται στην Εξαρχία και όχι στο Πατριαρχείο. Αυτός ήταν ο λόγος για τη διαμάχη στην μετέπειτα ελληνική Μακεδονία. Όποιος είχε τις περισσότερες Εκκλησίες, είχε αυτόματα αυξημένο δικαίωμα να διεκδικεί την περιοχή για λογαριασμό του, ενόψει της αναμενόμενης από όλους απελευθέρωσης από την οθωμανική κυριαρχία»

«Οι εξαρχικοί ξαμολήθηκαν για να μαζέψουν τα δύο τρίτα σε κάθε χωριό!»

«Και οι πατριαρχικοί, δηλαδή οι Έλληνες, για να τους αποτρέψουν. Πολύ περισσότερο που η Εξαρχία αυτοανακηρύχτηκε σε αυτοκέφαλη Εκκλησία. Το Πατριαρχείο αντέδρασε με αφορισμούς και καθαιρέσεις. Κατάφερε μάλιστα να πάρει με το μέρος του τους Οθωμανούς, όταν τους εξήγησε ότι πίσω απ’ όλα αυτά υπήρχε ο εθνοφυλετισμός, δηλαδή ο βουλγαρικός εθνικισμός, που ήταν εξαιρετικά επικίνδυνος για την ίδια την αυτοκρατορία. Και ο οποίος, παρεμπιπτόντως, ήταν αντίθετος στο Ευαγγέλιο του Χριστού»

«Πολιτική μέσω της θρησκείας…»

«Ναι. Οι Βούλγαροι έγιναν πλέον σχισματικοί και αιρετικοί, για το Πατριαρχείο»

«Πως το πήραν;»

«Δεν ίδρωσε το αυτί τους, γιατί στην ορθόδοξη σύνοδο που τους καταδίκασε, δεν πήραν μέρος οι…»

«Οι Ρώσοι;»

Ο Ερμής έγνεψε καταφατικά.

«Οι οποίοι φρόντισαν επιπλέον να αποχωρήσει από την Κωνσταντινούπολη ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων, χωρίς να υπογράψει τον όρο, δηλαδή την απόφαση της συνόδου. Συνεπώς, όσο κι αν επιχειρηματολογούσαν με βάση τα ιερά κείμενα ή απλά καταριόντουσαν τους σχισματικούς, οι Έλληνες που έλεγχαν το Πατριαρχείο, δεν είχε καμιά σημασία»

«Η Ελλάδα, ως κράτος, δεν αναμείχθηκε;»

«Υποστήριξε το Πατριαρχείο, χωρίς να διαβλέπει την επερχόμενη σύγκρουση με τους Βούλγαρους, στην οθωμανική Μακεδονία. Οι Βούλγαροι δεν μπόρεσαν να συγκεντρώσουν τα δύο τρίτα για να ιδρύσουν επιπλέον επισκοπές, αλλά αξιοποίησαν έναν άλλο όρο που προέβλεπε το φιρμάνι, ότι αρκούσε το ένα τρίτο σ’ ένα χωριό, για να υπάρχει δικαίωμα λειτουργίας εξαρχικού ναού»

«Χτίστηκαν καινούριοι ναοί στα χωριά;»

«Όχι. Μοιραζόντουσαν αυτούς που υπήρχαν. Η αντιπαλότητα εξαρχικών και πατριαρχικών, δηλαδή Βουλγάρων και Ελλήνων, αλλά και Βουλγάρων και Σέρβων, ρίζωνε και βάθαινε, ώσπου κορυφώθηκε με τον Μακεδονικό Αγώνα, στη μετέπειτα ελληνική Μακεδονία, αλλά και βορειότερα»

«Πως φτάσαμε ως εκεί;»

«Από το 1893 δρούσε η  Φτριέσνα Μακιεντόνσκα Ριβαλιουτσιόνα Αργκανιζάτσια. Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση, ΕΜΕΟ. Την κινούσαν κυρίως Μακεδόνες της Βουλγαρίας, αλλά η ΕΜΕΟ θεωρούσε ενιαία και αδιαίρετη περιοχή την τότε Οθωμανική Μακεδονία, την οποία είχε σκοπό να απελευθερώσει από τους Οθωμανούς»

«Για να την ενώσει με τη Βουλγαρία;»

«Ο στόχος που προβαλλόταν ήταν μια ανεξάρτητη Μακεδονία. Απώτερος στόχος ήταν η ένωση με τη Βουλγαρία, αλλά δεν τον θεωρούσαν ρεαλιστικό και το άφηναν για το μέλλον. Επιδίωκαν τη συνεργασία των χριστιανών, με σύνθημα η Μακεδονία στους Μακεδόνες, παράλληλα όμως καλλιεργούσαν τη βουλγαρική εθνική συνείδηση»

«Επιδίωκαν ένα δεύτερο βουλγαρικό κράτος;»

«Ναι, αλλά κι αυτό άλλαξε. Ήδη πριν το Ίλιντεν, στα 1903, πρόβαλαν μια αυτόνομη Μακεδονία, η οποία θα συμμετείχε σε μια ομοσπονδιακή ένωση των βαλκανικών  κρατών»

«Τι διαφορά έκανε αυτή η αλλαγή;»

«Μεγάλη. Αφού αποκλείστηκε η ένωση με τη Βουλγαρία, μπορούσαν να συμμετέχουν στην ΕΜΕΟ όχι μόνο Βούλγαροι, αλλά κάθε είδους Μακεδόνες. Κρίσιμο σημείο ήταν ότι τάχθηκαν κατά των εδαφικών βλέψεων των βαλκανικών κρατών στις οθωμανικές Μακεδονία και Θράκη, αφού αυτές ήταν πολυεθνικές περιοχές»

«Απαρνήθηκαν την προοπτική να κυριαρχήσει η Βουλγαρία;»

«Όχι. Όσοι ήταν βουλγαρόφρονες, συνδύαζαν τον πολιτικό στόχο της ανεξάρτητης Μακεδονίας με τη διατήρηση της βουλγαρικής τους ταυτότητας και άφηναν φρόνιμα τα υπόλοιπα για το μέλλον. Έτσι κι αλλιώς, η ΕΜΕΟ οργάνωσε την εξέγερση του Ίλιντεν, με στόχο την αυτονομία της Μακεδονίας. Συμμετείχαν σλαβόφωνοι κάθε θρησκευτικής παραλλαγής, αλλά οι Οθωμανοί δεν δυσκολεύτηκαν να καταστείλουν την ανταρσία. Μετά, η ΕΜΕΟ διασπάστηκε σε αυτονομιστές και Βούλγαρους εθνικιστές. Αλλά γιατί μας ενδιαφέρει αυτό;»

Προτίμησα να μη διακινδυνεύσω μιαν απάντηση.

«Οι εθνικιστές της ΕΜΕΟ συγκρούστηκαν ένοπλα με τους Οθωμανούς, αλλά και με τους Σέρβους και με τους Έλληνες, στην μετέπειτα ελληνική Μακεδονία»

«Στη διάρκεια του Μακεδονικού  Αγώνα;»

«Ναι. Οι Έλληνες Μακεδονομάχοι συμμάχησαν από το 1905 με τους Οθωμανούς κατά των Βουλγάρων Κομιτατζήδων, ώσπου τους νίκησαν κατά κράτος, στα 1907»

«Οι Έλληνες εμπιστευόντουσαν τους Τούρκους και τανάπαλιν;»

«Καθόλου. Ήταν μια τακτική συμμαχία, εναντίον του επικίνδυνου κοινού εχθρού, τον οποίο έπρεπε να κατανικήσουν, για να μπορέσουν μετά να λύσουν τις δικές τους διαφορές. Στο μεταξύ, οι οθωμανικές αρχές ήταν σκληρές με τους κομιτατζήδες που έπεφταν στα χέρια τους και προστατευτικές με τους Έλληνες Μακεδονομάχους»

«Τόσο επικίνδυνοι ήταν οι Κομιτατζήδες της ΕΜΕΟ;»

«Ναι. Γιατί συνδύαζαν την εθνική διεκδίκηση με προτάσεις για ώριμες επαναστατικές κοινωνικές αλλαγές, όπως το μοίρασμα των τσιφλικιών στους αγρότες. Εκτός αυτού, στα χωριά που είχαν επιρροή, δημιουργούσαν ένα παράλληλο κράτος, μια μορφή αυτοδιοίκησης, η οποία αγνοούσε την οθωμανική διοίκηση»

«Αυτά τα έκαναν δρώντας ως αντάρτικος στρατός;»

«Ως σώματα ανταρτών, τσέτες, με επικεφαλής καπεταναίους, τους βοεβόδες. Δεν έγιναν ποτέ στρατός, αλλά ήταν εξαιρετικά αποτελεσματικοί, γιατί οι χωριάτες τους θαύμαζαν και ταυτόχρονα τους έτρεμαν, αφού δεν δίσταζαν να τιμωρούν σκληρά, δηλαδή να δολοφονούν τους πολιτικούς τους εχθρούς, αλλά και τους καταδότες και τους συνεργάτες των Οθωμανών ή των Ελλήνων. Είχαν χαρακτηριστικά που εμφανίστηκαν πολλές φορές στη διάρκεια του εικοστού αιώνα, στα ένοπλα απελευθερωτικά κινήματα, ανά τον κόσμο. Μη εξαιρουμένων των ελληνικών, στη διάρκεια της κατοχής. Τότε όμως κυριάρχησε το μίσος, όπως μας λέει το τραγούδι. Να Γκραντάτς πούκαϊα, να Γκουμέντσα σλούσαϊα. Γκ’ρτσοι αντάρτσοι φ’ρλια, Μπουγκάρτσκι κούτσινια πάγκιατ, τέτοια. Που θα πει, στο Γκαντάτσι, που είναι κορυφή του Πάικου, πυροβολούσαν, τους άκουγαν στη Γουμένισσα. Ρίχναν οι  Έλληνες αντάρτες, πέφταν τα βουλγάρικα σκυλιά…»

«Στα μακεδονίτικα τα λέει αυτά το τραγούδι;»

Ο Ερμής έγνεψε καταφατικά.

«Και παρακάτω, τα κορίτσια κουβαλούσαν δώρα στους Έλληνες. Και τους παρακαλούσαν, να σφάξουν το Βούλγαρο, να πιούν το αίμα του, να καθαρίσουν την ελληνική γη»

«Υπάρχουν στοιχεία για τις απώλειες του Μακεδονικού Αγώνα;»

«Οι Έλληνες έχασαν περίπου εξακόσιους σαράντα μαχητές και πράκτορες, χωρίς να υπολογίζονται οι άμαχοι. Οι Βούλγαροι είχαν πολύ μεγαλύτερες απώλειες, καθώς πολεμούσαν όχι μόνο με τους Έλληνες, που είχαν πολύ καλύτερη στρατιωτική οργάνωση, δίκτυα υποστήριξης και πολιτική διοίκηση, αλλά και με τον οθωμανικό στρατό και με τους Σέρβους. Μη νομίσεις όμως ότι οι Βούλγαροι, άρα και η ΕΜΕΟ και μια άλλη οργάνωση που δρούσε, οι βερχοβιστές, που την έλεγχαν Βούλγαροι της διασποράς, δεν είχαν εξωτερική υποστήριξη»

«Τους Ρώσους, πάλι;»

«Την Αυστροουγγαρία, που ήταν τότε μεγάλη δύναμη στην Ευρώπη. Η οποία απέβλεπε στη Βουλγαρία, για να αποκτήσει διέξοδο στη Μεσόγειο, φτάνοντας ως τη Θεσσαλονίκη, με σιδηρόδρομο. Το 1903, που ήταν μια μεγάλη χρονιά, λόγω του Ίλιντεν, στη Θεσσαλονίκη έγιναν πολλαπλές βομβιστικές επιθέσεις, ενώ οι Βούλγαροι προσπάθησαν να ξεσηκώσουν ολόκληρη τη Μακεδονία. Απέτυχαν, αλλά τη επόμενη χρονιά περίπου εξήντα πέντε πατριαρχικά χωριά είχαν προσχωρήσει στην Εξαρχία. Ωστόσο, το Πατριαρχείο εξακολουθούσε να κυριαρχεί σε πολλές σλαβόφωνες περιοχές. Η μεγάλη μάχη δόθηκε από Σέρβους, Βούλγαρους και Έλληνες στην εκπαίδευση»

«Σε αριθμούς;»

«Το Πατριαρχείο είχε στη δικαιοδοσία του στη Μακεδονία σχεδόν εξακόσιες πενήντα χιλιάδες ανθρώπους. Και η Εξαρχία κάτι παραπάνω από πεντακόσιες πενήντα χιλιάδες. Στα 1902 υπήρχαν στη Μακεδονία πάνω από χίλια ελληνικά σχολεία με εβδομήντα χιλιάδες μαθητές και μερικά ιδιωτικά, με επιπλέον οχτώ χιλιάδες. Τα σχολεία της Εξαρχίας ήταν λιγότερα από εξακόσια και είχαν περίπου τριάντα χιλιάδες μαθητές. Σημαντικά λιγότερα είχαν οι Σέρβοι»

«Ποιος κέρδισε τελικά τη μάχη της εκπαίδευσης;»

«Οι Έλληνες, όπως κέρδισαν και όλες τις άλλες μάχες με τους Βούλγαρους. Παρόλο που η εκπαίδευση στα σχολεία της Εξαρχίας ήταν δωρεάν. Υπερίσχυσαν η έλξη του Πατριαρχείου, της Ελλάδας, όπως την εκπροσωπούσε το τότε ελληνικό κράτος,  και, κυρίως, η ισχυρή ελληνική παράδοση. Ακόμα και σε όσους Μακεδόνες μιλούσαν αρβανίτικα ή βλάχικα και σ’ ένα μέρος απ’ όσους μιλούσαν σλάβικα. Γιατί καλά ήταν τα σχολεία, αλλά την οικονομία και το εμπόριο στην ευρύτερη περιοχή την κρατούσαν γερά στα χέρια τους οι Έλληνες, οι Βλάχοι και οι Εβραίοι. Ο Μακεδονικός Αγώνας είχε και εμπορική πτυχή, στη Θεσσαλονίκη και σε άλλες πόλεις, σε όλες τις δουλειές. Οι Βούλγαροι απόφοιτοι δεν είχαν ευκαιρία να δουλέψουν και αναγκάζονταν να μεταναστεύσουν στη Βουλγαρία ή αλλού. Έτσι χάθηκε για τη Βουλγαρία η μάχη της εκπαίδευσης, στην οποία είχαν επενδύσει τόσες ελπίδες για να κερδίσουν αυτοί τη Μακεδονία»

«Δεν τα παράτησαν όμως…»

«Καθόλου. Ωστόσο οι Βούλγαροι, παρόλο που είχαν μεγάλο ενθουσιασμό και έδειξαν πολλές φορές αυτοθυσία, δεν ήταν σε θέση να επικρατήσουν. Γιατί ήταν μόνοι εναντίον όλων και ταυτόχρονα δεν είχαν την απαιτούμενη εσωτερική ενότητα, καθώς πολύ συχνά καθένας έκανε του κεφαλιού του. Ιδίως οι βοεβόδες, στα χωριά της Μακεδονίας, δημιουργώντας σφοδρές αντιπάθειες με τη συμπεριφορά τους. Σαν κράτος έκαναν το στρατηγικό λάθος και τάχτηκαν με την πλευρά των ηττημένων στον Πρώτο Παγκόσμιο, με αποτέλεσμα η ασυγκράτητη Ελλάδα εκείνων των χρόνων να τους εκτοπίσει από ολόκληρη την παραθαλάσσια ζώνη της Μακεδονίας. Το μόνο που πέτυχαν, όταν ησύχασαν όλα μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών, ήταν να διατηρήσουν σημαντικούς εξαρχικούς θύλακες κυρίως στη δυτική Μακεδονία και να βασιστούν σ’ αυτούς για τη νέα μεγάλη προσπάθεια που έκαναν στο Δεύτερο Παγκόσμιο, όταν τους έδωσαν την τελευταία ευκαιρία οι Γερμανοί»

Ο Ερμής έκανε με το χέρι την κίνηση που συνήθιζε.

«Μιλήσαμε πολύ για μυστικές οργανώσεις και άτακτους ένοπλους, αλλά τις εξελίξεις τις καθορίζουν τα κράτη, με τους στρατούς και τα άλλα μέσα της εξωτερικής τους πολιτικής»

«Το κοντινότερο μεγάλο γεγονός ήταν ο Πρώτος Παγκόσμιος, μετά τους βαλκανικούς πολέμους…»

«Ναι. Μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο διαμορφώθηκε μια νέα κατάσταση για τους σλαβόφωνους, καθώς βρέθηκαν σε τρία διαφορετικά κράτη. Η Σερβία και η Ελλάδα δεν αναγνώρισαν ποτέ σλαβομακεδονική ή βουλγαρική μειονότητα στα δικά τους εδάφη και προσπάθησαν να εφαρμόσουν πολιτικές αφομοίωσης των σλαβόφωνων. Αντίθετα, η Βουλγαρία, που βγήκε χαμένη από τους πολέμους, επιδόθηκε σε μια αλυτρωτική πολιτική σχετικά με τους σλαβόφωνους σε Σερβία και Ελλάδα, θεωρώντας τους αναφανδόν Βούλγαρους. Η ΕΜΕΟ πρωτοστάτησε, προπαγανδίζοντας στις γειτονικές  χώρες. Προσπάθησε μάλιστα να σαμποτάρει τη ανταλλαγή των πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Βουλγαρίας, αλλά χωρίς αποτέλεσμα, παρά την αυξημένη επιρροή που είχε στους σλαβόφωνους πληθυσμούς. Αντίθετα, η ανταλλαγή περιόρισε πολύ την πληθυσμιακή βάση στην οποία απευθυνόταν στην ελληνική Μακεδονία, κάτι που δεν συνέβη στη γιουγκοσλαβική. Μετά το 1922 πολλοί πρόσφυγες από την ανατολή εγκαταστάθηκαν σε σλαβόφωνα χωριά με ρευστή συνείδηση, όπως έλεγαν τότε, χωρίς προηγούμενο έλεγχο για επάρκεια στέγης και γης»

«Αυτό δημιούργησε κακές σχέσεις…»

«Και προκάλεσε αναχώρηση πολλών βουλγαριζόντων, που δίσταζαν ως τότε, για τη Βουλγαρία, όπου ήταν πολύ εύκολο να ενστερνιστούν  αλυτρωτικές αντιλήψεις. Και συνέβαλε στην ανάπτυξη μειονοτικής συνείδησης, σε όσους παρέμειναν»

«Πόσοι σλαβόφωνοι έφυγαν για Βουλγαρία;»

«Πενήντα τρεις χιλιάδες, από Μακεδονία και Θράκη. Ήρθαν όμως δεκαπλάσιοι Μικρασιάτες, Πόντιοι και Έλληνες από τη Βουλγαρία, οπότε συντελέστηκε ένας σχεδόν ολοκληρωτικός εξελληνισμός»

«Πόσοι ήταν οι σλαβόφωνοι, μετά τις ανταλλαγές των πληθυσμών;»

«Στην απογραφή πληθυσμού του 1928 καταγράφηκαν περίπου ογδόντα χιλιάδες χριστιανοί, που είχαν ως μητρική γλώσσα τη μακεδονοσλαβική. Ωστόσο, απόρρητες υπηρεσιακές στατιστικές, υπολόγιζαν ότι αυτή η ομάδα είχε πληθυσμό από εκατόν εξήντα πέντε έως διακόσιες χιλιάδες άτομα»

«Αυτοί ήταν οι Σλαβομακεδόνες;»

«Αυτοί ήταν οι σλαβόφωνοι. Δηλαδή οι κάτοικοι της Μακεδονίας, που μιλούσαν μια τοπική σλαβική γλώσσα. Οι περισσότεροι βρισκόντουσαν στη Δυτική Μακεδονία, στις επαρχίες Φλώρινας και Καστοριάς  και στην επαρχία της Έδεσσας. Υπήρχαν επίσης σε Εορδαία Κοζάνης, Πέλλα, Κιλκίς, Γιαννιτσά,  Λαγκαδά και στην ύπαιθρο της Θεσσαλονίκης. Λιγότεροι υπήρχαν στην Ανατολική Μακεδονία. Ως Σλαβομακεδόνες προσδιορίζονταν οι περισσότεροι σλαβόφωνοι, αλλά όχι όλοι. Υπήρχε άλλωστε μια πλούσια ποικιλία στους προσδιορισμούς και τους αυτοπροσδιορισμούς, η οποία άλλαζε, ανάλογα με τις εξελίξεις»

Είχα αρχίσει να ζαλίζομαι.

«Αν κατάλαβα καλά, η ουσιαστική διαφορά τους με τους  Βούλγαρους που ανταλλάχθηκαν, ήταν ότι αυτοί είχαν μείνει πιστοί στη δικαιοδοσία του Πατριαρχείου»

«Ναι, αλλά όχι όλοι. Ένας μεγάλος αριθμός ήταν πρώην εξαρχικοί, οι οποίοι μεταστράφηκαν προς το Πατριαρχείο για να αποφύγουν την αναγκαστική  μετακόμισή τους στη Βουλγαρία. Σε αυτή την κατηγορία ανήκαν ογδόντα με εκατό χιλιάδες άτομα, τα οποία θεωρούνταν από τις ελληνικές αρχές ύποπτα για βουλγαρικό φρόνημα»

«Άλλοι τόσοι σλαβόφωνοι ήταν ελληνόφρονες;»

«Σύμφωνα με τις καταγραφές του Στρατού στα 1925, οι ελληνόφρονες  σλαβόφωνοι ήταν μικρή μειοψηφία, στα περισσότερα χωριά. Οι φανατικοί βουλγαρόφρονες υπολογίζονταν από είκοσι πέντε έως πενήντα τοις εκατό, αν και υπήρχαν μερικά χωριά απολύτως βουλγαρόφρονα. Οι περισσότεροι σλαβόφωνοι δεν είχαν εθνική συνείδηση, αδιαφορούσαν αν είναι Έλληνες ή Βούλγαροι και αυτοαποκαλούνταν Μακεδόνες»

«Μύλος…»

«Αυτή ήταν η κληρονομιά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, με την εξέγερση του 1903 και τις εσωτερικές συγκρούσεις Ελλήνων και Βουλγάρων, από το 1904 ως το 1908. Το ελληνικό κράτος  προσπάθησε με διάφορους τρόπους να αντιμετωπίσει την πραγματική ή φανταστική απειλή από τους σλαβόφωνους, είτε με μια προσπάθεια ήπιας ενσωμάτωσης, είτε με καταστολή, που επικεντρωνόταν στην απαγόρευση ή τον περιορισμό της σλαβοφωνίας. Και με μόνιμη επιτήρηση και αστυνόμευση των υπόπτων για βουλγαρικά φρονήματα. Περισσότερο ενοχλητική όμως για τους σλαβόφωνους ήταν η εγκατάσταση των Ελλήνων προσφύγων, η οποία δημιούργησε, αντανακλαστικά, αποξένωση και ενίσχυση μιας άλλης ταυτότητας»

«Σε ένα τμήμα του πληθυσμού…»

«Ναι. Ένα άλλο τμήμα ενσωματώθηκε προοδευτικά, με τον κλασικό ελληνικό τρόπο. Μέσω της πολιτικής και των πελατειακών δικτύων, τα οποία  αντιπροσώπευαν και προστάτευαν κατά το δυνατόν τα συμφέροντα των σλαβόφωνων, με αντιπαροχή την ψήφο. Εξάλλου η Ελλάδα είχε την υποχρέωση να εφαρμόζει τις διεθνείς συνθήκες για τις μειονότητες, οι οποίες είχαν δημιουργηθεί υπό την εποπτεία της Κοινωνίας των Εθνών και προέβλεπαν αναγνώριση της ισότητας των δικαιωμάτων, ανεξάρτητα από φυλή ή θρησκευτική ομάδα, ελεύθερη χρήση της γλώσσας και διοίκηση σύμφωνη με τις αρχές της ελευθερίας και της δικαιοσύνης»

«Εφαρμόστηκαν αυτά ή έμειναν στα λόγια;»

«Και το ένα και το άλλο. Η ελληνική κυβέρνηση εκδήλωσε την πρόθεση να εφαρμόσει τις συμφωνίες, αλλά στις μακεδονικές επαρχίες μόλις είχαν εγκατασταθεί οι πρόσφυγες, που δημιουργούσαν μια δυναμική προς την αντίθετη κατεύθυνση. Τα πράγματα περιπλέχθηκαν με ένα μεθοριακό επεισόδιο στα 1924, κατά το οποίο ένας Έλληνας αξιωματικός δολοφόνησε δεκαεπτά βουλγαρόφωνους και προξένησε προσφυγή της Βουλγαρίας, στην Κοινωνία των Εθνών. Η υπόθεση κατέληξε, μεταξύ άλλων, στην αποδοχή ενός πρωτοκόλλου ικανοποίησης των αιτημάτων της βουλγαρικής μειονότητας στην Ελλάδα  και της Ελληνικής μειονότητας στη Βουλγαρία»

«Άκουσα καλά;  Αποδέχθηκε η ελληνική κυβέρνηση, βουλγαρική μειονότητα;»

«Ναι. Υπήρξε όμως μεγάλη αντίδραση και άρνηση του κοινοβουλίου να επικυρώσει τη συμφωνία, ακριβώς για αυτό το λόγο.  Επιπλέον αντέδρασε η Σερβία και έτσι η Κοινωνία των Εθνών απάλλαξε την Ελλάδα από τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει με το διμερές πρωτόκολλο. Ίσχυαν όμως άλλες διεθνείς συνθήκες και η Ελλάδα δεσμεύτηκε ότι θα σεβαστεί τα αιτήματα των σλαβόφωνων στον εκπαιδευτικό και στο θρησκευτικό τομέα. Ξεκαθαρίστηκε ότι δεν υπήρχαν Βούλγαροι αλλά σλαβόφωνοι και με εντολή της ελληνικής κυβέρνησης συντάχτηκε ένα αμπεσεντάρ, αλφαβητάρι, με βάση το σλαβικό ιδίωμα της Μακεδονίας. Για το οποίο όμως υπήρξε  διπλή αντίδραση. Από τη Βουλγαρία και από τους γραικομάνους σλαβόφωνους, που το έκαψαν μετά τη διανομή του σε σχολεία της δυτικής Μακεδονίας. Στις ελληνικές κυβερνήσεις όμως είχε εμπεδωθεί η άποψη ότι η καλή μεταχείριση των σλαβόφωνων  ήταν η μοναδική άμυνα που διέθετε η Ελλάδα απέναντι στη βουλγαρική αλυτρωτική προπαγάνδα. Μετά το 1925 ακολουθήθηκε σε γενικές γραμμές μια πολιτική ήπιας αφομοίωσης,  η  οποία είχε επιτυχία»

«Η ΕΜΕΟ σταμάτησε η δράση της;»

«Όχι. Αντίθετα, ήρθε σε επαφή με τους σοβιετικούς,  που της υποσχέθηκαν αναγνώριση ως μοναδικού εκφραστή της κυρίαρχης θέλησης στη Μακεδονία.  Από την πλευρά της η ΕΜΕΟ αναλάμβανε δράση μαζί με άλλες επαναστατικές οργανώσεις για την ομοσπονδοποίηση των βαλκανικών κρατών. Από το 1924, ως σκοπός καθορίστηκε η ανεξαρτησία της Μακεδονίας, η οποία θα ήταν εφικτή μόνο με την ένωση όλων των βαλκανικών λαών στο πλαίσιο μιας βαλκανικής ομοσπονδίας.  Σε αυτό το πρόγραμμα  αντέδρασε η κυβέρνηση της Βουλγαρίας, με διώξεις της οργάνωσης και δολοφονίες  στελεχών της, αλλά  η υποστήριξη του βουλγαρικού κράτους επανήλθε, ως το 1928. Η ΕΜΕΟ  διασπάστηκε, αλλά το μεγαλύτερο τμήμα της συνέχισε να είναι ενεργό κατά οποιασδήποτε προσέγγισης της Βουλγαρίας με τη Σερβία και υπέρ της προστασίας του ενιαίου μακεδονικού χώρου. Υποστήριζαν την αντάρτικη δράση και εφάρμοζαν μια τακτική δολοφονιών  στελεχών του γιουγκοσλαβικού κράτους. Παράλληλα ήρθαν σε επαφή με την Ιταλία του Μουσολίνι,  η οποία υποσχέθηκε και έδωσε βοήθεια  και  με τους Κροάτες  του Πάβελιτς, που ήταν  επίσης εχθροί με του Σέρβους»

«Στο μεταξύ  στην Ελλάδα, είχε  προχωρήσει το θέμα των  σλαβόφωνων σχολείων;»

«Όχι. Ο Βενιζέλος, όταν επανήλθε στην κυβέρνηση στα 1928, εκδήλωσε πρόθεση  να δημιουργηθούν  μειονοτικά σχολεία, αλλά συνάντησε σφοδρή αντίδραση από τη Βουλγαρία,  ως συνήθως,  και από τη Γιουγκοσλαβία,  η οποία είχε πολύ μεγαλύτερο πρόβλημα και διακήρυττε  ότι δεν υπάρχει βουλγαρική μειονότητα αλλά σλαβόφωνη γλωσσική μειονότητα. Ενώ συνέβαιναν αυτά, Βουλγαρία και Γιουγκοσλαβία μπόρεσαν να συνεννοηθούν και αυτό είχε ως αποτέλεσμα νέες διώξεις για την ΕΜΕΟ. Η οποία είδε ταυτόχρονα να μειώνεται η ιταλική βοήθεια και είχε νέο κύκλο εσωτερικών διασπάσεων, ώσπου κατέληξε να γίνει μια συμμορία τρομοκρατών. Επανήλθε όμως στα 1930 με μια νέα θέση. Ανεξάρτητο μακεδονικό κράτος, με βουλγαρικό χαρακτήρα»

«Δηλαδή, ένα δεύτερο βουλγαρικό κράτος»

«Ναι. Θα περιλάμβανε  τη Γιουγκοσλαβική και την Ελληνική Μακεδονία,  ενώ η βουλγαρική Μακεδονία θα αποκτούσε πολιτική αυτονομία.  Καταλαβαίνεις ότι αυτό συνάντησε σφοδρή αντίδραση στην ίδια τη Βουλγαρία και νέο κύκλο εκκαθαρίσεων της ΕΜΕΟ»

«Παρά τις συνεχείς εκκαθαρίσεις, αυτή συνέχιζε να υπάρχει λες και ήταν η Λερναία Ύδρα!»

«Αναζωπυρωνόταν κάθε φορά που είχε άνοδο ο εθνικισμός στη Βουλγαρία.  Δηλαδή πολύ συχνά.  Από το 1934, η Βουλγαρία επιδίωκε αναθεώρηση των συνθηκών ειρήνης, που έγιναν μετά τη λήξη του Πρώτου Παγκόσμιου. Ο στόχος δεν ήταν πρωτοφανής,  γιατί το ίδιο έκαναν η Ιταλία  και η Γερμανία. Η Βουλγαρία μάλιστα μιμήθηκε τη Γερμανία  στο θέμα του επανεξοπλισμού της. Επειδή όμως  κάθε αναθεωρητική δράση προξενεί αντίδραση, στα 1934  οι άλλες βαλκανικές χώρες,  Ελλάδα, Τουρκία, Γιουγκοσλαβία και Ρουμανία,  υπόγραψαν ένα σύμφωνο  που εγγυόταν τη διατήρηση του στάτους κβο των συνόρων, απέναντι στον επιθετικό αναθεωρητισμό της Βουλγαρίας»

«Αυτό το σύμφωνο όμως δεν ίσχυσε στα 1941…»

Ο Ερμής παρατήρησε ότι πολλά δεν ίσχυσαν τότε.

«Σε αυτές τις ήδη πολύπλοκες συνθήκες, είχε εμφανιστεί ένα μικρό, αλλά υπαρκτό,  ρεύμα υποστήριξης προς το ΚΚΕ, το οποίο είτε υποστήριζε τη θέση της Κομιντέρν για ενιαία και ανεξάρτητη Μακεδονία και Θράκη, είτε, μετά το 1935, στήριζε τα δικαιώματα και την ισοπολιτεία  για τους Σλαβομακεδόνες»

«Αριθμητικά,  τι ποσοστό  επιρροής  είχε το ΚΚΕ;»

«Γύρω στο οχτώ τοις εκατό στο νομό Φλώρινας – Καστοριάς, όπου εξέλεξε βουλευτή στις εκλογές του 1926 και του 1936. Μικρότερη ήταν η επιρροή στην Πέλλα και ακόμα μικρότερη ή ανύπαρκτη στην υπόλοιπη Μακεδονία. Το ΚΚΕ συνέβαλε στην ενσωμάτωση των Σλαβομακεδόνων, με το δικό του τρόπο. Όπως έκαναν οι παραδοσιακοί κομματάρχες, μέσω των πελατειακών τους δικτύων. Αν συνεχιζόταν αυτή η κατάσταση, το πιθανότερο είναι ότι θα ολοκληρωνόταν ομαλά η ενσωμάτωση της μεγάλης πλειοψηφίας των σλαβόφωνων στην ελληνική κοινωνία»

«Αυτή τη διαδικασία της ενσωμάτωσης, τη διέκοψε ο Μεταξάς;»

«Ναι. Ξεκίνησε μία εκστρατεία βίαιης αφομοίωσης, με καθολική απαγόρευση της σλαβομακεδονικής γλώσσας σε δρόμους, κέντρα και συναλλαγές, ακόμα και στις γριές που πουλούσαν αυγά στα παζάρια. Επέβαλε υποχρεωτικά νυχτερινά μαθήματα ελληνικών σε όλο τον ενήλικο πληθυσμό. Απαγόρευσε τα βουλγαρικά τραγούδια. Έκανε υποχρεωτική την ανάρτηση της ελληνικής σημαίας σε καταστήματα και σπίτια, στις τοπικές και τις εθνικές εορτές. Διέταξε τον υδροχρωματισμό των οικιών δια εθνικών χρωμάτων. Οι τοίχοι λευκοί, τα παράθυρα και τα πλαίσια, εις κυανούν χρώμα»

«Ακούγεται κάπως αστείο…»

«Δεν ήταν αστείο ότι έγιναν μαζικές εκτοπίσεις υπόπτων, αφαιρέθηκε  από κάποιους η ελληνική ιθαγένεια και τα περισσότερα σλαβόφωνα χωριά  μετατράπηκαν σε επιτηρούμενη ζώνη»

«Τι σήμαινε αυτό;»

«Περιορισμοί στη μετακίνηση των κατοίκων. Στέρηση του δικαιώματος αγοράς ακινήτων, σε όσους είχαν χαρακτηριστεί ως έχοντες δεδηλωμένα σλαβικά φρονήματα. Χρήση βίαιων μεθόδων, όταν κοινοτικοί παράγοντες ή δάσκαλοι δεν εφάρμοζαν τα κυβερνητικά μέτρα, κάτι που είχε αναλάβει να επιτηρεί και να επιβάλει η Χωροφυλακή. Στη διάρκεια του πολέμου με την Ιταλία και στις παραμονές του πολέμου με τη Γερμανία, πάρθηκαν πρόσθετα μέτρα για την προληπτική καταστολή μιας ενδεχόμενης πέμπτης φάλαγγας. Μαζική εκτόπιση χιλιάδων υπόπτων Σλαβομακεδόνων στα νησιά, με βάση καταλόγους που προϋπήρχαν»

«Αυτό που είχε συμβεί και με τους Τσάμηδες»

«Ναι. Σλαβόφωνοι φαντάροι αυτομόλησαν στους Ιταλούς, που τους υπόσχονταν αυτονομία στη Μακεδονία. Όσοι συλλαμβάνονταν από τον ελληνικό Στρατό, εκτελούνταν. Τελικά όσοι σλαβόφωνοι υπηρετούσαν στο Στρατό, στάλθηκαν στα μετόπισθεν και στη συνέχεια  στα νησιά. Μερικές εκατοντάδες στάλθηκαν από τους Ιταλούς στη Βουλγαρία, αφού δήλωσαν Βούλγαροι και αργότερα επέστρεψαν ως πράκτορες των βουλγαρικών επιδιώξεων»

«Ήταν μία ανόητη πολιτική, αυτή που εφάρμοσε ο Μεταξάς;»

«Εκ του αποτελέσματος, θα έλεγα ότι από το 1936 και μετά εφαρμόστηκε μια λάθος πολιτική, η οποία είχε δημιουργήσει μεγάλη δυσαρέσκεια για το ελληνικό κράτος, σε ένα σημαντικό τμήμα του σλαβόφωνου πληθυσμού. Η δυσαρέσκεια ήταν κατάλληλο περιβάλλον για να οξυνθούν οι αντιθέσεις και οι προστριβές με τον υπόλοιπο πληθυσμό, αφού οι σλαβόφωνοι θεωρούσαν ότι οι πρόσφυγες υποστηρίζονταν από την ελληνική διοίκηση, εις βάρος τους. Οι σλαβόφωνοι αισθάνονταν ότι ήταν πολίτες δεύτερης κατηγορίας και αποξενώνονταν από το ελληνικό κράτος, το οποίο εφάρμοζε μια αυστηρή περιοριστική πολιτική και μάλιστα με τον τρόπο που την αντιλαμβάνονταν οι χωροφύλακες. Αποτέλεσμα ήταν να βρίσκει ανταπόκριση το σύνθημα για αυτονόμηση της Μακεδονίας, που προπαγάνδιζε η ΕΜΕΟ, να αναζωπυρώνονται τα φιλοβουλγαρικά αισθήματα και να ευνοείται η βουλγαρική κρατική πολιτική. Αυτά επιβεβαιώθηκαν στο έπακρο στις χαοτικές συνθήκες της κατοχής, με κύριο μοχλό την πολιτική ενσωμάτωσης που εφάρμοσε από την πρώτη στιγμή η Βουλγαρία»

«Ο Μεταξάς εφάρμοσε μια φιλική πολιτική προς τους Εβραίους. Τι τον οδήγησε να κάνει το ακριβώς αντίθετο με τους σλαβόφωνους;»

«Η απειλή της Βουλγαρίας. Η οποία είχε προσεγγίσει την Γιουγκοσλαβία και αυτό θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα μια κοινή δράση εναντίον της Ελλάδας. Ο Μεταξάς προσπάθησε να προλάβει μια τέτοια εξέλιξη, αλλά η πολιτική που εφάρμοσε είχε τα αντίθετα αποτελέσματα»

«Στις παραμονές του Δεύτερου Παγκόσμιου, στην ελληνική Μακεδονία είχε απομείνει μια υπολογίσιμη, αλλά οπωσδήποτε μικρή μειονότητα, εθνική ή γλωσσική, η οποία, παρόλο το πισωγύρισμα του Μεταξά βρισκόταν σε μια πορεία ενσωμάτωσης.  Στις άλλες Μακεδονίες, τι συνέβαινε;»

«Στη γιουγκοσλαβική, είχε αποτύχει πλήρως η προσπάθεια εκσερβισμού και δεν υπήρχε ενσωμάτωση. Στη βουλγαρική, είχε καλλιεργηθεί ο μακεδονισμός, με την επίδραση όσων είχαν έρθει από την Ελλάδα. Το βουλγαρικό κράτος τον υιοθετούσε και τον έβλεπε ως όχημα για την μελλοντική του επέκταση και δυτικά, στη Γιουγκοσλαβία και νότια, στην Ελλάδα. Η Μακεδονία θα γινόταν ξανά το μήλον της Έριδος για τις τρεις χώρες, με την ανάμειξη και την υποστήριξη των μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων του Πολέμου. Η Βρετανία υποστήριζε την Ελλάδα, η Γερμανία υποστήριζε τη Βουλγαρία και η Σοβιετική Ένωση βρέθηκε στο πλευρό της νέας Γιουγκοσλαβίας, που δημιουργούσαν οι παρτιζάνοι του Τίτο»

«Με τη βοήθεια και της Βρετανίας…»

Ο Ερμής χαμογέλασε, αλλά δεν το σχολίασε.

 

Μια σκέψη σχετικά μέ το “Να Γκραντάτς πούκαϊα, να Γκουμέντσα σλούσαϊα. Οι Σλαβομακεδόνες πριν τον πόλεμο”

Σχολιάστε